0
Your Καλαθι
Του έρωτα και του θανάτου
Ελληνόφωνα και ρομανικά μοιρολόγια και ερωτικά τραγούδια από το Σαλέντο της Κάτω Ιταλίας
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Εάν, όπως ισχυριζόταν ο Σιοράν, πατρίδα κάθε ανθρώπου είναι η γλώσσα του, τότε υπάρχει στη γειτονική Ιταλία ένας μικρός αριθμός ανθρώπων που έχουν πατρίδα τους την ελληνική γλώσσα. Σήμερα είναι μοιρασμένοι σε δύο γεωγραφικές περιοχές, το Σαλέντο της Απουλίας και την Καλαβρία. Αν προσπεράσουμε τις ανθρωπολογικές και γλωσσολογικές θεωρίες που ερίζουν για την καταγωγή τους, καθώς και για την προέλευση του ελληνικού ιδιώματος, του γκρίκο, που ομιλείται σ' αυτές τις περιοχές μέχρι σήμερα, θα βρεθούμε μπροστά σε μία αυταπόδεικτη αλήθεια: είτε κατάγονται από τις ελληνικές αποικίες της αρχαιότητας είτε προέρχονται από τους αποικισμούς των βυζαντινών χρόνων, οι άνθρωποι αυτοί μιλούν για περισσότερα από χίλια, ίσως και τρεις χιλιάδες, χρόνια την ελληνική γλώσσα.
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Η ποίηση που αντέχει στο χρόνο είναι αυτή που καταφέρνει να περάσει στην καθημερινή γλώσσα των ανθρώπων, που γίνεται χρηστική στα βάσανα και στις χαρές τους...» λέει ο Ευγένιος, ένας από τους ήρωες του Μένη Κουμανταρέα στο τελευταίο του μυθιστόρημα. Και ακριβώς αυτή τη «χρηστική» διάσταση της ποίησης, την τόσο παρεξηγημένη στις μέρες μας, έρχεται να μας θυμίσει ο Μπρίτσιο Μοντινάρο, ο οποίος συγκέντρωσε σε έναν τόμο μοιρολόγια και ερωτικά τραγούδια, του ιδιώματος «γκρίκο», που τραγουδιούνται ακόμη στην Απουλία και στην Καλαβρία, στα ελληνόφωνα χωριά του ιταλικού Νότου.
Ο Μοντινάρο, τέκνο κι αυτός της ελληνόφωνης Καλημέρας, δεν προχώρησε απλώς σε μια καταγραφή των δημοφιλέστερων μοιρολογιών αλλά αναζήτησε εκείνες τις υπόγειες διαδρομές που ενώνουν κάτω από τη θάλασσα του Ιονίου αυτά τα μοναδικά σπαράγματα των «γκρίκο» με τα αντίστοιχα δημοτικά τραγούδια της χώρας μας και τα αρχαία επιτύμβια επιγράμματα. Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο ίσως θα άξιζε τον κόπο να σταθούμε περισσότερο στο γεγονός ότι κάποιοι γείτονές μας μιλούν για εκατοντάδες χρόνια την ελληνική γλώσσα, είτε τελικά αυτοί κατάγονται από τις ελληνικές αποικίες της αρχαιότητας είτε προέρχονται από τους αποικισμούς των βυζαντινών χρόνων, όπως υποστήριξε το 1870 ο γλωσσολόγος Τζιουζέπε Μορόζι. Έτσι όμως θα χάναμε κάτι σημαντικότερο που κομίζουν στην άνυδρη εποχή μας αυτά τα απλά τραγούδια: ότι γράφτηκαν είτε για να κατευοδώνουν τον αγαπημένο νεκρό και να παρηγορούν τους συγγενείς του είτε για να παρηγορούν τον ερωτευμένο νέο που δεν βρίσκει απόκριση στο αίσθημά του. Προσφέρουν δηλαδή, και στις δύο περιπτώσεις, παρηγοριά για την όποια απώλεια, συντροφεύουν τον άνθρωπο στα βάσανα και στις χαρές του, στον πόνο και στις αγωνίες του. Λειτούργησαν και λειτουργούν όπως θα ήθελε και ο Καβάφης όταν έγραφε: «νάρκης του άλγους δοκιμές εν Φαντασία και Λόγω».
Τα ελληνόφωνα τραγούδια της Ιταλίας, στη μεστή μεταγλώττιση του ποιητή Σ. Τριβιζά, διασώζουν τη χάρη, τη φυσικότητα και τον ρυθμό του προφορικού λόγου, παρά την «ψυχρή» τους αποτύπωση στο χαρτί, και ξαναφέρνουν εναργέστερα στο προσκήνιο το ερώτημα αν και κατά πόσον μπορεί να μας ενδιαφέρει ένα ποίημα ή ένα τραγούδι που δεν έχει «χρηστική» αξία, που τελικά δεν συντροφεύει και δεν παρηγορεί κανέναν. Νομίζω ότι η απάντηση βρίσκεται στα χείλη των ελληνοφώνων της Απουλίας. Τα τραγούδια τους επιβίωσαν ως τις μέρες μας και άντεξαν στις γλωσσικές πιέσεις του ιταλικού περίγυρου, γιατί κατάφεραν να γίνουν αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής ζωής, να τα έχουν όλοι ανάγκη όταν θέλουν «να δώσουν στον πόνο τους λόγια», σε αντίθεση με ένα σημαντικό corpus της σύγχρονης ποίησης, που υποβάθμισε αυτή την πρωταρχική λειτουργία.
ΝΙΚΟΣ ΔΑΡΒΕΤΑΣ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-06-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις