0
Your Καλαθι
Παλαμικές σπουδές
Δικίμια γύρω στον Κωστή Παλαμά και το έργο του
Έκπτωση
25%
25%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πριν από ακριβώς 60 χρόνια, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, όταν ο ελληνικός λαός υπείχε παντοία δεινά, έκγονα της τότε κατοχής της χώρας από τρεις εχθρικούς στρατούς, έπαυσε να υπάρχει, ως ψυχοσωματικός οργανισμός, ο αισθαντικότατος και βαθυστόχαστος, ελληνικότατος και πολύ ανθρώπινος ποιητής Κωστής Παλαμάς. Σήμερα, εξηκοστή επέτειο της εκδημίας του, έχω την ευκαιρία να διακονήσω και πάλι τη φήμη του. Οργανο της ευφρόσυνης αυτής διακονίας είναι το μόλις προ μηνών εκδομένο από το Ιδρυμα Κωστή Παλαμά πολυφρόντιστο βιβλίο του έγκριτου δοκιμιογράφου E. N. Μόσχου Παλαμικές Σπουδές, πολλαπλά και πιστά εκφραστικό του πνευματικού μεγέθους Κωστής Παλαμάς. Συναποτελούν το κύριο σώμα του βιβλίου 16 δοκίμια για τον Παλαμά και το έργο του, πέντε βιβλιοκρισίες για βιβλία με θέμα τον Παλαμά και τρεις βιβλιοκρισίες με αντικείμενο βιβλία του ίδιου του Παλαμά.
Τα κλέη του λαού
Στο κεφάλαιο «Ο Παλαμάς και η Ρωμιοσύνη» εξαίρεται η προσπάθεια του Παλαμά για ποιητική βίωση και των μετακλασικών φάσεων της ιστορίας του λαού του, ο αγώνας του για να γίνουν πηγές εμπνευστικές του ποιητικού λόγου τα κλέη και τα πάθη του ελληνικού λαού στα χρόνια τα βυζαντινά και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και ύστερα. Χαρακτηρίζεται ρητά ο Παλαμάς ως «ο δεύτερος μεγάλος εθνικός μας ποιητής ύστερα από τον Δ. Σολωμό» και τονίζεται ότι «έκλεισε μέσα στην ποίησή του ολόκληρο τον Ελληνισμό από τα αρχαία χρόνια ίσαμε το 1940», όπως και ότι «στάθηκε ένας από τους κυριότερους συντελεστές για την επικράτηση του δημοτικισμού». Στο κεφάλαιο «Ο Κασσιανισμός του Παλαμά» ο συγγραφέας σχολιάζει εύστοχα τον χαρακτηρισμό από τον ίδιο τον ποιητή μεγάλου μέρους του έργου του με τη λέξη «Κασσιανισμός», σε αντίθεση προς τον χαρακτηρισμό άλλου μέρους του με τη λέξη «Τυρταϊσμός», δηλαδή ως ομολόγων, αντιστοίχως, προς το πνεύμα και το ήθος ή και το ύφος της Κασσιανής και του Τυρταίου.
Το κεφάλαιο «Το Παλαμικό έργο έξω από την Ελλάδα» αποτελεί εμβριθέστατη έκθεση της προσπάθειας και της επιτυχίας ελλήνων και φιλελλήνων λογίων να προβάλουν το παλαμικό έργο προς το διεθνές κοινό με διάφορες μεταφράσεις. Ενώ το υπό τον τίτλο «H πνευματική και ποιητική προσφορά του Κωστή Παλαμά» περιέχει πολύ εύστοχες παρατηρήσεις για τη σχέση του ποιητή με την εποχή του, για την απήχηση του έργου του σε αυτήν, για τον αγώνα του να εμψυχώσει και να βελτιώσει την ελληνική γύρω του κοινωνία. Στο κεφάλαιο «Το προφητικό στοιχείο στην Παλαμική ποίηση» γράφει ο συγγραφέας και τα εξής: «Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ολάκερη την ποίησή του ένα μεγάλο όραμα, τόσο για τη μοίρα του κόσμου... όσο και για τη μοίρα αυτού του τόπου. Γιατί δεν είναι μονάχα... ο λυρικός οίστρος που ξεχύνεται στην Παλαμική ποίηση... είναι ακόμα... μια σπάνια διαίσθηση που τη διαπερνά και γίνεται... περίγραμμα του μελλούμενου και λυρική προφητεία».
Στο απολογητικό προς τις επικρίσεις του έργου του Παλαμά κεφάλαιο «H εσωτερική ενότητα του έργου του Κωστή Παλαμά» γράφει ο συγγραφέας: «Πέρα από τις άπειρες αφορμές που ο εξωτερικός κόσμος χάρισε την έμπνευση στον ποιητή... το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στις... μεταφυσικές ανατάσεις του και αναζητήσεις του. Εκεί... εκφράζει αβίαστα και σε έναν γνήσια εξομολογητικό τόνο την υπαρξιακή του αγωνία». Στο δε κεφάλαιο «Ο Κωστής Παλαμάς ως κριτικός» παρουσιάζεται και αξιολογείται η πανθομολογούμενη άλλωστε μεγάλη και σχεδόν καίρια συμβολή του Παλαμά ως κριτικού στην ανάπλαση της πνευματικής φυσιογνωμίας της κοινωνίας όπου ο ίδιος βλάστησε. Ενώ στο κεφάλαιο «Ο Παλαμάς και η Μεγάλη Ιδέα» υπεραμύνεται, πολύ ορθά ο συγγραφέας, της αυτοστράτευσης του ποιητή προς έξαρση της Μεγάλης Ιδέας του Εθνους, παραθέτει μάλιστα και δήλωση του ποιητή: «Δεν ήταν χίμαιρα ανοήτων η Μεγάλη Ιδέα αλλά ιερά πραγματικότης».
Στα δύο κεφάλαια «K. Παλαμάς, ποιητής εθνικός και οικουμενικός» και «Ο λυρισμός των όλων και ένας κριτικός συσχετισμός» ο συγγραφέας τοποθετεί την ποίηση του Παλαμά στον ιστορικό χώρο της, χαρακτηρίζει τους διαφόρους τρόπους της, ανυμνεί την πνευματική αξία της, αλλά αυτά όλα δίχως αυθαιρεσία, μάλιστα και με στήριγμα την ποιητική του Παλαμά, την εκφρασμένη από τον ίδιο. Ο συγγραφέας ορθά εξαίρει τρία συμβολικά ποιήματα του Παλαμά, τη «Φοινικιά», τον «Ασκραίο» και τις «Αλυσίδες», και ιδιαίτερα τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου», ως τα κατ' εξοχήν οικουμενικά ποιήματά του. Συγχαίρω τον συγγραφέα γιατί, ελεύθερος από τις δυσμένειες του συρμού των καιρών, οδηγημένος από επίγνωση του χρέους εθνικής ευγνωμοσύνης, διέθεσε τις πνευματικές δυνάμεις του για τη συντήρηση της προβολής στο λογοτεχνικό στερέωμα της εποχής μας του ποιητικού έργου του Κωστή Παλαμά, πνευματικού τροπαίου της Ελλάδας των αρχών του 20ού αιώνα, πολύτιμου για την ηθική αυτογνωσία των σημερινών Ελλήνων.
Κωνσταντίνος I. Δεσποτόπουλος (ακαδημαϊκός)
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-09-2003
Πριν από ακριβώς 60 χρόνια, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, όταν ο ελληνικός λαός υπείχε παντοία δεινά, έκγονα της τότε κατοχής της χώρας από τρεις εχθρικούς στρατούς, έπαυσε να υπάρχει, ως ψυχοσωματικός οργανισμός, ο αισθαντικότατος και βαθυστόχαστος, ελληνικότατος και πολύ ανθρώπινος ποιητής Κωστής Παλαμάς. Σήμερα, εξηκοστή επέτειο της εκδημίας του, έχω την ευκαιρία να διακονήσω και πάλι τη φήμη του. Οργανο της ευφρόσυνης αυτής διακονίας είναι το μόλις προ μηνών εκδομένο από το Ιδρυμα Κωστή Παλαμά πολυφρόντιστο βιβλίο του έγκριτου δοκιμιογράφου E. N. Μόσχου Παλαμικές Σπουδές, πολλαπλά και πιστά εκφραστικό του πνευματικού μεγέθους Κωστής Παλαμάς. Συναποτελούν το κύριο σώμα του βιβλίου 16 δοκίμια για τον Παλαμά και το έργο του, πέντε βιβλιοκρισίες για βιβλία με θέμα τον Παλαμά και τρεις βιβλιοκρισίες με αντικείμενο βιβλία του ίδιου του Παλαμά.
Τα κλέη του λαού
Στο κεφάλαιο «Ο Παλαμάς και η Ρωμιοσύνη» εξαίρεται η προσπάθεια του Παλαμά για ποιητική βίωση και των μετακλασικών φάσεων της ιστορίας του λαού του, ο αγώνας του για να γίνουν πηγές εμπνευστικές του ποιητικού λόγου τα κλέη και τα πάθη του ελληνικού λαού στα χρόνια τα βυζαντινά και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και ύστερα. Χαρακτηρίζεται ρητά ο Παλαμάς ως «ο δεύτερος μεγάλος εθνικός μας ποιητής ύστερα από τον Δ. Σολωμό» και τονίζεται ότι «έκλεισε μέσα στην ποίησή του ολόκληρο τον Ελληνισμό από τα αρχαία χρόνια ίσαμε το 1940», όπως και ότι «στάθηκε ένας από τους κυριότερους συντελεστές για την επικράτηση του δημοτικισμού». Στο κεφάλαιο «Ο Κασσιανισμός του Παλαμά» ο συγγραφέας σχολιάζει εύστοχα τον χαρακτηρισμό από τον ίδιο τον ποιητή μεγάλου μέρους του έργου του με τη λέξη «Κασσιανισμός», σε αντίθεση προς τον χαρακτηρισμό άλλου μέρους του με τη λέξη «Τυρταϊσμός», δηλαδή ως ομολόγων, αντιστοίχως, προς το πνεύμα και το ήθος ή και το ύφος της Κασσιανής και του Τυρταίου.
Το κεφάλαιο «Το Παλαμικό έργο έξω από την Ελλάδα» αποτελεί εμβριθέστατη έκθεση της προσπάθειας και της επιτυχίας ελλήνων και φιλελλήνων λογίων να προβάλουν το παλαμικό έργο προς το διεθνές κοινό με διάφορες μεταφράσεις. Ενώ το υπό τον τίτλο «H πνευματική και ποιητική προσφορά του Κωστή Παλαμά» περιέχει πολύ εύστοχες παρατηρήσεις για τη σχέση του ποιητή με την εποχή του, για την απήχηση του έργου του σε αυτήν, για τον αγώνα του να εμψυχώσει και να βελτιώσει την ελληνική γύρω του κοινωνία. Στο κεφάλαιο «Το προφητικό στοιχείο στην Παλαμική ποίηση» γράφει ο συγγραφέας και τα εξής: «Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ολάκερη την ποίησή του ένα μεγάλο όραμα, τόσο για τη μοίρα του κόσμου... όσο και για τη μοίρα αυτού του τόπου. Γιατί δεν είναι μονάχα... ο λυρικός οίστρος που ξεχύνεται στην Παλαμική ποίηση... είναι ακόμα... μια σπάνια διαίσθηση που τη διαπερνά και γίνεται... περίγραμμα του μελλούμενου και λυρική προφητεία».
Στο απολογητικό προς τις επικρίσεις του έργου του Παλαμά κεφάλαιο «H εσωτερική ενότητα του έργου του Κωστή Παλαμά» γράφει ο συγγραφέας: «Πέρα από τις άπειρες αφορμές που ο εξωτερικός κόσμος χάρισε την έμπνευση στον ποιητή... το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στις... μεταφυσικές ανατάσεις του και αναζητήσεις του. Εκεί... εκφράζει αβίαστα και σε έναν γνήσια εξομολογητικό τόνο την υπαρξιακή του αγωνία». Στο δε κεφάλαιο «Ο Κωστής Παλαμάς ως κριτικός» παρουσιάζεται και αξιολογείται η πανθομολογούμενη άλλωστε μεγάλη και σχεδόν καίρια συμβολή του Παλαμά ως κριτικού στην ανάπλαση της πνευματικής φυσιογνωμίας της κοινωνίας όπου ο ίδιος βλάστησε. Ενώ στο κεφάλαιο «Ο Παλαμάς και η Μεγάλη Ιδέα» υπεραμύνεται, πολύ ορθά ο συγγραφέας, της αυτοστράτευσης του ποιητή προς έξαρση της Μεγάλης Ιδέας του Εθνους, παραθέτει μάλιστα και δήλωση του ποιητή: «Δεν ήταν χίμαιρα ανοήτων η Μεγάλη Ιδέα αλλά ιερά πραγματικότης».
Στα δύο κεφάλαια «K. Παλαμάς, ποιητής εθνικός και οικουμενικός» και «Ο λυρισμός των όλων και ένας κριτικός συσχετισμός» ο συγγραφέας τοποθετεί την ποίηση του Παλαμά στον ιστορικό χώρο της, χαρακτηρίζει τους διαφόρους τρόπους της, ανυμνεί την πνευματική αξία της, αλλά αυτά όλα δίχως αυθαιρεσία, μάλιστα και με στήριγμα την ποιητική του Παλαμά, την εκφρασμένη από τον ίδιο. Ο συγγραφέας ορθά εξαίρει τρία συμβολικά ποιήματα του Παλαμά, τη «Φοινικιά», τον «Ασκραίο» και τις «Αλυσίδες», και ιδιαίτερα τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου», ως τα κατ' εξοχήν οικουμενικά ποιήματά του. Συγχαίρω τον συγγραφέα γιατί, ελεύθερος από τις δυσμένειες του συρμού των καιρών, οδηγημένος από επίγνωση του χρέους εθνικής ευγνωμοσύνης, διέθεσε τις πνευματικές δυνάμεις του για τη συντήρηση της προβολής στο λογοτεχνικό στερέωμα της εποχής μας του ποιητικού έργου του Κωστή Παλαμά, πνευματικού τροπαίου της Ελλάδας των αρχών του 20ού αιώνα, πολύτιμου για την ηθική αυτογνωσία των σημερινών Ελλήνων.
Κωνσταντίνος I. Δεσποτόπουλος (ακαδημαϊκός)
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-09-2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις