Πριγκίπισσα Σαύρα
30%
Περιγραφή
Ο Σταμάτης, ένας πενηνταπεντάρης δημοσιογράφος, καταρρέει μπροστά στα μάτια της νεαρής γυναίκας του. Συντετριμμένος από μια αναπάντεχη απώλεια, εγκαταλείπει την οικογενειακή εστία. Τότε η Περσεφόνη ξεκινάει ένα μακρύ ταξίδι πάνω και κάτω από τη γη, προκειμένου να τον ξαναβρεί. Στο μεταξύ η ζωή της έχει ήδη αναστατωθεί από τις νυχτερινές επισκέψεις της νεκρής μητέρας της αλλά και από την κρυψίνοια της μικρής της κόρης.
Και η δοκιμασία της εγείρει ερωτήματα που βυθίζουν σταδιακά τον αναγνώστη σε μια απρόβλεπτη ψυχολογική περιπέτεια:
Πώς συνδέονται αυτά τα περίεργα φαινόμενα μ' ένα παλιό χειρόγραφο της μητέρας της;
Γιατί όποιος διαβάζει τρομακτικά κείμενα κινδυνεύει να αιχμαλωτιστεί στην πλοκή τους;
Ή μήπως δεν φταίνε τόσο τα βιβλία, όσο ο πειθαναγκασμός;
Ένα μυθιστόρημα μυστηρίου για την υπνωτιστική συναισθηματική πίεση που ασκεί πάνω μας η οικογενειακή μας ιστορία και, ταυτόχρονα, ένα ψυχογραφικό θρίλερ για τη βασανιστική σχέση κάθε μητέρας και κόρης. Η Αμάντα Μιχαλοπούλου διεισδύει στο άβατο της οικογένειας,
για να καταδείξει τους μυστικούς, προσωπικούς κώδικες που άλλοτε διασπούν και άλλοτε διασφαλίζουν την ύπαρξη και τη συνοχή της.
Κριτική:
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου αναμετράται με τα φαντάσματα όλων μας
«Όλο και πιο ρηχά κολυμπάμε»
Η Μιχαλοπούλου βλέπει καθαρά ότι στην εποχή μας ο θάνατος είναι ένα νέο ταμπού, ότι όσο περισσότερο η ιατρική και η τεχνολογία επιμηκύνουν τη ζωή τόσο περισσότερο μεγαλώνει το άγχος του θανάτου
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΩΣ ΠΡΟΒΑ ΖΩΗΣ,
ΣΕ ΕΝΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΟΠΟΥ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ,
ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΟΣ, ΔΙΝΕΙ ΤΟΝ
ΤΟΝΟ. Η ΑΜΑΝΤΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΟ ΕΚΤΟ
ΤΗΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, ΑΝΑΜΕΤΡΑΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΟΛΩΝ ΜΑΣ
«Η επιθυμία των ανθρώπων να ζουν πραγματικά πραγματοποιείται μόνο με εξωπραγματικούς τρόπους: όταν είναι ερωτευμένοι ή όταν πονούν με αφόρητους πόνους ή όταν διαβάζουν ένα μυθιστόρημα», λέει μία από τις κεντρικές ηρωίδες της Αμάντας Μιχαλοπούλου στο καινούργιο της βιβλίο. Λέγεται Θεώνη Πολυδούρη και θα μπορούσε να είναι η Λιλή Ζωγράφου που έχει πάνω κάτω την ηλικία της ηρωίδας και που ασχολήθηκε αρκετά με το έργο της Μαρίας Πολυδούρη. Αλλά δεν είναι. Είναι όμως μια πεζογράφος αυτής της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, μια γυναίκα σκληρή, δυναμική, εξουσιαστική, πρωτοπόρα, μια γυναίκαοδοστρωτήρας που θέλει να είναι τρυφερή και το προσπαθεί με τον τρόπο της, μόνο που αυτός ο τρόπος δεν είναι ποτέ αυτός που θέλουν οι άλλοι. Η φράση αυτή της Θεώνης, παρμένη από κείμενό της, εκφράζει και την παρούσα (με την έννοια του ενεστώτος χρόνου στην πλοκή του βιβλίου) κατάστασή της. Στην πραγματικότητα η Θεώνη είναι πεθαμένη, την πάτησε αυτοκίνητο τρία χρόνια πριν, αλλά η Αμάντα Μιχαλοπούλου βρήκε έναν εξωπραγματικό τρόπο να την επαναφέρει στη ζωή την οποία τόσο επιθυμούσε: μέσα από ένα ανέκδοτο βιβλίο της.
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά: Η Πέρσα, κόρη της Θεώνης Πολυδούρη και αρκετά νέα, έχει παντρευτεί έναν 55άρη δημοσιογράφο, τον Σταμάτη Σαραντάκο (που έχει παιδιά και από άλλο γάμο) με τον οποίο έχει ένα τριάχρονο παιδί, ένα κοριτσάκι που πήρε το όνομα της γιαγιάς του. Τόσο ο προ ετών θάνατος της γιαγιάς Θεώνης όσο και ακόμη ένας θάνατος, του πατέρα του Σταμάτη, φέρνουν τον καθένα χωριστά αντιμέτωπο με τον βαθύτερο εαυτό του και προκαλούν οικογενειακή κρίση. «Μερικοί θάνατοι είναι πιο οριστικοί από άλλους», λέει ο Σταμάτης και η φράση του αποκτά μια απροσδόκητη σημασία. Η γιαγιά Θεώνη, αρνούμενη να πεθάνει οριστικά, έρχεται στα όνειρα της κόρης της και της εγγονής της. Την τελευταία την καθοδηγεί στον ύπνο της, τη σηκώνει από το κρεβάτι και τη στέλνει στο γραφείο να γρατζουνάει χαρτιά. Στην κόρη της λέει ότι υπάρχει ένα ανέκδοτο κείμενό της που είναι κρυμμένο σε ένα μυστικό σημείο του σπιτιού της και το οποίο πρέπει να βρεθεί και να ριχτεί στη φωτιά.
Συντετριμμένος
Παράλληλα ο Σταμάτης, αρχισυντάκτης και αρθρογράφος στην εφημερίδα του, αποφασίζεισυντετριμμένος από τον θάνατο του πατέρα του - να αποσυρθεί, στέλνει ένα τελευταίο άρθρο εκ βαθέων, στο οποίο αναγγέλλει δημόσια την παραίτησή του προκαλώντας εκδηλώσεις λατρείας αναγνωστών, και μετά εξαφανίζεται.
Όλα αυτά αλλά, και άλλες ακόμη εξελίξεις στη ζωή του ζευγαριού, μοιάζουν με έναν αλλόκοτο τρόπο να έχουν προβλεφθεί μέσα από τις σελίδες του ανέκδοτου μυθιστορήματος της Θεώνης. Τα πράγματα παίρνουν απροσδόκητες κατευθύνσεις και ένα μεταφυσικό στοιχείο μπαίνει στην πλοκή που, ευτυχώς, δεν προδίδει το κείμενο, αντίθετα του δίνει αναπνοή και το απογειώνει. Η Αμάντα Μιχαλοπούλου, σε ένα μυθιστόρημα με αρκετά ρίσκα, επιχειρεί να παλέψει με πολλά διαφορετικά θεριά. Πραγματεύεται, σε ένα πρώτο- και όχι υποδεέστερο- επίπεδο, τα μεγάλα διλήμματα της σύγχρονης καθημερινότητας: κρίση της οικογένειας, δύσκολη επαγγελματική ζωή, διαρκώς νέοι στόχοι ανέλιξης, αναζήτηση της οικονομικής άνεσης με μεγάλο ψυχικό κόστος, «ψευδαίσθηση σκοπού». Σε ένα δεύτερο επίπεδο το πρόβλημα του θανάτου, ζήτημα κεντρικό στο μυθιστόρημα, αναδεικνύεται ποικιλοτρόπως: τόσο ως καθημερινός θάνατος εν ζωή, ψυχικός θάνατος δηλαδή, όσο και ως ζωή μετά τον θάνατο, στη μνήμη των ανθρώπων. Η Μιχαλοπούλου βλέπει καθαρά ότι στην εποχή μας ο θάνατος είναι ένα νέο ταμπού, ότι όσο περισσότερο η ιατρική και η τεχνολογία επιμηκύνουν τη ζωή τόσο περισσότερο μεγαλώνει το άγχος του θανάτου.
Παράλληλα αναμετράται και με θέματα της γραφής: το πρώτο και βασικότερο, το θέμα της αυτοεκπλήρωσης του κειμένου. Κάθε συγγραφέας προσπαθεί να βάλει τον αναγνώστη στον περίκλειστο κόσμο του μυθιστορήματος. Αν οδηγήσουμε αυτή τη λογική στα άκρα, ένα κείμενο θα μπορούσε όχι απλώς να επηρεάσει τη ζωή ενός αναγνώστη- λ.χ. ως μεταγραφή ενός κώδικα αξιών- αλλά και να του την αλλάξει πλήρως, ως μεταγραφή ολόκληρου του μυθιστορηματικού κόσμου στον πραγματικό. Γι΄ αυτό και η Μιχαλοπούλου βάζει το ανέκδοτο μυθιστόρημα να βγαίνει σε γενικές γραμμές αληθινό. Δεν είναι πρόβλημα μεταφυσικής αλλά πρόβλημα ταύτισης του αναγνώστη με το κείμενο, σε βαθμό που να συμβαίνουν τα πράγματα επειδή ο αναγνώστης- αλλά και ο συγγραφέας- θέλει να συμβούν στην πραγματική ζωή. «Αυτό ήταν τα βιβλία της ανέκαθεν: μια γενική πρόβα», λέει για τη μητέρα της η Πέρσα.
Από άποψη μορφής, η Αμάντα Μιχαλοπούλου κάνει μια επίδειξη ικανοτήτων στο ύφος: τέσσερα διαφορετικά στυλ χρησιμοποιούνται στο βιβλίο! Ένα είναι το γενικό ύφος του κύριου κειμένου και ακολουθούν: το ύφος του ανέκδοτου κειμένου της Θεώνης Πολυδούρη, το ύφος της Πολυδούρη όταν δίνει συνεντεύξεις σε δημοσιογράφους, με πολλές ατάκες και έξυπνες απαντήσεις, και το ύφος του Σταμάτη ως αρθρογράφου. Η Αμάντα Μιχαλοπούλου, αρθρογράφος και η ίδια, ξέρει τις διαφορές: «Εμείς οι αρθρογράφοι, αγαπητοί αναγνώστες, ζούμε μηρυκάζοντας τον καθημερινό ωφέλιμο πόνο», γράφει ο Σταμάτης.
«Δεν νιώθουμε πραγματική απελπισία γιατί δεν αφήνουμε κανένα περιθώριο στο συναίσθημα να λιμνάσει, να εξελιχτεί σε κάτι άλλο. Ρηχά, όλο και πιο ρηχά κολυμπάμε, ώσπου να πεθάνουμε τελικά από αφαίμαξη ευρημάτων, πρωτοτυπίας και σκοπού».
Απώλεια μνήμης
Ειδικά το κείμενο της Θεώνης Πολυδούρη είναι εξαιρετικό. Νουβέλα μέσα στο μυθιστόρημα, πυκνή, ουσιαστική, πραγματεύεται το θέμα της απώλειας μνήμης, που φαίνεται να έχει προβληματίσει πολύ τη Μιχαλοπούλου. Θα μπορούσε κάλλιστα να το έχει αναπτύξει χωριστά, σε ένα άλλο βιβλίο, αλλά η συμπύκνωση εδώ του δίνει ξεχωριστή δύναμη. Ηρωίδα είναι μια γυναίκα που χάνει τη μνήμη της έπειτα από μία συμφορά την οποία, όμως, δεν θυμάται. Κρύβει την αμνησία της από τον άντρα της· εν τέλει κάποτε καταλαβαίνει ποια είναι και ότι έχει χάσει μία κόρη που αυτοκτόνησε με πνιγμό. Όταν, στο τέλος του βιβλίου, μαθαίνουμε την τύχη του χειρογράφου, δένουν οι δύο ιστορίες και η προφητεία του κειμένου εκπληρώνεται. Ιδού λοιπόν ακόμα μια πτυχή. Το μυθιστόρημα γίνεται, ίσως και άθελά του, μια παρωδία των εξωτικών περιπετειών με τα χαμένα χειρόγραφα και τις υπαγορευμένες προφητείες. Το χειρόγραφο αυτό δεν κρύβει τα μυστικά ενός άλλου κόσμου αλλά του μόνου πραγματικού κόσμου, του εσωτερικού.
Μανώλης Πιμπλής, Τα Νέα, 14/7/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις