0
Your Καλαθι
Μάρκος η επανάσταση και οι καθρέφτες
Περιγραφή
Το πρόσωπό του είναι μονίμως καλυμμένο από μια μάσκα. Διασχίζει τις ατέλειωτες εκτάσεις του νότιου Μεξικού έφιππος, εμφανίζεται πάντα νύχτα και φορτίζει την μπαταρία του φορητού κομπιούτερ του από τους αναπτήρες των αυτοκινήτων των δημοσιογράφων, συγγραφέων και τουριστών που καταφθάνουν στην περιοχή Τσιάπας για να δουν από κοντά τον τελευταίο επαναστατικό μύθο της εποχής μας. Για να συναντήσει τον υποδιοικητή Μάρκος, ο Μάνουελ Βάλκεθ Μονταλμπάν προχωρά στα βάθη της ζούγκλας Λακαντόνα και, σε μια αποκλειστική συνέντευξη-διάλογο, ανταλλάσσει μαζί του απόψεις για «την παγκοσμιοποίηση, το ετοιμοθάνατο εθνικό κράτος, την Ευρώπη της κοινωνικής πρόνοιας και του χρήματος, την Αριστερά και την ιστορική μνήμη.» Κυρίως όμως δίνει ένα εξαιρετικό πορτρέτο αυτού του μορφωμένου, είρωνα και εξαιρετικά οξυδερκούς αστόπαιδου που αποφάσισε να πάρει το μέρος των χαμένων αυτής της γης και να γίνει η φωνή όσων αρνούνται την ισοπεδωτική λογική μιας παγκοσμιοποίησης που απορρίπτει τις πολιτισμικές, οικονομικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες κάθε λαού, κάθε ανθρώπου.
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Συγγνώμη για την ενόχληση, αλλά πρόκειται για επανάσταση», είπε ο κομαντάντε Μάρκος, καβάλα στ' άλογο, σε κάτι εμβρόντητους τουρίστες που ήθελαν να πάνε στα ερείπια του Παλένκε και δεν πήγαν ποτέ. Πού να φανταστούν οι έρμοι ότι την Πρωτοχρονιά του 1994, ημέρα που το Μεξικό έμπαινε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, θα ξεσπούσε η επανάσταση των Ζαπατίστας;
Ξέσπασε όμως και έφερε στο Μεξικό μία ατμόσφαιρα που θύμιζε Κάστρο και Τσε, στα τέλη του 20ού αιώνα. Το γιατί και πώς συνέβη αυτό το εξηγεί ο ίδιος ο Κομαντάντε στην εκτενή συνέντευξη που έδωσε στον Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν.
Η συνέντευξη δόθηκε στα βουνά της Τσιάπας και οι δυο τους, καθισμένοι σε κορμούς δέντρων (ο υποδιοικητής Μάρκος φορούσε κουκούλα), συζήτησαν για πολιτική. Για την, άσχετη με την πραγματικότητα, εικόνα των Ινδιάνων στη Δύση, για τη θέση των πολυάριθμων Ινδιάνων στις σημερινές κοινωνίες των Κρεολών, για τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στην πολιτική σκηνή της Λατινικής Αμερικής, για τα είδη των στρατιωτικών πραξικοπημάτων, για την Ινδιάνα κάτοχο του Νόμπελ Ειρήνης Ριγοβέρτα Μεντσού, για το νόημα της επανάστασης σήμερα. Και βέβαια, μεγάλη έκταση καταλαμβάνει η συζήτηση για τον νεοφιλελευθερισμό στο Μεξικό, η αγριότητα του οποίου από το 1982 και μετά, κατά τον Μάρκος, είναι εκείνη που ώθησε τους ιθαγενείς της Τσιάπας να ξεσηκωθούν, προσμετρώντας το βάρος 500 χρόνων καταπίεσης. Το Μεξικό, λέει ο Μάρκος, μπήκε στον Π.Ο.Υ., δηλαδή στον Πρώτο Κόσμο, διαγράφοντας με μία μονοκοντυλιά την ύπαρξη 10 εκατομμυρίων πάμφτωχων Ινδιάνων στο έδαφός του. «Η ιστορική αλλαγή δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος του αποκλεισμού ενός συγκεκριμένου τομέα της κοινωνίας», λέει στον Μονταλμπάν. «Δεν θα υπάρξει ποτέ ένας κόσμος ομοιογενής, γι' αυτό πρέπει να σέβεται κανείς το δικαίωμα στη διαφορετικότητα». Οι Ινδιάνοι υπολογίζονται σε 40-50 εκατομμύρια στη Λατινική Αμερική. Και είναι χαρακτηριστική για τη θέση τους, η αφήγηση ενός συγγραφέα, από τη Γουατεμάλα που είπε στον Μονταλμπάν, ότι σε μία χώρα όπου αυτοί αντιπροσωπεύουν το 50% του πληθυσμού! «Τους έβλεπα από μικρός στο σπίτι μου, στο υπηρετικό προσωπικό, τους συναντούσα στον δρόμο. Ποτέ δεν είχα σκεφθεί ότι ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους», είπε.
«Φτάνει πια!»
Να λοιπόν οι καθρέφτες της επανάστασης. Οι Ζαπατίστας είναι ο καθρέφτης του Μεξικού που αρνιόταν να δει το πρόσωπό του. Είναι οι αντανακλάσεις των αιτημάτων μιας εξέγερσης που μετέδωσε μηνύματα σε όλες τις καταπιεσμένες - φυλετικές ή κοινωνικές - μειονότητες του Μεξικού και ευρύτερα του κόσμου. Είναι αυτό που ήταν για τον Λεονάρντο Σάσα η Σικελία, είναι δηλαδή ο κόσμος όλος. «Φτάνει πια!», ήταν το κεντρικό σύνθημα των εξεγερμένων. Και ο Μάρκος συμπληρώνει: «Αυτός ο εφιάλτης (που μας πουλάνε τώρα σαν τον καλύτερο από τους εφικτούς κόσμους), ίδιος και συγχρόνως διαφορετικός σε εδάφη και ουρανούς ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς, μας υπόσχεται την πιο τρομερή από τις καταστροφές: εκείνη της ιστορικής μνήμης».
Οι Ζαπατίστας, βέβαια, για την ίδια τη μεξικανική διανόηση, ήταν εξαρχής μία φανερή ενόχληση, λέει ο Μονταλμπάν: «Ο νεοζαπατισμός αποτελούσε έναν αβάσταχτο μπελά, σχεδόν ένα μείγμα φολκλόρ για τουρίστες-επαναστάτες και σκληροπυρηνικούς της διεθνούς Αριστεράς, μόνιμους θεατές των τριτοκοσμικών επαναστάσεων».
Εκκαθαρίσεις
Γεγονός είναι ότι τα γεγονότα στην Τσιάπας, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, δεν μπορεί κανείς παρά να τα δει υπό το γενικότερο πρίσμα των εξεγέρσεων αλλά και των εκκαθαρίσεων στη Λατινική Αμερική, όπου βέβαια οι ΗΠΑ δεν ήταν εντελώς αμέτοχες. Η Ριγοβέρτα Μεντσού είδε τον πατέρα της να τον καίνε ζωντανό στην ισπανική πρεσβεία στη Γουατεμάλα σε απευθείας μετάδοση από την τηλεόραση, είδε να σκοτώνουν επίσης τον αδελφό της αλλά και άλλους οικείους της και να την υποχρεώνουν σε εξορία. Οι εκκαθαρίσεις της τριετίας 1981-83 έγινε προσπάθεια να αμβλυνθούν, λέει ο Μονταλμπάν, και μέσω της σπίλωσης προσώπων όπως η νομπελίστα Μεντσού. Σε σχετικό άρθρο στους «Νew Υork Τimes», ενός Βορειοαμερικανού ανθρωπολόγου, η Μεντσού παρουσιάζεται να υπερβάλει στα λεγόμενά της για τα όσα πέρασε την εποχή εκείνη. «Καθώς η δύναμη της Ριγοβέρτας εστιάζεται στη διεθνή δημόσια εικόνα της, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από την εξάπλωση μιας ατιμωτικής εκστρατείας. Το να ισχυρίζεται κανείς ότι η Ριγοβέρτα είπε ψέματα, σημαίνει πως δεν υπήρξε γενοκτονία στη Γουατεμάλα, πως δεν είναι αλήθεια ότι τα στρατεύματα έφταναν στα χωριά, ότι έκλειναν μέσα στα σχολεία τις γυναίκες και μέσα στις εκκλησίες τους άντρες και ότι τους έσφαζαν συστηματικά για να καθαρίσουν το έδαφος γύρω από τους αντάρτες», λέει ο Μονταλμπάν. ?λλωστε, και ο Χιλιανός συγγραφέας Λουίς Σεπούλβεδα κατήγγελλε την επιχείρηση δυσφήμησης των ηγετών της χειραφέτησης των ιθαγενών. Ενώ και ο Εδουάρδο Γκαλεάνο έγραψε: «Εκείνη ξεπέρασε τη θέση της, και αυτό σκανδαλίζει. Το ότι η Ριγοβέρτα είναι Ινδιάνα και γυναίκα, έστω, της ανήκει αυτή η διπλή κακοτυχία. Όμως, η εν λόγω Ινδιάνα αποδείχθηκε αντάρτισσα, αναίδεια ασυγχώρητη, και, σαν να μην έφτανε αυτό, διέπραξε κατόπιν το ατόπημα να μεταβληθεί σε ένα από τα παγκόσμια σύμβολα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας».
Στο βιβλίο του αυτό, ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν μάς παρουσιάζει έναν κομαντάντε Μάρκος ευφυή και διαβασμένο. Το τέχνασμα της κουκούλας (ο Μάρκος επί πολλά χρόνια δεν έδειχνε το πραγματικό του πρόσωπο) έστρεψε τα φώτα πάνω του: «Κανείς δεν μας κοίταζε όταν είχαμε πρόσωπο ακάλυπτο, ενώ τώρα μας βλέπουν επειδή έχουμε πρόσωπο καλυμμένο», λέει. Έτσι είδε με χιούμορ ακόμη και την εκστρατεία σπίλωσης της - άγνωστης! - εικόνας του μέσα από το βιβλίο «Μάρκος: η μεγαλοφυής απάτη». Εκεί τον ταύτιζαν με τον γιο ενός επιπλοποιού ονόματι Γκιγιέν, κάτι που δεν του άρεσε διότι μειωνόταν η σαγηνευτική του δύναμη στις γυναίκες:
«... μου κατέστρεψε τη γυναικεία αλληλογραφία... Πρέπει να πείσω τις θαυμάστριές μου ότι δεν είμαι τόσο άσχημος! Αυτή η καμπάνια ήταν πράγματι πολύ αποτελεσματική και δεν μπόρεσα να αποκαταστήσω το σεξαπίλ μου», είπε κάποτε.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΙΜΠΛΗΣ
ΤΑ ΝΕΑ, 12-04-2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις