0
Your Καλαθι
Η σκύλα και το κουτάβι ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
12%
12%
Περιγραφή
Η Νάντια Παλαιολόγου δείχνει να τα έχει όλα. Είναι γοητευτική, πλούσια και μορφωμένη. Παραμένει όμορφη, διάγει μεγαλοαστικό καλλιτεχνικό βίο και έχει προσφάτως παντρευτεί έναν άντρα που τη λατρεύει. Μετά από ένα παρελθόν γεμάτο διαψεύσεις, αισθάνεται επιτέλους κατασταλαγμένη και έχει αφεθεί στην αυταρέσκεια και την αμεριμνησία. Όμως θα τιμωρηθεί γι' αυτό: πολύ σύντομα ο σύζυγός της θα τη χωρίσει και η Νάντια θα αναγκαστεί να ζήσει μόνη με το τρίχρονο παιδί τους, τη Μαρίνα. Η συνέχεια θα αποδειχτεί χειρότερη: η Νάντια θα υπονομεύσει την αμφιλεγόμενη καριέρα της, θα πέσει στα χέρια ανεκδιήγητων αντρών, θα εξελιχθεί σε μια ανισόρροπη ύπαρξη και θα επιδοθεί σε αναρίθμητα ψυχολογικά βασανιστήρια με θύμα πάντοτε την κόρη της. Πώς θα αντιδράσει η Μαρίνα όταν φτάσει στην εφηβεία; Θα σταματήσει να φέρεται σαν ανυπεράσπιστο κουτάβι; Θα καταφέρει να ξεφύγει από τη σκύλα; Θα θεμελιώσει μια δική της προσωπικότητα ή θα γίνει ένα πιστό αντίγραφο της Νάντιας;
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο τριαντατριάχρονος Μιχάλης Μιχαηλίδης ανήκει στη νεότερη γενιά των πεζογράφων μας, αυτής των τριάντα και κάτι, που άρχισε να δημοσιεύει κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990. Ηδη από το πρώτο του μυθιστόρημα, «Ο μηχανισμός της σύγχυσης» («Κέδρος»), που κυκλοφόρησε όταν ο συγγραφέας ήταν είκοσι οχτώ ετών, ο Μιχαηλίδης ξεχώρισε για το δυναμισμό της γραφής του και την τολμηρή έως ανελέητα ρεαλιστική οπτική του πάνω σε σύγχρονα θέματα. Στο δεύτερο μυθιστόρημά του «Η πισίνα των αναμνήσεων», που κυκλοφόρησε το 1999, ο νεαρός συγγραφέας έβαλε ακόμη βαθύτερα το νυστέρι σε σημερινά κοινωνικά καρκινώματα που θάλλουν σε «λαμπερούς» χώρους όπως αυτός της διαφήμισης. Στο καινούριο μυθιστόρημά του ο Μιχάλης Μιχαηλίδης δεν ξεφεύγει ούτε από τη θεματική του ούτε από το ύφος που έδειξε πως καλλιεργεί από την πρώτη του εμφάνιση. Στη «Σκύλα και το κουτάβι» μάλιστα εμφανίζεται πιο ώριμος, πιο τελειοποιημένος και πιο σίγουρος ως προς τις αρχικές επιλογές του. Ακόμη και ο τίτλος θα μπορούσε να πει κανείς πως εναρμονίζεται πλήρως με τη γενικότερη οπτική του Μιχαηλίδη, αφού όχι μόνον δεν χαϊδεύει αυτιά και δεν υγραίνει μάτια, αλλά, αντιθέτως, προκαλεί και υποψιάζει τον αναγνώστη πως πίσω από αυτόν κρύβεται ένας άγριος και ανθρωποφάγος κόσμος.
Ο άξονας γύρω από τον οποίο κινείται αυτός ο κόσμος είναι η πιο ανθρωποφαγική σχέση απ' όλες, αυτή των δύο ηρωίδων, δηλαδή της Νάντιας Παλαιολόγου και της κόρης της Μαρίνας. Για τις άκρως ανταγωνιστικές σχέσεις μητέρας - κόρης έχει ξοδευτεί αρκετό ψυχαναλυτικό μελάνι. Στη λογοτεχνία το ζήτημα δεν φαίνεται να είναι ακόμη τόσο προσφιλές, αν και όχι άγνωστο. Στα καθ' ημάς, αν εξαιρέσουμε την αρχαία ελληνική γραμματεία, δεν έχουμε πολλά παραδείγματα στη σύγχρονη λογοτεχνία. Από την πλευρά των γυναικών συγγραφέων θυμίζω το μυθιστόρημα της Ελιάνας Χουρμουζιάδου «Η γραμματέας» και τη νουβέλα της Μαρλένας Πολιτοπούλου « Οίκος Ενοχής». Συγγραφείς του αντίθετου φύλου συναντούμε -απ' όσο μπορώ να συγκρατήσω δειγματοληπτικά- τον Κώστα Ταχτσή στο «Τρίτο στεφάνι» και τον Παύλο Μάτεσι στο μυθιστόρημα «Η μητέρα του σκύλου». Με τον νεότερο όλων Μιχάλη Μιχαηλίδη ο κύκλος διευρύνεται προς την πλευρά των ανδρών συγγραφέων, οι οποίοι μεταμφιέζονται σε γυναίκες για να πλάσουν τις ηρωίδες τους. Η διαφορά όμως του Μ. Μιχαηλίδη είναι πως, όχι μόνον τολμά τις αλλόφυλες μεταμφιέσεις, αλλά προσπαθεί να εισχωρήσει στα πιο σκοτεινά και άγρια πεδία της σχέσης μητέρας - κόρης με τον τρόπο που τα ίδια αυτά πεδία επιβάλλουν. Μάλιστα, επειδή είναι άνδρας και μακράν τού να έχει βιώσει μια τέτοια σχέση, η μεταμφίεση του αφήνει μεγαλύτερες ελευθερίες, τέτοιες που ίσως να μην τολμούσε να πάρει μια γυναίκα συγγραφέας εξαιτίας της βιωματικής σχέσης της με τη μητέρα της. Ο Μιχαηλίδης εισχωρεί στη σχέση Νάντιας - Μαρίνας, σκύλας και κουταβιού δηλαδή, με όλες τις σηματοδοτήσεις που μπορεί να έχει η παρομοίωση, φέρνοντας στο φως όλες τις αγριότητές της, καθώς προσπαθεί να χτίσει και τους δύο χαρακτήρες και να φωτίσει το κοινωνικό, οικογενειακό και ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτοί πλάθονται. Δηλαδή δεν παρακολουθούμε απλώς την εξέλιξη μιας ανθρωποφαγικής ανταγωνιστικής σχέσης μητέρας και κόρης, αλλά ενός ολόκληρου πλέγματος κοινωνικών και παντός είδους ανθρώπινων σχέσεων, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας από τη δεκαετία του 1970 κι εντεύθεν. Χαρακτηριστικό είναι πως ο συγγραφέας εστιάζει κυρίως τη ματιά του στις εύπορες κοινωνικές κατηγορίες, αυτές που η ευμάρεια των τελευταίων χρόνων έφερε στον αφρό -το είδαμε και στο προηγούμενο μυθιστόρημά του- μ' έναν τρόπο έως και ανελέητο. Μ' άλλα λόγια, δεν τους αφήνει κανένα πεδίο διαφυγής. Τους ξεσκεπάζει από κορυφής έως ονύχων, τόσο που κάποτε σου κόβεται η ανάσα. Με περιπαικτικό τρόπο και με εξοικονομημένη δόση χιούμορ και ελαφράδας, ο Μιχαηλίδης επιχειρεί να αντιμετωπίσει τους επαναστατικούς μύθους που κυριάρχησαν από το Μάη του 1968 και μετά, και τους οποίους η γενιά του δεν γνώρισε ούτε ως απόηχο, καθώς και το όλο κλίμα της εποχής στο Παρίσι, όπου βρίσκεται να σπουδάζει η άσχετη περί τα πολιτικά Νάντια μαζί με άλλους, «υποψιασμένους» Ελληνες φοιτητές.
Το μυθιστόρημα θα μπορούσαμε να πούμε πως χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο παρακολουθούμε τη ζωή της Νάντιας Παλαιολόγου από τα 19 της μέχρι τα πενήντα, περίπου, χρόνια της. Η αφετηριακή στιγμή είναι η ερωτική της συνεύρεση, χωρίς τη λήψη αντισυλληπτικού χαπιού, με τον πρώτο της σύζυγο και η σύλληψη της Μαρίνας. Τα επεισόδια της ζωής της Νάντιας δεν προχωρούν ευθύγραμμα, το ένα μετά το άλλο, αλλά με συνεχή, χρονικά πισωγυρίσματα ή αναδεικνύονται μέσα από τα επεισόδια των οποίων ήρωες είναι ή οι διάφοροι άντρες που περνούν από το κρεβάτι της ή αλλα πρόσωπα του συγγενικού ή κοινωνικού της περιβάλλοντος, έτσι δοσμένα, ώστε να δίνεται κάθε φορά η εντύπωση ενός ξεχωριστού κεφαλαίου με δική του αυτάρκεια μέσα στο γενικό σύνολο. Σταδιακά αρχίζει να εμφανίζεται και η ζωή της Μαρίνας, η οποία θα κυριαρχήσει σχεδόν, από τη μέση περίπου του μυθιστορήματος και μετά, με κατάληξη την απόπειρα αυτοκτονίας της, η οποία δεν πετυχαίνει, αφού «ήταν καταδικασμένη να ζήσει». Φράση-κλειδί με την οποία κορυφώνεται το μυθιστόρημα, αφού η κόρη ούτε για το θάνατό της δεν είναι αυτεξούσια. Ο Μιχαηλίδης φτιάχνει δύο εντελώς διαφορετικές ηρωίδες, με μόνο κοινό στοιχείο τη σωματική τους διάπλαση (γενικά παρουσιάζει μια εμμονή στις γυναίκες στιλ μοντέλα). Ωστόσο, αν ψάξει κανείς λίγο παραπάνω, θα διαπιστώσει πως δεν είναι μόνον η Μαρίνα βαθύτατα ανασφαλής και δυστυχισμένη, αλλά και η ίδια η Νάντια, η οποία μπορεί να εμφανίζεται σκληρή, κακομαθημένη, εγωκεντρική και χωρίς ίχνος συναισθήματος, κατά βάθος όμως είναι το ίδιο δυστυχής και χαμένη. Αλλωστε, απ' όσο διαβάζουμε σε κάποιο σημείο του μυθιστορήματος, και η Νάντια για τη δική της μεγαλοαστή και εγωκεντρική μητέρα δεν υπήρξε παρά ένα κουτάβι.
Ο λόγος του Μιχαηλίδη δένει απολύτως με την οπτική του. Δυναμικός, ακριβής, σκληρός, διανθισμένος με πολλές σεξίστικες εκφράσεις (άλλη μια εμμονή του συγγραφέα), άμεσος, χωρίς ίχνος συναισθηματισμού, και κάποτε κάποτε μ' ένα υποδόριο χιούμορ που κάνει το αποτέλεσμα να σοκάρει ακόμη περισσότερο. Εντυπωσιακά είναι ο πλούτος και η ευρύτητα του πραγματολογικού του υλικού καθώς και ο τρόπος που ο συγγραφέας το μεταχειρίζεται. Γενικά ένα, από κάθε άποψη, άρτιο, λογοτεχνικά, αποτέλεσμα.
ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/04/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις