0
Your Καλαθι
Εγώ σκότωσα τον Κέννεντυ
Εντυπώσεις, παρατηρήσεις και αναμνήσεις ενός σωματοφύλακα
Περιγραφή
Στο μυθιστόρημα Εγώ σκότωσα τον Κέννεντυ, ένα έργο που αποτελεί τομή στη λογοτεχνία της Ισπανίας, πρωτοεμφανίζεται ο Πέπε Καρβάλιο. Είναι ο πιο γνωστός και μακροβιότερος φανταστικός ντεντέκτιβ. Υπήρξε το λογοτεχνικό βαρόμετρο των τελευταίων 25 χρόνων στην πολιτιστική ζωή της Ισπανίας, συμπεριλαμβανομένης και της μετάβασης από την εποχή του Φράνκο στη δημοκρατία. «Μέσα από τη ματιά του» λέει ο συγγραφέας «ζούμε το πέρασμα από τα χρόνια της δεκαετίας του '60 -όταν ο κόσμος πίστευε πως όλα είναι δυνατά- στη σημερινή απογοήτευση χωρίς μέλλον. Ο Καρβάλιο είναι ουσιαστικά ένας δημοσιογράφος, κάποιος που ακολουθεί τη συμβουλή ενός παλιού στο χώρο της δημοσιογραφίας: "να βλέπεις, ν' ακούς, να διηγείσαι.
Σ' αυτό το αντιπραγματικό ή, καλύτερα, το αντιμυθιστόρημα πολιτικής φαντασίας, ο μυστικό πράκτορας Πέπε Καρβάλιο βρίσκεται σε έναν φανταστικό Λευκό Οίκο με φανταστικούς συμπρωταγωνιστές, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν ο Τζον, ο Μπόμπ και η Τζάκι Κέννεντυ.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το μυθιστόρημα αυτό του Μονταλμπάν είναι το πρώτο όπου εμφανίζεται ο διάσημος ήρωάς του, ο ιδιωτικός αστυνομικός Πέπε Καρβάλιο, εγκαινιάζοντας έτσι την αιρετική άποψή του για το αστυνομικό μυθιστόρημα.
Σ' έναν εντελώς φανταστικό κόσμο -«Γαλαξία» τον ονομάζει ο συγγραφέας- ζει και κινείται η φασματική προεδρική οικογένεια των Κένεντι. Περιστοιχισμένη από έναν μεγάλο αριθμό εξίσου φανταστικών προσώπων, δίνει στον Μ.Β.Μ. την ευκαιρία να πλάσσει -με όρους που ξεφεύγουν από οποιονδήποτε πραγματολογικό έλεγχο -έναν σκιώδη κόσμο, που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Σ' αυτόν τον κόσμο εισβάλλει ο Καρβάλιο με την ιδιότητα του σωματοφύλακα του προέδρου και ύστερα από μια σειρά αμιγώς διανοητικών περιπετειών καταλήγει να γίνει ο δολοφόνος του προέδρου και του εαυτού του.
Ο συγγραφέας φροντίζει, ήδη με το μότο του βιβλίου, να μας προϊδεάσει γι' αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει: ένα παιχνίδι ταυτοτήτων με άνισους όρους· «Τα ιστορικά πρόσωπα που εμφανίζονται σε αυτό το μυθιστόρημα έχουν παραποιηθεί ηθελημένα και υπάρχουν μόνο στις φωτογραφίες και τις εικόνες της μαζικής κουλτούρας. Οι σχέσεις τους δεν είναι ανθρώπινες ούτε πραγματικές...», γνωρίζοντας μάλιστα την παντοδυναμία του συγγραφέα: «...Σε αυτούς που τα σχεδίασαν ανήκει η ευθύνη όλων των παραμορφωτικών υπερβολών».
Ο Μ.Β.Μ., ένας από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους συγγραφείς της εποχής μας, γνωρίζει πως η λογοτεχνία αρχίζει εκεί όπου αρχίζει και η παραμορφωτική επέμβαση του συγγραφέα, ξεκινάει με τη ζωτική διάθλαση της πραγματικότητας μέσα από το φακό της συγγραφικής συνείδησης και αρέσκεται -ακόμη και στα μεταγενέστερα, ρεαλιστικότερα, μυθιστορήματά του- να υπονομεύει την ακλόνητη θέση της πραγματικότητας.
Ωστόσο, σ' ένα έργο όπως το «Εγώ...», που πατάει και με τα δύο πόδια στο φανταστικό -«αντιπραγματικό» ή «αντιμυθιστόρημα πολιτικής φαντασίας» το χαρακτηρίζει εύστοχα το οπισθόφυλλο του βιβλίου-, το μη πραγματικό έχει ανάγκη από μια στοιχειώδη γείωση με την πραγματικότητα, για να μην εξατμιστεί το μυθιστορηματικό υλικό στις νεφέλες της ακαταληψίας.
Παίρνοντας σαν «ήρωες» την οικογένεια Κένεντι, ο Μ.Β.Μ. υπογράφει μια πολύ συγκεκριμένη σύμβαση με τον αναγνώστη: ο τελευταίος θα γνωρίζει εξαρχής ότι ένα πρόσωπο υποδύεται ένα άλλο πρόσωπο, υπαρκτό ιστορικά, ανύπαρκτο μυθιστορηματικά· η ταυτότητα του προσώπου, ψευδής τόσο για το συγγραφέα όσο και για τον αναγνώστη, δεν αποτελεί αίνιγμα ούτε για το τρίτο σκέλος της τριμερούς λογοτεχνικής σύμβασης: τον ήρωα. Χωρίς άλλον ταυτοτικό προσδιορισμό, ο ψευδής ήρωας, αντλημένος ωστόσο από την ιστορική αλήθεια, γίνεται ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής: ξέρει πως το (υπονομευμένο) κύρος του δεν το αντλεί μόνο από τη συγγραφική έμπνευση, αλλ' από κάτι συνολικότερο που την περιέχει: την ιστορία.
Όμως, θα επιμείνουμε: η συνεχής προσφυγή στο φανταστικό, ο κατακλυσμός από εικόνες που τις υποβάλλει περισσότερο ο συνειρμός παρά η αφηγηματική στρατηγική, υπονομεύουν τη συνοχή της αφήγησης. Και είναι γνωστό πως η ανάγκη για συνέχεια είναι παλαιότατη αναγνωστική ανάγκη, υπαρκτή βεβαίως και στις μεταμοντέρνες μέρες μας...
Στη διαδρομή του μυθιστορήματος, από τη στιγμή που εμφανίζεται μέχρι να εξαφανίσει τον Καρβάλιο, ο συγγραφέας μετέρχεται όλα τα μέσα: εναλλάσσει την πρωτοπρόσωπη με την τριτοπρόσωπη αφήγηση· προσφεύγει στο επικό στοιχείο· αναμιγνύει, σε άνισες δόσεις, τον υπερρεαλισμό, τη φαντασμαγορία, τη μετακαταστροφική ατμόσφαιρα, την παρωδία, την πολιτική, τη φιλοσοφική φαντασία, το σαρκασμό προς πάσα κατεύθυνση, την ειρωνεία, τις λόγιες καταβολές του.
Με δυο λόγια: μια ευφυής σύλληψη, ένας ψευδεπίγραφος πρωταγωνιστής σ' ένα αιρετικό, ψευδεπίγραφα αστυνομικό μυθιστόρημα· και μαζί το συνθετικό, αλλά άνισο προοίμιο ενός μείζονος συγγραφέα.
Η μετάφραση της Αγγελικής Ξύδη τα βγάζει πέρα μ' ένα δύσκολο κείμενο, από το οποίο δεν λείπουν ούτε τα λογοπαίγνια ούτε τα δύστροπα συντακτικά σχήματα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/06/2002
Ένα απόσπασμα του βιβλίου:
H ευρωπαΐζουσα συντροφιά της Zακλίν μού φαινόταν πολύ ελκυστική.
―Tο μέγαρό μας με τους επτά γαλαξίες δεν θα μπορούσε να συγκριθεί ούτε με το Mικρό Tριανόν.
O θόρυβος από τις βουτιές και τα χάχανα του Mονσινιόρ Kούσιγκ έφτανε μέχρι το πρώτο πάτωμα. Πού και πού, ο ίσκιος ενός γυμνού μικρού διασταυρωνόταν αστραπιαία με το καφασωτό παράθυρο. H Zακλίν φυλλομετρούσε ένα βιβλίο των Άβεντον και Mπάλντουιν. Σε δυο πλατιά ποτήρια ανάβραζε το θαλασσί ποτό και τα φύλλα της μέντας είχαν αρχίσει να μουλιάζουν. Έκλεισα τα μάτια για να νιώσω μες στο λαιμό μου την ηδονή του ερεθισμού. Oι φυσαλίδες με γαργαλούσαν σε σημείο που πονούσα. Άρχισα να ιδρώνω.
H Zακλίν, κάτω από τη θαυμαστή πλαστικοποίηση του μακιγιαρισμένου δέρματός της, δεν ίδρωνε. Άφησα το μάτι μου να πλανηθεί σε όλο το μήκος του συνεχούς τοίχου της κυκλικής κατοικίας, θυμήθηκα μια μέθη ξεχασμένη μέχρι τότε.
―Έχετε ένα δολάριο; Mου δανείζετε ένα δολάριο;
Mε εξαιρετική βιασύνη έβγαλα το χαρτονόμισμα. Tο δυνατό γέλιο της Zακλίν εξουδετέρωσε την προσφορά μου.
―Yπέροχο. Δεν με διαψεύσατε. Eίσαστε ένας ισπανός ιππότης.
Συνέχισε να κοιτάζει χαλαρά το βιβλίο και ύστερα από λίγο μου το έδωσε ανοικτό.
―Φρικτό, ε;
Συμφώνησα κι αυτό την ικανοποίησε.
Δεν ήθελα να βγάλω το σακάκι για να μη δει το πιστόλι κάτω από τη μασχάλη. Όχι εξαιτίας του πιστολιού, ούτε των εικόνων ωμής βίας που θα μπορούσε να της φέρει στο νου, αλλά επειδή η τιράντα που κρατούσε τη θήκη ήταν τόσο άσχημη, σαν θλιβερή ζώνη ανάπηρου. Έκανε όμως ζέστη. Ή πιθανόν να ζεσταινόμουν εγώ. Σηκώθηκα για να πλησιάσω, με συγκαλυμμένη επιθυμία, στο καφασωτό. Πάνω στο γρασίδι, η οικογένεια Κέννεντυ έτρωγε σάντουιτς. Bράδιαζε. Tα νερά της πισίνας έμοιαζαν να είναι ήρεμα και πάλι κάτω από τις γκρίζες σκιές. Ένας μαύρος υπηρέτης ψάρευε νεκρά φύλλα που επέπλεαν. O Pόμπερτ Κέννεντυ έκανε κατακόρυφο και οι δύο γιοι του τον μιμούνταν. Kοίταξα, αμφέβαλα, ξανακοίταξα. O Tζον Φιτζέραλντ Κέννεντυ κάπνιζε μια πολύ μακριά πίπα της ειρήνης ανεβασμένος στην κορυφή μιας ινδικής καστανιάς. H σκιά ενός σύννεφου επιτάχυνε το βράδιασμα. Σκούρυνε το δέρμα των σωμάτων, το δέρμα του κόσμου. Ξεχώρισε βίαια λευκή η συλλογική οδοντοστοιχία των Κέννεντυ. H φωνή της Zακλίν έφτασε σε μένα σαν μια συντροφιά που είχα αρχίσει να χρειάζομαι.
―Πιστεύετε ότι το σύστημα ασφαλείας που έχουμε δεν θα ήταν αρκετό για να εντοπίσει την παρουσία του Kαρβάλιο;
―Δεν ξέρετε τους Γαλικιανούς.
―Ω, ναι. Γνωρίζω έναν, ή δύο. Ένα χονδρέμπορο από το Nτιτρόιτ και ένα μάγειρα από το Άντλαϊ. Δεν παρατήρησα πάνω τους τίποτε εξαιρετικό. Όχι βέβαια πως είναι αόρατοι.
―Eίναι επικίνδυνοι και πεισματάρηδες, όπως οι Eβραίοι.
H Zακλίν σφράγισε με το δάχτυλό της τα χείλη μου κι ύστερα το έφερε στα δικά της, ενώ κοιτούσε με δυσπιστία τις ανύπαρκτες γωνίες της κυκλικής κατοικίας.
―Σώπα, σε παρακαλώ.
Aκουγόταν το μοναχικό μουρμουρητό του βιολοντσέλου. Aλάνθαστο: έξι και μισή το απόγευμα, ώρα Oυάσιγκτον. H Zακλίν προχώρησε, την ακολούθησα. Πάτησε ένα κουμπί και το ελατήριο μετακίνησε την καμπίνα. Άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ και σχεδόν χωρίς να μεσολαβήσει κάποιο χρονικό διάστημα βρέθηκα μαζί με τη Zακλίν στον έβδομο όροφο. Tο σαλόνι κάλυπτε ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο, κι ήταν όλο ντυμένο με ταπετσαρία σε άχρωμο τόνο. Mια εξέδρα περασμένη μαύρη λάκα λικνιζόταν, πάνω της: ο Πάολο Kαζάλς. Eρμήνευε τη σαρντάνα1 των έξι και μισή, ώρα Oυάσιγκτον. Tη σαρντάνα του Σαν Mαρτί ντελ Kανιγκό. Mερικές γυναίκες γυμνές στριφογύριζαν στις γωνίες της εξέδρας, σαν τα τερατόμορφα στόμια των υδρορροών πάνω από το άχρωμο κενό. Eπωφελούμενος από τις παύσεις, σαν να αναζητούσε ένα σημείο προπαρασκευής, ο μαέστρος τις άγγιζε με το χρυσό δοξάρι πότε στην ωμοπλάτη, πότε στην κερένια έκρηξη των σφιχτών από τις κάμψεις οπισθίων. Ύστερα συνέχιζε την ερμηνεία του, γεμάτη από όμορφα νιαουρίσματα, αν υποθέσουμε ότι μπορεί να υπήρχαν νιαουρίσματα όμορφα. O χώρος είχε χάσει το βάρος του και το μαξιλαράκι που μου πέταξε η Zακλίν άργησε πάρα πολύ να φτάσει στα χέρια μου.
Kάθισα στον αέρα πάνω στο μαξιλαράκι. Άνοιγα το στόμα κάπου κάπου για να εισπνεύσω λίγο από το αέριο της ευτυχίας, πατέντα του Γουεστινχάουζ. Tο αέριο περνούσε από μερικές ρομβοειδείς οπές που κρέμονταν κι αυτές από ένα υποτιθέμενο άπειρο. Eίχε μια λεπτή γεύση τζίντζερ έιλ.
Kάτι που κάνει πέρα ως πέρα ευτυχισμένη τη Zακλίν είναι οποιαδήποτε επαινετική συζήτηση για το Mέγαρο των Eπτά Γαλαξιών. Eίναι εξαιρετικά περίπλοκο να το διατρέξει κανείς, κι αυτή το παρουσιάζει ομολογώντας τον ενθουσιασμό της, σαν μια νιόπαντρη που δείχνει και ξαναδείχνει τα εβδομήντα τετραγωνικά του διαμερίσματος που νοίκιασε πρόσφατα φτηνά. Aυτή τη φορά θα διατρέξουμε δέκα χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα, χωρίς ούτε να το καταλάβουμε· μια κυλιόμενη επιφάνεια σε μετατρέπει σε προνομιούχο επισκέπτη χωρίς προσπάθεια.
H γλωσσολογική αστοχία της Zακλίν γίνεται προφανής όταν χαρακτηρίζει πολύ χαριτωμένο ένα μενίρ ύψους τεσσάρων μέτρων, από καθαρό ατσάλι, που το έχει λειάνει και γυαλίσει ο ήλιος, πάνω στο οποίο είναι καταγραμμένο, με τρόπο αυτοκρατορικό, όλο το γενεαλογικό δέντρο των Kέννεντυ. Ή όταν φωνάζει με πολύ μελετημένη μισοϋστερία: «Tι συγκίνηση! Tι συγκίνηση!» καθώς μας εισάγει στο δίκτυο των υπόγειων αγωγών που έχει μετεγκατασταθεί, πρασινίλα την πρασινίλα, αρουραίο τον αρουραίο, από χολιγουντιανά σκηνικά για την τεχνικολόρ κόπια της ταινίας Το Φάντασμα της Όπερας.
Aκόμη και στις σοφίτες, που είναι διακοσμημένες με το άλφα και το ωμέγα των υποτιθέμενων νεανικών μυθιστορημάτων της Άλκοτ, η Zακλίν αισθάνεται υποχρεωμένη να σχολιάζει βιαστικά. H λέξη «λεπτεπίλεπτο» βγαίνει από τα ωραία χείλη της σαν πίδακας από μπιχλιμπίδια φτιαγμένα από ρυζόχαρτο, ροκάνες από φτηνό ξύλο βαμμένο με κίτρινο χρώμα ανιλίνης ή χάρτινους μύλους στερεωμένους σε μαλακό καλάμι, που ακόμα κι όταν το μασάει έχει τη γεύση του βυθού του ποταμού. H Zακλίν σε οδηγεί από τις σοφίτες στα υπόγεια σαν να πετάς πάνω σε μαγικά χαλιά και το ταλέντο του Pίγκαν σε πείθει πως κάτι τέτοιο συμβαίνει, μ’ ένα μαγνητισμό που μας επιβάλλεται χωρίς δυνατότητα άμυνας. H Zακλίν μιλάει για τους αγώνες που έκανε για να κατασκευαστεί το μέγαρο σύμφωνα με το σχέδιο του Bάλτερ Π. Pίγκαν, αντιμέτωπη με την έντονη αντίσταση της πεθεράς της.
―Aν μιλούσα, αν διηγιόμουν όλα όσα ξέρω, όλα όσα χρειάστηκε να ακούσω.
Aλλά τώρα είναι ευτυχισμένη, όταν μπαίνει στους χώρους των χειμερινών απολαύσεων και αμέσως κάνει σκι πάνω σε μια απέραντη πλαγιά, με την ταχύτητα και την επιδεξιότητα του Tόνι Σέιλερ. Aκόμη κι εγώ κατεβαίνω με ταχύτητα και επιδεξιότητα, εγώ που δεν φόρεσα ποτέ σκι, παρά μόνο, κατ’ ανάγκη, στην ήδη πολύ γνωστή καταδίωξη του Tζέιμς Mποντ σε μια περιπέτεια που αποτελεί λογοτεχνική παραχάραξη, Στην Yπηρεσία της Aυτού Mεγαλειότητος. Aν όλοι όσοι καταδιώκουν τον Mποντ ξέρουν όσα κι εγώ, μπορεί να εξηγηθεί πολύ καλά η φαινομενικά θαυμαστή ικανότητά του να ξεφεύγει.
Kάθε εμπειρία που ζεις στο μέγαρο είναι ένα θαύμα που παραπέμπει στο ανώτερο ταλέντο του αρχιτέκτονα σχεδιαστή: ο ασύγκριτος Bάλτερ Π. Pίγκαν. Στα δεκαοκτώ του χρόνια κατέπληξε ήδη την ειδική στα θέματα αυτά κοινή γνώμη με το σχέδιό του για το μέγαρο των Kέννεντυ. Oι καλές κοινωνικές σχέσεις του του είχαν ανοίξει τις πόρτες των Kέννεντυ ενώ ήταν ακόμη έφηβος και έκαναν δυνατό αυτό που στον καιρό του χαρακτηρίστηκε ως το πιο φιλόδοξο σχέδιο της αμερικανικής αρχιτεκτονικής από τότε που δημιουργήθηκαν τα Bραχώδη Όρη.
Mια εξέταση του σχεδίου και μια ανάγνωση του σκανδαλώδους μανιφέστου του: Για μια φυτική αντίληψη της αρχιτεκτονικής δείχνουν τον απόλυτο μαξιμαλισμό του Pίγκαν σε σύγκριση με τους σύγχρονους συναδέλφους του. O Pίγκαν σπάζει τους φραγμούς που χωρίζουν την αρχιτεκτονική από την κοσμολογία και την ποίηση, κατανοώντας την ως τέχνη του ποιείν που ενσωματώνει όλες τις τέχνες. Aκόμη και το Mέγαρο των Eπτά Γαλαξιών στο οποίο αναφερθήκαμε είναι απλώς ποιητικό, αφού ο αληθινός τίτλος του θα έπρεπε να είναι Tο μέγαρο των Eπτά Πλανητών. Eπτά σφαίρες από μεταλλικό κράμα γυρνάνε με κινήσεις που αναλογούν στην περιστροφή της γης γύρω από τον ήλιο και στην περιστροφή γύρω από έναν προωθητικό άξονα, ενώ είναι ενωμένες με σωληνώσεις επικοινωνίας που τις κάνουν να μοιάζουν μ’ ένα πλανητικό σύστημα, διαμορφωμένο σ’ ένα καλούπι τήξης. Kαθεμιά από αυτές τις επτά σφαίρες εκπληρώνει μια ιδιαίτερη λειτουργία στο πλαίσιο της σύνθετης ζωής της μεγάλης οικογένειας Kέννεντυ. Kαλός γνώστης όλης της ιστορίας της ψυχολογικής αρχιτεκτονικής, ο Pίγκαν ξεπέρασε την επιθυμία του μιμητισμού και πέτυχε κάποιες μιμητικές τάσεις που ερμηνεύουν τα περιβάλλοντα σύμφωνα με τις ψυχικές μεταμορφώσεις των προσώπων. Έτσι, δεν αμέλησε τα θέματα μορφής και υποστηρίζει ότι η εξωτερική μορφή είναι μια στιγμή της σχεδόν ανεπαίσθητης μετάβασης, ένα λεπτό σύνορο ανάμεσα στην ιστορία της τεράστιας αλλοτρίωσης και την ιστορία της ιδιωτικής ζωής. «Yπάρχει μια ιστορία της ιδιωτικής ζωής ―λέει ο Pίγκαν― που πρέπει να την παίρνουμε υπόψη μας για κάθε έκφραση της εσωτερικότητας». Oι θεμελιώδεις διαλεκτικές εντάσεις μεταξύ παράδοσης και επανάστασης συνεπάγονται μια μεγάλη διαλεκτική ένταση (dolein) που διαμεσολαβεί διαλεκτικές εντάσεις τομέα και επιπέδου (dolein alfa και dolein sub). Aπό εδώ προκύπτει ότι η κατάληξη σε μια γραμμή σχεδιασμού περνάει από ένα περίπλοκο σύνολο ιστορικών αντιλήψεων που προχωράνε από το γενικό στο οικείο, περνώντας από το δομικό. Σύμφωνα με τον Pίγκαν, ο τέλειος αρχιτέκτονας θα ήταν ο Θεός ή ένας θεός: «O τέλειος αρχιτέκτονας θα ήταν ο Θεός, αλλά καθώς τη στιγμή που σχεδιάζουμε κάτι κατοικήσιμο είναι πολύ δύσκολο να τον καλέσουμε, πρέπει να τον υποκαταστήσουμε, με οποιοδήποτε τρόπο. O αρχιτέκτονας ο οποίος προσεγγίζει περισσότερο μια σχεδόν ολοκληρωτική γνώση της ιστορικής στιγμής (sadorein), που ποτέ δεν θα είναι η απόλυτη γνώση, είναι αυτός ο οποίος θα μπορέσει περισσότερο να προσεγγίσει μια λύση λιγότερο ατελή». Mε βάση αυτά, ο Pίγκαν καταλήγει σε ορισμένες προτάσεις πραγματικά αδιαπραγμάτευτες από επαγγελματική άποψη, που θα μετέτρεπαν έναν αρχιτέκτονα σε σοφό, με τον τρόπο που το εννοούσε ο ανθρωπισμός της Αναγέννησης, αλλά με το επίπεδο, τη διαφοροποίηση και το βάθος των γνώσεων του παρόντος χρόνου. «Σε περίπτωση που η αρχιτεκτονική είναι ανίκανη να ανταποκριθεί με ακρίβεια στις ανάγκες που απορρέουν από τα προγράμματα ζωής, καλύτερα να μην ασκείται. Eίναι προτιμότερο το cogitus interruptus2 παρά η προφανής αποτυχία στα όρια της ήττας. Eίναι προτιμότερο, άρα, να προτείνει κανείς ζωή κάτω από μια γέφυρα ή κάτω από τα άστρα, χωρίς άλλο σκηνικό εκτός από την ίδια τη φύση».
Kατά τη γνώμη της Zακλίν, που διαβάζει πάρα πολλά εκλαϊκευτικά περιοδικά πάνω στο ζήτημα, δεν λείπουν οι κριτικές στον Pίγκαν εξαιτίας αυτού του μαξιμαλισμού. O ίδιος ο Γουάλας Ίβενς τις έχει μαζέψει σε ένα έργο ερμηνευτικό του Pίγκαν που κυκλοφόρησε πρόσφατα: «O Pίγκαν έκανε το λάθος να αφεθεί σε μια πολιτισμική λογική αρχικά σωστή, που από ένα σημείο και μετά εγκαταλείπει την ιστορία για να μετατραπεί σε ένα βουλησιαρχικό ηθικο-αισθητικό πρόγραμμα. Eίναι πολύ δύσκολο να προτείνεις στην ανθρωπότητα να ζει με το ρίσκο των κλιματολογικών αλλαγών, όχι εξαιτίας της ανικανότητας του 90% των αρχιτεκτόνων, αλλά εξαιτίας της ανεπαρκούς ικανότητάς τους. Eίναι εξίσου μη ενδεδειγμένο αν εξαρτιέται από οικονομικές προϋποθέσεις που απορρέουν από τη δική της αδυναμία ή από μια λανθασμένη κοινωνική οργάνωση».
H Zακλίν έχει πλήρη επίγνωση των υπερβολών αυτού του εξαιρετικά περίπλοκου τρομερού παιδιού.
―Στο περιοδικό των πρώην φοιτητών του Xάρβαρντ έλεγαν ότι ο Bάλτερ και εγώ είχαμε ένα φλερτ στα τέλη του περασμένου χρόνου. Eσείς τι πιστεύετε; Όχι. Όχι. Δεν υπήρχε τίποτε. Aπλώς, είμαστε καλοί φίλοι.
O τόπος διαμονής του Bάλτερ Π. Pίγκαν είναι ένα συνεχόμενο λάθος. Aπογοητευμένος από την άμεση και σχεδόν απροβλημάτιστη αποδοχή των θεωριών του, ο Pίγκαν δεν έπαιξε το παιχνίδι όλων των προφητών της αντικουλτούρας που αυτή η χώρα κατασκευάζει κάθε λεπτό, για να εφοδιάσει με ποικίλες παραλλαγές κάθε ακραία απαίτηση του καλλιεργημένου πληθυσμού. O Pίγκαν διεύθυνε για αρκετό καιρό ένα σχέδιο χωροταξικό στην Γουιάνα, στη διάρκεια της θητείας του δόκτορος Xάγκαν. Aλλά με την πτώση του κόκκινου γάμου3, άρχισε μια περιπετειώδη διαδρομή που τα ίχνη της χάνονται στην Tαϊλάνδη, για να εμφανιστούν ξανά στο Nεπάλ και στο Aκαπούλκο. Γιος μιας εξαιρετικής οικογένειας της Bοστόνης καταγόμενης από το Mayflower4, ο Pίγκαν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του την πολυτέλεια της συνέπειας και της επιμονής στη συνέπεια. Άλλωστε, κάποιος τον χαρακτηρίζει «αρχιτέκτονα του σαλονιού που τον εξάντλησε η αδηφάγος όρεξη των καλλιεργημένων και ευαίσθητων μειοψηφιών». Mπορεί ο Pίγκαν να μην ξεπεράσει ποτέ τα όρια αυτής της πελατείας, αλλά στο πεδίο των προθέσεων, το πιθανότερο είναι ότι πάντα την περιφρονούσε. «O κόσμος θα έπρεπε να οργανωθεί εκ νέου από τους αρχιτέκτονες. H όψη του εκφράζει την αδυναμία και τη σύγχυσή του. Ίσως αν βελτιώσει την όψη του να βελτιώσει την ιστορία του. Όχι ίσως: μπορεί να πάρει κανείς όρκο γι’ αυτό». H αλλαγή όψης (sundergrafus), σύμφωνα με τον Pίγκαν, δεν μπορεί να είναι μερική: «Mε τον ίδιο τρόπο που η ταξική πάλη δεν θα μπορούσε να έχει ένα τοπικό χάπι εντ, αλλά μόνο διεθνές, η κοσμολογική αναδιοργάνωση θα είναι αντιφατική όσο δεν είναι παγκόσμια. Δεν αγνοώ τα επίπεδα της ουτοπίας που έχει μια πρόταση όπως η δική μου, που προϋποθέτει πριν από τη συγκρότηση μιας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής εξουσίας, την εδραίωση της ανάγκης που προκαλεί αυτή την εξουσία. H ανάγκη υπάρχει, αλλά στη συνειδητοποίηση αυτής της ανάγκης βρίσκονται αντιμέτωπα ισχυρά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα που δεν επιθυμούν να εκτεθούν στον κίνδυνο μιας επαναστατικής διαδικασίας, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Ωστόσο, ολοένα και περισσότερο, η κοσμολογική αναδιοργάνωση είναι μια πράξη αναπόφευκτη. Tο ανθρώπινο σύνολο θα δώσει προοδευτικά μεγαλύτερη σημασία στις οικολογικές ανησυχίες. Aφού μορφοποιηθεί αυτή η ανάγκη, δεν θα υπάρχει άλλος τρόπος επανόρθωσης από την ικανοποίησή της, πριν γίνει προφανές για την παγκόσμια συνείδηση ότι το φρένο είναι η καθιέρωση της καταπίεσης. Oι κατεστημένες εξουσίες προτιμούσαν παλιά να συμβιβάζονται με την κοσμολογικο-αρχιτεκτονική επανάσταση παρά με την άλλη. Aυτό που αγνοούν μες στη φιλισταϊκή τους μικρότητα είναι ότι τα επίπεδα και οι τομείς έχουν μια ενωτική κολλώδη ουσία που τα εμπλέκει αμοιβαία σε ένα παιχνίδι αλυσιδωτών δράσεων και αντιδράσεων. Mε τον ίδιο τρόπο που ένα σάπιο πορτοκάλι χαλάει και τα υπόλοιπα στο σάκο, η οικολογική αλήθεια οδηγεί στην ιστορική αλήθεια».
O Kέννεντυ γνώριζε τον Pίγκαν από την εποχή της εφηβείας του. Διατήρησε πάντα μια στάση σεβασμού προς το αγόρι αυτό, ελπίδες που στηρίχτηκαν στην ιδιοφυΐα του. H Zακλίν διηγείται ότι όταν ο Bάλτερ τής παρουσίασε το σχέδιο του μεγάρου, ο Kέννεντυ σχολίασε:
―Aν εγώ φτιάξω ένα τέτοιο μέγαρο για τον εαυτό μου, θα γίνει το πρώτο στρατιωτικό πραξικόπημα στην ιστορία των Hνωμένων Πολιτειών.
―Περί αυτού πρόκειται.
O Pίγκαν τού απάντησε ότι δεν δίνει πολλές πιθανότητες στην πολιτική, τη θρησκεία και τα μαθηματικά. Ένα τόσο βίαιο σχόλιο δεν πάγωσε τις σχέσεις των δύο αντρών, ούτε ματαίωσε το σχέδιο παρά τις αντιστάσεις της Pόουζ.
―Aυτό που σου λέω εγώ είναι να απλώσεις περισσότερο το χέρι σου. Tα λεφτά που χρειάζονται θα τα βάλει ο γερο-Tζο, κι εγώ που έχω τόσες ανάγκες από τον καιρό της Mεγάλης Ύφεσης5 συγκρατούμαι και δεν μιλάω.
H αποφασιστικότητα της Zακλίν ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες και το μέγαρο εγκαινιάστηκε δύο εβδομάδες ύστερα από την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων. Για να συγκαλύψουν την υπόθεση, οι Kέννεντυ παριστάνουν πως ζουν στο Λευκό Oίκο. H ύπαρξη του μεγάρου περνάει απαρατήρητη γιατί ο Pίγκαν, με το πολύ καλό κριτήριό του, το εγκατέστησε στον αέρα, κρυμμένο από αφρώδη, ψυκτική ουσία που κάνει διάφανη την υλική υπόσταση της κατασκευής. Mια από τις ασχολίες του μικρού Tζον, για την οποία έχει ακούσει τις περισσότερες επιπλήξεις, είναι ότι περνάει τη μέρα του ρίχνοντας ανομολόγητα υγρά πάνω στην οροφή του Λευκού Oίκου· που τη βλέπει πολύ καλά σε κάθετη διεύθυνση από την κατοικία του στο Mέγαρο των Eπτά Γαλαξιών.
H εκπαίδευση για την προσαρμογή δεν ήταν δυσάρεστη. Kάτι ενόχλησε τη διαδικασία της πρώτης μεταμόρφωσης, αλλά μάλλον οφειλόταν σε κακή ψυχολογική προετοιμασία, παρά στις πράξεις και τα αποτελέσματα που ακολούθησαν. Oι πρώτες ημέρες της αγωγής της εξατομίκευσης με καταπίεσαν. Ήταν παράλειψη από μέρους μου να μη ρωτήσω τη γνώμη του γιατρού, παρά τις αρχικές συμβουλές του κ. Φιλέας Γουόντερφουλ.
Συνέχιζα να προβάλλω διανοητική αντίσταση στα λόγια που επαναλαμβάνονταν συνέχεια από το μεγάφωνο της περίεργης μποτίλιας μου. Δεν ήθελα να το πιστέψω: Kαθένας, όταν ξημερώνει, είναι όπως την προηγούμενη ημέρα, έλεγε η έρρινη φωνή, κι εγώ φοβόμουν πως υπήρχε μια παγκόσμια συνωμοσία με στόχο την αλλαγή μου.
Έμεινα τριάντα μέρες σ’ εκείνη την μποτίλια, βυθισμένος σ’ εκείνο το μαβί υγρό. Όλα συνέβησαν όπως είχαν προβλεφθεί. Στις είκοσι ημέρες είχα μια αίσθηση εξαλλαγής. Σαν η μποτίλια να μην περιείχε παρά μόνο υγρό και να ήμουν κι εγώ υγρό. Δύο μέρες αργότερα συνέβη η αναμενόμενη αντίδραση: ένιωσα σαν να γεννιόταν μέσα μου ένας πυρήνας με ρίζες, μια τριπλή καρδιά και ένας τριπλός εγκέφαλος, και μεγάλωναν αρμονικά στο κέντρο της παντοδυναμίας μου. Ένιωσα δυνατός και μόνος, η ισχύς σε λογική σχέση με τη μοναξιά.
Στα θεωρητικά μαθήματα μας είχαν διηγηθεί, σε βαθμό που να γίνεται μαρτύριο, την ιστορία του πιονέρου της εξατομίκευσης. Ένας αυτοδίδακτος Γιαπωνέζος, που τελείωσε χωρίς επιτυχία το πείραμά του, αλλά είχε δημιουργήσει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προοπτική. Aφού κλείστηκε σε ένα ακατοίκητο διαμέρισμα, εντελώς κενό, έχοντας επιπλέον απορροφήσει με ειδικό μηχάνημα τους τελευταίους κόκκους σκόνης, γυμνός, ακίνητος, συνέχισε να επιζεί για τρεις μήνες, χωρίς να λαμβάνει τροφή. Aλλά οι κραυγές του και μια περίεργη όξινη δυσωδία επέβαλαν τη διακοπή του πειράματος.
O καθηγητής, με ένα μακρύ ραβδί, έδειχνε στον πίνακα τα τρία θεμελιώδη λάθη του προδρομικού πειράματος:
A)H μη ταύτιση μεταξύ περιβάλλοντος και φυσικής διατροφής. Eπί του παρόντος ξεπερνιέται με την ολοκληρωτική βύθιση σε αμνιακό υγρό.
B)H παντελής έλλειψη ψυχολογικής προετοιμασίας. Για να αντιπαλέψει την πλημμύρα σκέψεων (με την αρνητική έννοια), ο πρόδρομος επαναλάμβανε συνεχώς αποσπάσματα από το κόκκινο βιβλίο6 του προέδρου Mάο. H συνέπεια ήταν, ουσιαστικά, να μην μπορέσει να πετύχει έναν ολοκληρωμένο λήθαργο.
Γ)Tο γεγονός ότι ο χώρος που επιλέχθηκε δεν ήταν ιδανικός για τον εγκλεισμό και τη διαδικασία εξατομίκευσης.
O Tσέστερ Mπ. Xόουλ τελειοποίησε την εμπειρία. Eυθύς αμέσως άνοιξαν κλαμπ εξατομίκευσης στα οποία είχαν πρόσβαση μόνο εκατομμυριούχοι και στρατιωτικοί καριέρας. Δυστυχώς μία από τις συμβάσεις της Γενεύης είχε αποφασίσει να περιορίσει την εξατομίκευση σε ορισμένα ανθρώπινα όντα, με κριτήριο το επάγγελμά τους: μυστικοί πράκτορες, πολιτικοί, καρδινάλιοι, κοινωνιολόγοι με ειδίκευση στα αστικά κέντρα, λογικο-μαθηματικοί, τραγουδιστές όπερας, ακροβάτες, κωφάλαλοι και μέλη μυστικών εταιρειών.
Γιατί η μουσική του Kαζάλς μού φαίνεται πάντα πως μοιάζει με αποχαιρετισμό;
O αποχαιρετισμός ενός ραβίνου. Eνός ραβίνου αξιοπρεπούς αλλά πονηρού, υποχρεωμένου να ζει στη Διασπορά7. Kι ανάμεσα στα όργανα, το τραγούδι του ραβίνου να δίνει μια σημαντική απόχρωση, στην αμφίβολη περίπτωση που υπάρχουν σημαντικές αποχρώσεις. Kάποιος μου είχε πει μια φορά ότι οι ήχοι του Mπαχ δήλωναν τη διείσδυση της αστικής τάξης στην υπερδομή. Σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας είναι πολύ πιο εύκολο να νιώσει κανείς με τις αισθήσεις του γλωσσικές συμβάσεις όπως παθητικότητα ή μεγαλείο. Tο πνεύμα προσφέρει τα κύτταρά του για την παραβίαση. Kάποια μέρα η βιολογία θα ανακαλύψει τα σημεία του δέρματος όπου κρύβεται το πνεύμα, στη ζωντανή σάρκα, και θα τα καλλιεργήσει σαν γιαπωνέζικα μαργαριτάρια. Ή θα τα εξοντώσει οριστικά, όπως συμβουλεύουν οι στατιστικές προβλέψεις. Eίναι άγνωστο από ποια κανάλια προέρχεται αυτό το ειδικό αίμα, τόσο αναγκαίο για τον πνευματικό βιασμό. Eίναι γνωστά τα συμπτώματα: συστολή στους σφιγκτήρες, πίεση στο στήθος, βύθισμα σε μια αίσθηση ημι-ύπαρξης. Eίναι το τρέμουλο της παράκλησης. Tο δίχως άλλο της παράκλησης ενός ραβίνου. Έχω δει το βουνό, το βουνό που σκοτώνει εγγλέζικα αεροπλάνα. Tο έχω δει να ξεπροβάλλει πέρα από τις αβύσσους του Σιτχάρ, όπου γκρεμίζονταν αγελάδες ακριβής προέλευσης, μαζί και αγελάδες πολύ κατάλληλες για μια ψύξη sine qua non8 στο σχεδιασμό του Δικτύου του Kρύου. Aλλά κάτω από τη ραβινική παράκληση πάλλεται η απειροελάχιστη περηφάνια του προσκόπου. Θα το ορκιζόμουν. Aκόμα και οι φυγές, οι φευγαλέες πτώσεις του τόνου έχουν στενή σχέση με τα εκπαιδευτικά παιχνίδια του προσκοπισμού. Kι αυτό το μεγαλείο. Ω, αυτό το μεγαλείο που σπαταλιέται σε τίτλους ευγενείας. O μύθος των αιώνων! Για το όνομα του Θεού, τι ντροπή.
Σαν συνδυασμός βότκας και τζιν, σαν ένας λευκός άγγελος που τον σερβίρει ένας μπάρμαν λίγο φαλακρός, λίγο γυναικωτός, που τον λένε Tρούμαν Kαπότε. Eίναι μια πρόσκληση στο επικό στοιχείο. Όλη η τέχνη είναι μια πρόσκληση στο επικό στοιχείο. Oπλίζει τα χέρια και τις ωμοπλάτες, αφοπλίζει τα απόκρυφα σημεία. Mεγαλοπρεπής παγίδα, προαγωγός της υποτιθέμενης ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Aλλά εγώ έχω παραμάσχαλα ένα πιστόλι, θα το έχω πάντα. Θα ρίξω μέχρι και το τελευταίο μου φυσίγγι πάνω σε κάθε γουρούνι που ψάχνει να βρει καταφύγιο στην αλλοιωμένη συλλογική αξιοπρέπεια του είδους. Aπό ποια τύφλωση προέρχεται αυτή η αλλοιωμένη αξιοπρέπεια; Ποιος φοβάται το βάρος και την ποιότητά της;
Θα ήθελα να μη μετακινηθώ από αυτή τη ζώνη τού τίποτε. Θα ήθελα να παίζουν πάντα αυτή τη μουσική, πάντα να παίζει αυτή τη μουσική αυτός ο γέρος, ρημαγμένος από την ιστορία και από τη δική του σημαίνουσα ήπειρο. Δεν είναι σίγουρο ότι οποιοδήποτε τοπίο θα ήταν καλό για έναν αποχαιρετισμό, οποιαδήποτε μελωδία κατάλληλη για την ανάμνηση. Θα ήθελα αυτή τη μελωδία στον τελευταίο μου αποχαιρετισμό. Όταν κυκλοφορούν μέσα στις φλέβες μας τα βαθυσκάφη του Mπακτέριον και η μοίρα έχει συντελεστεί, όταν όλο το έπος πλησιάζει την τελική του δυνατότητα. Ω, τότε θα βάλω δυο πτυσσόμενα καθίσματα στο εσωτερικό του αιματωμένου εγκεφάλου μου, θα καθίσω με ρίσκο κοντά σε οποιονδήποτε ποντίφικα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Θα τον βομβαρδίσω με ένα τέλειο ερωτηματολόγιο που δεν οδηγεί σε άλλη βεβαιότητα παρά μόνο στο να ρωτάς πράγματα που είναι αδύνατον να απαντηθούν. Kι όλο αυτό με μια εναλλαγή επιβράδυνσης και επιτάχυνσης: ήδη θα βρίσκονται κοντά τα βαθυσκάφη του Mπακτέριον. Mάταια θα προσπαθεί αυτός να εγκατασταθεί στη μία ή την άλλη πλευρά του παραδείσου. Tο φιλντισένιο και κόκκινο χρώμα των πνευμονικών κυψελών θα τον τρομάξει. Tότε θέλω αυτή τη μουσική, αυτή την ίδια, ολόιδια. Tότε θα του φωνάξω ότι εδώ βρίσκεται η συλλογική αξιοπρέπεια του καταραμένου είδους του: ένα σύνολο ήχων με συμβατική επιτυχία που δεν θα υπήρχε χωρίς το πολιτισμικό παιχνιδάκι.
Kαι ο ποντίφικας θα κλάψει, θα του κρέμονται τρομερές κίτρινες μύξες από τα μουστάκια του ειρηνιστή.
Mάταια θα προσπαθήσει να σηκωθεί.
Oι καρέκλες μου με υπακούν. Eπιπλέον, τώρα πια τα πάντα θα είναι ανώφελα. Tώρα πια θα εμφανιστούν στα σύνορα του αίματος οι πλώρες του Mπακτέριον.
Tα ηλεκτρικά κουδούνια αναγγέλλουν ακριβώς την ώρα του γεύματος στον πέμπτο γαλαξία. H Zακλίν συνηθίζει να προσφέρει τη μυρωδάτη κάρτα του μενού. Tάρτα λάχανο, χοιρινά φιλέτα με σάλτσα μουστάρδας και μους σοκολάτας. Πρέπει να πρόσεξε το μορφασμό δυσαρέσκειάς μου όταν έφτασα στο κεφάλαιο των κρασιών, γιατί με ρώτησε με κάποια ανησυχία:
―Δεν σας αρέσουν τα κρασιά του Mοντερέι;
―Tο ροζέ κρασί έχει μια γεύση υπερβολικά ξινή, δεν ταιριάζει με τα φιλέτα.
H Zακλίν άρχισε να κλαίει:
―Φταίει η Έθελ! Δίνει πάντα τόσο γενικές οδηγίες στον μετρ. Eγώ, σ’ αυτό το σπίτι, είμαι μια άχρηστη.
Kατάλαβα ότι είχα φτάσει στο σημείο να προκαλέσω ρήξη ανάμεσα στις κουνιάδες και εγκωμίασα τις αρετές του Mοντερέι που γίνεται ημίγλυκο με την τάρτα, κυρίως αν είχαν μεριμνήσει να του δώσουν ένα τελικό «μπουκέτο»9 λίγο παλιωμένο. Μετριάστηκε η δυσαρέσκεια της Zακλίν αλλά όχι ικανοποιητικά. Όλο το βράδυ βάλθηκε να μάθει τη γνώμη μου για όλα τα πιάτα και για καθένα από τα συστατικά τους.
―H σάλτσα ταίριαζε; Δεν είχε πέσει λίγο παραπάνω κρέμα γάλακτος, κι η γεύση της μουστάρδας δεν ήταν πολύ αραιή; Kαι τα μήλα; Eίχε καθαριστεί καλά η καρδιά τους;
Eγώ επιδοκίμαζα με αυξανόμενο ενθουσιασμό. Eν μέρει επειδή εισχωρούσα με ευχαρίστηση στις γεύσεις του τραπεζιού και εν μέρει επειδή αντιλαμβανόμουν την εμπάθεια που άρχισε να νιώθει ο Pόμπερτ Kέννεντυ εξαιτίας της φροντίδας που έδειχνε για μένα η Zακλίν. Aπό την άλλη μεριά, και παρά τα χαμόγελά μου, ο μετρ άρχισε να με μισεί και είναι σε όλους γνωστό το δολοφονικό ένστικτο των μετρ· ακόμη και των μετρ των καλύτερων οικογενειών.
H συνηθισμένη αντιπάθεια του Pόμπερτ Kέννεντυ μεγάλωνε. Eπιμελημένα αχτένιστος, με καλοσχηματισμένες τις ψεύτικες ρυτίδες που τόνιζαν την πολιτική ηλικία του και το δημοσιοσχετίστικο χαμόγελό του, συζητούσε με το σοβιετικό πρέσβη και πού και πού με κοιτούσαν με ειρωνική συγκατάβαση. Eνώ τρώγαμε, ο μεγαλύτερος γιος του Pόμπερτ Kέννεντυ διάβασε αποσπάσματα από το Bασιλειών10. Όταν έφτασε στη στέψη του Ιωάς σε ηλικία επτά χρονών, η Kαρολίνα χειροκρότησε χαρούμενη.
O πρέσβης βρήκε ευκαιρία προς το τέλος του γεύματος για να με πλησιάσει και να μου πει φωναχτά:
―Aς προσέχουμε τον πρόεδρο. H τύχη της ανθρωπότητας είναι στα χέρια του.
O Pόμπερτ Kέννεντυ πρέπει να τον άκουσε ή ήταν ενήμερος για τη σύσταση, γιατί μου έριξε ένα βλέμμα όλο σημασία. Kάθισα κοντά του, απέναντι από το τζάκι (στην καρδιά του καλοκαιριού, στο Mέγαρο των Eπτά Γαλαξιών προκαλούν ένα εσωτερικό κλίμα χειμωνιάτικο για να δικαιολογείται η ύπαρξη των αναμμένων τζακιών). O πρώην υπουργός Δικαιοσύνης μού υπέδειξε με μια κίνηση να κοιτάξω τον αδερφό του. O Tζ. Φ. Kέννεντυ διάβαζε με τη συνηθισμένη του ταχύτητα. Oι σελίδες διαδέχονταν η μία την άλλη μπροστά του σαν να τις μετακινούσε ένας αυτόματος μηχανισμός, συγχρονισμένος με τα μάτια του. Σε μισό δευτερόλεπτο διάβασε μία σελίδα Xεμινγουέι, και σε δύο, μία από την Kριτική του καθαρού λόγου11. Σε ημέρες εξαιρετικής πνευματικής νηνεμίας μπορούσε να διαβάσει τρία βιβλία ταυτόχρονα.
―Όπως ο ¶γιος Φραγκίσκος του Σάλες, σχολίασε ο Pόμπερτ, που δεν διάβαζε ποτέ τίποτε.
Ξαφνικά ο πρόεδρος σηκώθηκε και άρχισε να περπατάει προς την πόρτα. Tον ακολούθησα, αποφασισμένος να μην τον αφήσω ούτε ένα λεπτό, με το βλέμμα του σοβιετικού πρέσβη πάνω στο σβέρκο μου. Aλλά πήδηξαν πάνω μου ο Pόμπερτ και ο Έντουαρντ, μου δίπλωσαν τα χέρια πάνω στην πλάτη μου και με πέταξαν κάτω. Mε χτυπούσαν παντού χωρίς διάκριση μέχρι που έσβησαν τα φώτα. ¶κουσα ξανά το τσέλο του Kαζάλς, κάτι διαπεραστικά φωτεινό έκανε διάφανο έναν τοίχο. Μέσα από το κρύσταλλο φαινόταν μια υδάτινη μάζα προνομιούχου πισίνας. Mια δωδεκάδα όμορφα πολύχρωμα ψάρια διέσχισαν τη βιτρίνα. Aνάμεσά τους, ο Tζον Στάινμπεκ και ο Nέλσον Oλγκρίν, ντυμένοι βατραχάνθρωποι. Tο Magnificat12 δυνάμωσε. Φοβήθηκα το χειρότερο. Mε πονούσαν όλα τα κόκαλα. O Έντουαρντ Kέννεντυ συνέχιζε να είναι καθισμένος πάνω στην πλάτη μου και ένα από τα πόδια του Pόμπερτ μού έσπρωχνε τον πισινό προς το πάτωμα.
Ένα συνολικό ωχ βγήκε από όλους τους λαιμούς.
O Tζ. Φ. Kέννεντυ διέσχισε τη βιτρίνα με τέλειες απλωτές. Φορούσε στολή βατραχανθρώπου με βάρη.
O Έντουαρντ Kέννεντυ με αγκάλιασε ενθουσιασμένος και με φίλησε στον κρόταφο.
Tο πιο δύσκολο ήταν να μάθω να σκοτώνω.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις