0
Your Καλαθι
Έρως (αντ)εθνικός
Ερωτική επιθυμία και εθνική ταυτότητα του 19ου αιώνα
Περιγραφή
Στο βιβλίο αυτό εξετάζονται κείμενα του 19ου αιώνα τα οποία έχουν ως θέμα τους διφυλετικές και ετερόθρησκες ερωτικές σχέσεις που αναφέρονται στα χρόνια της λατινοκρατίας. Συνεπώς, το ερωτικό αντικείμενο του πόθου είναι άλλο (φραγκικό).
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το ενδιαφέρον στον κανόνα μιας εθνικής λογοτεχνίας ή μιας περιόδου δεν εντοπίζεται τόσο στους συγγραφείς που τον συγκροτούν όσο στα κριτήρια της συγκρότησής του -η οποία αποτελεί μέρος της συγκρότησης της πολιτισμικής και εθνικής ταυτότητας, μια και οι λογοτεχνικές αναπαραστάσεις λειτουργούν ως ηθικό (δηλαδή εθνικό και θρησκευτικό) παράδειγμα. Η παραδειγματική λειτουργία της λογοτεχνικής αναπαράστασης αποκαλύπτει τα όριά της -δηλαδή τη δύναμη και την αδυναμία της- στην περίπτωση της ιδεολογικής διαχείρισης της ερωτικής επιθυμίας, γιατί η επιθυμία αποτελεί μια βασική πρώτη ύλη για τη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας.
Μέσα σε αυτό το γενικό θεωρητικό πλαίσιο κινείται η φιλολογική μελέτη της Μικέ, στην οποία εξετάζονται ιστορικά πεζογραφήματα, ποιήματα και έμμετρα δράματα του 19ου αιώνα, τα οποία έχουν ως θέμα διαφυλετικές και ετερόθρησκες ερωτικές σχέσεις που τοποθετούνται την εποχή της λατινοκρατίας. Η συγγραφέας εμφανίζεται να πιστεύει στην πρωτοτυπία του θέματός της, δηλώνοντας πως επέλεξε να συνδυάσει «τις αναπαραστάσεις και τους τρόπους λειτουργίας της ερωτικής επιθυμίας με μηχανισμούς συγκρότησης της εθνικής ταυτότητας όχι τυχαία», αλλά παρακινημένη «από τη διαπίστωση ότι, όταν υπάρξει συγχρωτισμός με το "άλλο" μέσα από τις βασιλικές λεωφόρους του ερωτισμού, τότε [...] αναδύονται [...] εθνικά στερεότυπα». Αυτή, ωστόσο, η διαπίστωσή της είναι μια παραδεδεγμένη αλήθεια, και αυτό γίνεται φανερό από τη μεγάλη σχετική ξένη βιβλιογραφία η οποία είναι είτε θεωρητική και αναφέρεται στους δεσμούς ανάμεσα στην εθνικότητα και τη σεξουαλικότητα, και στο γεγονός πως τα φυλετικά και εθνικά όρια είναι επίσης όρια σεξουαλικά, είτε εφαρμοσμένη και κάνει την ισχυρή αλληγορική σχέση ανάμεσα στην ερωτική και στην εθνική επιθυμία αντικείμενο έρευνας στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα πολλών χωρών, όπως της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και χωρών της Λατινικής Αμερικής. Αυτή η βιβλιογραφία δεν χρησιμοποιείται ή δεν αναφέρεται από την ερευνήτρια, θέλοντας ίσως έτσι να αφήσει αρκετό χώρο για την αναφορά ελληνικών έργων που έχουν ελάχιστη ή και καμία σχέση με το συγκεκριμένο θέμα.
Τεχνολογίες εθνικής ταυτότητας
Η πρωτοτυπία, ωστόσο, υφίσταται στο μέτρο που το διεθνώς αναλωμένο θέμα εξετάζεται μέσα στο λογοτεχνικό και γενικότερα στο πολιτισμικό περιβάλλον του ελληνικού 19ου αιώνα ο οποίος, λόγω εκείνων των ιστορικών συνθηκών που αφορούσαν τη συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους, είχε μια ιδιαιτερότητα πιο συγκεκριμένη από εκείνη που σε παγκόσμια κλίμακα τον χαρακτήρισε αιώνα της γένεσης των εθνών. Η Μικέ πραγματεύεται αυτό το θέμα με μεγάλη φιλολογική επιμέλεια, αλλά χωρίς πραγματική θεωρητική περιέργεια: αυτό που τη χαρακτηρίζει είναι ένα κριτικό ένστικτο που την προφυλάσσει από πλευρές του θέματος οι οποίες θα διεύρυναν τον ορίζοντα της ερμηνείας, αλλά παράλληλα θα μπορούσαν να προκαλέσουν απώλεια προσανατολισμού μέσα σε ένα γόνιμα ανοικτό ερευνητικό πεδίο. Γι' αυτό «νοικοκυρεύει» το θέμα στενεύοντας τα όριά του, με συνέπεια να το περιορίζει μέσα στα όρια του αυτονόητου -ενός αυτονόητου που ορίζεται από συμπεράσματα τυπικά: η ερωτική σχέση ανάμεσα σε Ελληνα και αλλόφυλη/αλλόθρησκη καταδικάζεται απερίφραστα, αλλά αν η πρωτοβουλία για τη σύναψη της σχέσης προέρχεται από την ξένη, ενώ ταυτόχρονα κινδυνεύει η εθνικότητα του Ελληνα, μπορεί αυτός να προχωρήσει στη σχέση για να εκμεταλλευτεί τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η ξένη, αλλά χωρίς να ανταποδώσει τον έρωτά της. Η ερωτική σχέση ανάμεσα σε Ελληνα και υβριδική κόρη (με μάνα συνήθως Ελληνίδα) μπορεί να εγκριθεί εφόσον η γυναίκα αλλάξει θρησκευτικό δόγμα και εθνική ταυτότητα, ενώ το αντίστροφο καταδικάζεται απερίφραστα. Η ερωτική σχέση ανάμεσα σε Ελληνίδα και σε αλλόφυλο καταδικάζεται όταν ξεκινά από την ερωτική επιθυμία της πρώτης, ενώ εγκρίνεται όταν εξυπηρετούνται εθνικοί στόχοι. Οι επιγαμίες σε μεγάλο βαθμό αποτελούν παράγοντα της βαθμιαίας απορρόφησης του λατινικού από το ελληνικό στοιχείο. Η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων είναι αδύνατο να διαβρωθεί από το ερωτικό πάθος.
Μια αφηγηματική διαχείριση της ερωτικής επιθυμίας όπως η παραπάνω -που παρουσιάζεται στο μελέτημα ολοκληρωμένα, αλλά δεν σχολιάζεται επαρκώς- είναι εντελώς αντιρεαλιστική, και κάτω από την πίεση μιας ιδεολογίας εθνικής καθαρότητας εμφανίζει τους Ελληνες ως έθνος αντιερωτικό- με την έννοια πως η εθνική επιθυμία είναι ισχυρότερη από την ερωτική. Με τη σχετική ιδεολογική λειτουργία των αφηγήσεων δίνεται η εντύπωση πως επιχειρείται ένας συμψηφισμός -όχι κοινωνιολογικός, αλλά ιστορικός- ανάμεσα στην εθνικότητα και στην επιθυμία: αυτό που έχουν χάσει οι Ελληνες στο πρώτο επίπεδο θέλουν να φανεί πως είναι δυνατό να αναπληρωθεί στο δεύτερο.
Η πολιτισμική ποιητική της επιθυμίας
Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η φιλολογική μελέτη της Μικέ δεν βρίσκεται τόσο στη λειτουργία της, ως έρευνας ή σχολίου της πολιτισμικής ποιητικής της επιθυμίας στον ελληνικό 19ο αιώνα, όσο ως μέρους αυτής της ποιητικής, επειδή το ενδιαφέρον της βρίσκεται περισσότερο σε εκείνο που κριτικά δεν κάνει παρά σε αυτό που φιλολογικά κάνει: οι παραλείψεις είναι σημαίνουσες διότι αποκαλύπτουν έναν συμβατικό τρόπο ανάγνωσης της επιθυμίας. Αυτό θα γίνει φανερό αν αναφέρω κάποιες από αυτές.
Κατ' αρχάς, δεν διευκρινίζεται πάνω σε ποια σημασία της επιθυμίας αναπτύσσεται η έρευνα. Οι σημασίες που έχουν δοθεί στην επιθυμία από τους αφηγηματολόγους είναι διαφορετικές και περισσότερες από μία, και προϋπόθεση μιας σχετικής έρευνας είναι η επιλογή μιας από αυτές, η οποία ανάλογα καθορίζει τα συμπεράσματα. Γενικώς, η έννοια της επιθυμίας αναζητείται ανάμεσα σε ένα φυσικό δεδομένο σχετικό με τη λειτουργία του σώματος και σε μια πολιτισμική κατασκευή που αντιπροσωπεύει την οικειοποίηση του σώματος και των φυσιολογικών ιδιοτήτων του από τον λόγο της ιδεολογίας: η επιθυμία, ως καταγωγή και ορίζοντας της σεξουαλικότητας, δεν έχει απλώς την ιστορία της (που εκδηλώνεται ως διαδοχή των «τεχνολογιών» της, δηλαδή των πολιτισμικών διαμορφώσεών της), ούτε απλώς βρίσκεται μέσα στην Ιστορία, αλλά αποτελεί το πρωτογενές υλικό και τη συνθήκη της Ιστορίας. Η αποκάλυψη της πολιτισμικής και, πιο πέρα, της πολιτικής διάστασης της επιθυμίας είναι δυνατή μόνο στη βάση της αναγνώρισης της απόστασης ανάμεσα στη φυσική και στη συμβολική διάσταση, στη βάση της αμοιβαίας αναφοράς Ιστορίας και επιθυμίας, φυσικότητας και ιστορικότητας.
Επίσης, δεν αξιοποιείται η επιδίωξη του συνδυασμού του τερπνού με το ωφέλιμο, που προσδιορίζει την ελληνική πεζογραφία του 19ου αιώνα και έχει αναλογίες με τη διπλή λειτουργία της επιθυμίας ως ατομικής απόλαυσης, αλλά και ως κοινωνικής ρύθμισης αυτής της απόλαυσης. Δεν αξιοποιείται, επίσης, ο τρόπος της λογοτεχνικής σύνθεσης του χώρου, που είναι βασικός συντελεστής του κράματος ερωτικής και εθνικής επιθυμίας: ο τόπος όπως και το σώμα αντιμετωπίζονται ως αδρανή μυθοπλαστικά στοιχεία και όχι ως συντελεστές της συναίρεσης.
Ισως τα παραπάνω να είχαν αξιοποιηθεί αν η ερευνήτρια είχε βασιστεί όχι μόνο στην έννοια του «εθνικού» και της «εθνικότητας», αλλά και στην ευρύτερη έννοια του «εθνοτικού» και της «εθνοτικότητας» που δεν σηματοδοτεί μόνο σωματικές και φυσικές διαφορές, αλλά και διαφορές στη γλώσσα, τη θρησκεία, την επικράτεια, τον πολιτισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι το μεγαλύτερο μέρος της σχετικής πρόσφατης έρευνας έχει βασιστεί σε ένα μοντέλο της εθνοτικότητας ως συστήματος κοινωνικά κατασκευασμένων διαχωριστικών ορίων στον πολιτικό, οικονομικό, πολιτισμικό, κοινωνικό και ηθικό χρόνο και χώρο.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 24/08/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις