Περί γελωτοποιών ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Ο δικτάτορας και ο καλλιτέχνης
Έκπτωση
79%
Τιμή Εκδότη: 19.08
4.00
Τιμή Πρωτοπορίας
+
567441
Συγγραφέας: Μανέα, Νόρμαν
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες:344
Μεταφραστής:ΙΒΑΝΟΒΙΤΣ ΒΙΚΤΩΡ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2003
ISBN:2229603255114

Περιγραφή


«Όταν εδώ και μερικά χρόνια έφτασα, πρόσφυγας στη Δύση, ο διακαής μου πόθος να μιλήσω για το τι και το πως ήταν η ζωή υπό τη ρουμανική δικτατορία -και, το σημαντικότερο, για τα διδάγματα που μπορούσε κανείς να αποκομίσει από ένα τέτοιο βίωμα- προσέκρουσε στην αίσθηση ότι είχε κορεσθεί το όλο «ρεπερτόριο» των Ανατολικοευρωπαίων αντιφρονούντων, καθώς τα βάσανα κι ο πόνος είχαν καταντήσει κοινοί τόποι προ πολλού ταξινομημένοι ή και εμπορευματοποιημένοι. Εκείνο που κυρίως με ενδιέφερε να συζητήσω, στην αρχική φάση της εξορίας μου, ήταν η σχέση μεταξύ συγγραφέα, Εξουσίας και των, όχι και τόσο αθώων, καταπιεσμένων μαζών. Και, βεβαίως, η σχέση του συγγραφέα με το ευάλωτο καθεστώς του.[...]






ΚΡΙΤΙΚΗ



«Χρόνια τώρα είχα γνωρίσει τον βλακώδη φόβο αλλά και τον ύπουλο σαδισμό των κομματικών υπαλλήλων με αρμοδιότητες στον χώρο του "πολιτισμού"» γράφει ο Νόρμαν Μάνεα, εκ των αντιφρονούντων της Ανατολικής Ευρώπης, που κάποια στιγμή μπόρεσε να διαφύγει στη Δύση και να λάμψει στο στερέωμα της διανόησης. Ο πολιτισμός είναι ο πρώτος που ασφυκτιά από τον εναγκαλισμό των τυραννικών καθεστώτων. Ο Μάνεα δείχνει στα έργα του - που έχουν μεταφραστεί σε οκτώ γλώσσες - πώς η πατρίδα του, η Ρουμανία του Ευγένιου Ιονέσκο, του Πάουλ Τσελάν, του Μιρτσέα Ελιάντε, τέθηκε εκτός πολιτισμού. Ηταν η χώρα των ποιητών, όχι των επαναστατών. Οι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα έγραφαν πάντα με χιούμορ, με φρονιμάδα. Ο Τσαουσέσκου ως γνήσιος τύραννος ήξερε ότι έπρεπε πρωτίστως να τους φιμώσει.



Σαλτιμπάγκοι



Οι τρόποι για να το κάνει ήταν πολλοί. Ο Μάνεα έχει να εξιστορήσει απίθανες διοργανώσεις «τσίρκου», με σαλτιμπάγκους από όλα τα στρώματα της κοινωνίας, στα πέντε κείμενα του βιβλίου του Περί γελωτοποιών. Θυμάται αίφνης εκείνη τη φοβερή εκδήλωση του κόμματος στη γενέτειρά του Σουτσεάβα - την ιστορική πόλη της επαρχίας Μπουκοβίνας στη σημερινή Ουκρανία - που διαφημιζόταν σε όλη την πόλη με αφίσες: «Ημέρες πολιτισμού στη Σουτσεάβα». Τα ονόματα των «αστέρων» που θα συμμετείχαν στη συνάντηση των συγγραφέων είχαν επιλεγεί με βάση το προμελετημένο σύστημα «σάντουιτς», αξιόλογοι και μέτριοι αναμεμιγμένοι. Ο Μάνεα φυσικά δεν επρόκειτο να συμμετάσχει ποτέ σε ένα τέτοιο «τσίρκο», αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση σύρθηκε ως εκεί από έναν παλιό γείτονα, «τοπικό ποιητή και δημοσιογράφο». Το τι επακολούθησε είναι ιλαροτραγικό, όπως σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις. Ερώτηση από το κοινό: «Τι τρέχει με το Νομπέλ, σύντροφοι; Γιατί να μην έχουμε και εμείς ένα Νομπέλ; Γιατί δεν αποκτά και η Ρουμανία ένα βραβείο Νομπέλ για έναν συγγραφέα δικό μας, Ρουμάνο;» Εγκυρη εξήγηση ανέλαβε να δώσει ο «κριτικός» της υπόθεσης, ο καλούμενος «Προφέσορας», ο οποίος προηγουμένως είχε αποκαλύψει «χωρίς υπερβολική μετριοφροσύνη» ότι για αρκετά χρόνια είχε χρηματίσει σύμβουλος του Ιδρύματος Νομπέλ για τη Ρουμανία, ιδιότητα την οποία αποφάσισε να την κοινοποιήσει εκείνη την ημέρα.

Με τα πολλά ο «Προφέσορας» κατέληξε στο εξής: «Εδώ και μερικά χρόνια ήρθε στη χώρα μας ο Σωλ Μπέλοου. Συναντήθηκα μαζί του και τον ρώτησα: Για πες μας, κύριε, τι πλάτες έχεις; Ποιοι, στ' αλήθεια, είναι πίσω σου; Ποιος σου 'δωσε εσένα, κύριε, το Νομπέλ;». Το κοινό άκουγε μουδιασμένο από το κρύο της αίθουσας, κουρνιασμένο μέσα στα παλτά του. Ο ρήτορας στράφηκε προς τον ποιητή δίπλα του και ζήτησε τη βοήθειά του: «Τούτος, πώς τον λένε; Πες τον, μωρέ... που πήρε πρόσφατα το Νομπέλ». Ο ποιητής άρθρωσε: Μπάσεβις Σίνγκερ. Ο «Προφέσορας» ξανάπιασε το νήμα: «Ακριβώς, ο Σίνγκερ. Βεβαίως, βεβαίως, Σίνγκερ τον λένε. Εψαξα να βρω μερικά βιβλία του περίφημου Σίνγκερ σε μετάφραση. Τα διάβασα, κύριε, τα διάβασα. Μα την πίστη μου, δεν έχουν καμία απολύτως αξία. Δεν υπάρχει, καλέ, ως συγγραφέας, απλούστατα δεν υπάρχει...». Ο Μάνεα βέβαια θεώρησε ότι έπρεπε να διαχωρίσει τη θέση του και να πει ότι αν στον αθλητισμό οι επιδόσεις είναι μετρήσιμες ποσοτικά, στην τέχνη η αξιολόγηση είναι πολύ πιο δύσκολη. Και τα λογοτεχνικά βραβεία, είτε απονέμονται από την Ενωση Συγγραφέων στο Βουκουρέστι είτε από το Ιδρυμα Νομπέλ, σπανίως είναι τέλεια, οφείλουν μόνο να είναι αληθοφανή. Τις συνέπειες αυτής της αυθάδειας θα τις συναντήσουμε στα επόμενα κείμενα του βιβλίου.



Ο Χίτλερ, ο Σαρλό



Πριν από εκατό περίπου χρόνια, το 1889, γεννήθηκαν δύο άνθρωποι που είχαν την ίδια ικανότητα «να εκμεταλλευτούν τις σκοτεινές ορμές και την ευάλωτη διάθεση των μαζών». Ο Τσάρλι Τσάπλιν και ο Αδόλφος Χίτλερ, «χαρισματικοί κλόουν» και οι δύο, μόνο που ο Τσάπλιν ήταν καλλιτέχνης και ο Χίτλερ τύραννος. Ως καλλιτέχνης, ήξερε να εντείνει τη γελοιότητα ως τον τραγέλαφο όταν στον ρόλο τού Δικτάτορα, στο ομότιτλο έργο, έπαιξε την περίφημη σκηνή, όπου «ο πρωταγωνιστής, σε κατάσταση φρενήρους αγαλλίασης, παίζει με ένα μπαλόνι που έχει το σχήμα της υδρογείου σφαίρας». Να τη, η παιδιάστικη σχιζοφρένεια του Τυράννου! Να τη, βροντοφωνάζει ο Μάνεα, η παράνοια ενός επαρχιώτη τυραννίσκου, ο οποίος καταφέρνει σταδιακά να διευρύνει την αρένα του φρικαλέου τσίρκου στην κλίμακα μιας ολόκληρης χώρας! Κάτι ξέρει ο άνθρωπος που δέχθηκε από νήπιο τη ζοφερή επίδραση και του Χίτλερ και του Στάλιν.

Στα πέντε του χρόνια βρέθηκε σε ουγγρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης λόγω εβραϊκής καταγωγής, μετά έγινε «εις εκ των υπόπτων» στη χώρα του και στο τέλος ήταν «ξένος» για ακόμη μία φορά στις ΗΠΑ, αλλά ο Μάνεα δεν έχασε το χιούμορ του μπροστά στο «απεριόριστο της απόγνωσης». Το αστείο είναι ότι ακόμη και «αφού τα κομμουνιστικά προσωπεία έπεσαν, αποκαλύπτοντας την παραμορφωμένη όψη των εκατομμυρίων αιχμαλώτων της Ανατολικής Ευρώπης (...), στην "άλλη πλευρά" η δυτική κοινωνία φαινόταν πλήρως ικανοποιημένη αφού εξελάμβανε την κατάρρευση του αντίπαλου δέους ως τη δική της νομιμοποίηση, που την απήλλασσε από κάθε επιτακτική ανάγκη για αυτοανάλυση». Το γελοίο και το πολιτικό kitsch δεν εμφιλοχωρεί μόνο στα ολοκληρωτικά συστήματα, όπως διαπίστωσε ο συγγραφέας, αλλά και οπουδήποτε αλλού.

Ο Μάνεα, όπως και ο Μιρτσέα Ελιάντε νωρίτερα, αυτομόλησε το 1986 στις ΗΠΑ και διδάσκει έκτοτε Λογοτεχνία των Ανατολικών Χωρών στο Πανεπιστήμιο Μπαρντ της Νέας Υόρκης. Στα ελληνικά κυκλοφορούν ήδη η Υποχρεωτική Ευδαιμονία - τέσσερις νουβέλες από τα χρόνια του Τσαουσέσκου -, στις εκδόσεις Αγρα σε μετάφραση Αλόης Σιδέρη, και το μυθιστόρημα Ο Μαύρος Φάκελος, στις εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση Γκάμπριελ Ανδρόνε. Εξυπακούεται βέβαια ότι σε ακραία ολοκληρωτικά συστήματα προβάλλει πιο ξεκάθαρη η σχέση μεταξύ εξουσίας και συγγραφέων. Ας μη γελιόμαστε όμως. Το παιχνίδι με τις μάσκες μπορεί να παιχθεί παντού.




MAIPH ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 15-02-2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!