0
Your Καλαθι
Στη χώρα των ανδρών
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Ένα ζεστό πρωινό στην Tρίπολη της Λιβύης, το καλοκαίρι του 1979, ο εννιάχρονος Σουλεϊμάν ψωνίζει με την μητέρα του στην αγορά. O μπαμπάς λείπει ταξίδι για δουλειές όμως ο Σουλεϊμάν είναι σίγουρος ότι μόλις τον είδε στο απέναντι πεζοδρόμιο, φορώντας γυαλιά ηλίου. Aλλά γιατί δεν νεύει προς το μέρος τους; Γιατί δεν επιστρέφει σπίτι, ενώ γνωρίζει ότι η μαμά καταρρέει;
Ψίθυροι και φόβοι κυριεύουν τον Σουλεϊμάν: ο πατέρας του καλύτερού του φίλου εξαφανίζεται και λίγο μετά ανακρίνεται σε απευθείας μετάδοση απο την κρατική τηλεόραση· ένας άγνωστος άνδρας εμφανίζεται κάθε πρωί έξω απ’ το σπίτι τους και κάνει παράξενες ερωτήσεις· και, ξαφνικά, η μητέρα του καίει όλα τα βιβλία του μπαμπά. O Σουλεϊμάν νιώθει σαν να γκρεμίζεται το σπίτι τους παρασέρνοντας όλα τα μυστικά που κρύβονται σ’ αυτό.
Mε απέριττο τρόπο ο Hisham Matar κατορθώνει να δώσει ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα. Mια βαθύτατα αληθινή ιστορία αγάπης και προδοσίας που εμβαθύνει στα ζητήματα της ανθρώπινης βαναυσότητας, της σκληρότητας, αλλά και της άδολης συγχώρεσης.
H "Xώρα των ανδρών" παραμένει επί 18 μήνες στην λίστα των πλέον ευπώλητων μυθιστορημάτων σε Mεγάλη Bρετανία και Hνωμένες Πολιτείες. Yποψήφιο για βραβείο Booker 2006.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ενα ζεστό πρωινό στην Τρίπολη, το καλοκαίρι του 1979, ο εννιάχρονος Σουλεϊμάν ψώνιζε με τη μητέρα του στην αγορά. «Υπήρχε ένα μεγάλο καφενείο στη μια πλευρά που τα τραπέζια του έβγαιναν προς τα έξω, στη στοά. Κάθονταν άνδρες, μερικά πρόσωπα μου ήσαν γνωστά από άλλες φορές, και έπαιζαν ντόμινο και χαρτιά. Τα μάτια τους ήσαν πάνω στη μαμά. Αναρωτήθηκα αν θα έπρεπε το φόρεμά της να ήταν πιο μπόλικο». Αλλά τότε τον είδε μπροστά του, ο πατέρας του βάδιζε στο απέναντι πεζοδρόμιο φορώντας γυαλιά ηλίου, ενώ υποτίθεται ότι είχε φύγει για δουλειές. Και δεν ένευσε να τους χαιρετίσει. Ακόμη χειρότερα, ο οικογενειακός φίλος Μοοσά μαζί με τη μητέρα του έκαψαν στη συνέχεια όλα τα επίμαχα βιβλία του πατέρα, ενώ ο Ουστάντ Ρασίντ, καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Ελ Φάτεχ και πατέρας του 12χρονου γείτονα Καρίμ, κρεμάστηκε δημόσια στο Εθνικό Στάδιο Καλαθοσφαίρισης μπροστά σε ένα πλήθος που ζητωκραύγαζε. Το έδειχνε η τηλεόραση στο σπίτι τους. «Με ποιους παίζουμε;» είχε ρωτήσει ο Σουλεϊμάν καθώς η κάμερα έπαιρνε πανοραμικά τις κερκίδες - ούτε μια θέση άδεια. Σύντομα η εικόνα έδειξε ότι θα κρεμούσαν τον σπουδαίο Ρασίντ, και κανείς πάλι δεν αντέδρασε στο σπίτι.
Εσύ είσαι ο άντρας
«Να φροντίζεις τη μητέρα σου, εσύ είσαι τώρα ο άντρας του σπιτιού» ήταν τα λόγια του πατέρα του προτού φύγει και ο εννιάχρονος Σουλεϊμάν έχωσε τα χέρια στις μασχάλες του για να μη φανεί ότι τρέμει. Πατρίδα του ήταν η Λιβύη, μια χώρα όπου «το έδαφος είχε μια λευκή σχεδόν λαμπρότητα, κάνοντας τις σκοτεινές φιγούρες και τα παπούτσια που τη διέσχιζαν να μοιάζουν με πράγματα αιωρούμενα πάνω από τον κόσμο». Οι σκοτεινές φιγούρες ήταν είτε «προδότες» που ασκούσαν κριτική στην Επανάσταση είτε άνθρωποι του Επαναστατικού Συμβουλίου που τιμωρούσαν αυστηρά τους πρώτους, ενώ οι φωτογραφίες του Οδηγητή Μουαμάρ Καντάφι ήταν αναρτημένες σε περίοπτη θέση σε κάθε σπίτι. «Η αλήθεια δεν μπορούσε να κρατηθεί κρυφή, ήταν πανούργα, δολερή, στάλαζε σιγά σιγά με τον δικό της ασήμαντο τρόπο, ξαφνιάζοντας μόνο με το πόσο οικεία, πόσο γνωστή φαινόταν να είναι από παλιά».
Ο δικός του μπαμπάς βέβαια δεν ήταν «προδότης», ήταν επιχειρηματίας που ταξίδευε στον κόσμο αναζητώντας όμορφα πράγματα και ζώα και δένδρα για να τα φέρει στη χώρα τους. Αλλά υπήρχε κάτι που έκανε τη μητέρα του στο σπίτι να αρρωσταίνει. «Είναι υποχρέωσή μας να λέμε την αδικία με το όνομά της» της έλεγε ο Αιγύπτιος Μοοσά, φίλος του άντρα της, κι εκείνη απαντούσε: «Να πας να την πεις με το όνομά της στη χώρα σου. Εδώ ισχύει ή σιωπή ή εξορία, ή πας τοίχο τοίχο ή φεύγεις. Να πας να κάνεις τον ήρωα αλλού». Κανέναν δεν θα άφηνε η Ουμ Σουλεϊμάν να θέσει σε κίνδυνο την οικογένειά της και ο πολιτικός ακτιβισμός του άντρα της την έκανε να αρρωσταίνει κάθε φορά που εκείνος έλειπε.
Μισές αλήθειες
Το κύριο πρόβλημα για τον Σουλεϊμάν ήταν ότι είχε μυηθεί μόνο σε μισές αλήθειες και έπρεπε να τις συναρμολογεί ακούγοντας αυτά που έλεγε η μητέρα του σε κατάσταση αναισθησίας από τα μπουκάλια γιατρικό που κατέβαζε. Δεν ήξερε ότι το γιατρικό της ήταν το αλκοόλ, κάτι που αν μαθευόταν από τους χαφιέδες της γειτονιάς θα σήμαινε φυλάκιση για εκείνην. Επρεπε μόνο να κρατάει το στόμα του κλειστό και να την ακούει να εξιστορεί ιστορίες του παρελθόντος, όπως για εκείνη τη «μαύρη μέρα» που την εξανάγκασαν στα δεκατέσσερά της να παντρευτεί έναν άγνωστο άντρα 23 χρόνων, τον πατέρα του, επειδή εθεάθη να κάθεται απέναντι από ένα αγόρι στο Ιταλικό Καφενείο. Τη νύχτα του γάμου θα περίμενε μόνη σε ένα ζοφερό δωμάτιο, που δεν είχε τίποτα μέσα εκτός από ένα τεράστιο σιδερένιο κρεβάτι. Οταν μπήκε τελικά ο μυστηριώδης γαμπρός, εκείνη λιποθύμησε. Και σε εννιά μήνες απέκτησε τον Σουλεϊμάν.
«Είσαι ο πρίγκηπάς μου. Μια μέρα θα είσαι άνδρας και θα με πάρεις μακριά πάνω στο άσπρο άλογό σου» του είχε πει κάποια φορά. Αλλά συγχρόνως την άκουγε να λέει «εσείς οι άντρες, είστε όλοι σας ίδιοι», εξομοιώνοντας κι εκείνον με όλους τους άλλους, τους άντρες που θα την έπιαναν σίγουρα στο στόμα τους αν δεν την πάντρευαν αμέσως. Ο Σουλεϊμάν φαντασιωνόταν την εκδίκηση, τον έπιανε ανυπομονησία, δεν μπορούσε να περιμένει να γίνει άντρας για να αλλάξει το παρελθόν, ήθελε «να γλυτώσει το κορίτσι εκείνο από τη "μαύρη μέρα" του». Ηθελε να την κάνει τόσο ευτυχισμένη όσο έδειχνε όταν ο μπαμπάς ήταν στο σπίτι. Μόλις ο πατέρας έφευγε ξανά, η μητέρα αρρώσταινε. Μια μέρα ο Σουλεϊμάν είδε τον άνθρωπο που είχε συλλάβει τον Ρασίντ να παραμονεύει έξω από το σπίτι τους μέσα σε ένα άσπρο αυτοκίνητο, και πάγωσε. Επειδή «οι άντρες δεν φοβούνται ποτέ», τον πλησίασε. Παρά τις προειδοποιήσεις της μητέρας του άρχισε τη συζήτηση και λίγο λίγο το κεφάλι του ήταν σχεδόν μέσα στο αυτοκίνητο και η μυρωδιά από πολυφορεμένες κάλτσες και τσιγάρα τού έφερε ζάλη.Υστερα από κάποιες διστακτικές κουβέντες ο Σουλεϊμάν κατέληξε να τον θεωρήσει σύμμαχο αν ήθελε να σώσει τον πατέρα του, παρ' ότι ήξερε ότι ο Σαρίφ ήταν μέλος του Επαναστατικού Συμβουλίου. Του έδινε όμως μια σημασία που κανείς άλλος δεν είχε κάνει ως τότε.«Αντίθετα με τη μαμά και τον Μοοσά, εκείνος απαντούσε στις ερωτήσεις μου» ήταν η εξήγηση αργότερα. «Δεν μου συμπεριφερόταν σαν να 'μουνα παιδί». Βιάστηκε να δώσει τις πληροφορίες στον Σαρίφ, γιατί λαχταρούσε να αναλάβει δράση. Στην προσπάθεια να σώσει την οικογένειά του, κατέληξε να προδώσει τους φίλους, τους γονείς και, εν τέλει, τον εαυτό του.
Σκληρά βασανιστήρια
Ο ίδιος φυγαδεύτηκε με απεγνωσμένες ενέργειες της μητέρας του στο Κάιρο και ο πατέρας του αποκήρυξε, ή του αποκήρυξαν, τα πολιτικά του φρονήματα και επέστρεψε στο σπίτι σακατεμένος από τα βασανιστήρια. Ο Σουλεϊμάν μπορούσε να ζήσει ξανά μια ελεύθερη ζωή μακριά, αλλά η τηλεοπτική μετάδοση της εκτέλεσης του Ουστάθ Ρασίντ θα του άφηνε και μια άλλη, διαρκέστερη εντύπωση, ακόμη και όταν έγινε άντρας, «ένα είδος ήσυχου πανικού, θαρρείς και οποιαδήποτε στιγμή θα μπορούσαν να μου τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια». Στο βιβλίο ο πατέρας του πνίγεται τελικά ρουφώντας τη σούπα του στο τραπέζι της κουζίνας. Ο αληθινός πατέρας τού Χισάμ Ματάρ απήχθη στο Κάιρο το 1990 και αγνοείται έκτοτε.
«Εγραψα το βιβλίο γιατί ήθελα να ανακαλύψω τι έγινε ο μπαμπάς μου» δήλωσε ο συγγραφέας. Δεν είναι ωστόσο ένα πολιτικό μυθιστόρημα, είναι ένα ημι-αυτοβιογραφικό «ντεμπούτο» στη λογοτεχνία. Ο Hisham Matar γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1970 από λίβυους γονείς, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Τρίπολη της Λιβύης και κατόπιν στο Κάιρο της Αιγύπτου. Από το 1986 έχει εγκατασταθεί στο Λονδίνο, σπούδασε Αρχιτεκτονική και ετοιμάζει τη δεύτερη συγγραφική δουλειά του. Η «Χώρα των ανδρών» κατέκτησε επί 18 μήνες τη λίστα των ευπώλητων μυθιστορημάτων σε Μεγάλη Βρετανία και Ηνωμένες Πολιτείες επειδή αποτελεί «ένα ιδιαίτερο μυθιστόρημα όπου η ανθρωπιά, η τρυφερότητα και το συναίσθημα υπονομεύονται από τη σκληρότητα και τον φανατισμό». Αυτός είναι ο κόσμος των ανδρών με τα μάτια ενός παιδιού.
ΜΑΙΡΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ
Το ΒΗΜΑ, 13/01/2008
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις