0
Your Καλαθι
Εικόνες Ελλήνων και Τούρκων
Σχολικά βιβλία, ιστοριογραφία, λογοτεχνία και εθνικά στερεότυπα
Περιγραφή
Πώς μας βλέπουν οι Τούρκοι; Πώς εκλαμβάνουν τον Έλληνα, την ελληνική πραγματικότητα, το παρελθόν και το παρόν των σχέσεών μας; Υπάρχουν πολλές μελέτες που αναφέρονται στον «Αλλο», έλειπε όμως μια μελέτη για τον Έλληνα και τον Τούρκο και για την σχέση τους στο επίπεδο των παραστάσεων και των στερεοτύπων. Αυτή η εργασία έρχεται να καλύψει το κενό, εξετάζοντας αποκλειστικά τουρκικά πρωτότυπα κείμενα. Μελετήθηκαν πάνω από εξακόσια έργα -σχολικά εγχειρίδια, βιβλία ιστορίας και ιδίως μυθιστορήματα- πάντα με γνώμονα την εικόνα του Έλληνα. Για πρώτη φορά παρουσιάζεται έτσι ανάγλυφα η «τουρκική σκέψη» σχετικά με την εθνική ταυτότητα και την ελληνική παρουσία, όπως εκφράσθηκε τα τελευταία 130 χρόνια, μέσα από έντονες ιδεολογικές αναζητήσεις και διαφορετικές πολιτικές τάσεις. Εξετάζονται επίσης, πιο συνοπτικά, οι ελληνικές παραστάσεις σχετικά με τον «Τούρκο», για να γίνει κατανοητή η δυναμική των διμερών σχέσεων.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η κατασκευή του «άλλου» και η εδραίωση στην κοινωνία της εικόνας που επιδιώκουν όσοι κατασκευάζουν τον «άλλο» φαίνεται να έχουν έναν ιδιόμορφο διαπολιτισμικό χαρακτήρα. Η υπογράμμιση των «δικών» μας αρετών και η δαιμονοποίηση του «άλλου» παρατηρούνται σε όλες τις χώρες, χωρίς ωστόσο να εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό στην κάθε περίπτωση. Είναι, πάντως, άξιο απορίας ότι τα μέρη του διπόλου «εμείς» και οι «άλλοι» περιέχει τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι οι συγκεκριμένοι «εμείς» και ποιοι οι «άλλοι». Μάλιστα, η εικόνα είναι απολύτως χοντροκομμένη: «εμείς» είμαστε οι καλοί, οι «άλλοι» οι κακοί. Το έργο της αποσαφήνισης και του εμπλουτισμού αυτών των χαρακτηριστικών το αναλαμβάνει ένα τεράστιο σμάρι λογοτεχνών, ιστορικών, συγγραφέων σχολικών βιβλίων, συγγραφέων εκλαϊκευμένων εκδόσεων, δημοσιογράφων και εκφωνητών των ΜΜΕ. Παρά τον αναμφισβήτητο ρόλο των εθνικιστικών επιταγών που οδηγούν στην κατασκευή του «άλλου», είναι προφανώς απλουστευτικό να θεωρούμε ότι το φαινόμενο έχει αποκλειστικά εθνικιστικές ρίζες. Ούτε ο κοινωνικός ρατσισμός ούτε ο φυλετικός ρατσισμός ούτε και οι ανατριχιαστικές εικόνες που δημιουργούν οι οπαδοί μιας ποδοσφαιρικής ομάδας για τους αντιπάλους τους μπορούν να ερμηνευτούν με αποκλειστικό κριτήριο το εθνικό. Παρά ταύτα, όμως, το εθνικό φαίνεται να παίζει σημαντικότατο ρόλο.
Ο Ηρακλής Μήλλας παρουσιάζει μια εξαντλητική μελέτη για την εικόνα του Έλληνα στην τουρκική ιστορία και λογοτεχνία ενώ το τελευταίο κεφάλαιο εξετάζει την εικόνα του Τούρκου στην ελληνική ιστοριογραφία και λογοτεχνία. Ο Μήλλας έχει ζήσει 30 χρόνια στην Κωνσταντινούπολη και έχει συγγράψει τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Αγκυρας. Το παρόν βιβλίο είναι το τελευταίο μιας ογκώδους και ιδιαίτερα έγκυρης εργογραφίας για διάφορα πολιτικά και πολιτισμικά θέματα της σύγχρονης Τουρκίας. Το κύριο μέρος της έρευνάς του εστιάζεται στην περίοδο μετά την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, το 1923, με κυρίαρχη τη μορφή του Κεμάλ Ατατούρκ. Το βασικό του επιχείρημα είναι πως δεν είναι δυνατό να κατανοηθεί η εικόνα του «άλλου» -στη συγκεκριμένη περίπτωση του Έλληνα- ανεξάρτητα από τις πολιτισμικές συνιστώσες που συνειδητά διαμορφώνονται για τη συγκρότηση του τουρκικού έθνους. Ένας από τους κεντρικούς άξονες αυτών των συνιστωσών είναι η «Τουρκική Ιστορική Θέση». Η θέση αυτή αποτελεί μια νέα ερμηνεία της ιστορίας του λαού, ο οποίος μέσα από το κεμαλικό εγχείρημα συγκροτείται σε έθνος. Οι Τούρκοι εμφανίζονται ως αυτόχθονες στην Ανατολία και όλοι οι αρχαίοι λαοί της Ανατολίας μετατρέπονται σε αρχαίους Τούρκους. Οι πραγματικοί φορείς πολιτισμού ήταν οι Τούρκοι και όχι οι «άλλοι», όπως λανθασμένα πιστεύουν οι Ευρωπαίοι. Η θεωρία αυτή συμπληρώνεται από τη θεωρία του Ηλίου-Γλώσσας, όπου υποστηρίζεται ότι η τουρκική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες αν όχι η αρχαιότερη. Η χοντροκομμένη εκδοχή των θεωριών εγκαταλείφθηκε μετά τον θάνατο του Κεμάλ το 1938, αλλά η επεξεργασία της είχε ήδη συντελεστεί μέσα από την τεράστια εκπαιδευτική προσπάθεια που έγινε με τη συγκρότηση του νέου κράτους αλλά και την εντυπωσιακή προθυμία ενός στρώματος διανοητών να συμβάλουν στην οικοδόμηση του νέου έθνους.
Ο Μήλλας μελετάει την επεξεργασία αυτών των θέσεων στα βιβλία ιστορίας, στα σχολικά εγχειρίδια, στα συνέδρια, στα μυθιστορήματα και, ως ένα βαθμό, στην ποίηση. Είναι μια δουλειά που εντυπωσιάζει με την πληρότητά της αλλά και με την ήρεμη αφήγηση του συγγραφέα που αποφεύγει τον εύκολο δρόμο να ειρωνευτεί τις αφελείς επεξεργασίες ή να «διορθώσει» την εξοργιστική ερμηνεία επιλεγμένων τεκμηρίων. Αντιθέτως θέλει να μας παρουσιάσει το εγχείρημα της κατασκευής μιας εθνικής ιδεολογίας και επικεντρώνεται στο θέμα της θέασης των Ελλήνων. Ο ίδιος μεταφράζει τα πολλά αποσπάσματα που υπάρχουν στο βιβλίο από τα τουρκικά.
Στη λογοτεχνία ο Έλληνας και η Ελληνίδα φέρουν όλα σχεδόν τα αρνητικά χαρακτηριστικά και εκφράζουν τις πιο απαράδεκτες συμπεριφορές. Υπάρχουν βεβαίως και εξαιρέσεις, όπως υπάρχουν και στα ελληνικά μυθιστορήματα, όπου επίσης ο Τούρκος τυγχάνει ανάλογης... περιποίησης! Οι εντελώς διαφορετικές συνθήκες της Ελλάδας και της Τουρκίας και οι αποκλίνοντες κοινωνικοί και πολιτικοί ρόλοι των κυρίαρχων ιστορικών και λογοτεχνών στις δύο χώρες δεν οδηγούν στις ίδιες εικόνες, αλλά σχεδόν πάντοτε στα ίδια χαρακτηριστικά μιας διαφορετικής κοινωνικής λειτουργίας του «άλλου». Ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει η ταξινομητική απόπειρα του συγγραφέα, ώστε να ομαδοποιηθούν οι 118 τούρκοι συγγραφείς των 446 μυθιστορημάτων, γραμμένων από το 1870 ως το 1998, που μελέτησε ο Μήλλας. Με δεδομένη τη δυσκολία τέτοιων ταξινομήσεων, ο Μήλλας, με κριτήριο το είδος των απόψεων που γενικότερα εκφράζει ο κάθε συγγραφέας για τη Δύση, το Ισλάμ, το κράτος, τους Έλληνες και τις περιοχές που ζούσαν, προχωρεί στη διαμόρφωση οκτώ κατηγοριών που θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμες και για μια συστηματική μελέτη αυτής της κοινότητας. Μιας κοινότητας τα μέλη της οποίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, συνέβαλαν αποφασιστικά στην καθιέρωση του κεμαλισμού και της επίσημης ιδεολογίας του κρατισμού.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω τρία χαρακτηριστικά της μονογραφίας που έχουν να κάνουν με το ακαδημαϊκό ήθος του συγγραφέα και τα οποία μας υπενθυμίζουν πως η συμβολή μιας μονογραφίας (θα πρέπει να) υπερβαίνει το πραγματολογικό της υλικό και την πληρότητα της έρευνας. Πουθενά ο Μήλλας δεν προβάλλει τον εαυτό του ως τον μέντορα που δίνει οδηγίες για το πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς, πώς θα μπορούσαν να διορθωθούν. Θα είχε προφανώς να μας πει πολλά, και μάλιστα κάπου παρουσιάζει αναλυτικά τον τρόπο που είχε διαμορφώσει για τη διδασκαλία ενός μαθήματος για την Ελληνική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Αγκυρας, αλλά και αυτό δεν συνιστά ένα σύνολο από «πρέπει». Ο Μήλλας πιστεύει ότι το πρόβλημα είναι εξαιρετικά σύνθετο, ότι αποτελεί συστατικό πολιτισμικό στοιχείο των δύο κοινωνιών, ότι δεν αντιμετωπίζεται μονάχα μέσα από τις συμβουλές ενός ερευνητή και ότι μόνο μέσα από τις μακροχρόνιες διαδικασίες αλλαγών στις κοινωνίες θα βρουν λύσεις αυτά τα προβλήματα. Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι ο Μήλλας είναι εξαιρετικά γενναιόδωρος στις θετικές του κρίσεις για έργα γνωστών διανοητών αλλά και για συγγραφείς μεταπτυχιακών και αδημοσίευτων εργασιών, ενώ όταν ασκεί κριτική είναι πάρα πολύ προσεκτικός και καθόλου απορριπτικός. Τρίτο χαρακτηριστικό της μονογραφίας είναι ότι ο συγγραφέας αναλύει με σαφήνεια τη διαφωνία του με την άποψη ότι όλα αυτά τα προβλήματα θα λυθούν αν αρχίσουμε να συγκροτούμε με «σωστό» τρόπο την Ευρωπαϊκή Ιστορία. Η ιδέα να γραφτούν σχεδόν τα πάντα μέσα από το πρίσμα της κοινής ευρωπαϊκής πορείας και της σημερινής πραγματικότητας της ενωμένης Ευρώπης αποτελεί μια μανία που βρίσκει όχι λίγους οπαδούς ανάμεσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Ο Μήλλας, στη διάρκεια μιας συζήτησης που θίγει και ορισμένα θεωρητικά ζητήματα της ιστοριογραφίας, μας θυμίζει τη σημασία να εμμένουμε στη συγγραφή «ιστοριών» και όχι στη συγγραφή της Ιστορίας.
Το βιβλίο αυτό είναι ένα από τα ελάχιστα δείγματα που υπάρχουν ανάμεσα στις ελληνικές εκδόσεις που μας βοηθούν να κατανοήσουμε την τόσο άγνωστη σ' εμάς κοινωνία της Τουρκίας. Ο Μήλλας αφήνει για το τέλος του βιβλίου ένα από τα πιο διεισδυτικά κείμενα σχετικά με το πλαίσιο προβλημάτων που σχετίζονται με την εθνική ταυτότητα, που εγώ, τουλάχιστον, έχω διαβάσει στα τουρκικά. Είναι η μετάφραση στα ελληνικά του προλόγου που έγραψε για την τουρκική έκδοση του εξαίσιου μυθιστορήματος της Ρέας Γαλανάκη Ο Βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά.
Κώστας Γαβρόγλου (καθηγητής Ιστορίας των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), ΤΟ ΒΗΜΑ , 17-02-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις