0
Your Καλαθι
Θεριστές Ονείρων
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Κάποιοι νέοι ονειρεύονται έναν κόσμο όμορφο. Οι πεινασμένοι λύκοι, όπως πάντα, ορμούν στην ομορφιά και τα νιάτα του κόσμου. Βάφουν τα δρεπάνια τους με αίμα. Αχόρταγοι δρόμισαν γι` αλλού. Αιώνιοι θεριστές ονείρων.
Ο διάβολος φέρνει τον όλεθρο, το αίμα ρέει σαν ποτάμι. Έκκληση για βοήθεια. Αγιάτρευτες οι πληγές της στον απάνω κόσμο. Φέρνουν τρέλα. Την αντιπαλεύει όμως. Σαν τον Διγενή στα μαρμαρένια αλώνια, παλεύει με τα άγρια θηρία του σκοταδιού. Οι απάνθρωπες συμπεριφορές πνίγουν τη φωνή της. Σιωπά, αλλά μέσα στην ήρεμη δύναμή της. Ο χάρος ορμά και θανατώνει νέους. Αυτή είναι η χαρά του. Κι ύστερα πάλι από την αρχή. Τα νεκροπούλια άρπαξαν το σπλάχνο της και η κραυγή της έφτασε ως τα σύννεφα. Η μάνα νίκησε τον χάρο. Τις πληγές της, όμως, έκανε σκαλοπάτια, ανέβηκε στον ουρανό, αντίκρισε τον γιο της να πετάει στα άσπρα σύννεφα. Έκανε τον πόνο της νύχια αετού και ξέσκισε τον στρατό του χάρου.
Καλεί τον αιθεροβάμονα ποιητή να την πάρει στο κονάκι του και να μην την αφήσει να πέσει στη γη, γιατί θα την φάνε οι άνθρωποι. Βγάζει κραυγή πόνου, πνίγεται στο δάκρυ, σέρνεται σαν κουτσό σκυλί. Της φτάνει ένα ξεροκόμματο και μία κούπα νερό, για να γίνει ένα με τη θάλασσα και τον ήλιο.
Παλεύει με τον χάρο, αλλά τη στερνή ώρα τον φοβήθηκε. Το κοινωνικό κύτταρό της όμως νικά. Καταριέται τους πλουτοκράτες, τους προειδοποιεί ότι ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα. Κλαίει για τον ξένο, που νιώθει ξένος μες στους ξένους. Δεν βλέπει ανθρώπους, αλλά κρέας σε μορφή ανθρώπου… Επιτέλους, είδε έναν άνθρωπο και η καρδιά της χορεύει απ` τη χαρά και την αγάπη. Στην αγωνία της ρωτά τον ουρανό αν υπάρχει σωτηρία. Αλλά ο ουρανός δεν απαντά. Ψέγει σκληρά τους δούλους των πλουτοκρατών. Αυτοί φταίνε για τη μαύρη ζωή μας. Προσκυνούν τ` αφέντη τ` αχαμνά, ως ότου νάβγει η ψυχή τους. Αλλά έχει προειδοποιήσει: ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα…
Πάλεψε με τα βουνά, ένα βουνό, θεριό ανίκητο, τη νίκησε. Δεν παύει να έχει όνειρα, αλλά τα όνειρά της μοιάζουν σαπιοκάραβα στη μέση του πελάγου. Θα την φάει το σαπιοκάραβο μαζί με τα όνειρά της. Τελειώνοντας, κλείνει τους λογαριασμούς της με τους σοφούς του κόσμου. Πίστεψε στα λόγια τους, τα έκανε πράξη, έγινε αρνί, την κατασπάραξαν όμως. Κατάλαβε πως αυτή είναι η μοίρα του αρνιού.
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Ο διάβολος φέρνει τον όλεθρο, το αίμα ρέει σαν ποτάμι. Έκκληση για βοήθεια. Αγιάτρευτες οι πληγές της στον απάνω κόσμο. Φέρνουν τρέλα. Την αντιπαλεύει όμως. Σαν τον Διγενή στα μαρμαρένια αλώνια, παλεύει με τα άγρια θηρία του σκοταδιού. Οι απάνθρωπες συμπεριφορές πνίγουν τη φωνή της. Σιωπά, αλλά μέσα στην ήρεμη δύναμή της. Ο χάρος ορμά και θανατώνει νέους. Αυτή είναι η χαρά του. Κι ύστερα πάλι από την αρχή. Τα νεκροπούλια άρπαξαν το σπλάχνο της και η κραυγή της έφτασε ως τα σύννεφα. Η μάνα νίκησε τον χάρο. Τις πληγές της, όμως, έκανε σκαλοπάτια, ανέβηκε στον ουρανό, αντίκρισε τον γιο της να πετάει στα άσπρα σύννεφα. Έκανε τον πόνο της νύχια αετού και ξέσκισε τον στρατό του χάρου.
Καλεί τον αιθεροβάμονα ποιητή να την πάρει στο κονάκι του και να μην την αφήσει να πέσει στη γη, γιατί θα την φάνε οι άνθρωποι. Βγάζει κραυγή πόνου, πνίγεται στο δάκρυ, σέρνεται σαν κουτσό σκυλί. Της φτάνει ένα ξεροκόμματο και μία κούπα νερό, για να γίνει ένα με τη θάλασσα και τον ήλιο.
Παλεύει με τον χάρο, αλλά τη στερνή ώρα τον φοβήθηκε. Το κοινωνικό κύτταρό της όμως νικά. Καταριέται τους πλουτοκράτες, τους προειδοποιεί ότι ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα. Κλαίει για τον ξένο, που νιώθει ξένος μες στους ξένους. Δεν βλέπει ανθρώπους, αλλά κρέας σε μορφή ανθρώπου… Επιτέλους, είδε έναν άνθρωπο και η καρδιά της χορεύει απ` τη χαρά και την αγάπη. Στην αγωνία της ρωτά τον ουρανό αν υπάρχει σωτηρία. Αλλά ο ουρανός δεν απαντά. Ψέγει σκληρά τους δούλους των πλουτοκρατών. Αυτοί φταίνε για τη μαύρη ζωή μας. Προσκυνούν τ` αφέντη τ` αχαμνά, ως ότου νάβγει η ψυχή τους. Αλλά έχει προειδοποιήσει: ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα…
Πάλεψε με τα βουνά, ένα βουνό, θεριό ανίκητο, τη νίκησε. Δεν παύει να έχει όνειρα, αλλά τα όνειρά της μοιάζουν σαπιοκάραβα στη μέση του πελάγου. Θα την φάει το σαπιοκάραβο μαζί με τα όνειρά της. Τελειώνοντας, κλείνει τους λογαριασμούς της με τους σοφούς του κόσμου. Πίστεψε στα λόγια τους, τα έκανε πράξη, έγινε αρνί, την κατασπάραξαν όμως. Κατάλαβε πως αυτή είναι η μοίρα του αρνιού.
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις