0
Your Καλαθι
Ο Γκρέκο και η τέχνη της εποχής του (Δεμένο)
Τα σχόλια στους βίους του Βαζάρι
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Η έκδοση αυτή παρουσιάζει για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό τα ιδιόχειρα σχόλια του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου στην έκδοση των "Βίων" του Τζόρτζο Βαζάρι (Φλωρεντία 1568). Η ελληνική έκδοση στηρίζεται στη μεταγραφή των σημειώσεων που έκανε ο Φερνάντο Μαρίας (ισπανός καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης) και κυκλοφόρησε στην Ισπανία το 1994. Περιλαμβάνει εκτενή εισαγωγή του Νίκου Χατζηνικολάου, καθηγητή της Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και πραγματοποιήθηκε χάρη στην ευγενή χορηγία του Ιδρύματος Λεβέντη.
Οι Βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων του Τζόρτζο Βαζάρι θεωρούνται βασική αναφορά για την Ιστορία της Τέχνης. Η έκδοσή τους (α' 1550, β' 1568) εντυπωσίασε το σύνολο της Ευρώπης και προκάλεσε από άκριτο θαυμασμό μέχρι περιφρόνηση και μίσος. Επηρέασε καλλιτέχνες και φιλότεχνους και δημιούργησε όσο καμία άλλη έκδοση ορκισμένους εχθρούς και αντιπάλους. Οι αντιδράσεις των καλλιτεχνών εκφράζονταν συνήθως με σχόλια στα περιθώρια των αντιτύπων των Βίων. Ένα έντυπο γεμάτο από δυσανάγνωστες σημειώσεις αγόρασε ο Χαβιέ ντε Σάλας (τότε καθηγητής και διευθυντής του Μουσείου Πράντο) σ' ένα βιβλιοπωλείο του Λονδίνου, στις αρχές της δεκαετίας του '60 χωρίς να γνωρίζει ότι επρόκειτο για σχόλια του Γκρέκο. Μετά από χρόνια κατάφερε να εντοπίσει τον συγγραφέα των σημειώσεων, χάρη σ' ένα σχόλιο γραμμένο από διαφορετικό χέρι που έφερε την υπογραφή "Τριστάν" (όνομα του κυριότερου μαθητή του Θεοτοκόπουλου στο Τολέδο). Τριάντα χρόνια μετά ο Φερνάντο Μαρίας δημοσίευσε το βιβλίο αυτό με την ακριβή μεταγραφή των σημειώσεων του Γκρέκο.
Κατά το Νίκο Χατζηνικολάου "η αξία της έκδοσης του Μαρίας είναι ανυπολόγιστη". Μέσα από τις ιδιόχειρες σημειώσεις που γράφτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1590 στα περιθώρια των σελίδων των Βίων ο Γκρέκο εκφράζει, μ' ένα μονίμως ειρωνικό ύφος, τις αντιδράσεις του στις εκτιμήσεις και τους ισχυρισμούς της κριτικής της τέχνης της εποχής του όπως αυτή διατυπώνεται από τον Τζόρτζο Βαζάρι. Παράλληλα, όμως, οι σημειώσεις αποκαλύπτουν "τη βαθιά του γνώση για την ιταλική ζωγραφική, την αντίληψή του για τον νέο ρόλο της τεχνοκριτικής της εποχής του, την ιδιόμορφη αισθητική του, τις προτιμήσεις και τις απορρίψεις του".
Τα σχόλια του Γκρέκο δεν εκφράζουν μόνο τις προσωπικές του αντιδράσεις στους Βίους. Απηχούν τις απόψεις ενός ευρύτερου καλλιτεχνικού κόσμου του 16ου αιώνα. Εκτός από το αντίτυπο με τις εντυπώσεις του Θεοτοκόπουλου έχουν βρεθεί άλλα έξι με σχόλια καλλιτεχνών και φιλοτέχνων που συχνά αγγίζουν τη χυδαιότητα. "Ο Γκρέκο -γράφει ο Νίκος Χατζηνικολάου- μπορεί να ανεβάζει και να κατεβάζει τον Βαζάρι "ανόητο", "μεροληπτικό", "απατεώνα", "φλύαρο", "ξεδιάντροπο", "υπερόπτη" και πολλά άλλα, ο αναγνώστης όμως θα συναντήσει τα ίδια και χειρότερα στο αντίτυπο της Μπολώνιας στα σχόλια που αποδίδονται στους Caracci: "ο αλαζόνας, λεει πράγματα για τον εαυτό του που ούτε ένας γάιδαρος δεν θα μπορούσε να πει", "αυτός ο ανίδεος", "τι παλιοτόμαρο είναι αυτός ο Βαζάρι".
Από τις παρατηρήσεις του Θεοτοκόπουλου εντύπωση προκαλεί το ειρωνικό ύφος για τον Λεονάρντο ντα Βίντσι, η αποδοχή και ο θαυμασμός για το έργο του Κορρέτζιο και του Τιτσιάνο, η γεμάτη πάθος υπεράσπιση της Βενετίας απέναντι στη Φλωρεντία και τη Ρώμη που προβάλλει ο Βαζάρι. Επιπλέον, αποκαλυπτική για τον αναγνώστη είναι η εμπεριστατωμένη άποψη με την οποία ο Γκρέκο απορρίπτει τον Μιχαήλ Άγγελο ως ζωγράφο, διατυπώνοντας ουσιαστικές αντιρρήσεις για την απόδοση της υλικής πραγματικότητας.
Ξεχωριστή βαρύτητα και ενδιαφέρον έχει ένα σχόλιο του Γκρέκο στα όσα γράφει ο Βαζάρι για τη βυζαντινή τέχνη. Το σχόλιο αυτό αποτελεί -κατά τον Νίκο Χατζηνικολάου- "μοναδική περίπτωση υπεράσπισης της ανωτερότητας της ζωγραφικής βυζαντινού τύπου κατά τον 16ο αιώνα στη Δυτική Ευρώπη". Ο Γκρέκο αναφέρει ότι γνωρίζει αυτή την τέχνη, ενώ ο Βαζάρι την αγνοεί. Στη συνέχεια αξιολογεί συγκριτικά το έργο του Τζόττο χαρακτηρίζοντας τη ζωγραφική του "απλή" ή "απλουστευτική" σε σχέση με τη βυζαντινή και αιτιολογεί την άποψή του προσφεύγοντας στην αισθητική θεωρία του ιταλικού μανιερισμού. Η βυζαντινή ζωγραφική, αντιτείνει ο Γκρέκο, είναι στην πραγματικότητα "εκείνή που μας διδάσκει πρόσφορες δυσκολίες".
"Οι σημειώσεις του Κρητικού αποτελούν μία εξαίρετη πηγή για τη γνώση της καλλιτεχνικής σκέψης του Γκρέκο και επιτρέπουν να επανατοποθετηθεί το θέμα της ερμηνείας του θεωρητικού και καλλιτεχνικού πιστεύω του"- αναφέρει στη εισαγωγή της ισπανικής έκδοσης ο Φερνάντο Μαρίας. "Αν και είχε υπάρξει ερμηνευτική προσέγγιση λίγα χρόνια πριν, η συμβολή των σημειώσεων στον Βαζάρι έδωσε μια νέα ώθηση σ΄ αυτήν την τάση, η οποία έκτοτε συμπεριλαμβάνει τον Κρητικό στη θεωρητική συζήτηση από την οποία μέχρι τότε απουσίαζε".
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Τι παλιοτόμαρο είναι αυτός ο Vasari!» σημείωνε οργισμένος μάλλον κάποιος από την οικογένεια των ζωγράφων Carracci στο περιθώριο του «τεχνοκριτικού» κειμένου που είχε στα χέρια του. Και αν όποιος δεν γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα θεωρήσει πως το σχόλιο αυτό αφορά μια σύγχρονη διαμάχη μεταξύ ενός καλλιτέχνη που εξεγείρεται διαβάζοντας πράγματα τα οποία θεωρεί ανήκουστα και ενός τεχνοκρίτη που διατυπώνει την άποψή του, πλανάται. Το περιστατικό «διαδραματίζεται» πιθανότατα στα τέλη του 16ου αιώνα. Και το υβριστικό σχόλιο του Carracci απηχεί μια πλευρά, όχι ασήμαντη, των αντιδράσεων τις οποίες προκάλεσε στους κύκλους των καλλιτεχνών και των διανοουμένων φυσικά όσων από αυτούς είχαν τη δυνατότητα να διαβάζουν η δημοσίευση (πρώτα το 1550 και κατόπιν το 1568) των Βίων των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων που συνέγραψε ο καλλιτέχνης και ιστορικός Giorgio Vasari. Το εύρος και ο χαρακτήρας αυτών των αντιδράσεων που μελετώνται συστηματικότερα τα τελευταία χρόνια ρίχνουν νέο φως σε ό,τι αφορά την πρώιμη συγκρότηση ενός καλλιτεχνικού χώρου που με σύγχρονους όρους θα αποκαλούσαμε, ακολουθώντας τον Danto, «κόσμο της τέχνης» και που παραδοσιακά θεωρούσαμε πως διαμορφώνεται στην Ευρώπη όχι νωρίτερα από τον 18ο αιώνα μέσα από θεσμούς όπως τα παρισινά Salon και με όχημα τη γραφίδα κριτικών του επιπέδου του Diderot.
Ένας από εκείνους που αντέδρασαν με παρόμοιο τρόπο στις απόψεις που διατύπωνε στους Βίους του ο Vasari ήταν και ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος. Ο συντάκτης των σχολίων, στο περιθώριο ενός αντιτύπου των Βίων που ανακαλύφθηκε μόλις στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ταυτίστηκε με τον El Greco λίγα χρόνια αργότερα ενώ η δημοσίευσή τους ολοκληρώθηκε μόλις το 1992 με το βιβλίο του Μαρίας που με την ανά χείρας επιμελημένη έκδοση είναι πλέον διαθέσιμο στο ελληνικό κοινό.
Δύο είναι κυρίως οι λόγοι που κάνουν αυτό το βιβλίο σημαντικό για την ιστορία της τέχνης. Ο πρώτος έχει σχέση με τις άμεσες πληροφορίες που παρέχει. Για παράδειγμα, μόνο τώρα λύνεται οριστικά το ζήτημα που αφορά την αρχική διάταξη των σκηνών της οροφής που ζωγράφισε ο Tiziano στο Santo Spirito in Isola, δηλαδή τη διάταξη πριν από τη μεταφορά τους στη Santa Maria della Salute. Ο El Greco, ως αυτόπτης της αρχικής διάταξης, ψέγει τον Vasari επειδή αφήνει να περάσουν απαρατήρητα έργα όπως «ο μεσαίος Δαβίδ και Γολιάθ». Αυτή η μομφή δεν διαψεύδει μόνο έμμεσα κορυφαίους εικονολόγους, όπως ο Panofsky, που με αισθητικά κριτήρια τοποθετούσαν τη συγκεκριμένη σκηνή όχι στη μέση αλλά στην άκρη της οροφής, αλλά κάνει κυρίως ανάγλυφο τον δεύτερο λόγο για τον οποίο τούτα τα σχόλια είναι σημαντικά: o El Greco, επισημαίνοντας συχνότατα την υποβάθμιση παρόμοιων αξιόλογων έργων εκ μέρους του συγγραφέα των Βίων, καταγγέλλει ευθαρσώς το γεγονός πως η γενεαλογία της ιταλικής και όχι μόνον αυτής τέχνης που προβάλλει ο Vasari αποτελεί τυπικό δείγμα μιας μεροληπτικής «εθνοκεντρικής κατασκευής» η οποία βιάζει την ιστορική αλήθεια. Η πρώιμη αυτή διαπίστωση την οποία, απ' ό,τι έμμεσα συμπεραίνεται και από το εισαγωγικό σχόλιο του Carracci, συμμερίζονται και άλλοι καλλιτέχνες του μανιερισμού και του πρώιμου μπαρόκ είναι εκπληκτική. Οι επόμενοι ωστόσο αιώνες θα την αγνοήσουν συστηματικά. Η ιστορία της τέχνης της Δύσης θα αντιμετωπίσει με έναν σχεδόν ιερό σεβασμό το βαζαρικό κείμενο, παραβλέποντας το γεγονός πως οι διθύραμβοι του Vasari αφορούν σχεδόν αποκλειστικά ιταλούς, ειδικότερα τοσκανούς, ακόμη ειδικότερα φλωρεντινούς ή αρρητινούς καλλιτέχνες (το Arezzo υπήρξε γενέτειρα του συγγραφέα των Βίων), με ακραίο παράδειγμα τον προπάππο Lazzaro Vasari, o οποίος όχι μόνο δεν υπήρξε διάσημος ζωγράφος αλλά μάλλον κατασκεύαζε σέλες. Ο τρόπος με τον οποίο ο Vasari αντιμετωπίζει τις καλλιτεχνικές εξελίξεις εναρμονίζεται εντέλει τόσο με τις προσωπικές του φιλοδοξίες όσο και με τις επιλογές της ηγετικής τάξης της Φλωρεντίας που μέσα από τους θεσμούς της πατρωνίας επεδίωκε, εκτός των άλλων, να προβάλει το πολιτικό της γόητρο. Φυσικά η ιστορική αξία του έργου του Vasari δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί. Ούτε μπορεί να παραβλέψει κανείς το γεγονός πως οι ειρωνικός ή και επιθετικός τόνος των σχολίων του Greco δεν βρίσκει το έναυσμά του σε μια συνειδητή κριτική ενός πλαισίου που βασίζεται σε πελατειακές καλλιτεχνικές σχέσεις. Ο ζωγράφος ουδέποτε απέκρυψε το γεγονός και τα σχόλιά του στον Vasari το κάνουν συχνά φανερότερο πως αγωνιώδης στόχος του ήταν η ένταξη και του ίδιου σε ένα ανάλογο σύστημα που είχε ως κέντρο την αυλή των βασιλέων της Ισπανίας. Η αξία αυτού του υπομνηματισμού έγκειται στο ότι ξαναζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας αντιλήψεις μιας εποχής την οποία συχνά ερμηνεύουμε αυθαίρετα μέσω των δικών μας προβολών. Έτσι, η αρχαιολατρία, την οποία συνήθως θεωρούμε συστατικό χαρακτηριστικό της αναγεννησιακής και μεταναγεννησιακής περιόδου, απουσιάζει από την οπτική του Greco ο οποίος εξάρει τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα της εποχής του. Επιπλέον, ο Θεοτοκόπουλος απορρίπτει την «αντιβυζαντινή» στάση του Vasari βασιζόμενος στην αξία των dificultades που απαιτεί η manera griega κάνοντας φανερό πως η υπέρβαση του Μεσαίωνα αποτελεί μία μόνο πλευρά των αντιλήψεων του 16ου αιώνα. Τέλος, ποιος θα είχε σήμερα το θάρρος να διατυπώσει, έστω και σε μια σημείωση για ιδιωτική χρήση, την άποψη πως ο Μιχαήλ Αγγελος «ήταν καλός άνθρωπος αλλά δεν ήξερε να ζωγραφίζει»! Οι σημειώσεις του Greco στο κείμενο του Vasari αποτελούν ορισμένες φορές πραγματική πρόκληση προς όσους έχουν γαλουχηθεί με ένα μονολιθικό ιδανικό για την τέχνη της δυτικής παράδοσης, ένα ιδανικό για το οποίο ο ιστορικός από το Arezzo δεν είναι άμοιρος ευθυνών.
Αλλά αν ο Greco υποσκάπτει ορισμένες φορές τις βεβαιότητές μας για το παρελθόν, γίνεται ταυτόχρονα, με τα σχόλιά του, αφορμή για να στηριχθούν αντιλήψεις του παρόντος και όχι μόνο αυτές που σχετίζονται με τις σύγχρονες θεωρίες της κατασκευής: Ο Vasari γράφει ένα κείμενο. Ο Greco με τις παρασελίδιες σημειώσεις του το σχολιάζει και συγκροτεί έτσι ένα παράλληλο κείμενο. Ο Φερνάντο Μαρίας γράφει ένα τρίτο κείμενο-σχόλιο που έχει ως αντικείμενο τα δύο προηγούμενα. Οι παρουσιάσεις στον Τύπο αποτελούν σχόλια αυτού του κειμένου. Τα σχόλια αυτά ενδεχομένως θα συμπεριληφθούν σε ανθολογίες κριτικών σημειωμάτων που θα σχολιασθούν εκ νέου. Αυτά τα σημειώματα θα ταξινομηθούν με τη σειρά τους σε σχολιασμένους βιβλιογραφικούς καταλόγους κ.ο.κ. Υπάρχει καμία αμφιβολία πως αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να κάνει τους οπαδούς της αποδόμησης να δακρύσουν από ενθουσιασμό;
Νίκος Δασκαλοθανάσης, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 20-05-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις