0
Your Καλαθι
Σκοτεινός Οδηγός
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Η Μυρτάλη (ψευδώνυμο) στα δεκαπέντε της, με ολιγόμηνη θητεία στο πορνείο της μαντάμ Πανδαισίας και με δύο φόνους που δεν άφησαν απάνω της κανένα αποτύπωμα, κατάλαβε πολλά, και νωρίς, από τον κόσμο, γι' αυτό διάλεξε να πλάσει τη δική της πραγματικότητα. Κατέβηκε και στον Άδη, αλλά δεν το κατάλαβε. Επιστρέφοντας, κατάλαβε πως πιο καλά να μη συνεχίσει ως πρόσωπο υπαρκτό, αλλά να γίνει πλάσμα μυθιστορήματος και φαντασίας. Γιατί έτσι θ' αποφύγει δύο ενοχλητικά προβλήματα: τον θάνατο και τη ζωή. Ο "Σκοτεινός Οδηγός" ακολουθεί την απολύτως προσωπική του πραγματικότητα. Όπως κάνει και κάθε άνθρωπος.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο «Σκοτεινός Οδηγός» του Παύλου Μάτεσι συνεχίζει τη γραμμή που χάραξε ο συγγραφέας με τη «Μητέρα του σκύλου» και τον «Παλαιό των ημερών», μια γραμμή που τον κάνει να ακροβατεί ανάμεσα σε μια γκροτέσκα εκδοχή της πραγματικότητας και σε ποικιλόμορφες εκδοχές της φαντασίας. Στο τελευταίο βιβλίο του η γραμμή αυτή τηρείται απαρέγκλιτα, με ενισχυμένα μάλιστα μερικά από τα χαρακτηριστικά της.
Κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος είναι η γυναικεία μορφή της Μυρτάλης. Αυτήν, τη χωλή, αλαφροΐσκιωτη -πλάσμα ανάμεσα στον ύπνο και τον ξύπνιο- Μυρτάλη παρακολουθούμε στις διαδοχικές στιγμές-μεταμορφώσεις της: πρώτα να θητεύει σε οικογενειακό βενζινάδικο, ύστερα σε ορνιθοτροφείο, ώσπου να ριζώσει για κάποιο διάστημα σε κανονικό πορνείο.
Είναι ανώφελο στην περίπτωση του Μάτεσι να αναζητήσει κανείς «αληθοφανή πρόσωπα», «πειστικούς ήρωες», «ζωντανούς διαλόγους» και τους συναφείς -προερχόμενους από το παλαιοπαραδοσιακό μυθιστόρημα- όρους. Ολα τα πρόσωπα είναι σκαριφήματα, καρικατούρες προσώπων, πρόσωπα προορισμένα να ζήσουν μόνο τη λογοτεχνική ζωή, όχι την πραγματική. Πρόσωπα παραμορφωμένα από τη γραφή, διαθλασμένα από τη λογοτεχνία, που ζουν το δικό τους, αυτόνομο βίο, κάτι που δεν παραλείπει να μας το αναγγείλει ο ίδιος ο συγγραφέας: «Ασε που το μυθιστόρημα με ήρωες υπαρκτές υπάρξεις συνήθως βγαίνει βαρετό, μια βαρετή πιστή φωτογραφία για ακίνητα μυαλά», εκθέτοντας εξαγγελτικά το αισθητικό του πρόγραμμα για το μυθιστόρημα. Στη συνέχεια, η Μυρτάλη θα ξεκινήσει τη μακρά της πορεία προς μια διαρκώς φεύγουσα Πρωτεύουσα, ανύπαρκτη διαδρομή προς έναν ανύπαρκτο στόχο. Στη διάρκειά της συμβαίνουν πολλά: καφέδες σε άγνωστα καφενεία της εθνικής οδού, λίγο πριν έχει μετακινηθεί η Σαλαμίνα, και γίνεται ένα σημαδιακό πέρασμα από κάποια διόδια, όπου οι Ευμενίδες, μεταξύ άλλων, της αφαιρούν τη νεότητα.
Ο Π.Μ. μπορεί να κινείται σ' ένα κλίμα απόλυτης περιφρόνησης του πραγματικού, ωστόσο δεν αδιαφορεί για την ανασύσταση της ατμόσφαιρας. Κι αυτό δεν είναι εύκολο σ' ένα μυθιστόρημα όπου τα πρόσωπα μπαινοβγαίνουν απρόσκοπτα από ένα στέρεο φανταστικό σ' ένα κλονισμένο πραγματικό, και από κει, ξεκάρφωτα, πηδούν στο απόλυτο κενό. Ομως, ο Μάτεσις, όσο είναι με το ένα πόδι στο πραγματικό και με το άλλο στο φανταστικό, άλλο τόσο μοιράζεται ανάμεσα στο λαϊκό και το λόγιο. Και, αν δεν κάνουμε λάθος, είναι ο μόνος στη σύγχρονη ελληνική μυθιστορηματική παραγωγή που συνδυάζει την επιτυχημένη υπόκριση του λαϊκού προφορικού λόγου -προερχόμενη από τη θητεία του στο θέατρο- με τη λόγια περιγραφή. Ετσι, η «πραγματική» ατμόσφαιρα ανασυντίθεται πεισματικά χάρη στο διπολικό σχήμα: «πραγματικό» - λαϊκός προφορικός λόγος, «φανταστικό» - λόγια περιγραφή.
Εν τω μεταξύ η διαδρομή της Μυρτάλης προς την Πρωτεύουσα συνεχίζεται. Αυτή η διαδρομή, που, ολοφάνερα, δεν είναι μια μετατόπιση εν τόπω αλλά μια μετακίνηση εν χρόνω, περιλαμβάνει, όπως είπαμε, ένα σημαίνον επεισόδιο: τη συνάντηση, οιονεί αιχμαλωσία, της Μυρτάλης με τις Ευμενίδες. Αυτή η συνάντηση-ομηρία αποβαίνει σε ένα είδος μυητικής τελετής, όπου η Μυρτάλη βαφτίζεται στα νερά του χρόνου. Η πορεία της ηρωίδας, τηρουμένων των αναλογιών, μας φέρνει στον νου τα μυθιστορήματα περιπλάνησης, εκείνες τις παράξενες διηγήσεις που εμφανίστηκαν στον ευρωπαϊκό ορίζοντα το 16ο, 17ο και 18ο αιώνα.
Στο τέλος η Μυρτάλη βρίσκει την Πρωτεύουσα. Και βέβαια αυτή η συνάντηση δεν θα μπορούσε να γίνει σε τόπο άλλον πέραν από αυτόν της λογοτεχνίας, προνομιούχο τόπο πολλών συναντήσεων: η Μυρτάλη συναντά τη Ραραού, τη γνωστή ηρωίδα από τη «Μητέρα του σκύλου», για να τελεστεί ο διάλογος έργου προς έργο και να δικαιωθεί η εκπεφρασμένη άποψη του συγγραφέα: «Επιστρέφοντας κατάλαβα πως πιο καλά να μη συνεχίσει ως πρόσωπο υπαρκτό, αλλά να γίνει πλάσμα μυθιστορήματος και φαντασίας. Γιατί έτσι θ' αποφύγει δύο ενοχλητικά προβλήματα: το θάνατο και τη ζωή».
Ο τριτοπρόσωπος αφηγητής -πέρα από τα ψευδή εχέγγυα ουδετερότητας που συνήθως παρέχει- στην περίπτωση του «Σκοτεινού Οδηγού», αλλά και γενικότερα σε όλες τις διηγήσεις του Μάτεσι, είναι ένας ψυχρός αφηγητής. Ο Π.Μ. αποφεύγει τους θερμούς τόνους και τις έμπλεες πάθους φωνές, καθώς γνωρίζει ότι η απόσταση είναι απαραίτητη για να θεμελιωθεί το κύρος του αφηγητή. Ταυτόχρονα όμως -και αυτό είναι έκτυπο σε όλο το έργο του- η αφήγηση του Π.Μ. σημαδεύεται από το δαιμονισμό και το σαρκασμό. Και ο μεν πρώτος τον κάνει να συγγενεύει με τους ρυθμούς του λατινοαμερικανικού μυθιστορήματος, ο δε δεύτερος τον οδηγεί σ' έναν άνευ αναστολών χλευασμό, καθώς παίζει εν ου παικτοίς -και είναι σωστό πως ο σαρκασμός απαγορεύει το συναίσθημα.
Είναι πολλά τα επιμέρους χαρακτηριστικά και τα μοτίβα που μπορεί κανείς να εντοπίσει στο «Σκοτεινό Οδηγό» και σημαδεύουν το συνολικό έργο του Μάτεσι: η υπόγεια, αλλά έμμονη σύνδεση θρησκευτικού-ερωτικού, απ' όπου δεν λείπει το ξεχασμένο συναίσθημα μιας ενοχής· η υποτιμημένη εικόνα του πατέρα· η χλεύη της θρησκείας, όχι τόσο γιατί δεν υπάρχει θεός, αλλά γιατί δεν πραγματοποιεί αυτά που έχει υποσχεθεί· η πολλαπλώς παρούσα αρχαιοελληνική γραμματεία με φράσεις-φυλαχτά, που, χωρίς να τους λείπει ο λειτουργικός ρόλος μέσα στο κείμενο, έχουν μπει κυρίως για να ξορκίσουν το κακό.
Ομως, όλα αυτά υπάρχουν για να συνθέσουν το μωσαϊκό μιας γκροτέσκας ελληνικότητας -το ελληνικό γκροτέσκο, όπου κυρίαρχη θέση, κάπως παράδοξα είναι η αλήθεια, έχει το πένθος, ένα πένθος διαποτισμένο με ειρωνεία και εξαϋλωμένο από την απουσία του τόπου και τη ματαίωση του χρόνου. Οσο για την πορεία της Μυρτάλης, αυτή συνοψίζει το ταξίδι μιας αναίτιας ψυχής, μιας ψυχής που ρίχτηκε, έτσι, χωρίς να το θέλει, σ' έναν άξενο κόσμο, και ζει, άθελά της επίσης, την περιπέτεια της ζωής.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/11/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις