Νύφη από πολυεστέρα

162409
Συγγραφέας: Μαντόγλου, Αργυρώ
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:123
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2003
ISBN:9789603755883


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


[...] Ποια ήταν; Ξανθιά, κομψή και εκλεπτυσμένη. Ποια ήταν. Ήμουν εγώ και δεν ήμουν. Δηλαδή ήμουν εγώ όπως δεν υπήρξα ποτέ όσο ζούσα. Η καλύτερη εκδοχή μου. Η πλέον «αξιοποιημένη» παραλλαγή μου. Μια νύφη ψεύτικη, που κάποτε υπήρξε αληθινή και ατελής. Μια νύφη από πολυεστέρα... Έτσι θα ήμουν αν δεν έκανα σφάλματα![...]

Η Νύφη από πολυεστέρα είναι η γυναίκα του μέλλοντος. Μια γυναίκα κυνική που έχει απαλλαγεί από συναισθηματισμούς, ανασφάλειες και περίπλοκες σκέψεις -άχρηστες ιδιότητες για τη μεταδικτυακή εποχή της «ανθρώπινης ανακύκλωσης» και των Βελτιωμένων.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Το αφήγημα αυτό με τη χαλαρή πλοκή, τους φασματικούς χαρακτήρες και τους απροσδόκητους αφορισμούς του τύπου «μόνο οι απόστρατοι, οι γέροι και οι νεκροί έχουν χρόνο να πλησιάσουν πραγματικά τον άλλο κι αυτό συνοδεύεται πάντα από μία αναπηρία, την αδυναμία της εμπειρίας και τη δύναμη της απόσυρσης», θα μπορούσε κάλλιστα να διαβαστεί ως μία καλώς συγκροτημένη παρωδία ενός παλαιότερου, διακεκριμένου έργου επιστημονικής φαντασίας. Θεωρώ, για παράδειγμα, το σενάριο της ταινίας «Blade Runner», το οποίο ως γνωστόν βασίστηκε στο προφητικό μυθιστόρημα του Philip Κ. Dick «Do Androids Dream of Electric Sheep» γραμμένο σχεδόν μισό αιώνα πριν, ως πιθανότατο λογοτεχνικό πρόγονο της «Νύφης από πολυεστέρα».

Κι εδώ, όπως ακριβώς στο προαναφερόμενο κινηματογραφικό έργο, μεταλλαγμένες, ελαφρώς μεταστοιχειωμένες ή απλώς «αναβαθμισμένες» περσόνες, νεκροί με συνείδηση, φωνή και ακοή, ακρωτηριασμένες, εφιαλτικές υπάρξεις και συνθήκες έντονης ψυχοσυναισθηματικής ρήξης συναποτελούν τις κύριες θεματολογικές αφορμές-εστίες. Οι κατ' εξοχήν αφαιρετικές περιγραφές και οι εξπρεσιονιστικές αποκλίσεις των υφολογικών επιλογών υποστηρίζουν τις επιμέρους αναπτύξεις. Η Μαντόγλου, διαθέτοντας ασφαλώς την πείρα των προηγούμενων πεζογραφικών της δοκιμών, είναι ομολογουμένως σε θέση να ελέγξει το υλικό της σε ικανό βαθμό και να ενισχύσει τις αναγκαίες-ικανές ισορροπίες της όλης σύνθεσης. Ετσι ανάγεται η αρχική πρόθεση σε ολοκληρωμένο έργο.

Αποστασιοποιημένοι εν γένει «ήρωες», τόνοι ανάλαφροι και σαφώς ειρωνικοί, ένας χωρόχρονος εν μέρει προσδιορισμένος και διεσταλμένος, ο οποίος ανάγεται πάντως στο απώτερο μέλλον, και απότομες εναλλαγές των διηγηματικών ρυθμών συνιστούν τους γνώριμους πλέον τόπους της κειμενικής πολιτικής και εμπέδωσης, όπως τους εντοπίσαμε λόγου χάριν και στο αμέσως προηγούμενο βιβλίο της, το ευρηματικό μυθιστόρημα «Βλέφαρα με τατουάζ» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη», το 2001, τις αρετές του οποίου επισήμανε εγκαίρως η κριτική (βλ. μεταξύ των άλλων τις απόψεις του Βαγγέλη Αθανασόπουλου και της Νένας Ι. Κοκκινάκη).

Αλλη μια φορά οι αδιέξοδες σχέσεις, η ισοπεδωτική παγκοσμιοποίηση μηνυμάτων, ειδήσεων και σημείων, η απροσχημάτιστη εκμετάλλευση του αδύνατου από τον ισχυρό, σε σχεδόν νιτσεϊκή προοπτική, η αλλοτρίωση της επιθυμίας και της ηδονής και η αναπόφευκτη προσφυγή στις αξίες της ανθρωπιστικής πράξης προβάλλονται έντονα και διεξοδικά στην πολυδιάστατη οθόνη της συγγραφέως. Η «Νύφη από πολυεστέρα» χρησιμοποιεί επίσης τους όρους του λαϊκού μυθιστορήματος για να αναδείξει το κενό, που υφίσταται διαρκώς κάτω από τη λεκτική συναλλαγή μας, κάτω από τη φενάκη της μαζικής υπο-παιδείας. Από την άποψη αυτή έχουμε να κάνουμε με ένα εγχείρημα που εντάσσεται εκ προοιμίου στο χώρο της συλλογικής, καθολικής θα λέγαμε, λογοτεχνίας.

Εξ ου και οι πολυάριθμες έμμεσες ή άμεσες αναφορές στους φιλολογικούς πατέρες και στις μυθοπλαστικές μήτρες. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες η Μαντόγλου αρχίζει να κλείνει το μάτι στους αναγνώστες. Πίσω από τη δήθεν αυθόρμητη ομολογία, για παράδειγμα «Γιατί, αγαπητέ μου, το όμορφο δεν χρειάζεται δικαιολογία. Απλώς είναι», υπολανθάνει ο ορισμός του Πολωνού ποιητή και υμνογράφου Αγγελου Σιλέσιου «Το ρόδο δεν έχει γιατί· ανθίζει διότι ανθίζει», πιο κάτω η επεξήγηση «Ο κόσμος υπάρχει επειδή υπάρχω εγώ» θυμίζει τις πρώτες φράσεις από το θεμελιώδες έργο του Αρθούρου Σοπενχάουερ «Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση» (1818), ενώ η κατάφαση «Αρπάζομαι απ' αυτό που γνωρίζω και δεν φεύγω πιο πέρα» απηχεί τις αρχές της λογικής του θετικισμού, που κήρυξε ο αδέκαστος Λ. Βιτγκενστάιν. Το ίδιο ισχύει για τη Μόλι, που εμφανίζεται στα μέσα της αφήγησης, η οποία με τη σειρά της κατάγεται από την ομώνυμη τζοϊσική ηρωίδα, ενώ η αναφώνηση «Λόγια λόγια λόγια» είναι αυτούσια επανάληψη των διασήμων αμλετικών εκρήξεων.

Συνοψίζοντας, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι η «Νύφη από πολυεστέρα» διαβάζεται διττώς: και ως τυπική καταγγελία αυτών των εξουθενωτικών για την ανθρώπινη μονάδα καιρών και ως ευφυέστατη ζεύξη λογοτεχνικών χωρίων τρίτων. Η επιλογή ανήκει βεβαίως σε μας: τα ελαφρώς αποπροσανατολισμένα όντα της Μαντόγλου, τα οποία συν τοις άλλοις είναι ανίκανα να ολοκληρώσουν ένα σχέδιο ζωής ή ακόμη και να αρθρώσουν τη σωστή λέξη την κατάλληλη στιγμή, μας καλούν σ' ένα γοητευτικό παιχνίδι αλληγοριών, παραβολών, στοχαστικών ρεμβασμών και φιλοσοφικών ενίοτε συσχετισμών, χωρίς να προδικάζουν ταυτόχρονα ένα κάποιο αυστηρό πλαίσιο «δόκιμης δράσης». Κι αυτό είναι το σημαντικότερο γνώρισμα των καταθέσεων της συγγραφέως.

Ο διάχυτος ουμανισμός υποστηρίζει εμφανώς και ποικίλως τις εννοιολογικές δομές. Παράδειγμα: «Πώς να φιμώσουν τον Σέξπιρ; Τον αναπαράγουν και τον "προσαρμόζουν" στις ανάγκες της εποχής, γιατί να χάνονται τα κλασικά έργα; Τους κλασικούς τους κάνουν ταινίες, ποιος έχει χρόνο σήμερα για διάβασμα; Προσφέρουν στο σκοτεινό εικόνα, στους ασώματους σώμα και στο αρχαίο προσωρινότητα, χρώμα στο άχρωμο, παρέχουν ένα αχαλίνωτο ριμέικ με φωνή ανάλογη της ατροφικής τους αντίληψης. Κι έτσι τους διασώζουν, μας διασώζουν. Ετσι για μια χρήση και μόνο. Η χρησιμότητα και η χρηστικότητα είναι οι μοναδικές αξίες. Και μόνο για τη στιγμή της κατανάλωσής τους. Ελαφρά όλα πια πρέπει να είναι και να γίνονται ελαφρά».

Οι εμβληματικοί Samuel Beckett και Jean Baudrillard των εισαγωγικών παραθεμάτων λειτουργούν ως οι απαραίτητοι δείκτες των αισθητικών-πνευματικών περιδιαβάσεων: «There is nothing but a voice murmuring a race» και «Ο κόμος δεν αναζητά περισσότερη ύπαρξη ούτε και τη διατήρηση της ύπαρξής του. Αντιθέτως, αναζητά τον πλέον πνευματικό τρόπο για να δραπετεύσει από την πραγματικότητα», αντίστοιχα. Η Μαντόγλου θα μείνει πιστή στις προαιρέσεις της. Η «Νύφη από πολυεστέρα» είναι ένα μάθημα διακειμενικής δεοντολογίας, το οποίο αναμφισβήτητα πιστώνεται στις επιτυχίες της.

Στο βαθμό που «η γυναίκα φιλεύεται και ο άντρας πορίζεται» όπως διατείνεται ο Νίτσε, το θήλυ θα διεκδικεί πάντα την οριακή δικαίωσή του μέσα στο δημιουργικό αναγραμματισμό του χώρου, μέσα στην αναβάθμιση των ουσιών. Με τον τρόπο της Αργυρώς Μαντόγλου, το σώμα ανακεφαλαιώνει τη γραφή και αντιστρόφως. Παραθέτω ενδεικτικά:

«Ακουσέ με φωνάζω: το σώμα μας γνωρίζει. Η παλάμη σου υπερέχει από τη σκέψη. Κοίταξέ τη, το κοίλωμά της δεν είναι τυχαία δοσμένο. Πίστεψέ με, στρογγυλεύοντας γεύεσαι όλα όσα βλέπεις. Τούτο το εύθραυστο στήθος σε ζητάει. Είναι τώρα η ώρα να το γνωρίσεις. Της γυναίκας ο λόγος με αφή και με χάδι ανατέλλει».

Η «Νύφη από πολυεστέρα» είναι δηλαδή επιπροσθέτως μία άσκηση διακειμενικής ερωτογραφής απαιτήσεων. Εμμένοντας στην τραγική μάλιστα διαβεβαίωση ότι «σαν παράσταση πέρασε η ζωή. Σαν παράσταση που όμως πονούσε όταν εγώ ήμουν αληθινή», η ηρωίδα πιστοποιεί το διχασμό που προκαλείται άμεσα από το μη ερωτικό, το μίασμα δηλαδή των καταιγισμών, που προεξοφλεί η οποιαδήποτε οπτικοακουστική, ψηφιακή παράσταση μιας οργανωμένης αποπροσωποποίησης. Κι εδώ η ανάγνωση είναι έτοιμη να ενοφθαλμισθεί στον ευρύτερο κειμενοχώρο ορισμένων επιφανών δημιουργών, οι οποίοι διερεύνησαν σε βάθος το θέμα του μη προσώπου και των συναφών παραλλαγών του.



ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!