0
Your Καλαθι
Διαφάνεια , Ακεραιότητα and Εντιμότητα στις Δημόσιες Συμβάσεις
Η σταδιακή αφομοίωση του διεθνούς Soft Law σε επίπεδο Δημοσίων Συμβάσεων
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Το βιβλίο της Επίκουρης Καθηγήτριας Διοικητικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, κας Χρυσούλας Μουκίου, με τίτλο: "Διαφάνεια, Ακεραιότητα και Εντιμότητα στις Δημόσιες Συμβάσεις - Η σταδιακή αφομοίωση του διεθνούς Soft Law σε επίπεδο Δημόσιων Συμβάσεων" συμβάλλει τα μέγιστα στην έρευνα του θέματος αυτού. Και τούτο, διότι πραγματεύεται το ζήτημα της διαφάνειας στις δημόσιες συμβάσεις από άλλη οπτική γωνία σε σχέση με τη μέχρι σήμερα αντιμετώπισή του. Δεν περιορίζεται στη διαφάνεια υπό τυπική έννοια που ανάγεται στη δημοσίευση ορισμένων εγγράφων της διαδικασίας κατάρτισης δημόσιας σύμβασης και της πρόσβασης των υποψήφιων αντισυμβαλλόμενων σε αυτά. Η συγγραφέας ανάγεται στη διαφάνεια υπό την ουσιαστική και ευρεία έννοια του όρου αυτού, που συναρτάται με την ακεραιότητα και την εντιμότητα στο πλαίσιο διαδικασίας κατάρτισης δημόσιων συμβάσεων και λειτουργεί ως μέσο πρόληψης και πάταξης δημιουργίας φαινομένων αδιαφάνειας και διαφθοράς στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων.
Επιβεβαιώνει τη σχέση του διοικητικού δικαίου με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο στο πλαίσιο της παραπληρωματικής σχέσης των διαφορετικών έννομων τάξεων. Για τον λόγο αυτό, η συγγραφέας πραγματεύεται τη διαφάνεια υπό την ευρεία και ουσιαστική του όρου έννοια, διαπερνώντας τρεις έννομες τάξεις: τη διεθνή, την ευρωπαϊκή και την εθνική καθώς και άλλες εθνικές ευρωπαϊκές έννομες τάξεις. Πραγματεύεται το ζήτημα της διαφάνειας, υπό την ουσιαστική και ευρεία έννοια του όρου, κυρίως υπό την επίδραση του διεθνούς soft law, ήτοι των μη δεσμευτικών κανόνων της διεθνούς έννομης τάξης, οι οποίοι προβλέπουν την ουσιαστική διαφάνεια ως προϋπόθεση για την κατάρτιση δημόσιας σύμβασης. Αναλύοντας την σχέση αλληλοδιάδρασης που δημιουργείται ανάμεσα στο διεθνές soft law και το δεσμευτικό διεθνές δίκαιο, η συγγραφέας σταδιακά ανευρίσκει τη δημιουργία ενός διεθνούς consensus που υφίσταται σε διεθνές επίπεδο σχετικά με την τήρηση της διαφάνειας υπό ουσιαστική έννοια στο πεδίο των δημόσιων συμβάσεων. Καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση του consensus αυτού θεωρεί το ρόλο των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο των οποίων έχει υπογραφεί διεθνής σύμβαση, αλλά και έχει εκδοθεί πρότυπο του soft law σχετικά με τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις. Η συγγραφέας θεωρεί ότι πρόκειται για ένα εν τη γενέσει του διεθνές έθιμο.
Η μελέτη αυτή είναι πρωτοπόρα, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο. Με εξαιρετική άνεση και βαθειά γνώση, η συγγραφέας εντοπίζει τόσο τα σημεία σύγκλισης όσο και τα σημεία απόκλισης ανάμεσα στις δύο έννομες τάξεις και επισημαίνει σε ποιο βαθμό το διεθνές δίκαιο έχει ασκήσει καίρια επιρροή στη διαμόρφωση κανόνων κατάρτισης δημόσιων συμβάσεων, ιδίως αναφορικά με την τήρηση των κανόνων διαφάνειας. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της μελέτης της, η συγγραφέας, προβαίνει στη συγκριτική μελέτη τριών εθνικών έννομων τάξεων κρατών μελών της ΕΕ, προκειμένου να αναδείξει τόσο τον τρόπο προσαρμογής τους προς τις πρόσφατες ευρωπαϊκές οδηγίες του 2014, όσο και την επίδραση που έχει ασκήσει σε αυτές το διεθνές δίκαιο. Η επιλογή των προς σύγκριση έννομων τάξεων δεν είναι τυχαία. Η γαλλική έννομη τάξη έχει επιλεγεί, από τη συγγραφέα, λόγω της ψήφισης σημαντικών νομοθετημάτων για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αδιαφάνειας στο δημόσιο βίο και της σημαντικής νομολογίας του Conseil Constitutionnel που διαμορφώθηκε επ’ αφορμή της ψήφισής τους. Το βρετανικό δίκαιο έχει επιλεγεί, λόγω της ύπαρξης δεοντολογικών κωδίκων για την τήρηση της διαφάνειας σε όλες τις πτυχές του δημόσιου βίου, καθώς και λόγω των ιδιαίτερων διαδικασιών εφαρμογής του άρθρου 50 ΣΕΕ που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Τέλος, η Ελλάδα επελέγη, όχι μόνον διότι είναι το εθνικό μας δίκαιο, αλλά και διότι συνιστά μία έννομη τάξη η οποία αντιμετώπισε το ζήτημα της διαφάνειας στις δημόσιες συμβάσεις με αναθεώρηση του Συντάγματός της. Από τη συγκριτική αυτή μελέτη, η συγγραφέας επιβεβαιώνει το συμπέρασμά της ότι διαμορφώνεται ένα διαρκώς κλιμακούμενο διεθνές consensus σχετικά με την εμπέδωση των κανόνων διαφάνειας στις διαδικασίες κατάρτισης των δημόσιων συμβάσεων, το οποίο επικρατεί, ακόμη και σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται το ενωσιακό δίκαιο.
Η εντυπωσιακή μονογραφία της Επίκουρης Καθηγήτριας κυρίας Χρυσούλας Μουκίου ξεπερνά την παραδοσιακή μορφή μιας μονογραφίας διοικητικού ή συγκριτικού δικαίου. Αποτελεί μονογραφία σύγχρονου διοικητικού δικαίου, γεγονός το οποίο επιβάλλει την εξέταση της επίδρασης του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου στη διαμόρφωση νέων κανόνων του διοικητικού δικαίου. Ως προς τούτο είναι απολύτως πρωτότυπη και μοναδική, ίσως, στο είδος της. Πραγματεύεται τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις, υπό την ουσιαστική και ευρεία έννοια του όρου, εξετάζοντάς την δυναμικά και εξελικτικά διαπερνώντας τρεις έννομες τάξεις: τη διεθνή, την ευρωπαϊκή και τις εθνικές έννομες τάξεις. Η πρωτοτυπία της μεθοδολογίας, ο μοναδικός τρόπος γραφής και η αξία των συμπερασμάτων της, καθιστά τη μονογραφία της Επίκουρης Καθηγήτριας κυρίας Χρυσούλας Μουκίου εργαλείο μέγιστης συμβολής στο δίκαιο των δημόσιων συμβάσεων.
Επιβεβαιώνει τη σχέση του διοικητικού δικαίου με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο στο πλαίσιο της παραπληρωματικής σχέσης των διαφορετικών έννομων τάξεων. Για τον λόγο αυτό, η συγγραφέας πραγματεύεται τη διαφάνεια υπό την ευρεία και ουσιαστική του όρου έννοια, διαπερνώντας τρεις έννομες τάξεις: τη διεθνή, την ευρωπαϊκή και την εθνική καθώς και άλλες εθνικές ευρωπαϊκές έννομες τάξεις. Πραγματεύεται το ζήτημα της διαφάνειας, υπό την ουσιαστική και ευρεία έννοια του όρου, κυρίως υπό την επίδραση του διεθνούς soft law, ήτοι των μη δεσμευτικών κανόνων της διεθνούς έννομης τάξης, οι οποίοι προβλέπουν την ουσιαστική διαφάνεια ως προϋπόθεση για την κατάρτιση δημόσιας σύμβασης. Αναλύοντας την σχέση αλληλοδιάδρασης που δημιουργείται ανάμεσα στο διεθνές soft law και το δεσμευτικό διεθνές δίκαιο, η συγγραφέας σταδιακά ανευρίσκει τη δημιουργία ενός διεθνούς consensus που υφίσταται σε διεθνές επίπεδο σχετικά με την τήρηση της διαφάνειας υπό ουσιαστική έννοια στο πεδίο των δημόσιων συμβάσεων. Καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση του consensus αυτού θεωρεί το ρόλο των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο των οποίων έχει υπογραφεί διεθνής σύμβαση, αλλά και έχει εκδοθεί πρότυπο του soft law σχετικά με τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις. Η συγγραφέας θεωρεί ότι πρόκειται για ένα εν τη γενέσει του διεθνές έθιμο.
Η μελέτη αυτή είναι πρωτοπόρα, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο. Με εξαιρετική άνεση και βαθειά γνώση, η συγγραφέας εντοπίζει τόσο τα σημεία σύγκλισης όσο και τα σημεία απόκλισης ανάμεσα στις δύο έννομες τάξεις και επισημαίνει σε ποιο βαθμό το διεθνές δίκαιο έχει ασκήσει καίρια επιρροή στη διαμόρφωση κανόνων κατάρτισης δημόσιων συμβάσεων, ιδίως αναφορικά με την τήρηση των κανόνων διαφάνειας. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της μελέτης της, η συγγραφέας, προβαίνει στη συγκριτική μελέτη τριών εθνικών έννομων τάξεων κρατών μελών της ΕΕ, προκειμένου να αναδείξει τόσο τον τρόπο προσαρμογής τους προς τις πρόσφατες ευρωπαϊκές οδηγίες του 2014, όσο και την επίδραση που έχει ασκήσει σε αυτές το διεθνές δίκαιο. Η επιλογή των προς σύγκριση έννομων τάξεων δεν είναι τυχαία. Η γαλλική έννομη τάξη έχει επιλεγεί, από τη συγγραφέα, λόγω της ψήφισης σημαντικών νομοθετημάτων για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αδιαφάνειας στο δημόσιο βίο και της σημαντικής νομολογίας του Conseil Constitutionnel που διαμορφώθηκε επ’ αφορμή της ψήφισής τους. Το βρετανικό δίκαιο έχει επιλεγεί, λόγω της ύπαρξης δεοντολογικών κωδίκων για την τήρηση της διαφάνειας σε όλες τις πτυχές του δημόσιου βίου, καθώς και λόγω των ιδιαίτερων διαδικασιών εφαρμογής του άρθρου 50 ΣΕΕ που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Τέλος, η Ελλάδα επελέγη, όχι μόνον διότι είναι το εθνικό μας δίκαιο, αλλά και διότι συνιστά μία έννομη τάξη η οποία αντιμετώπισε το ζήτημα της διαφάνειας στις δημόσιες συμβάσεις με αναθεώρηση του Συντάγματός της. Από τη συγκριτική αυτή μελέτη, η συγγραφέας επιβεβαιώνει το συμπέρασμά της ότι διαμορφώνεται ένα διαρκώς κλιμακούμενο διεθνές consensus σχετικά με την εμπέδωση των κανόνων διαφάνειας στις διαδικασίες κατάρτισης των δημόσιων συμβάσεων, το οποίο επικρατεί, ακόμη και σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται το ενωσιακό δίκαιο.
Η εντυπωσιακή μονογραφία της Επίκουρης Καθηγήτριας κυρίας Χρυσούλας Μουκίου ξεπερνά την παραδοσιακή μορφή μιας μονογραφίας διοικητικού ή συγκριτικού δικαίου. Αποτελεί μονογραφία σύγχρονου διοικητικού δικαίου, γεγονός το οποίο επιβάλλει την εξέταση της επίδρασης του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου στη διαμόρφωση νέων κανόνων του διοικητικού δικαίου. Ως προς τούτο είναι απολύτως πρωτότυπη και μοναδική, ίσως, στο είδος της. Πραγματεύεται τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις, υπό την ουσιαστική και ευρεία έννοια του όρου, εξετάζοντάς την δυναμικά και εξελικτικά διαπερνώντας τρεις έννομες τάξεις: τη διεθνή, την ευρωπαϊκή και τις εθνικές έννομες τάξεις. Η πρωτοτυπία της μεθοδολογίας, ο μοναδικός τρόπος γραφής και η αξία των συμπερασμάτων της, καθιστά τη μονογραφία της Επίκουρης Καθηγήτριας κυρίας Χρυσούλας Μουκίου εργαλείο μέγιστης συμβολής στο δίκαιο των δημόσιων συμβάσεων.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις