0
Your Καλαθι
Τραύμα ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
21%
21%
Περιγραφή
Η Μπόνι Γουίντερ είναι μια εργαζόμενη σύζυγος και μητέρα. Η δουλειά της θέλει γερό στομάχι: η Μπόνι καθαρίζει και απολυμαίνει σπίτια όπου διαπράχθηκαν εγκλήματα, ξεπλένει το αίμα των αθώων και τις αμαρτίες των ενόχων. Δύσκολα τη φαντάζεται κανείς να τρομάζει, αν σκεφτεί τι βλέπει κάθε μέρα, και πόσο καλά γνωρίζει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ψυχής.
«Φοβάμαι ότι ίσως συμβαίνει κάτι φρικτό...»
Τί είναι, λοιπόν, αυτό που την κάνει να ξεστομίσει τέτοια λόγια; Γιατί γίνονται τόσοι πολλοί φόνοι στην περιοχή όπου δουλεύει; Και ποιά σχέση έχουν με τη σπάνια πεταλούδα που εμφανίζεται στα σπίτια των θυμάτων;
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μπορεί ο τρόμος, σύμφωνα με τον Λάβκραφτ, να είναι το αρχαιότερο συναίσθημα του ανθρώπου, και να σχετίζεται άμεσα, όπως υποστηρίζει η ψυχανάλυση, με τις ανθρώπινες φαντασιώσεις, η γενεσιουργός μήτρα του, όμως, είναι η πραγματικότητα, γι' αυτό και η όποια «μορφή» του έχει βασικά υλική υπόσταση. Παρ' όλη τη διαπιστωμένη, ωστόσο, ρεαλιστική «καταγωγή» του, συχνά μεταμορφώνεται σε ψυχοπαθολογικό «σύμπτωμα», ξεπερνά τα όριά του και αποκτά τερατώδεις, μεταφυσικές διαστάσεις με ολέθριες επιπτώσεις πάνω στον ανθρώπινο παράγοντα. Η άγνωστη φύση, με τις ανεξερεύνητες μέχρι στιγμής εκδηλώσεις της, και η θρησκευτική δεισιδαιμονία έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην καλλιέργεια της λεγόμενης «ασθένειας του τρόμου». Η φανταστική λογοτεχνία έχει επιχειρήσει, από αρχαιοτάτων χρόνων, όχι μόνο να καταγράψει το φαινόμενο στη φυσική και παραφυσική εκδοχή του αλλά και να το διερευνήσει σε βάθος. Για την ώρα, απλώς έχει διαπιστώσει, όπως και η ψυχαναλυτική μελέτη του εξάλλου, ότι εκπορεύεται μέσα από τον ίδιο τον άνθρωπο έχοντας την «ανεξήγητη» τρομαχτική δυναμικότητα -και ικανότητα- να διαποτίζει και να «στοιχειώνει» ακόμη και την «άψυχη» ύλη, παραμορφώνοντας έτσι, κατά κάποιον τρόπο, την ίδια την πραγματικότητα. Πολύ σωστά, επομένως, η επιστήμη υποστηρίζει ότι η φρίκη δεν είναι παρά μια «μυθολογική» προβολή του «σκοτεινού ασυνείδητου», ένα διαστρεβλωμένο είδωλο του ανεξερεύνητου άλλου εαυτού, ο οποίος «τερατοποιεί» μια καθ' όλα ρεαλιστική φύση, που τον ξεπερνά, με αποτέλεσμα ως εκ τούτου όχι μόνο να αδυνατεί να την κατανοήσει αλλά, κυρίως, να τη μεταφυσικοποιεί, διαιωνίζοντας έτσι τη «νόσο».
Το «Τραύμα», του σημαντικού Αγγλου συγγραφέα Γκράχαμ Μάστερτον, ενός από τους καλύτερους της σύγχρονης φανταστικής λογοτεχνίας, εστιάζει το ενδιαφέρον του στις ολέθριες επιπτώσεις της εν λόγω «νόσου» πάνω στον ανθρώπινο παράγοντα, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς την «πληγή» μιας συγκεκριμένης ομάδας και, κατ' επέκταση, πολύ πιθανόν, ολόκληρης της ανθρωπότητας. Ο Μάστερτον γράφει, βεβαίως, μυθιστόρημα τρόμου, και όχι πραγματεία ή δοκίμιο πάνω στο συναίσθημα αυτό. Εναντι της πλειονότητας των συγγραφέων του είδους, όμως, μέλημα των οποίων είναι η ένταση των νεύρων, η πρόκληση ανατριχίλας, η άνοδος της αδρεναλίνης, ο επιδερμικός γενικά σχεδιασμός του τρόμου για τον τρόμο, ο συγγραφέας, χωρίς να παραβλέπει ούτε και να αγνοεί τις συνταγές και τις σταθερές του είδους, και παρόλο που η ανατριχιαστική μυθοπλασία του χρησιμοποιεί πλήθος εξωτερικά στοιχεία προκειμένου να την οικοδομήσει, επικεντρώνει την προβληματική του στον προσβληθέντα και πάσχοντα από την «ασθένεια» άνθρωπο, και επί ατομικού και επί συλλογικού επιπέδου. Ο τρόμος στον Μάστερτον είναι «ανθρώπινο συστατικό» και σχετίζεται με τις εφιαλτικές εκδηλώσεις του ήδη προαναφερθέντος άλλου «τερατώδους» εαυτού, οι οποίες μολύνουν και διαβρώνουν ολόκληρο τελικά το σύμπαν· και είναι τελικά αυτός και μόνο ο άνθρωπος που τον δημιουργεί, τον εκτρέφει, τον αναπαράγει, τον καλλιεργεί και του δίνει μορφή και υπόσταση με τη φιλοσοφία του και τις πρακτικές του.
Στο παρόν μυθιστόρημα του Αγγλου συγγραφέα αυτό όχι μόνο υποδηλώνεται αλλά φαίνεται καθαρά ακόμη κι από το εξωτερικό περίγραμμα του μύθου του, που ξετυλίγεται σχεδόν ως μία συνηθισμένη, καθημερινή ρουτινιάρικη ιστορία χωρίς φανταχτερούς εντυπωσιασμούς όπως σε άλλα έργα του, «Το Τζίνι» (1977) ή «Οι δαίμονες της Νορμανδίας» (1978), για παράδειγμα, αφού μέχρι το τέλος της παραμένει μέσα στο ρεαλιστικό πλαίσιό της, με αμφιλεγόμενη τη μάλλον αινιγματική εμφάνιση του εξωλογικού στοιχείου. Παρά την ωμή εξωτερική περσόνα της, όμως, ο συγγραφέας έντεχνα υπονομεύει την επίπλαστη έτσι κι αλλιώς αποκρουστική επιφάνειά της, καθώς οδηγεί τους ήρωες -και τον αναγνώστη- στην «πίσω πλευρά» της ψευδαίσθησης, τους γυμνώνει εντελώς από τη μυθολογία της κι ανοίγοντας την καταπακτή, τής οποίας ηθελημένα αγνοούν την ύπαρξη, τούς υποχρεώνει να κατεβούν στο σκοτεινό υπόγειο της πραγματικότητας και να 'ρθουν αντιμέτωποι με το φρικαλέο, αδιανόητο πρόσωπό της. Η επαφή με την «κόλαση» είναι καταλυτική, τουλάχιστον για το ευαίσθητο άτομο. 'Η θα συνθηκολογήσει και θα ενταχθεί σ' αυτήν ή θα επιχειρήσει ν' αντισταθεί και θα οδηγηθεί στην τρέλα. Ο αντλημένος από τη σύγχρονη πραγματικότητα μύθος του συγγραφέα εστιάζει την προβληματική του πάνω στη «δαιμονοποιημένη» κοινωνία, μοιραίο θύμα της οποίας είναι φυσικά το άτομο.
Εδώ, ως αντιηρωίδα, ακούει στο όνομα Μπόνι Γουίντερ και είναι μια τυπική μικροαστή Αμερικανίδα, σύζυγος και μητέρα. Εφηβη οραματιζόταν μια λαμπερή χολιγουντιανή καριέρα. Η είσοδός της, όμως, στην ενηλικίωση σηματοδότησε τη διάψευση των ονείρων, η οποία συνίσταται σε έναν αποτυχημένο γάμο -ο σύζυγος είναι ο κλασικός μεθύστακας κηφήνας και ο μοναχογιός ένας ανεγκέφαλος ρατσιστής- και σ' ένα επάγγελμα κάθε άλλο παρά «ποιητικό», όπως της σταρ: Είναι καθαρίστρια σπιτιών στα οποία έχουν διαπραχθεί αποτρόπαιοι φόνοι, για τους οποίους υπεύθυνο μοιάζει να είναι ένα συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα, η φιλοσοφία του οποίου οδήγησε μάλλον στην εκτέλεσή τους. Η Μπόνι Γουίντερ είναι μια ευσυνείδητη επαγγελματίας, σχεδόν σχολαστική, δεν μπορεί, όμως, επ' ουδενί ν' αντιπαρέλθει και ν' αγνοήσει τη διαπιστωμένη φρίκη της πραγματικότητας, και πολύ περισσότερο να την αποδεχτεί. Κι έτσι, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια διάσωσής της, θα καταφύγει στη θρησκευτική δεισιδαιμονία, κίνηση που θα της δώσει τη χαριστική βολή, προσυπογράφοντας παράλληλα την αποτυχία ενός διεφθαρμένου συστήματος.
Ο Μάστερτον ελέγχει πλήρως το υλικό του· αποφεύγει αφηγηματικές φλυαρίες προηγούμενων έργων του, οικοδομεί τη μυθολογία του με περιεκτική γλώσσα και επιλέγοντας τη συγκεκριμένη λεπτομέρεια οργανώνει ευθύβολες σκηνές «ανατριχιαστικής» αμεσότητας. Με σύντομα κεφάλαια, που τα χαρακτηρίζει η πυκνότητα και η ακριβολογία, απομυθοποιεί αποκρυπτογραφικά την καθημερινότητα, αποκαλύπτοντας και εκθέτοντας το σημαίνον και το ουσιώδες της. Ετσι, η «κλειστή», εσωτερικού χώρου αποκρουστική ιστορία του, ξεπερνά τα τυπικά όρια μιας «κλινικής περίπτωσης» και λειτουργεί ως προσωπογραφία μιας ολόκληρης κοινωνίας.
ΜΑΚΗΣ ΠΑΝΩΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/01/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις