Ήσυχες μέρες στο Κλισί ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Έκπτωση
13%
Τιμή Εκδότη: 9.17
8.00
Τιμή Πρωτοπορίας
+
374963
Συγγραφέας: Μίλερ, Χένρυ
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:150
Μεταφραστής:ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2005
ISBN:2229603758066

Περιγραφή


[…] Απίθωσε τα χρήματα στο κομοδίνο, δίχως να τα μετρήσει και, σκύβοντας πάνω μου, με φίλησε στο κούτελο. «Σπαθί είσαι» είπε. Έμεινε έτσι, σκυμμένη πάνω μου, κοιτώντας με κατάματα με βουβή, καταπνιγμένη ευγνωμοσύνη, και μετά με φίλησε στο στόμα, δίχως πάθος μα με απίστευτη ηδύτητα, αργά, αβίαστα, σάμπως για να μου κοινωνήσει την τρυφεράδα της που δεν κατάφερνε με λέξεις να μεταδώσει και που ήτανε τόσο ντελικάτη ώστε δεν ήθελε να την εκφράσει προσφέροντάς μου το κορμί της […].



Στην αυτοβιογραφική αυτή αφήγηση, που αποτελεί ίσως την καλύτερη εισαγωγή στο magnum opus του Χένρι Μίλερ, τον Τροπικό του Καρκίνου, θίγονται όλα τα θέματα που απασχόλησαν τη ζωή και τη σκέψη του μεγάλου αμερικανού συγγραφέα. Έτσι στις σελίδες του διαβάζουμε για τη φιλία μεταξύ δύο ανδρών και τις ατέρμονες συζητήσεις τους, που όσο ξαλαφρώνουν την ψυχή άλλο τόσο τροφοδοτούν το πνεύμα· την άσκοπη περιπλάνηση στο πανέμορφο Παρίσι, κατά την ένδοξη δεκαετία του ’30, στην καλύτερη στιγμή του, όταν τα πιο συναρπαστικά πνεύματα του δυτικού κόσμου βρίσκονταν εκεί· την αγάπη και την ερωτική πράξη, δοσμένες με τον μοναδικό τρόπο που ο Χένρι Μίλερ σχεδόν εκ του μηδενός δημιούργησε και εξαίσια χρησιμοποίησε· την τεμπελιά και την ποίηση της καθημερινής ζωής· τις γυναίκες: τις φίλες και τις άγνωστες, τις παλαβές και τις απελπισμένες, τις πόρνες και τις σερβιτόρες, τις επικίνδυνες και τις αγαπημένες· την πράξη της συγγραφής και τη γόνιμη συγγραφική απραξία· την ελευθερία και την πιο αδιαπραγμάτευτη χρήση της – το μέγιστον μάθημα.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)







ΚΡΙΤΙΚΗ



Δεν ήταν μόνον, βέβαια, ο Ντάρελ εκείνος που «αμφισβήτησε» την ποιότητα της τέχνης τού Χένρι Μίλερ, αλλά πλείστοι όσοι ομότεχνοι, κριτικοί και αναγνώστες. Και καλά, ο συγγραφέας του Αλεξανδρινού κουαρτέτου «απορρίπτει» τη μιλερική πρόζα ρητορικά, για να μας πει παρακάτω ότι ο δημιουργός των περίφημων αλητογραφημάτων που ανέτρεψαν πολλά στερεότυπα της πεζογραφικής παράδοσης παγκοσμίως, ήταν μια μοναδική περίπτωση: μια ξεχωριστή λογοτεχνία από μόνος του.

Οι άλλοι, όμως, που πραγματικά διατύπωσαν αντιρρήσεις για τις προτάσεις τής περίπου «καταραμένης» γραφής τού Μίλερ, εννοώντας τες απολύτως, στηρίχτηκαν πολύ πειστικά, από την πλευρά τους, στην άποψη ότι ο μυθιστοριογράφος (και δοκιμιογράφος) αυτός υπηρέτησε μία πρόζα απερίφραστη. Κόντρα στο εκφραστικό ζητούμενο της τέχνης, που είναι ο υπαινιγμός και η αφαίρεση.

Εδώ που τα λέμε δεν είχαν άδικο γενικά... Μόνο που η περίπτωση Μίλερ μπορεί να ενταχθεί στις εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Γιατί η παραληρηματική γραφή του, που προσπάθησε, ακόμα και αυτοκαταστροφικά, να αντικαταστήσει τη μαγεία της τέχνης με την «ποίηση» του σώματος και της ζωής, πρόσφερε την άποψή της με μία ανεπανάληπτη, ιδιοπρόσωπη μουσική. Προσπαθώντας, θα έλεγε, κανείς να εξορκίσει ακριβώς ό,τι καλλιεργεί με τις ελλείψεις και τις πλαγιοκοπήσεις της η «άλλη» πρόζα, του Προυστ ή του Τζόις, που ρηματικά μισούσε ο Μίλερ.

Επιπλέον στο βάθος της η φωνή τού Μίλερ έχει μια έντονη θρησκευτικότητα, από το ηχείο της ακούγονται εκκλήσεις σωτηρίας. Πίσω από το ανενδοίαστο της πρόσοψης, τη σπατάλη του άμεσου και ενστικτώδους, υπάρχει η εγρήγορση του λεπτουργού, η ευαισθησία μιας συνείδησης απόλυτα αφιερωμένης στις λέξεις και τις χίμαιρες της τέλειας απόδοσης του νοήματος.

Χαρακτήρισαν, επίσης άδικα, τον πληθωρικά «μετωπικό» αυτό συγγραφέα έναν αδιόρθωτο ερασιτέχνη (λες και υπάρχουν κανόνες γραφής...), που δεν ξέρει, δήθεν, να συνθέτει εκτενείς φόρμες. Και όντως, ο Μίλερ αδιαφορούσε τελείως για το τι σημαίνει plot ( σχέδιο, πλοκή) κατασκευάζοντας μιαν αφήγηση. Εκείνος, από την άλλη, το μόνο που έκανε, και προς τιμήν του, ήταν να επιβάλλει το Εγώ του, τον ίδιο του τον εαυτό στα κείμενά του, καλλιεργώντας με επίμονο πάθος ένα είδος αυθιστορήσεων, παίρνοντας επάνω του, όπως έλεγε και ο Ντάρελ, την ευθύνη όσων έγραφε.

Ρομαντικός, λοιπόν, λογοτεχνικά, και εξπρεσιονιστής επίσης, πρόβαλε τους φόβους, τις εμμονές και τις φαντασιώσεις του σε έναν κόσμο που έπρεπε να δίνει την πρώτη θέση στην επιθυμία, την ηδονή και την απόλαυση του εφήμερου. Και επειδή όλα αυτά περνούσαν μέσα από τον αποστακτήρα των λέξεων, από μια φίνα αίσθηση της γλώσσας, η οποία, καίτοι έδειχνε να υποτάσσεται στην προφάνεια μιας θεματολογίας γεμάτης εκκρίσεις, καταπόσεις, ουρανίσκους, υπογάστρια και συνουσίες, κατόρθωνε μυστηριωδώς να λικνίζεται ατμοσφαιρική και αθώα.

Αυτή η παιδικότητα που προέκυπτε μέσα από τη μιλερική διατύπωση, αναμφίβολα έχει να κάνει με την ανυποχώρητη αφοσίωση του υποκειμένου σε κάτι διαφεύγον: στο φάντασμα μιας εσωτερικής ελευθερίας, ενός ποιητικού πεδίου, πέρα από τη δέσμευση του σωματικού. Νιώθει κανείς ότι συμβαίνει το ίδιο σε κάποιους σουρεαλιστές, στην ανατρεπτικότητα των οποίων πίστεψε βαθιά ο Μίλερ, στον Μπουνιουέλ, για παράδειγμα. Ο δημιουργός τού Ανδαλουσιανού σκύλου, φιλμ που θαύμαζε ο κινηματογραφόφιλος Μίλερ, καίτοι ύμνησε την ιδέα του σώματος, ένιωσε αληθινά απελευθερωμένος μόνον όταν κόπασαν στα γεράματα οι ορμές του (δες την αυτοβιογραφία του τελευταίου...).

Το Ησυχες μέρες στο Κλισί είναι ένα σύντομο σχετικά, δίπτυχο πεζό, γραμμένο το 1940 και επεξεργασμένο στη δεκαετία του '50, που λες ότι έχει ξεφύγει από τον Τροπικό του Αιγόκερω. Εκφραστικά και θεματολογικά κινείται στο ίδιο κλίμα με το θρυλικό «πορνογράφημα», που για πολλούς επαναπροσανατόλισε πολλούς συγγραφείς.

Με πλαίσιο πάλι το Παρίσι του Μεσοπολέμου και τις αγαπημένες στο συγγραφέα του περιοχές γύρω από τη Μονμάρτρη, το μυθιστόρημα κατατρύχεται από τις γνωστές μιλερικές προσηλώσεις στην καθημερινή αλητεία, την αίγλη του άμεσου, τη σωματική ηδονή. Τούτη η μικρή, αγωνιακή στο βάθος, ελεγεία στο απτό σίγουρα δεν καταρρέει, παρά το διακρινόμενο άγχος/ άλγος του δημιουργού της, από τη βάσανο του χρόνου (να τον προλάβει κανείς βουτώντας στις ηδονές...), διότι μέσα από τη θαυμάσια χημεία της γραφής επικρατεί τελικά η χαρά τού ζην ασχέτως περισπασμών.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Μίλερ δεν δείχνει να ενοχλείται από την επανάληψη του ίδιου, συνθέτοντας τους γνωστούς του αίνους στην τεμπελιά και την κραιπάλη (τα μοτίβα του είναι περίπου τα ίδια με των Τροπικών), γιατί πιστεύει ότι η ζωή, ως ευρύτερο φαινόμενο από την τέχνη, σε κάθε της όψη/ κίνηση είναι και μία φανέρωση. Οπότε ως συγγραφέας οφείλει να αποδείξει του λόγου το αληθές, και τα καταφέρνει θαυμάσια. Αντιφατικό και οξύμωρο αυτό, δηλαδή να είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αξία της υλικής απόλαυσης και της απελευθέρωσης από τη δουλειά μέσα από τη ...συγγραφική εργασία. Τέλος πάντων, το θέμα είναι ότι η γλώσσα του ρέει, ο ύμνος στη ζωή αναμέλπεται καθαρός και καθηλωτικός. Η μαγεία της τέχνης τού «βάρβαρου», αυτού που ήξερε, όμως, να αποστάζει τις λέξεις με ποιητική μαεστρία, είναι αποδοτική.

Φυσικά, και πάλι δεν μπορούμε να μιλάμε για στόρι, για πλοκή. Το βλέμμα του ίδιου του Μίλερ ( σκέφτεται κανείς πόσο τον έχει αντιγράψει ο Μπουκόφσκι...) τα υποκαθιστά όλα. Το βίωμα προέχει, ως μια υπόθεση πρωταρχική, έκνομη λογοτεχνικά, με τους δικούς της κανόνες στρατηγικής και επιταγές. Ο Μίλερ και ένας Τσέχος φίλος του ζουν ως μποέμ σε κάποιο μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της «πόλεως του φωτός» και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να κυνηγούν τις απολαύσεις: χωρίς όρια και όρους, πέραν Καλού και Κακού, για να θυμηθούμε τον Νίτσε, το ίνδαλμα, εξάλλου, του Μίλερ.

Εάν καταλογίζουν ( ακόμα) ορισμένοι κριτικοί ανηθικότητα στις χειρονομίες τού Μίλερ θα πρέπει να σκεφθούν ότι ο νιτσεϊκός αυτός συγγραφέας λειτούργησε άριστα σε ένα επίπεδο αυτοπέρβασης σε μια ανοιχτή και «χαρούμενη» συνομιλία με το σώμα του...

Ο Ντάρελ, επίσης, έλεγε πολύ εύστοχα ότι ο Μίλερ κινείται προς τη ζωή, χωρίς τις πουριτανικές αναστολές, π.χ., του Λόρενς, συγγραφέα του Εραστή της λαίδης Τσάτερλι, με τόση αγάπη γι' αυτήν, ώστε την παραμορφώνει... Χωρίς να είναι ψυχολόγος, αλλά ποιητής δραματικότητας, παθιάζεται από διάφορες ατμόσφαιρες διαθέσεων, από τις λεπτομέρειες ενός πλάσματος και μιας επαφής, προτείνοντας διάφορες σκηνοθεσίες, στις οποίες, όμως, να το επαναλάβω, προέχει ο συγγραφέας γλώσσας: όσο και αν αυτό ακούγεται παράξενα. Πίσω από τις φράσεις του υπάρχει το φροντισμένο εργαστήριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μίλερ είχε αντιρρήσεις για την κάπως ατημέλητη γλώσσα του Κέρουακ στην περίπου όμοια, αν και ασφαλώς πιο ήπια, αλητογραφία του τελευταίου.

Ο Γιώργος - Ικαρος Μπαμπασάκης σε μεγάλη μεταφραστική φόρμα, απέδωσε με οίστρο αυτό το μικρό δοξαστικό στην καθημερινή απόλαυση, που ως ένα ακόμα γραπτό του Μίλερ σε αναγκάζει, εκτός των υπόλοιπων παραμέτρων, να αποδεχθείς τη γνωστή άποψη ότι «πορνογραφία είναι η ηθική των άλλων».



ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 04/03/2005

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!