Το ανδαλουσιανό σάλι και άλλες ιστορίες

225436
Συγγραφέας: Μοράντε, Έλσα
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες:322
Μεταφραστής:ΣΑΡΛΙΚΙΩΤΗ ΧΑΡΑ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/07/2004
ISBN:9789603255413


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Από τη συγγραφέα της "Ιστορίας", δώδεκα νουβέλες πάνω στον φανταστικό κόσμο της παιδικότητας και της εφηβείας. Το αριστουργηματικό "Ανδαλουσιανό σάλι" περιγράφει τις αγωνίες ενός αγοριού διχασμένου ανάμεσα στην απεγνωσμένη λατρεία του κόσμου των ενηλίκων, που αντιπροσωπεύει η μητέρα του, και το φόβο της πραγματικότητας. Στο "Κρυφό παιχνίδι", τρία παιδιά, τη νύχτα, ταυτίζονται με τους περιπετειώδεις ήρωες που εφευρίσκουν. Σε κάθε κείμενο αυτού του τόμου η Έλσα Μοράντε μας προσφέρει το κλειδί ενός μαγεμένου κόσμου.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)







ΚΡΙΤΙΚΗ



H Ελσα Μοράντε (1912-1985) εντάσσεται στην πλούσια χορεία των ιταλίδων συγγραφέων του 20ού αιώνα, με ισχυρές προγόνους και εξίσου σημαντικές επιγόνους, που, πολιτικά και κοινωνικά συνειδητοποιημένες και σχεδόν όλες με δυναμική έμφυλη αυτεπίγνωση, έθεσαν τη σφραγίδα της «γυναικείας» αυθεντικότητας στην ιταλική λογοτεχνική γραφή. Ας μη λησμονούμε ότι το ένα από τα έξι ιταλικά βραβεία Νομπέλ για τη λογοτεχνία ανήκει σε γυναίκα, τη μυθιστοριογράφο Γκράτσια Ντελέντα (τα πέντε υπόλοιπα επιμερίζονται στους: Καρντούτσι, Πιραντέλο, Κουαζίμοντο, Μοντάλε και Ντάριο Φο). Η Μοράντε, εβραϊκής καταγωγής από τη μεριά της δασκάλας μητέρας της, θα περάσει δύσκολα παιδικά χρόνια, γνωρίζοντας από κοντά τη φτώχεια και συνάμα την πολυτέλεια: από τα έξι έως τα δέκα της χρόνια φιλοξενείται κατά διαστήματα στην αριστοκρατική βίλα της ευκατάστατης νονάς της και, καθώς δεν φοιτά στο δημοτικό σχολείο, μαθαίνοντας γραφή και ανάγνωση κατ' οίκον, ζει ανάμεσα σε δύο άκρως αντίθετους κόσμους, της λαϊκής συνοικίας, από τη μία, και των πλουσιόσπιτων, από την άλλη. Ευφάνταστη και ευρηματική, η μικρή Ελσα εμφανίζει από νωρίς την καλλιτεχνική κλίση της σκαρώνοντας ιστορίες, ποιήματα, ζωγραφιές και διαλόγους στα τετράδιά της. Τελειώνοντας το λύκειο, στα δεκαοχτώ της, αποφασίζει να εγκαταλείψει την πατρική εστία προκειμένου να ζήσει ανεξάρτητη και να σπουδάσει φιλολογία. Οι οικονομικές δυσκολίες όμως την υποχρεώνουν να αφήσει το πανεπιστήμιο και να ζήσει παραδίδοντας μαθήματα και δημοσιεύοντας κείμενά της σε περιοδικά.



Δυσκολίες και διώξεις



Κατά τη δεκαετία του 1930 αρχίζει να καθιερώνεται ως σημαντική διηγηματογράφος. «Ο άντρας με τα γυαλιά» (1936), «Η γιαγιά», «Το κρυφό παιγνίδι», «Η οδός του Αγγέλου» (1937) και «Ο συμμαθητής» (1938), πέντε δηλαδή από τα δώδεκα διηγήματα του παρόντος τόμου, ανάγονται σε αυτή τη δημιουργική φάση της ζωής της, όπου συνεργάζεται συστηματικά με περιοδικά επωνύμως ή ψευδωνύμως και εισέρχεται στους δημοσιογραφικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους. Είναι επίσης η εποχή που γνωρίζει τον συγγραφέα Αλμπέρτο Μοράβια, σύζυγό της από το 1941 και ισχυρή, καθοριστική προσωπικότητα για τον μετέπειτα βίο και το έργο της. Θα ζήσουν μαζί επί 25 χρόνια, γνωρίζοντας δυσκολίες και διώξεις λόγω της αντιφασιστικής δραστηριότητας του Μοράβια, αλλά και πολλές κοινές χαρές. Η Ελσα τιμάται γρήγορα με δύο από τις μεγαλύτερες διακρίσεις της χώρας της, το βραβείο Viareggio για το μυθιστόρημά της Το ψέμα και τα μάγια (1948) και το βραβείο Strega για το Νησί του Αρτούρο (1957). Συγκεντρώνει τα ποιήματά της στη συλλογή Αλλοθι (1958), γνωρίζεται με την αφρόκρεμα της ιταλικής διανόησης, ενεργοποιείται πολιτικά, συνεργάζεται με τη RAI, ταξιδεύει πολύ και παρά το γεγονός ότι ζει κάτω από τη βαριά σκιά του Μοράβια, γνωρίζει επιτέλους την ελευθερία και την αυτονομία που ανέκαθεν ποθούσε.

Το ανδαλουσιάνικο σάλι, συλλογή μικρών και μεγάλων αφηγημάτων της, εκδίδεται μεν το 1963, αλλά είναι καρπός παλαιότερης παραγωγής (όπως ήδη αναφέραμε, αρκετά από αυτά τα διηγήματα είναι προπολεμικά) και δρα μάλλον υπεραναπληρωματικά για τη Μοράντε - τον προηγούμενο χρόνο ο Μοράβια την έχει εγκαταλείψει για μιαν άλλη γυναίκα, την επίσης συγγραφέα Dacia Maraini. Η τελευταία νουβέλα της συλλογής, που δανείζει τον τίτλο της σε όλο το βιβλίο, είναι ακριβώς γέννημα ενός από τα ταξίδια της Ελσας στην Ισπανία κατά τη δεκαετία του 1950. Ολα σχεδόν τα διηγήματα και οι νουβέλες του τόμου δορυφορούν γύρω από τις δύσκολες σχέσεις των παιδιών ή των εφήβων με τους ενηλίκους. Είναι ένα θέμα που απασχολεί διαρκώς τη Μοράντε και στοιχειώνει κατά κάποιον τρόπο τη γραφή της εξαρχής. Προφανώς αποτελεί σπονδή στη δύσκολη νιότη της και προβάλλει τη δική της δυστροπία να συμβιβαστεί με τον κόσμο των μεγάλων, να προσαρμοστεί στη συμβατική λογική και την πεζότητα της καθημερινότητάς τους.

Η ανταρσία ξεκινά από τον πυρήνα της κοινωνικής συνοχής, την οικογένεια: η Μοράντε αποδομεί σταθερά το κλέος της γονικής στοργής, απομυθοποιεί ανελέητα τη λαμπρότητα της γονικής εικόνας. Η φαλλική μητέρα στη «Γιαγιά» αρνείται με πείσμα να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι μπορεί να «μοιράζεται» τον μονογενή της με τη γυναίκα του και τα παιδιά του και προτιμά τον θάνατο παρά τη συμβίωση με αυτή την ξένη οικογένεια. Η δόνα Αμάλια του ομότιτλου διηγήματος αρνείται με το ίδιο πείσμα να μεγαλώσει, να ενηλικιωθεί: στα πενήντα της έδειχνε τριάντα πέντε γιατί «βαθιά μέσα της εξακολουθούσε να καίει, χωρίς ποτέ να σβήνει, εκείνη η φλόγα την οποία μια συνηθισμένη γυναίκα μπορεί να γνωρίσει όταν είναι παιδί, αλλά που φθίνει στη νεανική ηλικία και σβήνει στην ώριμη». «Ο κλέφτης των φώτων», το εναρκτήριο διήγημα του τόμου, μεταγράφει σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση την τραυματική επαφή ενός εξάχρονου κοριτσιού που ζει στο γκέτο με τον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών γύρω της· αδυνατεί να κατανοήσει τη νεκροβίωση των πρώτων και την επιβίωση των δεύτερων σε μια μουντή, γκρίζα καθημερινότητα: «εκείνο το κοριτσάκι ήμουν εγώ, ή ίσως η μητέρα μου, ή ίσως η μητέρα της μητέρας μου· εγώ πέθανα και ξαναγεννήθηκα και σε κάθε γέννηση αρχίζει μια νέα διαδρομή, αβέβαιη. Και εκείνο το κοριτσάκι είναι πάντα εκεί και μέσα στον ακατανόητο κόσμο της ρωτά φοβισμένη, κάτω από τη σκιά του κριτή, ανάμεσα στους μουγκούς».



Στο κατώφλι της εφηβείας



Στο «Κρυφό παιγνίδι» τρία αδέλφια, στο κατώφλι της εφηβείας, αρνούνται να αποδεχθούν τους ρόλους που τους έχει προκαθορίσει η οικογένεια, κυρίως η αυταρχική μητέρα, και στήνουν έναν κόσμο δικό τους, μυθιστορηματικό και θεατρικό, στον οποίο γίνονται αυτοί πρωταγωνιστές και συνάμα θεατές της αυθεντικής ζωής τους. Η αυλαία πέφτει απότομα, το σκηνικό καταστρέφεται βάναυσα και η απόδραση στο όνειρο τελειώνει με την επέλαση των ενηλίκων που προσγειώνουν ανώμαλα τα παιδιά στη σκληρή πραγματικότητα. Στο «Ανδαλουσιάνικο σάλι», εξαίρετη μικρογραφία bildungsroman, μυητικής αγωγής στον κόσμο των ενηλίκων, παρακολουθούμε τη μάγευση και την απομάγευση ενός κόσμου, του μητρικού μικροσύμπαντος. Ο Αντρέα ως παιδί και έφηβος έλκεται και συνάμα απωθείται από την αίγλη και τη λαμπρότητα που περιβάλλουν τη θεατρίνα μητέρα του, έως ότου αποφασίζει ο ίδιος να λύσει τον γόρδιο δεσμό, να δει κατάφατσα την πραγματικότητα που επί χρόνια την απέφευγε και τον ταλάνιζε. Η φαντασμαγορία της διαλύεται αυτοστιγμεί, η εικόνα της μητρικής φθοράς τον αποσβολώνει και η απομυθοποίηση του ονειρικού προσώπου που λάτρευε και μισούσε ταυτόχρονα είναι το εισιτήριό του για την ενηλικίωση. Εφεξής, το πάθος και η φιλοπεριέργεια χάνονται, ατενίζει με ανία, με ακηδία το παρόν και το μέλλον του, εντάσσεται πλέον στον αδιάφορο κόσμο των μεγάλων.

Η Μοράντε αποτυπώνει με μαεστρία όλες αυτές τις διακυμάνσεις, τις αποχρώσεις, τα ημιτόνια των δύο κόσμων που βρίσκονται διαρκώς σε συγκρουσιακή σχέση. Κατορθώνει να μεταδώσει αυτή την ανεπαίσθητη και σκοτεινή αύρα της παιδικότητας, που κάθε άλλο παρά σε μακαριότητα, αθωότητα ή ανεμελιά παραπέμπει, με τρόπο ρεαλιστικό και ποιητικό συνάμα. Πρόκειται για έναν ονειρικό ρεαλισμό που αποδίδει πιστά τη δαιμονικότητα, τη φαντασίωση, τη μοναξιά και τη μαγεία μέσα στην οποία βυθίζονται τα παιδιά και οι έφηβοι, δίχως να παραλείπεται η αντιστικτική περιγραφή της ωμής πραγματικότητας, που αποθέωσε ο ιταλικός νεορεαλισμός. Από αυτή την άποψη, έχουμε στα χέρια μας ένα έξοχο δείγμα πρωτότυπης και εμφανώς γυναικείας γραφής. Οπως πάντα στις καλαίσθητες εκδόσεις Αγρα, τα διηγήματα πλαισιώνονται με χρήσιμα βοηθήματα για τον απαιτητικό αναγνώστη: εισαγωγικό σημείωμα του Mario Fusco, δύο επίμετρα κείμενα, του Giorgio Agamben και του Giorgio Caproni, καθώς και ένα εργοβιογραφικό σημείωμα για τη συγγραφέα.



Λίζυ Τσιριμώκου (καθηγήτρια Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας)

ΤΟ ΒΗΜΑ, 28-11-2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!