0
Your Καλαθι
Η κοινωνιολογία του εθνικισμού
Οι αυριανοί μας πρόγονοι
Περιγραφή
Το βιβλίο αυτό αναλύει τις ποικίλες εκδηλώσεις του εθνικισμού στο ευρύτερο πλαίσιο των κοινωνικών επιστημών, συνδέοντας κατά τη διάρκεια της ανάλυσής του την κοινωνιολογία, την κοινωνική ανθρωπολογία, την πολιτική επιστήμη και την ιστορία.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η έκδοση του βιβλίου αυτού ήλθε σε στιγμή επίκαιρη -όταν το ζήτημα των ταυτοτήτων είχε φτάσει στην πιο θερμή στιγμή του. Εάν είχε μελετηθεί, είναι βέβαιο ότι η εκ μέρους ταγών και «ταγών» προσέγγιση στο όλο ζήτημα θα ήταν πλούσια σε γνώση, σε επίγνωση και νηφαλιότητα. Τούτο όμως δεν συνέβη -εξ ου και οι λίβελοι που έπνιξαν την αγορά και από τις δύο πλευρές των αντιμαχομένων. Επειδή όμως το ζήτημα δεν έχει λήξει, η εκδοτική πρωτοβουλία για εμπλουτισμό της ελληνικής βιβλιογραφίας με αυτή την αξιόλογη μελέτη διατηρεί ακέραιη την αξία της.
Αν κάτι είναι αξιοθαύμαστο στην προσέγγιση του καθηγητή McCrone, είναι το γεγονός ότι αποδύεται σε επιστημονική (άρα ουδέτερη) μελέτη του φαινομένου του εθνικισμού, όντας ο ίδιος ένας ένθερμος Σκώτος εθνικιστής. Το φαινόμενο δεν με εκπλήσσει. Ζω την πραγματικότητα της αγαπητής γης της Σκωτίας από πολύ κοντά κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια κι έχω πολλά παραδείγματα φίλων που, αν και ένθερμοι εθνικιστές, δεν υπονομεύουν κατά το παραμικρό την επιστημονική τους ακεραιότητα στο πεδίο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών. Η μειλιχιότητα και η ανθρωπιά μπορούν να συνυπάρχουν με την πικρία στην ψυχή ενός «έθνους χωρίς κράτος», που είναι ήδη πολύ θυμωμένο. Ο David McCrone, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, είναι από αυτούς που αντέχει να ασκεί τη συγκεκριμένη επιστήμη δημιουργικά, μέσα σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα φορτισμένο εθνικά, πολιτικά και συναισθηματικά.
Για τον Ελληνα αναγνώστη η αξία του βιβλίου είναι πολλαπλή. Κατ' αρχάς, θα εύρει μια συστηματική ανάλυση των θεμελιωδών εννοιών. Εν συνεχεία, θα εισαχθεί στο γαλαξία των επιχειρημάτων και διαφωνιών σε σχέση με ορισμούς, παραδοχές και θεωρίες. Ηδη στα ελληνικά κυκλοφορεί (εκδόσεις «Οδυσσέας») το βιβλίο Εθνική ταυτότητα, του Anthony Smith, καθηγητή στο London School of Economics -που είναι μάλλον ο πολυγραφότερος συγγραφέας επί ζητημάτων έθνους και εθνικισμού, και με τον οποίο ο McCrone εδώ ασχολείται επίμονα και διά μακρών.
Η μεγάλη σύγχυση
Οι αναλύσεις του βιβλίου αυτού, ήδη από το στάδιο των ορισμών, θα αποτελέσουν αποκάλυψη για τον Ελληνα αναγνώστη (και κυρίως για τους σχετικώς δημοσιολογούντες). Δεν είναι τόσο το ξεκαθάρισμα εννοιών, όπως «φυλή», «έθνος», «κράτος», «εθνικό κράτος» και οι σχέσεις μεταξύ των. Είναι κυρίως οι αναλύσεις επί της ιδέας του έθνους, που καταδεικνύουν τη μεγάλη σύγχυση που υπάρχει μεταξύ των αναλυτών, αφού με τις ίδιες έννοιες αναφέρονται σε διαφορετικές πραγματικότητες. Είναι ίσως εύκολο να διακρίνουμε ότι το έθνος παραπέμπει στο «πολιτισμικό», ενώ το κράτος στο «πολιτικό» -πράγμα που καθιστά συχνά ανεξήγητη την επιμονή πολλών κοινωνιολόγων να ταυτίζουν έθνος και κράτος. Αλλά δεν είναι αυτονόητο το ότι η αναφορά στο «εθνικό» δεν σημαίνει για όλους τα ίδια πράγματα και δεν παραπέμπει σε ομοειδείς και ομόλογες ευαισθησίες και προκαταλήψεις. Ουδείς, λόγου χάρη, διερωτάται γιατί ο «δυτικός» εθνικισμός (ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία, Ελβετία) θεωρείται «καλός» και αντιμετωπίζεται περίπου με θαυμασμό, ενώ ο «ανατολικός» εθνικισμός θεωρείται «κακός» (Σλάβοι, Αφρικανοί, Ασία, Λατινική Αμερική) και το άθλιο απόστημα ενός παρελθόντος που έσυρε την υπανάπτυξή του μέχρι το ιστορικό παρόν. Εν προκειμένω, στην ουσία η διάκριση γίνεται ανάμεσα στις «πολιτικές/ εδαφικές» μορφές εθνικισμού (που θεωρούνται «καλές»), από τις «εθνοτικές/ πολιτισμικές» μορφές εθνικισμού (που θεωρούνται «κακές»). Τούτο σημαίνει ότι αν ο εθνικισμός εκφράζεται με όρους όπως «φυλετικό αίσθημα», «γένος», «συγγένεια», «θρησκεία», «πολιτισμική παράδοση», «προσκόλληση στη γη», τούτο σημαίνει ότι πρόκειται για εθνικισμό που εκφράζεται με «προ-νεωτερικούς όρους» και είναι «κακός». Αν όμως ο εθνικισμός εκφραστεί με όρους της νεωτερικότητας (που προσδιορίζει την έννοια του «πολίτη» με πολιτικούς όρους και δίνει έμφαση στην προσήλωση της κοινότητας στο σύνταγμα του κράτους, την «κοινωνία» και τα «δικαιώματα» των μελών της κοινότητας), τότε είναι «μοντέρνος», «εκσυγχρονιστικός» και άρα «καλός».
Αυτό που δεν έχει γίνει αντιληπτό (και γίνεται με τη μελέτη αυτού του βιβλίου) είναι ότι η διάκριση συνιστά φενάκη. Πρόκειται για επιλογή προτεραιοτήτων, εξίσου αυθαίρετη, σε δύο περιπτώσεις. Στη μία (όπως συνέβη στη Γαλλία) η ιδιότητα του πολίτη ορίζεται με βάση την εδαφική κοινότητα (ius soli -δίκαιο του εδάφους), ενώ στην άλλη (Γερμανία) η ιδιότητα του πολίτη ανακύπτει από την κοινή καταγωγή (ius sanguinis -δίκαιο του αίματος). Δύο τυπικές περιπτώσεις διακρίσεως της αισθήσεως του εθνικισμού: το γαλλικό μοντέλο υπήρξε κρατοκεντρικό, έτεινε στην αφομοίωση -και σε αυτή την περίπτωση το κράτος προηγήθηκε του έθνους. Το γερμανικό μοντέλο ήταν λαοκεντρικό, στόχευε στη διάκριση -και στην περίπτωση αυτή ήταν το έθνος που προηγήθηκε του κράτους. Στην πρώτη περίπτωση, όσοι κατοικούσαν στο γαλλικό έδαφος εθεωρούντο «Γάλλοι». Στη δεύτερη περίπτωση, ούτε όσοι κατοικούσαν σε γερμανικό έδαφος ούτε όσοι είχαν γεννηθεί εκεί εθεωρούντο ipso facto «Γερμανοί».
Εάν οι αναλύσεις αυτές αναχθούν στα πρόσφατα λιβελογραφήματα για τις «ταυτότητες» και την «ταυτότητά μας», θα διαπιστωθεί ότι έχουμε παρόντες εδώ και τους δύο τύπους εθνικισμού: τον εθνικισμό «του αίματος» και τον «πολιτικό (εκσυγχρονιστικό) εθνικισμό». Ο διάλογος, ως εκ τούτου, ήταν διάλογος κωφών. Ξεκινώντας από διαφορετικές προϋποθέσεις, ο καθένας έλεγε το δικό του τραγούδι, ερεθίζοντας τις φρένες του άλλου. Οι μεν θεωρούσαν ότι η απάντηση στο «ποιοι είμαστε» ορίζεται από την αρχαία Ελλάδα, περιβεβλημένη τη θρησκευτική αλουργίδα της Βυζαντινής Ορθοδοξίας (και νοοτροπίας). Οι δε θεωρούσαν ότι το «ποιοι είμαστε» πρέπει να ορίζεται από την πολιτική μας υπόσταση, μέσα στο θεσμικό πλέγμα της «σύγχρονης κοινωνίας». Θυμίζουμε ότι η πιο συχνή λέξη στο στόμα του Α. Παπανδρέου ήταν ο «λαός». Με τον Κ. Σημίτη η λέξη αυτή εξαφανίστηκε και με την ίδια συχνότητα προφέρεται η λέξη «η κοινωνία». Αλλά πλάι σε αυτή τη θέση υπάρχει η ρήση της Margaret Thatcher: «Δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο τα άτομα και οι οικογένειές τους», υπονοώντας ότι τα άτομα είναι ελεύθερα να συνθέσουν την ταυτότητά τους όπως αυτά επιθυμούν.
Στο πρόσφατο θέμα των ταυτοτήτων στην Ελλάδα επρόκειτο για σύγκρουση ανάμεσα σε μια πίστη και μια άλλη πίστη. Αναρωτήθηκε άραγε κάποιος γιατί στην Ελλάδα τα ζητήματα της εθνικής ιδιοπροσωπίας αποτελούν μονίμως ενασχόληση θεολόγων; Το «ποιοι και τι είμαστε» ήλθαν αυτόκλητοι να μας το εξηγήσουν θεολόγοι -και κανείς άλλος- και να το επιβάλουν ως «ομολογία πίστεως». Λίγο ακόμη και θα πιστέψουμε ότι ο Μακρυγιάννης ήταν θεολόγος. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ιδού ένα ερώτημα, η εμβάθυνση στο οποίο θα προσφέρει χρήσιμες απαντήσεις.
Και εδώ είναι που κάποιες παρατηρήσεις του McCrone είναι καίριες:
«Οπως έχει καταδείξει ο Michael Herzfeld, οι γραφειοκρατικά ρυθμιζόμενες σύγχρονες κοινωνίες δεν είναι περισσότερο "ορθολογικές" ή λιγότερο "συμβολικές" από τις "παραδοσιακές" κοινωνίες». Οι γραφειοκρατικές πρακτικές στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό πάνω σε σύμβολα και γλώσσες που σφύζουν από ηθικές διακρίσεις ανάμεσα στους «εντός» και τους «εκτός». Ο ευρωπαϊκός εθνικισμός, υποστηρίζει ο Herzfeld, συνιστά μια «κοσμική θεοδικία», που προσομοιάζει στη θρησκεία στο βαθμό που και οι δύο αναφέρονται σε μια υπερβατική κατάσταση πραγμάτων. «Στο βαθμό που ο εθνικισμός μπορεί να γίνει αντιληπτός ως θρησκεία, η γραφειοκρατία συνιστά το πλέον διαδεδομένο τελετουργικό του» (σ.σ. 37-8). Και διερωτάται ο συγγραφέας McCrone: «Πώς μπορεί να εξηγηθεί ο ρατσισμός ενάντια στον "Αλλον", φαινόμενο ενδημικό στις δυτικές κοινωνίες, οι οποίες ωστόσο διακηρύσσουν μεγαλοφώνως ότι η έννοια του πολίτη προσδιορίζεται με πολιτικούς όρους;... Το αίμα και το έδαφος είναι τόσο διακριτά ή το δεύτερο υπονοεί το πρώτο; Σε τελική ανάλυση, η έννοια του ζωτικού χώρου στη χιτλερική Γερμανία δεν έκανε καμία διάκριση ανάμεσά τους».
Η μόδα της ...ταυτότητας
Μπορεί οι εκσυγχρονιστές να θεωρούν ότι ο εθνικισμός αποτελεί μια σύγχρονη κατασκευή, αλλά συγγραφείς, όπως ο προαναφερθείς Anthony Smith, έχουν ασκήσει στη θέση αυτή έντονη και πολύ τεκμηριωμένη κριτική. Ο McCrone παραθέτει αναλυτικά τις θέσεις τριών κλασικών θεμελιωτών της κοινωνιολογίας -των Karl Marx (1818-1883), Emile Durkheim (1858-1917), Max Weber (1864-1920). Οι αναλύσεις του έχουν εδώ ιδιαίτερη παιδευτική κι επιστημονική αξία. Οπως ιδιαίτερη αξία έχουν οι εξηγήσεις του περί του γιατί «ξαφνικά τα ζητήματα της ταυτότητας επανέρχονται στο πολιτικό προσκήνιο» (σ. 89) -ερώτημα στο οποίο ο Bauman είχε δώσει την απάντηση (1996) ότι «η ταυτότητα έχει γίνει της μόδας, επειδή οι άνθρωποι δεν είναι σίγουροι για το ποιοι είναι».
Το βιβλίο αποτελεί εύχυμο καρπό μιας συστηματικής προσπάθειας ενός προικισμένου ερευνητή. Η απόδοσή του στα ελληνικά είναι πολύ καλή έως εξαιρετική. Οι συντελεστές του εργάστηκαν με ευσυνειδησία και μεράκι. Ο επιμελητής παραθέτει στο τέλος κάθε κεφαλαίου υποσημειώσεις εγκυκλοπαιδικού τύπου, κάνοντας το βιβλίο προσιτό σε ακόμη ευρύτερο κοινό. Οι μεταφραστές είναι βέβαιο ότι γνωρίζουν ελληνικά (διότι αυτό είναι το πρόβλημα με τους ημεδαπούς μεταφραστές των εξ Εσπερίας γραπτών). Μάλιστα, τα γνωρίζουν τόσο καλά, ώστε να προχωρούν σε νεολογισμούς, όπως «διαντίδραση» (σ.σ. 83, 84 κ.ά.), «αυτοαντίληψη» (σ. 85), «εθνόνυμο» (που όμως έπρεπε να γράψουν με ωμέγα, σ. 52), οι οποίοι νεολογισμοί ίσως κάποτε να υιοθετηθούν από τους συντάκτες μελλοντικών λεξικών της ελληνικής γλώσσας.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19/10/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις