0
Your Καλαθι
Γιατί όχι στη Βενετία;
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Εκείνος ζει τον πρώτο του έρωτα. Εκείνη έχει ζήσει έντονα τη ζωή της. Εκείνος ζει το παρόν, άπληστος να γνωρίσει τη ζωή του, από όλα όσα μαθαίνει από εκείνη τη γυναίκα που έχει σχεδόν τα διπλά του χρόνια, που έχει διαβάσει πολύ, κατέχει την τέχνη της ζωής και μπορεί να του δώσει τα κλειδιά της. Αυτή τη γυναίκα που ποτέ μέχρι τώρα δεν έχει νιώσει και εκτιμήσει την αξία του παρόντος, αλλά ζει διχασμένη ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον. Με περίγυρο την ονειρική Βενετία, την πόλη των ερωτευμένων, μέσα στον πλούτο των μουσείων της και στη διάχυτη μαγεία της μοναδικής της ατμόσφαιρας, η συγγραφέας έγραψε αυτή τη γεμάτι ποίηση ερωτική ιστορία [...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η Μισέλ Μανσό (1933), η γνωστή Γαλλίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος, πριν γράψει το μυθιστόρημά της «Γιατί όχι στη Βενετία;», το 1981, θα είχε μάλλον υπόψη της τις ακόλουθες (οπωσδήποτε απόλυτες) σκέψεις του συμπατριώτη της Ζολά για τη σχέση μας με τον εξωτερικό κόσμο: «Θεωρώ ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να διαχωρίζεται από το περιβάλλον του, που συμπληρώνεται από το ρούχο, το σπίτι, την πόλη και την επαρχία του, οπότε δεν θα σημειώσω ούτε ένα φαινόμενο της νόησης ή της ψυχής του χωρίς να αναζητήσω τις αιτίες ή τον αντίκτυπό του μέσα στο περιβάλλον». Και αφού ο λόγος περί γραφής, να συμπληρώσουμε ότι η σχέση της Τέχνης με το κύτταρο της κοινωνικής ζωής, την Πόλη, είναι οργανική: γιατί πού αλλού, πέρα από την «εκπολιτισμένη» αυτή κοινότητα, θα μπορούσε να ευδοκιμήσει η πρώτη για να δώσει μέσα από διασταύρωσή της με το άστυ τα προϊόντα που ξέρουμε πλέον;
Δεν ήταν, βέβαια, ο νατουραλισμός η μοναδική τεχνοτροπία που έβρισκε ότι το υποκείμενο ταυτιζόταν με αυτό που το περιτριγυρίζει με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Στην πραγματικότητα, εμμέσως πλην σαφέστατα, και άλλες συλλήψεις στο χώρο της αφήγησης, της δραματοποίησης και των ποικίλων οπτικοακουστικών διατυπώσεων πρότειναν τον κόσμο, την πόλη γύρω μας ως ένα δρων σκηνικό και όχι ως κάτι απλώς διακοσμητικό. Δεν είναι τυχαίο, ας πούμε, ότι ο Μαν διαλέγει τη Βενετία για να ενορχηστρωθεί εκεί το τελευταίο έργο του Μάλερ -Ασενμπαχ. Ο Φόρστερ επιλέγει συνειδητά τη Φλωρεντία για να «διαιτητεύσει», εντός αυτής της πόλης-μουσείου του Νότου, τον αγώνα ανάμεσα στο φλεγματικό Βόρειο και στον αιματώδη Μεσογειακό. Ο Τζόις δεν οριοθετεί τον «πάνω» και «κάτω» κόσμο έτσι αυθαίρετα, στο πλαίσιο της δουβλινέζικης γεωγραφίας, ο Γούντι Αλεν μόνο στο χώρο της Νέας Υόρκης μπορεί να εκφραστεί για τα αδιέξοδα της σύγχρονης αμερικανικής διανόησης και να αυτοαναλυθεί. Η Πράγα του Κάφκα και το Βερολίνο των Γερμανών εξπρεσιονιστών είναι μοναδικά και αναντικατάστατα θέατρα αλλόκοτων μεταφορών, η Αλεξάνδρεια των «Ακυβέρνητων πολιτειών» του Τσίρκα ή του «Κουαρτέτου» του Ντάρελ επίσης, ενώ δεν θα μπορούσες να φανταστείς μια άλλη πόλη πλην του Παρισιού στα περισσότερα έργα της «Νουβέλ Βαγκ». Και ο κατάλογος ανάλογων «δεσμών» δεν έχει τέλος...
Η Μανσό, φίλη και θαυμάστρια της Ντιράς, δεν διστάζει στη «Βενετία» της, όπως έκανε σε ορισμένες σελίδες της η τελευταία,να αναμειγνύει το ρομάντζο με το διανοητικό, εγκεφαλικό ενίοτε, την εύκολη πρόζα με τη λεπτή παρατήρηση, το κοινότοπο με το απαιτητικό.Εντελώς διαισθητικά αντιλαμβάνεσαι πίσω από τις γραμμές του βιβλίου την ασκημένη δημοσιογραφική ματιά αλλά και το δημιουργικό φίλτρο: εκείνον που τρέχει πίσω από το γεγονός, όμως δεν ξεχνάει ότι κινείται μέσα σε μια αίθουσα κατόπτρων.
Η ιστορία που αφηγείται η Μανσό έχει εξωτερικά τα στοιχεία ενός μπεστ σέλερ: ώριμη Γαλλίδα συγγραφέας, χωρισμένη, επισκέπτεται την πόλη των Δόγηδων και του Οθέλου, παρέα με νεαρό Ιταλό φοιτητή, για να έρθει εκεί σε μία αποφασιστική επαφή με το υπαρξιακό, με «διάμεσο» τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της Βενετίας. Εκ πρώτης, λοιπόν, όψεως, το θέμα αυτό, που θυμίζει και λίγο μοτίβο από ρομάντζο της ξεχασμένης Φρανσουάζ Σαγκάν, μοιάζει εξαντλημένο πριν καλά καλά αρχίσει να αναπτύσσεται, θύμα της εκζητήσεώς του... Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι, διότι όσο προχωρεί κανείς στην ανάγνωση συνειδητοποιεί ότι παρακολουθεί δύο γεωγραφίες να συναντιούνται περίεργα ή να βαδίζουν αντιστικά, με αρμονίες παράλληλες και αιφνίδιες ωσμώσεις άκρως ενδιαφέρουσες. Ο κόσμος της πρωταγωνίστριας αρδεύει όψεις αυτού του λαμπερού και μαζί σκοτεινού βενετσιάνικου παλίμψηστου αποσπώντας ήχους και ιριδισμούς ελκυστικότατους. Η πανέξυπνη και διεισδυτική Μανσό χρησιμοποιεί το διάκοσμο γύρω της ως ένα ανοιχτό σε ερμηνείες βιβλίο, το οποίο έχει το προνόμιο, αν και πολυδιαβασμένο ή και εξαντλημένο από τη χρήση, να επιβάλλει την ανάγκη των δεσμών μαζί του χάρη σε κρυμμένα ατού.
Φωνή σ' ένα χωρο-πρόκληση
Κι ένας συγγραφέας, όπως η ηρωίδα της Μανσό, είναι το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να υπερβεί το γραφικό στο χάρτη μιας πόλης και να συνομιλήσει με την τελευταία σε βάθος. Η Βενετία, αυτός ο χώρος-πρόκληση, τόσο στον παρθένο όσο και στον ασκημένο επισκέπτη, με την ιδιόμορφη αισθητική της κατασκευής της και το πλούσιο καλλιτεχνικό θησαυροφυλάκιο, αποκτά φωνή μέσα από τη γραφή της Γαλλίδας πεζογράφου, βγαίνοντας από το αγέρωχο κύρος της. Η ώριμη γυναίκα που θέλει και αυτή να νιώσει όπως η ηρωίδα του Χεμινγουέι στο «Πέρα από τα δέντρα...», μια νεαρή κόμισσα που ερωτεύεται έναν ηλικιωμένο συνταγματάρχη ή ακόμα και σαν τον Ασενμπαχ του «Πεθαίνοντας στη Βενετία», ταξιδεύει σ' αυτό το πολιτιστικό λίκνο με σαφείς προθέσεις. Οχι ότι δεν αγαπάει το συνοδό της. Ομως την κρατάει σε απόσταση από τον τελευταίο η συνείδηση της βιολογικής της κάμψης και -κυρίως- η πνευματική τους διαφορά και καταγωγή. Εκείνος προέρχεται από χαμηλή τάξη και έχει μια τάση να κοινωνιολογεί, ενώ η ίδια, πιο εσωστρεφής και διαλυμένη, προσπαθεί να εκμεταλλευθεί κάθε ερεθίσμα: τόσο δημιουργικά όσο και ψυχικά σε μια περίοδο ανασύνταξης των μνημονικών της λογαριασμών. Φυσικά ως διανοουμένη αναρωτιέται μήπως «είχε δηλητηριασθεί από την παιδεία; 'Η μήπως οι εικόνες την είχαν σώσει;». Τέτοιου είδους ερωτήματα τη βασανίζουν, τις περισσότερες φορές εσωτερικά, χωρίς να δίνει γι' αυτά λογαριασμό στον εραστή της, ο οποίος συνήθως δεν την καταλαβαίνει. Ο νεαρός δεν είναι κάποιο άσχετο ζιγκολό, είναι φοιτητής και νιώθει ερωτικά για τη γοητευτική ξανθιά συγγραφέα. Μπορεί να αποθαυμάσει μαζί της τους Τισιάνο, τους Τζορτζόνε και τους Μπελίνι, να ρεμβάσει στα σχεδόν ψεύτικα γεφύρια και στα σοκάκια, να πενθήσει πάνω από τους τάφους του Στραβίνσκι, του Πάουντ αλλά και ανωνύμων σε εκείνο το σχεδόν πλωτό νεκροταφείο της πόλης. Το θέμα, όμως, είναι ότι ελάχιστα διασταυρώνεται ψυχικά και πνευματικά με την ερωμένη του. Μοιραία εκείνη τον βλέπει ως ένα σύμβολο των τελευταίων σκιρτημάτων της λίμπιντό της και -γιατί όχι;- σαν μία καλή ευκαιρία αυτοβασανισμού, ήγουν ένα καλό ερέθισμα για έμπνευση εν μέσω αυτής της βενετσιάνικης μπαρόκ παρακμής. Η ηρωίδα, η οποία δεν κατονομάζεται (κάνοντας έτσι πιο έντονη την αίσθηση ενός αυτοπορτρέτου της Μανσό), σχεδόν ιδιοτελής και διεφθαρμένη από την κουλτούρα της, θα λέγαμε ότι εκμεταλλεύεται τον νεαρό καθώς ζει τη διανοητική της ανεξαρτησία, ως παρατηρητής παρά ως θύμα, όπως θέλει να πιστεύουμε. Πάσχει ασφαλώς, διότι παίζει εν ου παικτοίς, αλλά έχει την πρωτοκαθεδρία του συγγραφέα που ξέρει ότι οι άλλοι υπάρχουν μέσω αυτού...
Η Βενετία με την κλειστή ρυμοτομία (κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τους διώκτες του τρέχοντας) αλλά και το διαρκές φλέρτ της με το νερό, εκφράζει ασφαλώς το πιο εμφανές σύμβολο για τις μεταφορές της Μανσό. Από εκεί και πέρα η γαλατική γραφή της συγγραφέως μας έχει τον πρώτο λόγο. Η κουλτούρα της γίνεται συνέχεια το εναργές υλικό που προωθεί και προσφέρει αποχρώσεις στην ιστορία. Το δήθεν νεκρό και μουσειακό αποκτά ζωή κι έχει απαιτήσεις. Το ενδιαφέρον στην άποψη της Μανσό, η οποία μένει πάντα αδιαπραγμάτευτη με το γραφικό, βρίσκεται στον τρόπο της να ανοίγει διάλογο με το πνευματικό. Ετσι καταλαβαίνουμε γιατί εμείς οι Νεοέλληνες δεν είμαστε σε θέση να διατηρήσουμε μία σοβαρή σχέση με το αισθητικό περιβάλλον, με την όποια παράδοση.
Η Λήδα Παλλαντίου αποδίδει σε άνετα ελληνικά ένα κείμενο που χειρίζεται από τη σκοπιά του επιδέξια -αν και κάποτε με σχετική δημαγωγία, όσον αφορά το δραματουργικό μέρος του- το ανοιχτό θέμα της αισθητικής ως τρόπου ζωής.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/06/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις