Ο τελευταίος χίπης

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €10.00
140617
Συγγραφέας: Μορέτ, Ξαβιέρ
Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια
Σελίδες:326
Μεταφραστής:ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2002
ISBN:9789602212318


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Τι να πρωτοσκεφτεί ο Μαξ Ριέρα -συγγραφέας χωρίς κοινό, νοσταλγικός ήρωας της μποέμικης ζωής και των ένδοξων ημερών της Βαρκελώνης στη δεκαετία του '70- όταν ένας λησμονημένος συμμαθητής του -μεγαλοκαρχαρίας σήμερα, δικτυωμένος στα ΜΜΕ- αναδύεται απρόσμενα από το παρελθόν; Ο τελευταίος τού παραγγέλλει το σενάριο μιας αστυνομικής τηλεοπτικής σειράς, που οφείλει βέβαια να ακολουθήσει τη δοκιμασμένη συνταγή: καλοί και κακοί, σεξ και ναρκωτικά, καταδιώξεις, δολοφονίες και οπωσδήποτε μια αιμομιξία. Όμως, προτού καλά-καλά προλάβει ο Μαξ να σαγηνευτεί από τον λαμπερό κόσμο της τηλεόρασης και να απελπιστεί από τη ρηχότητα και τη διαφθορά του, ένας καταιγισμός γεγονότων τον εμπλέκει σε μια υπόθεση αντάξια των σίριαλ που παρακολουθεί με πάθος η μητέρα του.
Σ' αυτό το νουάρ μυθιστόρημα με το καυστικό χιούμορ, ο Μορέτ παρουσιάζει την άλλη όψη της αστραφτερής Βαρκελώνης μετά τους Ολυμπιακούς -τη σύγχρονη «διαπλοκή», την κατάχρηση εξουσίας και το παραλήρημα των γιάπηδων- μέσα από τα μάτια ενός ευγενούς, παροπλισμένου «χίπη».





ΚΡΙΤΙΚΗ



Στο μυθιστόρημα του Καταλανού Ξαβιέρ Μορέτ ο κεντρικός «χαρακτήρας», γύρω από τον οποίο υφαίνεται η αφήγηση, είναι η πλατεία Ρεάλ, μια ιστορική πλατεία της Βαρκελώνης, η οποία επηρεάζει τους κατοίκους της άλλοτε ακολουθώντας και άλλοτε επιβάλλοντας τους δικούς της ρυθμούς, αλλά και αντιδρώντας σθεναρά όταν κάποιοι επιβουλεύονται την υπόστασή της και θέλουν να την «αναπλάσουν», σύμφωνα με τα συμφέροντά τους και την αμφίβολη αισθητική τους. Μία από τις επιταγές του σχεδίου «εξυγίανσης» της πόλης είναι η απαλλαγή των στοιχείων που «σπιλώνουν» τη βιτρίνα της, όμως οι περίοικοι -διανοούμενοι, άνεργοι, πρεζόνια, καλλιτέχνες, μετανάστες- αρνούνται να μετακινηθούν και αντιστέκονται με όλη τους τη δύναμη στο κυρίαρχο σύνθημα: «περισσότεροι γιάπηδες και λιγότεροι χίπηδες».

Ο Μαξ Ριέρα, ένας από τους αρχαιότερους κατοίκους της πλατείας, συγγραφέας χωρίς κοινό, από τους τελευταίους μιας γενιάς που έχοντας υιοθετήσει μια μποέμ ζωή, η οποία δεν παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από τη δεκαετία του '70, τώρα αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, χωρίς ελπίδες βελτίωσης, καθώς το μέλλον του δεν προβλέπεται ιδιαίτερα ανθηρό: Τα κριτήρια των εκδοτών στη χώρα του έχουν αλλάξει, το ζητούμενο πλέον δεν είναι η λογοτεχνικότητα του γραπτού, αλλά η εμφάνιση των συγγραφέων, καθώς, υπακούοντας στους κανόνες του μάρκετινγκ, η νεότητα και η ομορφιά είναι τα πλέον περιζήτητα προσόντα. Μετά την κυκλοφορία του μυθιστορήματός του με τον εκκεντρικό τίτλο «Shit» και την παταγώδη αποτυχία του, τον κατέταξαν ανάμεσα στους νεωτεριστές συγγραφείς και μετά ξεχάστηκε.

Η ανησυχία του Μαξ για τα μέτρα αναστήλωσης και αστυνόμευσης των κατοίκων εντείνεται, καθώς παρατηρεί ελικόπτερα να πετούν πάνω από τις ταράτσες ελέγχοντας το εσωτερικό των σπιτιών, τους ύποπτους θανάτους λόγω υπερβολικής δόσης ηρωίνης και υποψιάζεται μια ύπουλη απόπειρα εξόντωσης των αδυνάτων, που για κάποιους θεωρούνται εμπόδιο στις «εξελίξεις». Μετά την «ανανέωση» που υπέστη η πόλη λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων στη Βαρκελώνη, όσοι αρνούνται να συμμορφωθούν δέχονται πισώπλατες επιθέσεις. Κι ενόσω συμβαίνουν όλα αυτά, ο ίδιος γίνεται αποδέκτης μιας δελεαστικής πρότασης: να γράψει το σενάριο για ένα σίριαλ της τηλεόρασης. Η πρόταση έρχεται από έναν ξεχασμένο συμμαθητή του, τον Πάου Ζισπέρτ, ο οποίος έχει εξελιχθεί σε μεγαλοεπιχειρηματία και τώρα κάνει την είσοδό του στον κόσμο των μίντια με τη χρηματοδότηση ενός σίριαλ. Το σενάριο θα πρέπει να γραφεί σύμφωνα με τη μαγική συνταγή της επιτυχίας: σεξ, βία, ναρκωτικά, αιμομιξία, σαν αυτά που καθηλώνουν τη μητέρα τού Μαξ, η οποία, λόγω της αδιάκοπης παρακολούθησης, έχει εξελιχθεί σε ειδήμονα του είδους. Οι αντιστάσεις του στη δελεαστική πρόταση είναι πενιχρές, δεδομένης της οικονομικής στενότητάς του και της εξάντλησής του από τις συνεχείς απορρίψεις. Και παρ' ότι δεν έχει ξαναγράψει σενάριο και αγνοεί τους κανόνες και τον τρόπο γραφής των σίριαλ, αποδέχεται την πρόταση και συμφωνεί να το παραδώσει σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Ο εργοδότης και συμμαθητής του, του οποίου η εμφάνιση έχει εμφανώς βελτιωθεί λόγω των κεφαλαίων που έχει τοποθετήσει σε αυτήν, επιχειρεί να τον δελεάσει προσφέροντάς του ισχυρά δέλεαρ -τη ραγδαία αλλαγή της ζωής του μέσω της μεταβολής των οικονομικών του-, αλλά δεν αποφεύγει τη γελοιοποίηση επιδεικνύοντας τα δικά του κεκτημένα, ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβάνονται το αποστειρωμένο γραφείο του, η πάντα διαθέσιμη στις ορέξεις του γραμματέας και η εντυπωσιακή σύζυγός του. Ο Ζισπέρτ, λοιπόν, κατευθύνει τον Μαξ στην τοποθέτηση του σεναρίου που χρηματοδοτεί, στην πλατεία Ρεάλ, την οποία και γνωρίζει τόσο καλά. Εν τω μεταξύ, τον προσεγγίζουν άνθρωποι κάθε είδους, καθώς όλοι προσδοκούν συμμετοχή στο σίριαλ και μερίδιο στην επιτυχία. Ενας από τους συνεργάτες του Ζισπέρτ αναλαμβάνει με εντατικά ιδιαιτέρα μαθήματα να «μυήσει» τον ανυποψίαστο Μαξ στα τηλεοπτικά ήθη, υπενθυμίζοντάς του πως πρόκειται για ομαδική εργασία και πως για να μην ολισθήσει σε γλωσσικά πταίσματα, οφείλει να συνεργαστεί με το γλωσσικό και τον πολιτικό επόπτη, ώστε η γλώσσα του να είναι απολύτως συμμορφωμένη με τις πολιτικά ορθές προδιαγραφές του καναλιού. Τις επόμενες δεκαπέντε ημέρες, που ήταν και το χρονικό περιθώριο που του έχει δοθεί για να σχεδιάσει το σενάριο, του συμβαίνουν πολλά αναπάντεχα γεγονότα και η ζωή του αρχίζει να μοιάζει με το θρίλερ που ονειρεύεται, αλλά δεν του περισσεύει χρόνος για να γράψει.

Υστερα από ένα πτώμα που είδε στην είσοδο της πολυκατοικίας, ακολουθεί ο μυστήριος θάνατός της Πάουλα, μιας πόρνης που πεθαίνει από υπερβολική δόση.

Ο Μαξ, όμως, υποψιάζεται πως της έκλεισαν το στόμα γιατί έμαθε κάτι που έθετε σε κίνδυνο τους ισχυρούς που διεκδικούν την ιστορική πλατεία. Τους τελευταίους μήνες ο αριθμός των νεκρών στη Βαρκελώνη από υπερβολική δόση έχει εκτιναχθεί στα ύψη και ο παροπλισμένος χίπης τρέπεται σε δαιμόνιο ντετέκτιβ για να ανακαλύψει τους ενόχους. Παρατηρεί πως το πρώην «βασίλειο της νύχτας αποκτούσε σιγά σιγά την ύποπτη αίγλη της τηλεκατευθυνόμενης κουλτούρας», καθώς συναντάει στα στέκια της πλατείας ύποπτους τύπους που δεν είχαν καμία σχέση με το παρελθόν και την ιστορία των θαμώνων, αλλά εξυπηρετούσαν άλλα συμφέροντα..

Στο πλευρό του υπάρχει ο φίλος και γείτονάς του, ο δημοσιογράφος Ροκ, ο οποίος τον βοηθάει στη διερεύνηση της υπόθεσης, καταφεύγοντας στη μνήμη του και ανασύροντας κλισέ από φιλμ νουάρ και από γνωστούς ήρωες της αστυνομικής φιλολογίας.

Στο μυθιστόρημα του Ξαβιέρ Μορέτ διασταυρώνονται η αστυνομική πλοκή με τη σάτιρα κοινωνικών προεκτάσεων, συνδυάζοντας την ιλιγγιώδη δράση με την παρωδία της τρέχουσας επικαιρότητας και ενσωματώνοντας τον κοινωνικό σχολιασμό και την παρουσίαση των σύγχρονων ηθών της τηλεπραγματικότητας, όπου η καθημερινότητα διαμορφώνεται με βάση τις προδιαγραφές τηλεοπτικής σειράς. Μετά την ανάληψη του ρόλου του ως σεναριογράφου, η κάθε μέρα του Μαξ μοιάζει να διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για ένα επιτυχημένο επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς με πρωταγωνιστή τον εαυτό του. Και παρ' ότι δεν έχει αξιωθεί να γράψει ούτε ένα επεισόδιο του σεναρίου, γιατί οι καταστάσεις δεν του το επιτρέπουν, η ζωή του εξελίσσεται επεισοδιακά, ευρισκόμενος στα ίχνη ενός σκοτεινού δικτύου μιας ομάδας που έχει ως στόχο την εξόντωση των κατοίκων με ανόθευτη ηρωίνη, προκειμένου να αποκομίσουν οι ίδιοι τα κέρδη.

Οι καταστάσεις τον ξεπερνούν, η πραγματικότητα καταργεί την όποια δημιουργικότητα της φαντασίας που διαθέτει ως μυθιστοριογράφος, καθώς παρέχεται άφθονο σασπένς, καταδιώξεις, τραυματισμοί, φόνοι και δράση, ενώ από τον καθημερινό Τύπο αποσιωπώνται τα πτώματα και τα επεισόδια που λαμβάνουν χώρα στα πέριξ της πλατείας.

Ο Μορέτ στο μυθιστόρημά του παρουσιάζει την πάλη δύο κόσμων: του παλιού και του καινούριου, του καλού και του κακού, του αποστειρωμένου και του γνήσιου, όπου καλός παρουσιάζεται ο κόσμος του περιθωρίου, ο οποίος διαθέτει ανθρωπιά και εντιμότητα που δεν διαθέτει ούτε ο πλαστικός κόσμος της τηλεόρασης, αλλά ούτε και ο επιχειρηματικός κόσμος που, με στόχο την κερδοσκοπία και λάβαρο την «εξυγίανση», επιτίθεται στους ανήμπορους με τις πλέον ανορθόδοξες μεθόδους.

Ο ντετέκτιβ/χίπης στο τέλος θα δώσει το μοιραίο χτύπημα στις δυνάμεις του κακού και οι διωκόμενοι φτωχοί παραμένουν στη θέση τους, όταν ο παρ' ολίγον σεναριογράφος ξετρυπώνει το σενάριο μιας μεγάλης απάτης και διαπλοκής πίσω από το όραμα της «ανάπλασης», με ιθύνοντα νου το συμπλεγματικό συμμαθητή του, που τον χρησιμοποιούσε ως αχυράνθρωπο, σαφώς υποτιμώντας τις ικανότητές του.



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/09/2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!