0
Your Καλαθι
Δύσκολο να ζεις μ έναν άγιο
Περιγραφή
Εκκλησιαστικές εμπειρίες με σύγχρονες μορφές αγιότητας μέσα από έναν ποιητικό και στοχαστικό τρόπο διήγησης.
Συνηθίσαμε μέχρι σήμερα να διαβάζουμε εμπειρίες ανθρώπων που έζησαν κοντά σε μεγάλες μορφές αγιότητας της εποχής μας. Ο κάθε ένας από αυτούς, συνειδητά ή ασυνείδητα, περιγράφει περισσότερο τα προσωπικά του συναισθήματα, τις δικές του κατανοήσεις και τελικά τον ίδιο του τον εαυτό και πολύ λιγότερο την αυθεντική σχέση του με το άγιο εκείνο πρόσωπο.
Το παρόν βιβλίο έρχεται να ανατρέψει την στάση αυτή. Η συγγραφέας δεν καταγράφει την γνωριμία μ’ έναν Γέροντα σαν τίτλο κοινωνικής τιμής, σαν ένα εχέγγυο ηθικής καταξίωσης, κοινώς, σαν ένα στολίδι στο πέτο της ατομικής φιλαρέσκειας.
Ο λόγος της βαθιά βιωματικός, βάζει το νυστέρι στις σάρκες των βιωμάτων, ανατέμνει τους ιστούς της μνήμης και μας παρουσιάζει σαν μάθημα ανατομίας, την πάλη του ανθρώπου με την ελευθερία του, τις αποτυχίες του ν’ ακολουθήσει το θείο θέλημα, τις πνευματικές ανυπακοές του αλλά και τις αναζητήσεις του.
Σύντομο, λιτό, χωρίς να κουράζει ή να αφίνει κενά, το κείμενο του βιβλίου διατρέχει με τον διαυγέστατο λόγο του την πνευματική πορεία μιας ολόκληρης ζωής.
Ο στοχασμός της συγγραφέως δεν θα μπορούσε παρά να είναι ποιητικός, αφού το βιβλίο ξεκινά με την προτροπή του Γ. Πορφυρίου: όποιος θέλει να γίνει χριστιανός πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Κι ενώ από την μια μεριά η ποιητικότητα μπολιάζει όχι μόνο τις εικόνες της παιδικής πνευματικότητας αλλά και τις νεανικές ανησυχίες μέχρι και τις ενήλικες ανταρσίες, από την άλλη, η καταγραφή των ίδιων των λόγων των Γερόντων, όπως και η απουσία συναισθηματικών εξάρσεων στον σχολιασμό των βιωμάτων, συντελεί καθοριστικά στην αυθεντικότητα και πνευματική στιβαρότητα του κειμένου.
Η συγγραφέας μέσα από τις προσωπικές της γνωριμίες μας καθιστά μετόχους της οικουμενικότητας των βιωμάτων της. Η μαθητεία της στους Γέροντες μας βοηθά να δούμε την υγιή στάση απέναντι στην αμαρτία, που είναι ξένη προς την εγωιστική απελπισία, διότι γνωρίζει καλά, ότι η εξομολογητική διάθεση, όπως και το αίσθημα της μεγάλης αμαρτωλότητος κινδυνεύει να πέσει πάντοτε στα όρια της οίησης, αφού ο οιηματίας «εκείνο που θέλει, εκείνο νομίζει ότι και είναι».
Συνηθίσαμε μέχρι σήμερα να διαβάζουμε εμπειρίες ανθρώπων που έζησαν κοντά σε μεγάλες μορφές αγιότητας της εποχής μας. Ο κάθε ένας από αυτούς, συνειδητά ή ασυνείδητα, περιγράφει περισσότερο τα προσωπικά του συναισθήματα, τις δικές του κατανοήσεις και τελικά τον ίδιο του τον εαυτό και πολύ λιγότερο την αυθεντική σχέση του με το άγιο εκείνο πρόσωπο.
Το παρόν βιβλίο έρχεται να ανατρέψει την στάση αυτή. Η συγγραφέας δεν καταγράφει την γνωριμία μ’ έναν Γέροντα σαν τίτλο κοινωνικής τιμής, σαν ένα εχέγγυο ηθικής καταξίωσης, κοινώς, σαν ένα στολίδι στο πέτο της ατομικής φιλαρέσκειας.
Ο λόγος της βαθιά βιωματικός, βάζει το νυστέρι στις σάρκες των βιωμάτων, ανατέμνει τους ιστούς της μνήμης και μας παρουσιάζει σαν μάθημα ανατομίας, την πάλη του ανθρώπου με την ελευθερία του, τις αποτυχίες του ν’ ακολουθήσει το θείο θέλημα, τις πνευματικές ανυπακοές του αλλά και τις αναζητήσεις του.
Σύντομο, λιτό, χωρίς να κουράζει ή να αφίνει κενά, το κείμενο του βιβλίου διατρέχει με τον διαυγέστατο λόγο του την πνευματική πορεία μιας ολόκληρης ζωής.
Ο στοχασμός της συγγραφέως δεν θα μπορούσε παρά να είναι ποιητικός, αφού το βιβλίο ξεκινά με την προτροπή του Γ. Πορφυρίου: όποιος θέλει να γίνει χριστιανός πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Κι ενώ από την μια μεριά η ποιητικότητα μπολιάζει όχι μόνο τις εικόνες της παιδικής πνευματικότητας αλλά και τις νεανικές ανησυχίες μέχρι και τις ενήλικες ανταρσίες, από την άλλη, η καταγραφή των ίδιων των λόγων των Γερόντων, όπως και η απουσία συναισθηματικών εξάρσεων στον σχολιασμό των βιωμάτων, συντελεί καθοριστικά στην αυθεντικότητα και πνευματική στιβαρότητα του κειμένου.
Η συγγραφέας μέσα από τις προσωπικές της γνωριμίες μας καθιστά μετόχους της οικουμενικότητας των βιωμάτων της. Η μαθητεία της στους Γέροντες μας βοηθά να δούμε την υγιή στάση απέναντι στην αμαρτία, που είναι ξένη προς την εγωιστική απελπισία, διότι γνωρίζει καλά, ότι η εξομολογητική διάθεση, όπως και το αίσθημα της μεγάλης αμαρτωλότητος κινδυνεύει να πέσει πάντοτε στα όρια της οίησης, αφού ο οιηματίας «εκείνο που θέλει, εκείνο νομίζει ότι και είναι».
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις