Παλιά, πολύ παλιά
Περιγραφή
Η Κωνσταντινούπολη του Πέτρου Μάρκαρη μέσα από τα μάτια του αστυνόμου Χαρίτου. Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα γεμάτο πικρία, σαρκασμό και νοσταλγία. Για πρώτη φορά ο Χαρίτος μακριά από την Αθήνα.
Κριτική:
Πέτρος Μάρκαρης: διεισδυτικό μυθιστόρημα για τους Κωνσταντινουπολίτες
Ουδείς Ρωμιός αναμάρτητος
«Οι Ρωμιοί είμαστε μια φέτα σαλάμι ανάμεσα στους Τούρκους και στους Έλληνες, και μας ζουλήξατε κι οι δύο», λέει μια Κωνσταντινουπολίτισσα στον Κώστα Χαρίτο.
Στο καινούργιο, πέμπτο, μυθιστόρημα του Πέτρου Μάρκαρη, ο Έλληνας αστυνόμος του Τμήματος Ανθρωποκτονιών δεν είναι μόνος μπροστά στον γρίφο. Βρίσκεται στην Πόλη ως σύνδεσμος της ελληνικής με την τουρκική αστυνομία και μοιράζεται την ευθύνη της έρευνας με τον ομόλογό του Μουράτ Σαγλάμ, Τούρκο που μεγάλωσε στη Γερμανία και επέστρεψε στην πατρίδα των γονιών του, ελπίζοντας στις γρήγορες προαγωγές. Μαζί κυνηγούν τη... φόνισσα με την τυρόπιτα. Μια Πόντια φτωχή και βασανισμένη, παλιά υπηρέτρια στην Πόλη που κατέφυγε στον τυραννικό αδελφό της στη Δράμα, κι όταν αποφάσισε, γριά πια, να αποδώσει δικαιοσύνη, του πρόσφερε τυρόπιτα ζυμωμένη με παραθείο, και γύρισε να συνεχίσει το μακάβριο έργο της στα πολίτικα λημέρια της.
Κάθε θύμα της ανοίγει για τον αναγνώστη ένα κεφάλαιο της πονεμένης ιστορίας των Ρωμιών τα τελευταία 65 χρόνια. Τις απελάσεις τους με αφορμή το Κυπριακό το 1964, τις καταστροφές, τις λεηλασίες και το πογκρόμ των επαγγελματιών στα Σεπτεμβριανά του 1955, τη δήμευση των περιουσιών τους και τον εκτοπισμό τους το 1942-43, με αφορμή τον αβάσταχτο φόρο «βαρλίκι». Ο Μάρκαρης δεν μένει όμως εκεί, αλλά αποκαλύπτει παράλληλα και τη σκοτεινή πλευρά αυτού του δράματος, που σπάνια, αν όχι ποτέ δεν έχει αποτυπωθεί στη λογοτεχνία:
την εκμετάλλευση δηλαδή των Ρωμιών από τους Ρωμιούς, που αγόραζαν λ.χ. μισοτιμής τα ακίνητα όσων τρέπονταν σε φυγή, για να τα πουλή σουν πανάκριβα αργότερα· το κάψιμο των ίδιων των σπιτιών τους- ξύλινων αρχιτεκτονικών κοσμημάτων- για να αξιοποιήσουν τα οικόπεδα· το παράπονό τους ότι οι της Ελλάδας τούς ξεπούλησαν για την Κύπρο. Κι από την άλλη, τις προκαταλήψεις των Ελλήνων αδελφών που θεωρούν ότι οι Ρωμιοί μήδισαν, καθώς αφομοίωσαν στοιχεία της τουρκικής κουλτούρας ή έφτασαν σήμερα να τους παντρεύονται...
«Τους Τούρκους τους φοβόμαστε γιατί δεν ξέραμε ποτέ τι θα μας ξημερώσει αύριο», επισημαίνει μια άλλη Ρωμιά. «Κόμπλεξ όμως δεν είχαμε απέναντί τους, υπεροψία ναι, κόμπλεξ όχι». Ενώ οι Έλληνες διατηρούν το κόμπλεξ του ραγιά, σκέφτεται ο Χαρίτος, παρατηρώντας τούς πατριδολάτρες συμπολίτες του στο γκρουπ με το οποίο βρέθηκε- αρχικά ως τουρίστας- στην Κωνσταντινούπολη. Μια καλή αφορμή, για να εισαγάγει ο συγγραφέας τον αναγνώστη στις διαφορές ανάμεσα σ΄ αυτούς τους δύο ελληνόγλωσσους κόσμους...
Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο ότι στο Παλιά, πολύ παλιά εκείνος που καταλαβαίνει καλύτερα τους Ρωμιούς (2.000 ψυχές απέμειναν, σε μια πόλη 16 εκατομμυρίων) είναι ο Τούρκος αστυνομικός, και όχι ο Έλληνας. Διότι, έχοντας μεγαλώσει ως ξένος στη Γερμανία, γνωρίζει στο πετσί του την ψυχολογία της πλειονότητας απέναντι στη μειονότητα· την καχυποψία των μεν και την ανασφάλεια, τον φόβο ή το μίσος των δε. Νάτο πάλι το σχόλιο του Μάρκαρη που χρησιμοποιεί γι΄ άλλη μια φορά την αστυνομική πλοκή προκειμένου να φωτίσει την αθέατη, τη διαφορετική από την επίσημη και κοινώς αποδεκτή, εκδοχή των πραγμάτων στις σημερινές κοινωνίες.
Έτσι, ο αναγνώστης θα ξεναγηθεί σταδιακά στην Πόλη, θα την μάθει από μέσα, και θα μυηθεί στα μυστικά της βιωματικά, θα έλεγε κανείς, καθώς εξοικειώνεται με την ιδιόλεκτο των Κωνσταντινουπολιτών, που προβάλλουν ανάγλυφοι. Και παρ΄ ότι η πολιτική δεν ονοματίζεται ποτέ στο βιβλίο, το διατρέχει από την αρχή ώς το τέλος στην ιστορική και στην επικαιρη διάστασή της, ρυθμίζοντας τις σχέσεις της ρωμαίικης, ελληνικής και τουρκικής κοινότητας, που θα πρέπει να αποφασίσουν επιτέλους, μάς λέει έμμεσα ο συγγραφέας, να λογαριαστούν με τα λάθη τους.
Βιβλιοδρόμιο, 28/6/2008
Κριτικές
06/04/2015, 19:42
26/02/2010, 17:05
23/04/2009, 19:58
09/10/2008, 01:52