Ο μεγάλος Αμπάι
Περιγραφή
Σε ένα γεωγραφικό συμπόσιο παρουσιάζεται μια σημαντική ανακάλυψη: το άγνωστο χειρόγραφο ενός Έλληνα που μετείχε το 18ο αιώνα σε μιαν εξερευνητική αποστολή για την αναζήτηση των πηγών του Νείλου. Ένα γραπτό μνημείο που ανασυνθέτει το χρονικό ενός δραματικού ταξιδιού στα βάθη της Αφρικής, φωτίζοντας το μύθο από μια διαφορετική γωνιά.
Αίγυπτος, 1769. Μια μεγάλη πορεία ξεκινά προς τα νότια. Επικεφαλής ο Σκοτσέζος Τζέιμς Μπρους. Μέλος της ένας Γραικός από τη Μήλο: ο Ευστράτιος Ταταράκης. Προορισμός τους οι πηγές του ιερού ποταμού. Η διαδρομή τους μέσα από τα αιθιοπικά βασίλεια και το Σουδάν. Επαφή με λαούς διαφορετικούς. Γνωριμία με άλλες κοσμοθεωρίες σε μια περιπλάνηση με αβέβαιη έκβαση. Σε μιαν ιστορία ξαναγραμμένη από την αρχή.
Ο Μεγάλος Αμπάι είναι ένα ανατρεπτικό ταξιδιωτικό μυθιστόρημα, όπου ο συγγραφέας πραγματεύεται σε βάθος τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, επαναφέρει στο προσκήνιο το διάλογο των πολιτισμών και αποσείει κάθε οριενταλιστική προσέγγιση, υποδαυλίζοντας διαρκώς πίσω από τις δοκιμασίες των ηρώων του την ιδεολογική διαμάχη για το νόημα και την ουσία της ανθρώπινης περιπέτειας.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Ο αναλλοίωτος κόσμος της Αφρικής
Συνδέοντας το βλέμμα τού «τότε» με το βλέμμα τού «τώρα»
Ο Μιχάλης Μοδινός (1950), προσωπικότητα της Οικολογίας, γεωγράφος και μηχανικός, ερευνητής και συνεργάτης διεθνών οργανισμών, πρόσωπο του δημόσιου βίου με παρεμβάσεις στα θέματα κοινωνικής αντίληψης σε πολλές χώρες του κόσμου, προσφέρει στον αναγνώστη, με το παρόν λογοτεχνικό του πόνημα, την ευχάριστη έκπληξη ότι γράφει αυτό που ξέρει καλά, αφού προηγουμένως το έχει αφήσει να κατακαθίσει μέσα του και να συγκεντρώσει τα ουσιώδη, τα οποία, κατά τρόπο αβίαστο, έρχονται στο φως. Το γεγονός ότι η ηρεμία της γνώσης και η συσσώρευση της εμπειρίας έχουν λάβει τη μορφή μυθιστορήματος υπακούει στην ανάγκη να γίνουν κατανοητά, αφ' ενός, το μάθημα που δίνει «αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας» και αφ' ετέρου, η ενσωμάτωση του μαθήματος στην αυτογνωσία του ανθρώπου που το δέχτηκε, επειδή η γνώση και η εμπειρία έχουν τη μυθολογία τους, αυτό το συμπλήρωμα της αξίας τους.
Το μάθημα στην προκειμένη περίπτωση είναι η διδαχή που προσφέρει η Αφρική, εκείνος δηλαδή ο εναγκαλισμός μορφών, τοπίων και αισθήσεων, ο οποίος επιβεβαιώνει έναν πλούτο που όσο και αν λεηλατήθηκε και δεν έχει πάψει να διασκορπίζεται, προσφέρει, ακόμα και σε εκείνον που δεν διακρίνεται για την ευαισθησία του, μιαν αύρα μεγαλείου της ζωής και του θανάτου, προ πολλού ξεχασμένη στις πολιτισμένες χώρες, όπου τόσο η ζωή όσο και ο θάνατος τρομάζουν. Οσον αφορά την ενσωμάτωση αυτού του μαθήματος, η εμφάνιση της περιπέτειας διευκολύνει την κατανόηση, την αποδοχή και εντέλει την προσκύνηση των γεγονότων, είτε αυτά έλαβαν χώρα είτε έχουν το χάρισμα να αποδεικνύουν ότι έλαβαν χώρα, προς δόξαν της μυθολογίας τους.
Η περιπέτεια αρχίζει μόλις αποφασίσει κανείς να ξεκινήσει για την Αφρική και μόλις φτάσει εκεί: τα εμβόλια πριν από την αναχώρηση, η άφιξη σε ένα περιβάλλον που σε καλεί αμέσως να το αγγίξεις, που σε αγγίζει, μόλις αντιληφθεί ότι το σέβεσαι, η επαφή με τους ανθρώπους, με τον τρόπο που σε χαιρετούν, σου μιλούν, η γλώσσα που ακούς, οι μυρουδιές που σε προλαβαίνουν, τα φαγητά με τις ισχυρές γεύσεις, τα οποία οφείλεις να απολαμβάνεις με τα δάχτυλά σου. Να μερικά δεδομένα, χωρίς τα οποία η περιπέτεια μεταβάλλεται σε επιδερμικό τουρισμό.
Η περιπέτεια συνεχίζεται με τους μύθους, που είναι μέρος της πραγματικότητας: ο μύθος των εξερευνητών και η πραγματικότητα της πορείας τους, ο μύθος των βουνών και των πεδιάδων, των λιμνών και των ποταμών σε μια πραγματικότητα όπου τα καλά και τα κακά πνεύματα συγκρούονται, ο μύθος των ερώτων και των θυσιών απέναντι στην πραγματικότητα της εκμετάλλευσης και της βίας.
Αυτή η προσέγγιση δεν έχει να κάνει με τη λεγόμενη «ταξιδιωτική» λογοτεχνία, η οποία, κατά παράδοση στον πολιτισμένο κόσμο, περιγράφει, συγκρίνει, υπογραμμίζει το ασύνηθες, το περίεργο, το διακριτικό, είτε πρόκειται για τα ταξίδια του Μάρκο Πόλο, τις «περιδιαβάσεις» του Πορτογάλου Μέντες Πίντου (16ος αι.), τις μετακινήσεις του Αραβα Ιμπν Μπατούτα (14ος αι.), τις γαλλικές και αγγλικές αποστολές από τον 18ο ώς και τον 20ό αιώνα, των οποίων ο επιστημονικός χαρακτήρας έκρυβε τον προσδιορισμό ζωνών επιρροής. Αποτελεί απλώς το πρόσχημα για την αφήγηση ενός ταξιδιού προς αναζήτηση των πηγών του Μεγάλου Αμπάι, πάει να πει του Γαλάζιου Νείλου, όπου ο Ελληνας (Γραικός, βρισκόμαστε στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα) Στρατής Ταταράκης συμμετέχει στην αποστολή του Σκοτσέζου εξερευνητή Μπρους και μεταφέρει τις εντυπώσεις του, ζωντανές και εξομολογητικές, στον πνευματικό του πατέρα, τον επίσκοπο Νάξου και Κυκλάδων.
Αυτή η λογοτεχνική αφορμή, η οποία, κατά κανόνα, δίνει το «τότε» με το βλέμμα τού «τώρα», πετυχαίνει να αναδείξει, στην προκειμένη περίπτωση, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της διαδρομής, που παραπέμπουν στο αναλλοίωτο του κόσμου της Αφρικής και στη φυσικότητα των κινήσεων και των σκέψεων που τις συνοδεύουν. Αυτό ακριβώς κομίζει ο Μιχάλης Μοδινός, πετυχαίνοντας έτσι να δώσει την ουσία του μαθήματος που προαναφέραμε. Μια τέτοια υπογράμμιση είναι προτροπή προς αξιοποίηση της σκέψης του συγγραφέα (διά στόματος του Γραικού ήρωά του), προς επιβεβαίωση της αξίας του βλέμματος του τόπου πάνω στον επισκέπτη και όχι του επισκέπτη πάνω στον τόπο που επισκέπτεται, προς δικαίωση της αναζήτησης των πηγών του Μεγάλου Αμπάι, που, όπως λέει ο Κλαούντιο Μάγκρις για τις πηγές του Δούναβη, υπάρχουν αρκεί μία βρύση που στάζει νερό· τέτοια τελετουργία.
Καθώς ο εξερευνητής Μπρους διασχίζει την Αιθιοπία, όπου εκεί βρίσκονται πράγματι οι πηγές του Γαλάζιου Νείλου, οι αναφορές στο Αξούμ (Αξώμη), στο Γκοντάρ, στη λίμνη Τάνα, στους ναούς της Λαλιμπέλα, έχουν τόση λεπτομέρεια όση χρειάζεται για να καταλάβει κανείς, έστω και αν έχει πατήσει και ζήσει σε αυτές τις περιοχές, πως κάτι περισσότερο δείχνει και αξιοποιεί ο Μιχάλης Μοδινός. Θα έχει ακούσει και αυτός το εγκώμιο των Αιθιόπων, όταν θέλουν να δείξουν την εκτίμησή τους προς τον ξένο που νιώθει τη χώρα τους: «Εχεις επιστρέψει στην πατρίδα σου». Τότε, ο Μεγάλος Αμπάι είναι κοντά σου. Κοντά και στον αναγνώστη.
Φ. Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/05/2007
Κριτική:
Το κάλεσμα της άγριας φύσης
Ο Μεγάλος Αμπάτ είναι ο Νείλος. Αυτόν καταπλέει ο ήρωας και alter ego του συγγραφέα, ο οποίος προσεγγίζει το θέμα του όχι ανθρωποκεντρικά αλλά οικοφιλοσοφικά, υπογράφοντας ένα μυθιστόρημα πλούσιο σε ερεθίσματα
Το 1768 ο Σκοτσέζος Τζέιμς Μπρους ξεκίνησε από το Κάιρο για ένα ταξίδι που έμελλε να διαρκέσει πέντε χρόνια και σκοπός του δεν ήταν τίποτε λιγότερο φιλόδοξο από τη λύση ενός αρχαίου μυστήριου: των πηγών του Νείλου. Ο Μπρους έφτασε μέσω Ερυθράς θάλασσας στις ακτές της Ερυθραίας, διείσδυσε από εκεί στο εσωτερικό της Αβησσυνίας, φιλοξενήθηκε για καιρό στην αιθιοπική αυτοκρατορική αυλή και πίστεψε έπειτα πως ανακάλυψε τις πηγές του ποταμού στη λίμνη Τάνα. ΄Εκανε λάθος. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, η αποστολή Μπάρτον- Σπηκ θα αποδείκνυε ότι ο κύριος ρους του Νείλου, ο Λευκός Νείλος, πηγάζει πολύ νοτιότερα και τελικά, το 1862, ο Σπηκ θα εντόπιζε τις πραγματικές πηγές στη λίμνη Βικτωρία. Αυτό που ανακάλυψε ο Μπρους ήταν οι πηγές ενός τεράστιου παραπόταμου του Νείλου: του Γαλάζιου Νείλου ή, στη γλώσσα των ντόπιων, «Μεγάλου Αμπάι».
Το εξερευνητικό ταξίδι του Μπρους είναι ο ιστορικός καμβάς του μυθιστορήματος του Μιχάλη Μοδινού. ΄Οπου όμως δεν πρωταγωνιστεί ο Μπρους, αλλά ένας επινοημένος χαρακτήρας, τον οποίο ο συγγραφέας τού δίνει ως σύντροφο: ο ΄Ελληνας Ευστράτιος (Στρατής) Ταταράκης από τη Μήλο, φυγάς από τον τόπο του έπειτα από ένα φονικό και πιλότος σε πλοία που ταξίδευαν στην Ανατολική Μεσόγειο. Ένα τέχνασμα συνηθισμένο στη λογοτεχνία επιστρατεύεται για να δώσει αληθοφάνεια σ΄ αυτή την επινόηση: υποτίθεται ότι στο εγγύς μέλλον ανακαλύπτεται ένα χειρόγραφο, ένα είδος ταξιδιωτικού ημερολόγιου του Ταταράκη. Το χειρόγραφο αυτό είναι γραμμένο στα γαλλικά, από όπου μεταφράζεται και εκδίδεται στα σύγχρονα ελληνικάπράγμα που απαλλάσσει τον συγγραφέα από την κοπιώδη και αποπροσανατολιστική, για τις προθέσεις του, προσπάθεια να μιμηθεί το ελληνικό γλωσσικό ιδίωμα της εποχής. Ενώ η απουσία του Μήλιου ναυτικού από την έκθεση που δημοσίευσε (πραγματικά) ο Μπρους εξηγείται με την επιθυμία του φυγόδικου Ταταράκη να μείνει ασφαλής στην αφάνεια.
Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Ταταράκη δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι η δική του οπτική ορίζει τον χαρακτήρα της αφήγησης. Εκτός του ότι κερδίζει την ερωτική εύνοια μιας πανέμορφης μεν, παντρεμένης δε, και μάλιστα με τον επίφοβο βεζίρη του αυτοκράτορα, Αβησσυνής πριγκίπισσας, από την οποία θα αποκτήσει μια κόρη, ο Ταταράκης, κατ΄ εντολήν του Μπρους, καταπλέει τον Μεγάλο Αμπάι, ζει κάπου δύο χρόνια ανάμεσα σε ιθαγενείς φυλές και, έπειτα από πλήθος ταλαιπωρίες, αλλά και εξαίσιες εμπειρίες, επανασυνδέεται με τον αρχηγό του στο Σενάρ, νότια του σημερινού Χαρτούμ, από όπου συνεχίζουν μαζί το ταξίδι της επιστροφής στην Αίγυπτο.
Η εξαιρετική ταινία Τα βουνά του φεγγαριού, που γυρίστηκε το 1989, είχε ως θέμα την αναζήτηση των πηγών του Νείλου από τους Μπάρτον και Σπηκ. Οι δύο κεντρικοί ήρωές της παρουσιάζονταν (και ήταν) εντελώς αντίθετοι χαρακτήρες. Ενώ ο Σπηκ ενσάρκωνε τον τύπο του μονοκόμματου βικτωριανού, ο Μπάρτον ήταν μια πληθωρική προσωπικότητα, με μεγάλη ευαισθησία για τους εξωευρωπαϊκούς πολιτισμούς και τις «πρωτόγονες» κουλτούρες. Ένα πολύ παρόμοιο δίπολο συναντάμε και στον Μεγάλο Αμπάι. Ο Μπρους εκπροσωπεί το πνεύμα του ρασιοναλισμού και του Διαφωτισμού, πιστεύει στην πρόοδο και στην οικουμενική ισχύ των ευρωπαϊκών αξιών, περιφρονεί ή απεχθάνεται ό, τι αποκλίνει από αυτές και κυνηγάει μονομανώς τον στόχο του. Ο Ταταράκης, αντίθετα, παρά τη δυτική παιδεία του, έλκεται περισσότερο από τις ανατολίτικες ρίζες του και αφήνεται να απορροφηθεί από την κάθε στιγμή του ταξιδιού τους. Δεν είναι ο αποστασιοποιημένος παρατηρητής, ο φυσιοδίφης, ο κατακτητής, αλλά ο μύστης, που βιώνει σ΄ αυτόν τον αρχέγονο, αθώο κόσμο μια εκστατική αποκάλυψη της τάξης του σύμπαντος και της ουσίας του ίδιου του εαυτού του.
Η πλήρως αποδεκτική στάση του Ταταράκη, όμως, τον διαφοροποιεί σημαντικά από το ανάλογό του στα Βουνά του φεγγαρι ού. Ο Μπάρτον ήταν ανθρωπιστής. Παρά τον σεβασμό, την κατανόηση και, συχνά, την αγάπη του για το ξένο και διαφορετικό, συμπεριφερόταν σύμφωνα με μερικές θεμελιώδεις αξίες του δικού του πολιτισμού. Ενώ ο Ταταράκης απεκδύεται συνειδητά κάθε αξία του για να προσαρμοστεί στις περιστάσεις και τις τοπικές συνθήκες, όχι από κυνισμό ή οπορτουνισμό, ούτε καν από ρεαλισμό, αλλά επειδή πιστεύει πως με αυτό τον τρόπο γίνεται και ο ίδιος μέρος της αιώνιας φυσικής τάξης που τον σαγηνεύει γύρω του. ΄Ετσι, δεν δείχνει να ενοχλείται από τη δουλεία και διατηρεί ο ίδιος σκλάβες, κοιμάται με όποια γυναίκα τυχαίνει δίπλα του στις βακχικές τελετές των ιθαγενών, σκοτώνει χωρίς ενδοιασμούς και τύψεις, όταν το θεωρεί αναγκαίο, βρίσκει μάλιστα μια «ανώτερη αισθητική» στο θέαμα σφαγμένων ζώων ή και ανθρώπων.
Κάπως δύσκολο να συμπαθήσουμε έναν τέτοιο χαρακτήρα. Αλλά ο συγγραφέας δεν επιζητεί τη συμπάθειά μας για τον ήρωά του, γιατί η ματιά του δεν είναι ανθρωποκεντρική. Η ψυχή του μυθιστορήματός του είναι η ίδια η Αφρική που διατρέχουν οι δύο εξερευνητές, ένας κόσμος με απίστευτη, σοφά δημιουργημένη, κατανεμημένη και οργανωμένη ποικιλία μορφών και τρόπων ζωής, μια φύση με συγκλονιστική, άγρια ομορφιά, ένα πανάρχαιο σταυροδρόμι των πιο διαφορετικών λαών, φυλών και πολιτισμών, που συγχωνεύτηκαν, αλληλοεπηρεάστηκαν ή συνυπήρξαν παράλληλα υπακούοντας στους όρους αυτής της πανίσχυρης μήτρας.
Η ματιά του συγγραφέα είναι, λοιπόν, οικοφιλοσοφική. Πράγμα καθόλου παράξενο, αφού ο 57χρονος Μιχάλης Μοδινός είναι από τους πρώτους ακτιβιστές του οικολογικού κινήματος στην Ελλάδα και έχει γράψει πολλά θεωρητικά συγγράμματα γύρω από περιβαλλοντικά ζητήματα. Ακόμη και αν δεν μαθαίναμε από το βιογραφικό του ότι έχει ζήσει και εργαστεί στην Αφρική (και τη Νότια Αμερική), θα το υποπτευόμασταν από την εκπληκτικά ζωντανή, παλλόμενη από συγκίνηση περιγραφή των φυσικών και ανθρώπινων τοπίων που διασχίζει ο ήρωάς του και που αποτελεί το κύριο προτέρημα του μυθιστορήματός του. Ο Στρατής Ταταράκης είναι το alter ego του συγγραφέα. Όπως συμβαίνει συχνά με τους ήρωες των ιστορικών (με την ευρύτερη, την καθαρά χρονολογική έννοια) μυθιστορημάτων, προτυπώνει τη γνώση ενός μέλλοντος που για εμάς, τους αναγνώστες, έχει έρθει προ πολλού. ΄Ετσι, όχι μόνο διαισθάνεται ότι οι πραγματικές πηγές του Νείλου βρίσκονται αλλού, περίπου εκεί όπου ανακαλύφθηκαν έναν αιώνα αργότερα, αλλά, πράγμα πολύ σημαντικότερο, βλέπει ήδη, σε μια προβολή του εσωτερικού βλέμματός του, αυτόν τον προαιώνιο, παρθένο κόσμο να χάνει την αθωότητα και την αρμονία του από την εισβολή του σύγχρονου πολιτισμού με τη μορφή της αποικιοκρατίας. Πότε πότε, βέβαια, ο συγγραφέας τού βάζει στο στόμα υπερβολικούς αναχρονισμούς, όπως όταν ο Ταταράκης εμφανίζεται να γνωρίζει τη θεωρία της εξέλιξης των ειδών ή μιλάει για πτεροδάκτυλους και άλλα προϊστορικά όντα άγνωστα τον 18ο αιώνα.
Οι πολλές επαναλήψεις στην αφήγηση δικαιολογούνται από την εστίασή της στη φυσική ζωή και από την κυκλικότητα του ταξιδιού, που αντιστοιχεί στην κυκλικότητα της βιοθεωρίας του Ταταράκη. Αντίθετα, ξενίζει το γεγονός ότι όλα τα πρόσωπα, από τον Στρατή, τον Μπρους και τους τοπικούς φυλάρχους ώς τον τελευταίο βαστάζο, μιλούν με το ίδιο, περίτεχνο, μάλλον δυτικού χαρακτήρα ύφος. Αν όμως το βιβλίο αυτό αντιστέκεται στη φόρμα και προπαντός στο πνεύμα του μυθιστορήματος, που θέλει να είναι, ο λόγος είναι διαφορετικής τάξεως, σοβαρότερος. Είναι η ίδια η οικολογική φιλοσοφία του συγγραφέα του. Ο Μοδινός, μέσω του ήρωά του, ειρωνεύεται σε αρκετά σημεία τους επικούς και δραματικούς τόνους των μυθιστορημάτων που αφηγούνται εξωτικές περιπέτειες σαν τις δικές του. Και, όπως το θέτει, έχει δίκιο. Ο κόσμος που μας παρουσιάζει είναι ένας κόσμος σε πλήρη ισορροπία, χωρίς αντιφάσεις, διλήμματα, συνειδησιακές συγκρούσεις, διαπάλη ιδεών και αξιών (ο Μπρους είναι ουσιαστικά μια καρικατούρα και μόνο προς το τέλος του ταξιδιού αποκτά κάπως ανθρώπινες διαστάσεις). Αυτός όμως δεν είναι ο κόσμος του μυθιστορήματος. Παρεμπιπτόντως, δεν είναι ούτε ο δικός μας κόσμος.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, εντελώς διαφορετικό από τα συνήθη ελληνικά λογοτεχνήματα, ένα βιβλίο πλούσιο σε παραστάσεις, γνώσεις και ερεθίσματα, που συνομιλεί ισότιμα με τα καλύτερα του είδους του στη διεθνή βιβλιογραφία.
Δημοσθένης Κούρτοβικ, Τα Νέα, 26/5/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις