0
Your Καλαθι
Γρηγόριος Ξενόπουλος 1867-1951
Χρονολόγιο και λεύκωμα
Περιγραφή
Ο Διονύσης Μουσμούτης μας προικίζει με ένα πολύτιμο βοήθημα. Έπρεπε να περάσει μισός αιώνας από το θάνατο του Γρηγορίου Ξενόπουλου για να φιλοτιμηθεί ένας ερευνητής, που δεν είχε γεννηθεί όταν ο μεγάλος συγγραφέας πέθανε, να συλλέξει σπόρο σπόρο την υπέροχη συγκομιδή ενός ακάματου πνευματικού σπορέα.
Το Χρονολόγιο-Λεύκωμα που κυριολεκτικά έχτισε ο Διονύσης Μουσμούτης είναι εκτός από πολύτιμο για την έρευνα και ένα οδυνηρό οδοιπορικό ενός ασκητικού ανθρώπου που έζησε με το γράψιμο και για το γράψιμο.
Γεωργουσόπουλος Κώστας
ΚΡΙΤΙΚΗ
Εσαεί θα συναντιούνται, κατά τους επετειακούς εορτασμούς, ο Παπαδιαμάντης και ο Ξενόπουλος, μια και έτυχε ο δεύτερος να αποδημήσει, ακριβώς, στα εκατοντάχρονα από τη γέννηση του πρώτου. Ειρωνεία της τύχης· δύο συγγραφείς που δεν έτρεφαν ιδιαίτερη εκτίμηση ο ένας για το έργο του άλλου, ίσως μάλιστα κάποτε και να συγκρούστηκαν, συνεορτάζονται, Νοέμβριο 2001, με συνέδρια και αφιερώματα. Επιπροσθέτως, από το ίδιο κρατικό κονδύλιο θα επιδοτηθούν, ελπίζουμε, οι επί δεκαετίες χρονίζουσες βιβλιογραφίες τους.
Εντός του 2001, μετά τον Παπαδιαμάντη, αποκτά και ο Ξενόπουλος το Χρονολόγιό του· με σκιαθίτικη οικονομική στήριξη το πρώτο, από ζακύνθιο εκδότη το δεύτερο, μια και οι δύο συγγραφείς μοίρασαν το έργο τους μεταξύ γενέθλιου τόπου, τον οποίον αμφότεροι εγκατέλειψαν έφηβοι, και Αθήνας, παραμένοντας ωστόσο εφ' όρου ζωής Σκιαθίτης ο πρώτος, Ζακύνθιος ο δεύτερος. Ωστόσο τον πρόλογο στο Χρονολόγιο Ξενόπουλου δεν τον αναλαμβάνει ένας Ζακύνθιος αλλά ο Ζητουνιάτης Κ. Γεωργουσόπουλος, ο οποίος και ξεκινά με τη διαπίστωση πως «...ο Ξενόπουλος ήταν ο πρώτος και φοβάμαι ο τελευταίος επαγγελματίας συγγραφέας στον τόπο μας... μια ζωή δεν έτρωγε αν δεν έγραφε...». Το ίδιο όμως ίσχυε και για τον Παπαδιαμάντη· όσο για τον τίτλο, και δη, με την απαξιωτική χροιά του επαγγελματία πολυγράφου, τον έχουν αποδώσει μάλλον στον Δημ. Βουτυρά, ο οποίος επίσης συναντιέται μετά των προηγουμένων, τουλάχιστον κατά τας επετείους· γεννημένος είκοσι χρόνια μετά τον Παπαδιαμάντη, κατά τέσσερα έτη νεότερος του Ξενόπουλου. Το σίγουρο είναι πως μια φράση του τύπου «οδυνηρό οδοιπορικό ενός ασκητικού ανθρώπου που έζησε με το γράψιμο και για το γράψιμο» ταιριάζει περισσότερο στον Παπαδιαμάντη και λιγότερο στον Ξενόπουλο, «τον συνετό και οργανωμένο συγγραφέα», που χάρηκε και τη φήμη και την οικονομική άνεση και «από έρωτα δε δυστύχησε». Οικονομικές στερήσεις γνώρισε στα πρώτα χρόνια της Αθήνας και στα τελευταία του, πάντως όχι διά βίου, όπως ο Σκιαθίτης.
Το σημαντικό όμως σε αυτόν τον σύντομο πρόλογο είναι το συμπέρασμα, όπου ένας μάχιμος κριτικός του θεάτρου αναγνωρίζει στον Ξενόπουλο «τον πλήρη άνθρωπο της γραφής και της σκηνής», όπως και οι παλαιότεροι που του απέδιδαν τον τίτλο του «πατέρα του νεοελληνικού θεάτρου» (ενδεικτικό το δεύτερο αφιέρωμα της «Νέας Εστίας», για τα δεκάχρονα από τον θάνατό του, μοιρασμένο ανάμεσα στον μυθιστοριογράφο και τον θεατρικό συγγραφέα, ενώ το πρώτο, Χριστούγεννα 1951, λόγω και της εγγύτητας του θανάτου, αναφέρεται μάλλον στον άνθρωπο). Σε αντίθεση με το αναθεωρητικό, έως και αποκαθηλωτικό, πνεύμα της εποχής μας, το οποίο φαίνεται να εκφράζει ο Β. Πούχνερ στο πρόσφατο, τρίτο αφιέρωμα της «Νέας Εστίας»: «...σήμερα, πρέπει να προσθέσουμε και να εξειδικεύσουμε τον αποδιδόμενο σε αυτόν τίτλο ως εξής: πατέρας της ελαφράς ρουτινιέρικης δραματογραφίας, που στεγανοποίησε μια νοοτροπία και πρακτική η οποία διατηρούσε το χάσμα ανάμεσα στο πρακτικό θέατρο και τη σοβαρή δραματογραφία...». Πολυσχιδής ο Ξενόπουλος, και το Χρονολόγιο του νεότερου Ζακύνθιου Δ. Ν. Μουσμούτη αναδεικνύει κυρίως τον δραματουργό, προσφέροντας ψηφίδες για τη σχετική μονογραφία, που ο Β. Πούχνερ τοποθετεί στο απώτερο μέλλον μετά από πολλές ακόμη «προεργασίες».
Αναγκαίο το Χρονολόγιο, μια και τα αφιερώματα στον Ξενόπουλο συνήθως στερούνται χρονολογίου. Ένα παλαιότερο, δημοσιευμένο στο περιοδικό «Διαβάζω», συντάχθηκε από τον επίσης Ζακύνθιο Κων. Δ. Μαλαφάντη για τα σαραντάχρονα από τον θάνατο του Ξενόπουλου. Λεπτομερέστερο το πρόσφατο, διορθώνει κάποιες, κυρίως χρονολογικές, αβλεψίες του προηγουμένου. Με χρονικό άνοιγμα περιορισμένο στη ζωή του Ξενόπουλου, παραθέτει τα βιογραφικά του ίδιου και των συγγενικών του προσώπων, τα έντυπα με τα οποία συνεργάστηκε (παρεμπιπτόντως, η «Εβδομάς» ήταν του Δ. Γρ. Καμπούρογλου και όχι του Ειρηναίου Ασωπίου), τις δημοσιεύσεις σε αυτά των μυθιστορημάτων του σε συνέχειες, τις εκδόσεις των βιβλίων του, τέλος τα ανεβάσματα των έργων του με πληροφορίες για τους θιάσους. Δεν αναφέρεται ωστόσο στις φιλολογικές διαμάχες, όπου ο Ξενόπουλος πρωτοστάτησε ως κρινόμενος αλλά και ως κριτής, όπως, λ.χ. με τον Μ. Μητσάκη, χειμώνα 1890-91, ή τη δεκαετία του '20 θέτοντας το «πρόβλημα Βουτυρά».
Συνοπτικές οι εγγραφές, πλουτίζονται με παραθέματα από την αυτοβιογραφία Ξενόπουλου, Η ζωή μου σαν μυθιστόρημα, και ορισμένα ακόμη απολογιστικά κείμενά του. Παραδόξως μένουν ανεκμετάλλευτες οι πολλές, συχνά αποκαλυπτικές συνεντεύξεις του, ούτε καν απόσπασμα από την πρώτη στον Μποέμ, Μάρτιο 1893. Ούτε αποσπάσματα κριτικών αξιολογούνται. Αντ' αυτών, παρουσιάζονται σαράντα επιστολές ακέραιες (πλην μιας), τρεις καρτ ντε βιζίτ, δύο σημειώματα, ένα τηλεγράφημα, δύο ιδιωτικά συμφωνητικά και η διαθήκη του. Επίσης, έξι «αθηναϊκές» επιστολές με την υπογραφή «Φαίδων». Επιστολές του Ξενόπουλου (πλην πέντε) προς συγγενείς, φιλικά πρόσωπα και ομοτέχνους, όπου και η περίοπτη τριανδρία Ψυχάρης, Παλαμάς, Καβάφης. Επιστολές δημοσιευμένες κατά καιρούς σε ποικίλα έντυπα και δεκαοκτώ ανέκδοτες, με σημαντικότερες μία επιστολή του Ψυχάρη, δύο του Ξενόπουλου προς Ψυχάρη και μία προς τον Τίμο Μαλάνο (μια δεύτερη δημοσιεύει ο Δ. Ν. Μουσμούτης στο πρόσφατο αφιέρωμα της «Νέας Εστίας»).
Σκόρπιες και ανέκδοτες επιστολές, σε αναμονή μιας συγκεντρωτικής έκδοσης, επιστρατεύει ο Δ. Ν. Μουσμούτης για «τη γνωριμία των μελλοντικών γενεών με τον μεγάλο συγγραφέα». Η δημοσίευση όμως επιστολών χωρίς τον παραμικρό σχολιασμό, ούτε καν έναν κατάλογο με τα ονόματα και τα βιογραφικά των αλληλογραφούντων, πιστεύουμε πως αφήνει παραπονεμένο τον αναγνώστη. Σε εμάς τουλάχιστον, πολλές επιστολές φαίνονται κρυπτικές, κάποιες ακόμη και γριφώδεις. Λ.χ., ποιος είναι αυτός ο Αχιλλέας Αιμιλιανίδης στον οποίο γράφει ο Ξενόπουλος στις 9 Μαΐου 1935; Ποιος Ελλαδίτης γνωρίζει τον διηγηματογράφο Αχ. Αιμίλιο, όπως ήταν το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, συνεκδότη των «Κυπριακών Σπουδών»;
Μάλλον χρονολόγιο παρά λεύκωμα, το οποίο ωστόσο δεν σημαίνει πως υστερεί σε ντοκουμέντα: φωτογραφίες συγγενών και φίλων, φωτογραφίες και ζωγραφικά πορτρέτα του ίδιου, κυρίως σκίτσα και γελοιογραφίες του, γνωστές φωτογραφίες από λογοτεχνικές συντροφιές, αυτόγραφα και εξώφυλλα βιβλίων, θεατρικά προγράμματα, φωτογραφίες ηθοποιών και σκηνικών παρουσιάσεων· τέλος, πολλές σελίδες με φωτογραφίες εποχής από τη Ζάκυνθο και την Αθήνα. Απουσιάζει όμως η Αθήνα του Ξενόπουλου. Μπορεί να μη σώζονται οι κατοικίες του ή τα οικήματα εφημερίδων και θεάτρων, υπάρχουν όμως φωτογραφίες τους. Ύστερα, κάποιες γωνιές γλίτωσαν, όπως το σπίτι με τον κήπο, στην Καλλιθέα, της ζωγράφου Σοφίας Λασκαρίδου. Πιστεύουμε ότι το λεύκωμα θα έπαιρνε διαφορετικό άρωμα αν, πέραν των επισήμων συντρόφων του Ξενόπουλου, υπήρχαν οι λόγιες και οι καλλιτέχνιδες με τις οποίες διατηρούσε ρομαντικούς δεσμούς· η Λασκαρίδου, η Μυρτιώτισσα, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ακόμη οι αλληλογράφοι του, η Κατίνα Παπά και η Τζούλια Αμπελά Τερέντσιο (από το ενδιαφέρον λεύκωμα της κόρης της). Επίσης, ως λεύκωμα, θα χρειαζόταν μεγαλύτερη τυποτεχνική μέριμνα στην απόδοση των τόνων στις φωτογραφίες (αν και αγνοούμε τα πρωτότυπα). Τέλος, και αυτό το Χρονολόγιο στερείται ευρετηρίου. Ποτέ δεν είναι αργά· ήδη η δεύτερη έκδοση του Χρονολογίου Παπαδιαμάντη κυκλοφορεί μεθ' ευρετηρίου.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-11-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις