0
Your Καλαθι
Αργοπορούν οι λέξεις
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Αργοπορούν οι λέξεις
/Βρέφη πεινασμένα /
χλομιάζουν στις τελευταίες ανάσες τους
Οι μητέρες χτυπούν τα στεγνά στήθη τους
Η θάλασσα μαστιγώνει γεμάτα καράβια
Οι ακρογιαλιές χάνονται
Αργοπορούν οι λέξεις /
Μεταφέρονται /
σαν φλεγόμενος ήλιος
στην καρδιά μου /
Γράφω ένα νέο ποίημα /
Και όλα σβήνουν
Η μεταφράστρια της συλλογής «Aργοπορούν οι Λέξεις» Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, ποιήτρια και κλινική Ψυχολόγος, έζησε και εργάστηκε ως μετανάστρια στη Σουηδία. Tα κοινά της βιώματα με την ιρανή, αυτοεξόριστη στη Σουηδία, ποιήτρια Γιλά Mοσάεντ, την έφεραν κοντά στην ποίηση της Γ.M., την οποία αποδίδει με καθαρότητα, συνέπεια και ποιητικότητα.
Η Ιρανή ποιήτρι Γιλά Μοσάεντ γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1948. Μετά τις σπουδές της στο Ιράν και στις ΗΠΑ, όντας αναγνωρισμένη ποιήτρια εκδιώχθηκε από την εργασία της και εξαναγκάστηκε από το στυγερό καθεστώς του Χομεϊνί να διαφύγει από την πατρίδα της με τον σύζυγο και τα παιδιά τους ζητώντας άσυλο στη Σουηδία. Ξεριζωμένη έχει υποστεί την απώλεια των αγαπημένων προσώπων, του τόπου, της γλώσσας και της κοινωνικής υπόστασης, ενώ βίωσε την ξενότητα και τη βωβότητα λόγω άγνοιας της γλώσσας. Το 1997 εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της στα σουηδικά, δηλώνοντας: «Το να ζεις στην εξορία συνιστά μια διαρκή πάλη ενάντια σε όλα αυτά που αρνούνται σε κάποιον τη μνήμη του. Το να γράφεις στη γλώσσα της εξορίας είναι το ίδιο με το να δημιουργείς έναν χώρο στη μνήμη αυτής της χώρας. Είναι ένας μεγάλος θρίαμβος ν’ αποτελέσεις μέρος της ιστορίας της λογοτεχνίας μιας ξένης γλώσσας».
H Γιλά Μοσάεντ με τη δύναμη της καρδιάς, του νου και της ποιητικής φωνής της κατόρθωσε να ριζώσει στο ποιητικό γίγνεσθαι της ξένης γης της σουηδικής κοινωνίας και να φτάσει στα ύπατα αξιώματα της τέχνης του λόγου, καθώς εκλέχθηκε ισόβιο μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας.
Η αφοσίωσή της στην ποίηση και στις λέξεις και η ανάγκη έκφρασης, η μνήμη και η θέληση για κατάθεση μαρτυρίας, η προσπάθειά της ν’ αντέξει τα νέα δεδομένα της ζωής της και να ριζώσει στον ξένο τόπο, η ανάγκη να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας και ν’ ακουστεί πλατύτερα, την ώθησαν να μιλήσει και να εκφραστεί παράλληλα με τη μητρική της και μέσα από τη γλώσσα της εξορίας. Έχει πει: «Γράφω γιατί πονάει να φέρεις μέσα σου τόσο οδυνηρές λέξεις και εικόνες. Έχω παλιά, βαθιά και χιλιετή τραύματα στην ψυχή μου. Οι λέξεις είναι το αντίδοτό μου, το λίκνο μου και ο τάφος μου. Γράφω γιατί φέρω μέσα μου την κρυμμένη φωνή της γυναίκας, κρυμμένα ένστικτα και χλωμά πρόσωπα».
Η γλώσσα στην ποίηση της Μοσάεντ είναι λιτή και κρυστάλλινη, απλή και συνάμα πολύ βαθιά. Πλούσια σε εικόνες, σύμβολα και αλληγορίες που εκπηγάζουν από την αρχαία περσική ποιητική παράδοση, και εμποτίζονται από τη σύγχρονη σουηδική πραγματικότητα.
Η ίδια επιθυμεί, αντί για ποιήτρια της εξορίας, να τη θεωρούν ποιήτρια που υμνεί την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την αγάπη – ίσως και λίγο ονειροπόλα και οραματίστρια.
Μέχρι σήμερα έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά, ενώ ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε αραβικές, εσθονικές, ιταλικές, ολλανδικές και νορβηγικές ανθολογίες.
Το Αργοπορούν οι λέξεις, όπως και τα προηγούμενα ποιητικά βιβλία της Μοσάεντ, αποτελεί μια ποιητική σύνθεση με ολιγόστιχα αποσπάσματα δίχως τίτλο και χρήση σημείων στίξης χωρισμένη σε τρεις ενότητες. Την ποιήτρια απασχολεί η αδυναμία των λέξεων να εκφράσουν το συναισθηματικό φορτίο τη στιγμή που τις χρειάζεται ο ψυχισμός του ανθρώπου για να εξωτερικεύσει και να αποδώσει με λεκτικές έννοιες το τραύμα, να ορίσει τον συναισθηματικό πόνο που βιώνει. Γενικά οι λέξεις δεν επαρκούν για να εκφράσουν τις συνειδητές και ασύνειδες συναισθηματικές διαθέσεις και αποχρώσεις του ψυχισμού. Αυτό γίνεται ακόμη πιο δύσκολο σε έντονα συναισθηματικές συνθήκες έλλειψης, ματαίωσης, φόβου, μοναξιάς, ξενότητας, πένθους και γενικά οδύνης, όπου οι λέξεις «μουδιάζουν» ή αργοπορούν. Τότε ο πόνος βιώνεται στη σιωπή και στη βωβότητα.
Σύμβολα της Γιλά Μοσάεντ είναι το δάσος, το δέντρο, το πουλί, το λίκνο, η σπηλιά, ενώ σε πολλά ποιήματα ο πόνος σωματοποιείται και μετατίθεται στα δέντρα, στα πουλιά ή σε στοιχεία της φύσης με τα οποία συνομιλεί. Η ποιητική συλλογή Αργοπορούν οι λέξεις εστιάζει στην παρουσία του θανάτου, την αίσθηση απώλειας, τα συναισθήματα οδύνης, στην αναζήτηση της μητέρας και γενικά των αγαπημένων αναχωρητών του ποιητικού υποκειμένου, που απειλεί να τους καταπιεί η λήθη. Επίσης εκφράζονται αριστοτεχνικά ιδιαίτερα στην τρίτη ενότητα συνθήκες νέκυιας, όπως η επιθυμία και η φαντασιακή επανένωση με τους αγαπημένους αναχωρητές και η επιθυμία για επιστροφή και επανένωση με την αρχέγονη πηγή και το αιώνιο φως σε μια ονειρική συνθήκη. Γράφει πχ: «Εδώ στο παράθυρο/ ενώ το δέντρο κοιτάζει/ κι οι καρακάξες έχουν τα μάτια σιωπηλά/ θέλω να πεθάνω» ή «Γλιστράμε μέσα σε ένα άγρυπνο όνειρο».
Όπως φαίνεται και από τον τίτλο της ποιητικής σύνθεσης οι λέξεις που μπορεί κι αυτές να απειλούνται με θάνατο αποτελούν κεντρικό άξονα της ποιητικής σύνθεσης, ιδιαίτερα στην πρώτη ενότητα. Κάποιες φορές η ποιήτρια τις νιώθει νεκρές: «Μερικές φορές οι λέξεις μού έρχονται τελείως νεκρές», αλλού σκεπάζει τα αόρατα σώματα «με τις νεογέννητες λέξεις», αλλού ξεθάβει «άπτερες λέξεις», αλλού μιλά για «Άγνωστες λέξεις» κι αλλού για «άδειες λέξεις», ενώ αλλού, «οι λέξεις παραχώθηκαν».
Ο ψυχοκοινωνικός προβληματισμός, η ευαισθησία της Μοσάεντ απέναντι στα μεγάλα προβλήματα της βαρβαρότητας, της πολεμικής βίας και της έμφυλης βίας, αποδίδονται με διαύγεια μέσα από στίχους, όπως: «Σε ένα μικρό δωμάτιο απέναντι/ ένας άνδρας κακοποιεί τη γυναίκα του/ Ένας θείος βιάζει την κόρη του αδερφού του» ή όπως στον στίχο: «Ουρές αθώων/ σε αναμονή για εκτέλεση». Ωστόσο η παρηγορητική μνήμη της μητρικής αγκαλιάς και της φύσης, της Μεγάλης μητέρας με τις οποίες συνδιαλέγεται η ποιήτρια πχ στους στίχους: «Κάθομαι σ’ ένα κούτσουρο και αφηγούμαι τη ζωή μου», αλλά και η λαχτάρα του έρωτα και της αγάπης, ωθούν για ζωή, για βίωση και πραγμάτωση.
Η ποίηση της Μοσσάεντ επενεργεί παρηγορητικά και ελπιδοφόρα καθώς η ποιήτρια οραματίζεται την αυγή και την εξέγερση του φωτός.
Mια σπουδαία ποιητική συλλογή που έτυχε μιας θαυμάσιας μετάφρασης από μια ελληνίδα ποιήτρια!
/Βρέφη πεινασμένα /
χλομιάζουν στις τελευταίες ανάσες τους
Οι μητέρες χτυπούν τα στεγνά στήθη τους
Η θάλασσα μαστιγώνει γεμάτα καράβια
Οι ακρογιαλιές χάνονται
Αργοπορούν οι λέξεις /
Μεταφέρονται /
σαν φλεγόμενος ήλιος
στην καρδιά μου /
Γράφω ένα νέο ποίημα /
Και όλα σβήνουν
Η μεταφράστρια της συλλογής «Aργοπορούν οι Λέξεις» Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, ποιήτρια και κλινική Ψυχολόγος, έζησε και εργάστηκε ως μετανάστρια στη Σουηδία. Tα κοινά της βιώματα με την ιρανή, αυτοεξόριστη στη Σουηδία, ποιήτρια Γιλά Mοσάεντ, την έφεραν κοντά στην ποίηση της Γ.M., την οποία αποδίδει με καθαρότητα, συνέπεια και ποιητικότητα.
Η Ιρανή ποιήτρι Γιλά Μοσάεντ γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1948. Μετά τις σπουδές της στο Ιράν και στις ΗΠΑ, όντας αναγνωρισμένη ποιήτρια εκδιώχθηκε από την εργασία της και εξαναγκάστηκε από το στυγερό καθεστώς του Χομεϊνί να διαφύγει από την πατρίδα της με τον σύζυγο και τα παιδιά τους ζητώντας άσυλο στη Σουηδία. Ξεριζωμένη έχει υποστεί την απώλεια των αγαπημένων προσώπων, του τόπου, της γλώσσας και της κοινωνικής υπόστασης, ενώ βίωσε την ξενότητα και τη βωβότητα λόγω άγνοιας της γλώσσας. Το 1997 εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της στα σουηδικά, δηλώνοντας: «Το να ζεις στην εξορία συνιστά μια διαρκή πάλη ενάντια σε όλα αυτά που αρνούνται σε κάποιον τη μνήμη του. Το να γράφεις στη γλώσσα της εξορίας είναι το ίδιο με το να δημιουργείς έναν χώρο στη μνήμη αυτής της χώρας. Είναι ένας μεγάλος θρίαμβος ν’ αποτελέσεις μέρος της ιστορίας της λογοτεχνίας μιας ξένης γλώσσας».
H Γιλά Μοσάεντ με τη δύναμη της καρδιάς, του νου και της ποιητικής φωνής της κατόρθωσε να ριζώσει στο ποιητικό γίγνεσθαι της ξένης γης της σουηδικής κοινωνίας και να φτάσει στα ύπατα αξιώματα της τέχνης του λόγου, καθώς εκλέχθηκε ισόβιο μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας.
Η αφοσίωσή της στην ποίηση και στις λέξεις και η ανάγκη έκφρασης, η μνήμη και η θέληση για κατάθεση μαρτυρίας, η προσπάθειά της ν’ αντέξει τα νέα δεδομένα της ζωής της και να ριζώσει στον ξένο τόπο, η ανάγκη να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας και ν’ ακουστεί πλατύτερα, την ώθησαν να μιλήσει και να εκφραστεί παράλληλα με τη μητρική της και μέσα από τη γλώσσα της εξορίας. Έχει πει: «Γράφω γιατί πονάει να φέρεις μέσα σου τόσο οδυνηρές λέξεις και εικόνες. Έχω παλιά, βαθιά και χιλιετή τραύματα στην ψυχή μου. Οι λέξεις είναι το αντίδοτό μου, το λίκνο μου και ο τάφος μου. Γράφω γιατί φέρω μέσα μου την κρυμμένη φωνή της γυναίκας, κρυμμένα ένστικτα και χλωμά πρόσωπα».
Η γλώσσα στην ποίηση της Μοσάεντ είναι λιτή και κρυστάλλινη, απλή και συνάμα πολύ βαθιά. Πλούσια σε εικόνες, σύμβολα και αλληγορίες που εκπηγάζουν από την αρχαία περσική ποιητική παράδοση, και εμποτίζονται από τη σύγχρονη σουηδική πραγματικότητα.
Η ίδια επιθυμεί, αντί για ποιήτρια της εξορίας, να τη θεωρούν ποιήτρια που υμνεί την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την αγάπη – ίσως και λίγο ονειροπόλα και οραματίστρια.
Μέχρι σήμερα έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά, ενώ ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε αραβικές, εσθονικές, ιταλικές, ολλανδικές και νορβηγικές ανθολογίες.
Το Αργοπορούν οι λέξεις, όπως και τα προηγούμενα ποιητικά βιβλία της Μοσάεντ, αποτελεί μια ποιητική σύνθεση με ολιγόστιχα αποσπάσματα δίχως τίτλο και χρήση σημείων στίξης χωρισμένη σε τρεις ενότητες. Την ποιήτρια απασχολεί η αδυναμία των λέξεων να εκφράσουν το συναισθηματικό φορτίο τη στιγμή που τις χρειάζεται ο ψυχισμός του ανθρώπου για να εξωτερικεύσει και να αποδώσει με λεκτικές έννοιες το τραύμα, να ορίσει τον συναισθηματικό πόνο που βιώνει. Γενικά οι λέξεις δεν επαρκούν για να εκφράσουν τις συνειδητές και ασύνειδες συναισθηματικές διαθέσεις και αποχρώσεις του ψυχισμού. Αυτό γίνεται ακόμη πιο δύσκολο σε έντονα συναισθηματικές συνθήκες έλλειψης, ματαίωσης, φόβου, μοναξιάς, ξενότητας, πένθους και γενικά οδύνης, όπου οι λέξεις «μουδιάζουν» ή αργοπορούν. Τότε ο πόνος βιώνεται στη σιωπή και στη βωβότητα.
Σύμβολα της Γιλά Μοσάεντ είναι το δάσος, το δέντρο, το πουλί, το λίκνο, η σπηλιά, ενώ σε πολλά ποιήματα ο πόνος σωματοποιείται και μετατίθεται στα δέντρα, στα πουλιά ή σε στοιχεία της φύσης με τα οποία συνομιλεί. Η ποιητική συλλογή Αργοπορούν οι λέξεις εστιάζει στην παρουσία του θανάτου, την αίσθηση απώλειας, τα συναισθήματα οδύνης, στην αναζήτηση της μητέρας και γενικά των αγαπημένων αναχωρητών του ποιητικού υποκειμένου, που απειλεί να τους καταπιεί η λήθη. Επίσης εκφράζονται αριστοτεχνικά ιδιαίτερα στην τρίτη ενότητα συνθήκες νέκυιας, όπως η επιθυμία και η φαντασιακή επανένωση με τους αγαπημένους αναχωρητές και η επιθυμία για επιστροφή και επανένωση με την αρχέγονη πηγή και το αιώνιο φως σε μια ονειρική συνθήκη. Γράφει πχ: «Εδώ στο παράθυρο/ ενώ το δέντρο κοιτάζει/ κι οι καρακάξες έχουν τα μάτια σιωπηλά/ θέλω να πεθάνω» ή «Γλιστράμε μέσα σε ένα άγρυπνο όνειρο».
Όπως φαίνεται και από τον τίτλο της ποιητικής σύνθεσης οι λέξεις που μπορεί κι αυτές να απειλούνται με θάνατο αποτελούν κεντρικό άξονα της ποιητικής σύνθεσης, ιδιαίτερα στην πρώτη ενότητα. Κάποιες φορές η ποιήτρια τις νιώθει νεκρές: «Μερικές φορές οι λέξεις μού έρχονται τελείως νεκρές», αλλού σκεπάζει τα αόρατα σώματα «με τις νεογέννητες λέξεις», αλλού ξεθάβει «άπτερες λέξεις», αλλού μιλά για «Άγνωστες λέξεις» κι αλλού για «άδειες λέξεις», ενώ αλλού, «οι λέξεις παραχώθηκαν».
Ο ψυχοκοινωνικός προβληματισμός, η ευαισθησία της Μοσάεντ απέναντι στα μεγάλα προβλήματα της βαρβαρότητας, της πολεμικής βίας και της έμφυλης βίας, αποδίδονται με διαύγεια μέσα από στίχους, όπως: «Σε ένα μικρό δωμάτιο απέναντι/ ένας άνδρας κακοποιεί τη γυναίκα του/ Ένας θείος βιάζει την κόρη του αδερφού του» ή όπως στον στίχο: «Ουρές αθώων/ σε αναμονή για εκτέλεση». Ωστόσο η παρηγορητική μνήμη της μητρικής αγκαλιάς και της φύσης, της Μεγάλης μητέρας με τις οποίες συνδιαλέγεται η ποιήτρια πχ στους στίχους: «Κάθομαι σ’ ένα κούτσουρο και αφηγούμαι τη ζωή μου», αλλά και η λαχτάρα του έρωτα και της αγάπης, ωθούν για ζωή, για βίωση και πραγμάτωση.
Η ποίηση της Μοσσάεντ επενεργεί παρηγορητικά και ελπιδοφόρα καθώς η ποιήτρια οραματίζεται την αυγή και την εξέγερση του φωτός.
Mια σπουδαία ποιητική συλλογή που έτυχε μιας θαυμάσιας μετάφρασης από μια ελληνίδα ποιήτρια!
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις