Μαύρη άνοιξη
Περιγραφή
Ανάμεσα στους δύο αιχμηρούς ογκόλιθους, τους παλλόμενους και κοχλάζοντες Τροπικούς του, ο Χένρι Μίλερ στη Μαύρη Άνοιξη επιχειρεί μια περιδιάβαση στο παρελθόν, ένα πέρασμα σε όσα άλλοτε τον συγκίνησαν, μια εξόρυξη πετραδιών ευαισθησίας που θα σπεύσει να τα κονιορτοποιήσει, να τα περιβάλει με σαρκασμό, σκληρότητα, ωμότητα, να τα εμβαπτίσει στο βόρβορο, να τα εκθέσει, θαρρείς και είναι μέρη και μέλη του ατελιέ του δημιουργού, ένα είδος τεκμηρίων για το πώς σκέφτεται και γράφει, για το πώς συνθέτει, πάντα από θραύσματα και ακανόνιστες ψηφίδες, την κοσμοαντίληψή του και τους τρόπους έκφρασης αυτής ακριβώς της κοσμοαντίληψης...
Tα κείμενα της Μαύρης Άνοιξης [...] είναι αναγνώσματα καμωμένα από καταβυθίσεις στο Χθες, από περιπάτους στο Σήμερα, από παραληρήματα για το Αύριο. Είναι ελεγεία για έναν κόσμο αθωότητας που χάθηκε ανεπιστρεπτί, είναι ανησυχητικά προανακρούσματα ενός χάους που επέρχεται, είναι, συνάμα, ξεχαρβαλωμένοι ψαλμοί για την ανάγκη τού να ζεις το παρόν με όλο σου το είναι, λες και δεν υπάρχει καμία άλλη ευοίωνη διέξοδος. Κι ακόμα είναι σπαρακτικές προσπάθειες να ανακαλυφθεί ομορφιά μες στις χαίνουσες πληγές, τους οχετούς, την αθλιότητα.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Κριτική:
Χένρι Μίλερ: αυτοβιογραφικό υλικό σε παραληρηματική συσκευασία
Γινόταν ένα με τη γραφομηχανή
Στη «Μαύρη Άνοιξη» ο Χένρι Μίλερ βάζει λιγότερο σεξ, λιγότερη πρόκληση αλλά περισσότερο συγγραφικό πυρετό
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑ ΤΟΥ
ΜΙΛΕΡ ΕΙΝΑΙ ΙΣΧΥΡΟ. ΣΤΗ «ΜΑΥΡΗ
ΑΝΟΙΞΗ» ΣΥΝΔΥΑΖΕΙ ΑΥΘΕΝΤΙΚΕΣ
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΣΚΗΝΕΣ, ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ,
ΕΚΤΡΟΠΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ
ΣΤΟΧΑΣΜΟΥ, ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΗ ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ
ΚΑΙ ΩΜΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ.
ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΑΝΤΕΧΟΥΝ ΤΟ ΚΑΤΑΙΓΙΣΤΙΚΟ
ΥΦΟΣ, ΤΟΝ ΑΣΙΓΑΣΤΟ
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΡΥΘΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΟ
ΝΤΕΛΙΡΙΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
O Χένρι Μίλερ (1891-1980) είναι συγγραφέας που προκαλεί ισχυρή αναγνωστική αντίδραση. Αρέσει ή προκαλεί απέχθεια- σχεδόν ποτέ αδιαφορία. Αυτό οφείλεται στο ισχυρό συγγραφικό του αποτύπωμα. Προκλητική γλώσσα, παραληρηματικές εκτροπές, διαρκή ραπίσματα στον αναγνώστη. Ο Μίλερ βρίσκεται στον αντίποδα του σιδερωμένου λόγου και του συγγραφικού καθωσπρεπισμού. Μπορεί να έγινε αναγνωστική μόδα στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ΄60, όμως νωρίτερα τα βιβλία του είχαν απαγορευτεί ως πορνογραφικά- απαγόρευση που ίσχυσε και σε άλλες χώρες.
«Είμαι από την κορφή ώς τα νύχια άνθρωπος της πόλης», διατεινόταν ο συγγραφέας. «Απεχθάνομαι την εξοχή, όπως απεχθάνομαι τους κλασικούς». Ο Μίλερ γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και έζησε μεταξύ Νέας Υόρκης και Παρισίων. Όμως η Νέα Υόρκη των βιβλίων του δεν είναι η αστική Νέα Υόρκη της Έντιθ Γουόρτον. Είναι η πόλη των μεταναστών, ένα πολυσυλλεκτικό πολύγλωσσο καζάνι, που κοχλάζει.
Η « Μαύρη Άνοιξη » γράφτηκε το 1936, δυο χρόνια μετά τον « Τροπικό του Καρκίνου ». Μαζί με τον « Τροπικό του Αιγόκερω » αποτελούν μια άτυπη τριλογία. Όμως στη « Μαύρη Άνοιξη » υπάρχει λιγότερο σεξ και λιγότερη πρόκληση. Λιγότερη δράση και λιγότερη βία. Η αφήγηση δεν εκτυλίσσεται στο απόλυτο και παντοδύναμο παρόν. Ο αφηγηματικός χρόνος διαστέλλεται και εκτείνεται. Ο αφηγητής επιχειρεί παλίνδρομες κινήσεις εντός του.
Ντελίριο
Τι πραγματεύεται η « Μαύρη Άνοιξη »; Ο Μίλερ μιλά για τα παιδικά του χρόνια στο Μπρούκλιν, για τη φτώχεια, για τον ράφτη πατέρα του, για τους παλαβούς και λαμπερούς ταυτόχρονα ανθρώπους της γειτονιάς. Μιλάει όμως και για τη δημιουργική φαντασία του καλλιτέχνη, τον τρόπο που η ζωή λειτουργεί ως συγγραφικό καύσιμο. Το θερμό αυτοβιογραφικό υλικό αναμειγνύεται με ατελείς σκέψεις, φιλοσοφικές εκτροπές, εικόνες και σύμβολα. Κι όλα αυτά παρατίθενται χωρίς συγγραφικό σχέδιο, με έναν εμπαθή αφηγητή σε συνειρμικό ντελίριο.
Άλλωστε, ο Μίλερ πίστευε στον συγγραφικό αυτοσχεδιασμό. Για τον συγκεκριμένο συγγραφέα, το γράψιμο ήταν αυτόματη πράξη. Η αφηγηματική ροή δεν ανακοπτόταν από το φίλτρο της συνείδησης. Οι μελετητές αναφέρουν ότι ο Μίλερ, όσο έγραφε, γινόταν ένα με τη γραφομηχανή, κανονικός «κένταυρος». Δούλευε με συγγραφικά ξεσπάσματα, ορατά στο τελικό αποτέλεσμα.
Έτσι λοιπόν, η « Μαύρη Άνοιξη » είναι ένα βιβλίο γραμμένο σε συγγραφικό πυρετό. Ο καταιγιστικός του ρυθμός, το οιδαλέο ύφος, η συνειρμική ανάπτυξη του λόγου, το αφηγηματικό ντελίριο συγχύζουν τον αναγνώστη. Συχνά η γλώσσα προηγείται του στοχασμού και τον παρασέρνει. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου είναι γραμμένο με διαφορετικά δολώματα και τεχνάσματα, σε διαφορετικό ρυθμό λόγου, γεγονός που δημιουργεί την εντύπωση ύφους σε τρικυμία.
«Για μένα το βιβλίο είναι ο άνθρωπος και το δικό μου το βιβλίο είναι ο άνθρωπος που έχω γίνει», δηλώνει ο Μίλερ (σ. 35). Αναπτύσσει δαιδαλώδεις εμπύρετες προτάσεις και οργανώνει μακροσκελείς καταλόγους λέξεων- μια τεχνική που απαντά στα κείμενα της αρχαιοελληνικής λογοτεχνίας, αλλά παραγνωρίζεται από τους σύγχρονους συγγραφείς. Μιλά για τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, για το διάβασμα, τη ζωγραφική και τη ζωή, για τον τρόπο με τον οποίο η παιδική ηλικία διαμορφώνει το συγγραφικό βλέμμα. Άλλωστε ο καταιγισμός λέξεων, εικόνων, σκέψεων κατατείνει σ΄ αυτό ακριβώς: στην αποκάλυψη του συγγραφικού μηχανισμού, πίσω από όλα όσα απορροφά το μάτι και ζει το σώμα.
Πυκνή γλώσσα
Στη « Μαύρη Άνοιξη » ο Μίλερ εγκαταλείπει κάθε μυθοπλαστικό πρόσχημα και εγκαταλείπεται στον ελεύθερο συνειρμό. Με τον τρόπο αυτό, κατασκευάζει ένα αφηγηματικό κολάζ: πρόσωπα, γεγονότα, εικόνες, σκέψεις και στοχασμοί, πεζολογημένοι στίχοι αντικρύζονται και μείγνυνται στις σελίδες του. Ο μεταφραστής αποδίδει τον πυρετό του κειμένου, τα σκαμπανεβάσματα του ύφους και των αισθημάτων.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που θα προκαλέσει αναγνωστική ζάλη, ακόμα και δυσανεξία, στον αναγνώστη που επιθυμεί συγγραφικό σχέδιο, πλοκή, γλωσσική ψυχραιμία. Η υπερβολή και το υφολογικό οίδημα μπορεί να προκαλέσουν αναγνωστική απέχθεια. Σήμερα πια, φαντάζουν συγγραφικώς αφελή.
Ο κόσμος του Μίλερ, η αποτύπωση προσώπων και τόπων, καθώς στροβιλίζεται παραληρηματικά, μεταφέρει την ακαριαία σύλληψη και την πυκνή γλώσσα της ποίησης στην πεζογραφία. Ο Μίλερ μιλά για, την τάξη του και τους ανθρώπους της γειτονιάς του. Αναφέρει την παραφρονημένη θεία Μέλια. Μιλά με κρύα καρδιά για τη μάνα του. Μιλά για βιβλία που αγάπησε, για το Παρίσι, για γυναίκες που παντρεύτηκε, για γυναίκες που πήδηξε, για συφιλιδικούς φίλους. Το αφηγηματικό υλικό είναι το πρόσχημα, η αφορμή για να εξορυχτούν- ή μάλλον να αναπηδήσουν- η ξέφρενη γλώσσα και οι ακαπίστρωτες σκέψεις του συγγραφέα.
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΓΚΑΖΙΑ
Η αναγνωστική πρόσληψη, κυρίως η αναγνωστική δυσανεξία, παρουσιάζουν ενδιαφέρον, ιδίως όταν αφορούν παλαιότερα κείμενα. Αρκετά συχνά η επαναστατική φόρα και ο συγγραφικός οίστρος, μετά από χρόνια, φαντάζουν χωρίς αντικείμενο. Άδικο, ίσως.
Πιθανόν είναι η μοίρα βιβλίων που επιζητούν να εμβολίσουν τους αναγνώστες και την εποχή. Τα παραληρηματικά συγγραφικά γκάζια αποδεικνύονται αναγνωστικώς επικίνδυνα.
Βέβαια, είναι πιο εύκολο να τιθασεύσεις ένα άλογο που καλπάζει, παρά να ξεσηκώσεις ένα ετοιμοθάνατο. Η γραφή του Μίλερ ανήκει στην πρώτη κατηγορία.
Σοφία Νικολαΐδου, www.snikolaidou.gr, Τα Νέα, 29/6/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις