0
Your Καλαθι
D. P. 88
Ημερολόγιο της φυλακής: 1955-1956
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Το ημερολόγιο που ακολουθεί γράφτηκε ανάμεσα στις 30 του Σεπτέμβρη του 1955 και τις 9 του Μάρτη του 1956. Πέντε ακριβώς μήνες μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, όταν συνελήφθηκα για την αντιβρετανική στάση μου, σύμφωνα με τον ανελεύθερο νόμο 26, που καταργούσε το Habeas Corpus, και βάσει του οποίου συλλαμβάνονταν, με μια απλή και μόνο υποψία, Ελληνοκύπριοι πολίτες και κλείνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, για όσο διάστημα ήθελε η αποικιακή κυβέρνηση του νησιού.[...]
Ένα ερώτημα ίσως είναι γιατί να εκδοθεί σήμερα ένα ημερολόγιο που γράφτηκε πριν από σαράντα πέντε χρόνια. Καταρχάς γιατί πιστεύω ότι η ζωή στα κρατητήρια αποτελεί μια μαρτυρία, έστω και μικρή, μιας πτυχής της κυπριακής ιστορίας. Βέβαια οι σημειώσεις αυτές με κνένα τρόπο δεν θέλουν να καταγράψουν την Ιστορία -κάθε άλλο. Πιστεύω όμως ότι δίνουν μια άλλη, εντελώς προσωπική εικόνα -μια εικόνα καθημερινή, συχνά αντι-ηρωική, κάποιων ανθρώπων που ήταν ή έγιναν στη συνέχεια ήρωες, πολλοί από αυτούς αφανείς.
ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ
Για τη φύση της ημερολογιακής καταγραφής έχουν ειπωθεί πολλά και ενδιαφέροντα: αλληλοσυγκρουόμενα ή και αλληλοεπικαλυπτόμενα, όπως είναι φυσικό. Η πιο προφανής και αποδεκτή άποψη αφορά το γεγονός ότι το ημερολόγιο, συνήθως, γράφεται από την ανάγκη περισυλλογής ενός υλικού που μας περιμένει σχεδόν έτοιμο μπροστά μας και κινδυνεύει να χαθεί χωρίς τη δική μας επέμβαση. Ολα τα άλλα έπονται... Δηλαδή το εξής... ένα: η τάση μας να δημιουργήσουμε στιλ μέσω αυτής της διαδικασίας. Να κάνουμε, με άλλα λόγια, λογοτεχνία έστω και αν, σε ένα πρώτο επίπεδο, έχουμε την πρόθεση απλώς να παγώσουμε το χρόνο, να «φωτογραφίσουμε» το περιστατικό που κινείται έτοιμο να απολεσθεί.
Εάν, όμως, συμβαίνει οι περιστάσεις να επιβάλλουν μία φόρμα δημιουργημένη από την ανάγκη ενός είδους «αυτόματης γραφής» ελλείψει χρόνου (οι σημειώσεις των μελλοθανάτων, ας πούμε, είναι ένα καλό παράδειγμα), από το επείγον για μία άπαξ αποτύπωση του γεγονότος, τότε το πληροφοριακό υλικό, η μαρτυρία, βαραίνουν εξουδετερώνοντας τα άλλα στοιχεία του συγκεκριμένου είδους γραφής. Σ' αυτή την περίπτωση, μάλιστα, η σχέση μας με ό,τι ονομάζουμε αισθητική συσκοτίζεται, το βάρος του «πραγματικού» αποκτά δική του αυτονομία, η οποία παρέχει στον αναγνώστη αισθήσεις αποχρώσεων μιας ιδιαίτερης ζωής, μεταμορφωμένης σε λογοτεχνία ή πολύ κοντά σε μια υπέρβαση γλωσσικού, συμβολικού τύπου.
Σε αντίθεση με όσα έλεγε η Βιρτζίνια Γουλφ για τη σχέση του εξωτερικού «τίποτα» («ουδέν το αξιόλογον», γράφαμε πολλές φορές στις σελίδες του μαθητικού μας, υποχρεωτικού ημερολογίου κάποτε) και του θανάτου, όπως ήδη ανέφερα, το φάσμα της απώλειας ωθεί στην έσχατη απεικόνιση των διαδραματιζομένων: είναι γνωστή η ιστορία του Ιάπωνα επιβάτη ενός αεροπλάνου που, ενώ έπεφτε, ο πρώτος με αγωνία κατέγραφε το περιστατικό και τα συναισθήματά του (το τετράδιό του βρέθηκε στα συντρίμμια).
Ο Νίνος Φένεκ Μικελίδης (καθιερωμένος πλέον κριτικός κινηματογράφου) δημοσιοποιεί ύστερα από 45 χρόνια το νεανικό του «ημερολόγιο φυλακής», όταν 19χρονος, στα 1955, εκρατείτο από τους Αγγλους στην Κύπρο, ως ύποπτος για εναντίον τους ενέργειες, στην περίοδο της αντιαποικιοκρατικής κινητοποίησης της πλειονότητας των κατοίκων της νήσου. Ο συγγραφέας του ημερολογίου είχε συλληφθεί με βάση το νόμο 26, που καταργούσε το Habeas Corpus, και έτσι ελεύθερα οι βρετανικές αρχές μπορούσαν να φυλακίζουν χωρίς ιδιαίτερα στοιχεία Ελληνοκύπριους για ανεξέλεγκτο διάστημα.
Τα κείμενα που παρατίθενται γράφτηκαν μεταξύ της 30ής Σεπτεμβρίου 1955 και της 9ης Μαρτίου 1956 σε δύο τόπους κράτησης: στο παλιό κάστρο της Κερύνειας και στο στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς, σε μια περιοχή κοντά στη Λευκωσία.
Ο Μικελίδης, φέρελπις ποιητής εκείνη την περίοδο και λάτρης του κινηματογράφου, μαρξιστής επίσης και οπαδός του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, είχε κατηγορηθεί για ανάμιξη σε βομβιστική ενέργεια στο Ραδιοφωνικό Ιδρυμα. Αν και δεν είχε προκύψει εις βάρος του καμία αποχρώσα ένδειξη, οι Αγγλοι τον κράτησαν έγκλειστο 6 μήνες, περίπου.
Το μέτρο της φυλάκισης, συν τοις άλλοις, ήταν εξουθενωτικό, διότι χρησιμοποιούσε το σκληρό όπλο του παιχνιδιού με το χρόνο, με την έννοια του ότι η αόριστη διάρκεια της κράτησης μπορούσε να κάμψει οποιαδήποτε ψυχοδιανοητική αντίσταση του εγκλείστου... Η πιθανότητα της χειρότερης μοίρας, που σοβούσε ανά πάσα στιγμή, ήταν βασανιστική για τους δεσμώτες και πολλαπλασίαζε το μαρτύριό τους.
Ο νεαρός διανοούμενος Μικελίδης, κάπως μονήρης και μετρημένος εκ φύσεως, καθώς και στόχος πολλών αντικομμουνιστών συγκρατουμένων του, είναι ελαφρώς «αποσυρμένος» στα ενδότερά του, γράφει και διαβάζει ανελλιπώς. Ενας από τους καρπούς των ενασχολήσεών του είναι το υπό σχολιασμόν ημερολόγιο, το οποίο καταγράφει, σχεδόν μέρα προς μέρα, όσα συμβαίνουν γύρω και εντός του συγγραφέα του...
Το ημερολόγιο δεν επιφυλάσσει στο διηνεκές μόνο για το δημιουργό του την ηδονή της επανασύνδεσης με το «χαμένο χρόνο», με το άρωμα εκείνο των σπασμών ενός κόσμου που εκ των υστέρων τον νιώθει, μέσω της μνήμης, να κινείται χορευτικά σε μία αχλύ αιωνιότητας. Η γραφή αυτή με την οποία κατάφερε να αποσπάσει από το βιωμένο γεγονός ένα θραύσμα, είναι ανοιχτή μπροστά του, κάτοπτρο πολύτιμων σκιών.
Ο μέγας κίνδυνος που παραμονεύει από την τόσο συναισθηματική σχέση του συγγραφέα και των ημερολογιακών σημειώσεών του είναι αυτονόητος: αυτό που θα προκύψει, κάποτε, αν και πολύ προσωπικό (το μπαγιάτικο φαγητό μιας ειδικής διατροφής, που ελάχιστα ενδιαφέρει τους άλλους), βγαίνει στο φως και πέφτει στο -αναμενόμενο- κενό.
Αλλά αγαθή τύχη ευλογεί το είδος της συγκεκριμένης «μαρτυρίας»: οι τρίτοι, που γνωρίζουν «από πρώτο χέρι» όσα περιγράφει το πληροφοριακό κείμενο, ενδιαφέρονται το ίδιο συναισθηματικά με τον καταγραφέα για όσα αυτός καταθέτει και έτσι συμμετέχουν σχηματίζοντας ένα ...αντιλογοτεχνικό μέτωπο, αδιαφορώντας, δηλαδή, για την αισθητική της κατάθεσης... Τα περιγραφόμενα είναι μέρος της ζωής τους (ποιος μεγάλωσε στη δεκαετία του '50 σε Ελλάδα και Κύπρο και δεν θυμάται με ρίγη τον μπερέ του αρειμάνιου μυστακοφόρου Γρίβα-Διγενή, τις εικόνες του Καραολή και του Δημητρίου;). Αρα ο συγγραφέας του ημερολογίου έχει το άλλοθι: πρώτον ότι δεν είναι υποχρεωμένος να είναι λογοτέχνης και δεύτερον ότι δεν είναι νάρκισσος που απολαμβάνει τις αναμνήσεις του αλλά ένας πληρεξούσιος του δημοσίου αισθήματος, της συλλογικής μνήμης...
Έχουν, όμως, έτσι τα πράγματα εν προκειμένω; Όχι, διότι ο Μικελίδης κατορθώνει με μια μαγική αθωότητα να μεταφέρει στις σελίδες του ένα υλικό που βρίσκεται αιωρούμενο ανάμεσα στο συλλογικό (δημαγωγικό) και στην προσωπική μυθολογία. Φυσικά -το είδος το απαιτεί- η (εξωκειμενική;) πληροφορία ότι η γραφή προέρχεται από έναν 19χρονο, πολιτικά «φανατικό», λειτουργεί θετικά υπέρ του κειμένου και μας ωθεί να αποδεχθούμε έναν ορισμένο κόσμο ρητορειών, καλών αισθημάτων, που υπηρετούν όμως την ανάγκη μας να ανασυντεθεί μια «νεορομαντική» εποχή. Ο Ν.Φ.Μ. καλλιεργεί, εκτός των άλλων, μια ορισμένη «πολιτική» γλώσσα, η οποία συναρθρώνεται, εν τέλει, με απαιτήσεις ...λογοτεχνικές, με την παράμετρο της τάσης του για αποτύπωση του καθημερινού, του «σωματικού», του ελάχιστου.
Διαφορετικά: η αντίθεση ή μάλλον η σύνθεση που υπάρχει στα κείμενά του ανάμεσα στο «πολιτικό» στοιχείο, το οποίο υπαγορεύει υψηλούς τόνους, και στη σκιαγράφηση του άμεσου και χθαμαλού (από την ονείρωξη μέχρι την αποπάτηση), εκβάλλει στην περιοχή της λογοτεχνίας. Έτσι, το πρώτο στοιχείο αρμόζει στο μόρφωμα που σχηματίζεται: η πολιτική γλώσσα του Μικελίδη ταιριάζει σε ένα νεαρό «εξεγερμένο» και έτσι, η αισθητική της αμετροέπεια κολάζεται...
Ο Κάφκα κράτησε ημερολόγιο για να εξορκίσει την αγωνία του, η Γουλφ για να το εντάξει στη φιλοσοφία της περί της γραφής: καθένας τους για διαφορετικούς σκοπούς. Ένα σωρό άλλοι συγγραφείς ημερολογίων δηλώνουν ποικίλες προθέσεις όσον αφορά το εγχείρημά τους. Όλα, πάντως, τα ημερολογιακά κείμενα, όπως είπαμε στην αρχή, μοιραία κρίνονται ως λογοτεχνικά έργα. Ο Ρολάν Μπαρτ έλεγε ότι «οι σκοποί που αποδίδονται κατά παράδοση στο προσωπικό ημερολόγιο συνάπτονται με τις αρετές και την εγκυρότητα της «ειλικρίνειας». Η ψυχανάλυση, όμως, καθώς και η κριτική που άσκησε ο Σαρτρ στην κακή πίστη, όπως τέλος και η ίδια η μαρξιστική κριτική των ιδεολογιών, απέδειξαν τη ματαιότητα της εξομολόγησης: η ειλικρίνεια είναι ένα είδος δευτεροβάθμιας φαντασίας. Όχι, ο λόγος ύπαρξης ενός προσωπικού ημερολογίου δεν μπορεί παρά να είναι αυστηρά λογοτεχνικός, ακόμα και με τη νοσταλγική έννοια του όρου...».
Ο Μικελίδης, πέρα από την εξομολογητική του διάθεση, έχει το ατού ότι προσπαθεί να επιβιώσει μέσω της γραφής, δεν διαθέτει άλλη λύση. Συντροφιά με το σημειωματάριό του αντιμετωπίζει την πραγματικότητα συμβολοποιώντας την. Το εγχείρημά του συντρέχει και η ...έξωθεν βοήθεια: τα κείμενα των άλλων συγγραφέων. Στο ημερολόγιο, εκτός από τα πολιτικά νέα και τα γεγονότα της φυλακής, καταγράφονται στίχοι διαφόρων ποιητών, που διαβάζει ο Μ., αποσπάσματα πεζών, δοκιμίων, κρίσεις για όλ' αυτά, λογοτεχνικές ειδήσεις, πληροφορίες για τις δικές του ποιητικές επιδόσεις κ.λπ. Δίπλα στην κλονιζόμενη εμπράγματη ζωή, μία άλλη (ίσως η πιο μόνιμη) αιμοδοτεί με το φαντασιακό της το σκηνικό. Το συνολικό «κείμενο» (έργο και συγγραφέας, δηλαδή), συντίθεται εν τέλει με τη συγκεκριμένη διακειμενικότητα.
Ένα από τα αξιοπερίεργα της λογοτεχνίας είναι και το προηγούμενο φαινόμενο το οποίο συναντάμε συχνά: ένα μεγάλο μέρος του σώματος ενός έργου (κάποτε και ολόκληρο το έργο) να δομείται με βάση «ξένα υλικά». Στην περίπτωση του Μικελίδη έχουμε μία συγκινητική χειρονομία: ο συγγραφέας καταφεύγει υπό την «ομπρέλα» άλλων διανοημάτων όχι για να δανειστεί υστερόβουλα από την ξένη σκέψη αλλά για να δεχθεί στις δύσκολες στιγμές του την προστατευτική θωπεία άλλων ταλέντων: χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το αποτέλεσμα είναι υβριδιακό. Κάθε άλλο.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 06/04/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις