0
Your Καλαθι
Άνθρωποι του Μιλένιουμ
Περιγραφή
Τα παραδοσιακά σχήματα του εικοστού αιώνα έχουν εξαντληθεί και η μεσοαστική τάξη εξεγείρεται και αναλαμβάνει να απελευθερώσει την κοινωνία από τα δεσμά της κατανάλωσης. Με ακρίβεια ανατόμου που απολαμβάνει τον κυνισμό, ο J.G. Ballard, ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή συγγραφείς, μέσα από μια πλοκή που υπονομεύει συνεχώς την ταυτότητα των πρωταγωνιστών, αναδιατυπώνει το όραμα της επανάστασης στην αυγή του αιώνα μας και αποκαλύπτει πως η σύγχρονη εξέγερση έχει να κάνει με τα τέλη στάθμευσης, τα δίδακτρα των σχολείων και τα κοινόχρηστα των πολυκατοικιών.
Με σαρκασμό και οξυδέρκεια περιγράφονται οι αδιέξοδες προσωπικές διαδρομές των ηρώων που τους οδηγούν σε πράξεις που είναι ταυτόχρονα αντάξιες μιας φαντασμαγορικές ψυχολογικής χειραφέτησης και ενός συναρπαστικού αστυνομικού ρομάντζου.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Για τον Μπάλαρντ κι έναν αριθμό άλλων πρωτοπόρων συγγραφέων, που σημαντικό μέρος του έργου τους εμφανίστηκε τη δεκαετία του '70, η πρόσφατη ιστορία είναι πιο γκροτέσκα από κάθε φανταστική επινόηση, κατά συνέπεια η δημιουργική φαντασία τού συγγραφέα οφείλει να κάνει τα δικά της άλματα. Ο συγγραφέας του «Crash» είχε παλιότερα δηλώσει πως σ' ολόκληρο το έργο του, που χαρακτηρίστηκε «επιστημονικής φαντασίας», επιδίωξε να αναγνωρίσει την επικράτεια του ασυνείδητου και να «ειπωθεί η αλήθεια για τον εαυτό μας». Στόχος του, επίσης, υπήρξε να γράψει για το μέλλον, όχι για το παρελθόν. Να γράψει για «το μέλλον των επόμενων πέντε λεπτών». Το μέλλον για τον Μπάλαρντ δεν θα εμφανιστεί αργότερα αλλά το βιώνουμε ήδη, έστω κι αν αδυνατούμε να το κατανοήσουμε. Η αδυναμία κατανόησης αλλά και η αδυναμία άντλησης νοήματος είναι ένα κυρίαρχο μοτίβο, που επανέρχεται στα έργα του και συχνά ευθύνεται για το πλήθος «παράλογων» ενεργειών στις οποίες επιδίδονται οι χαρακτήρες του οι οποίοι πάσχουν από τις αυτοκαταστροφικές νευρώσεις των μελών των σύγχρονων νεόπλουτων κοινωνιών του καταναλωτικού καπιταλισμού.
Ο χώρος στον οποίο εξελίσσονται οι ιστορίες του είναι αναγνωρίσιμος τόπος για τον αναγνώστη· είτε πρόκειται για τη ζούγκλα, την έρημο, είτε για το γκρίζο και αποπνικτικό Λονδίνο ή όποιο άλλο αστικό τοπίο, υπάρχει μια υπόγεια απειλή και ένας απόλυτα πειστικός κίνδυνος που παραμονεύει και που είναι συνέπεια της πραγματικότητας που βιώνουμε. Ο πολιτισμένος κόσμος, σύμφωνα με τον Μπάλαρντ, βασίζεται σ' έναν αριθμό ψευδαισθήσεων ακόμη κι αν οι άνθρωποι που τον κατοικούν συνήθως ξεχνούν πως πρόκειται για ψευδαισθήσεις, για την κατασκευή των οποίων έχουν οι ίδιοι πρόθυμα συνεργαστεί. Οι επιπλοκές δημιουργούνται όταν αυτές οι πλαστές ψευδαισθήσεις, τις οποίες θεωρούν πραγματικές, σωριάζονται μπροστά στα μάτια τους, τη στιγμή που δεν είναι πλέον σε θέση να τις συντηρήσουν και να δημιουργήσουν καινούργιες. Ψευδαισθήσεις δεν είναι μόνο οι νοητικές κατασκευές που μας κρατούν στη ζωή, αλλά και οι ανέσεις, η ασφάλεια της μεσοαστικής ζωής, ακόμα και τα συναισθήματα. Τα συναισθήματα, σύμφωνα με τον Μπάλαρντ, εμπεριέχουν δόλο, είναι απατηλά και παραπλανητικά. Μια επαναλαμβανόμενη κριτική που έχει υποστεί το έργο του είναι πως οι ήρωές του είναι ψυχροί και δεν καταβάλλουν την παραμικρή προσπάθεια να γίνουν αρεστοί στον αναγνώστη αλλά ούτε και σε αυτούς με τους οποίους έρχονται σε επαφή, αν και ο θυμός τους δεν στρέφεται ενάντια στο διπλανό τους, για τον οποίο διαθέτουν απεριόριστη κατανόηση, αλλά ενάντια στη συντριπτική καθημερινότητα που βιώνουν.
Οι ακραίοι χαρακτήρες που κατοικούν τον κόσμο του είναι άστοργα σκληρά άτομα, τα οποία έχουν υποψιαστεί πως το να ζεις δεν έχει νόημα και είτε επιδίδονται με αυταπάρνηση στην επιδιόρθωση της «σαδιστικής τυχαιότητας» με την οποία λειτουργεί το σύμπαν είτε πρόθυμα κατευθύνονται προς την άβυσσο, υπακούοντας στα κελεύσματα μιας ισχυρής εσωτερικής παρόρμησης.
Οταν το 1973 δημοσιεύτηκε το «Crash», το οποίο αργότερα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ, χαρακτηρίστηκε ένα είδος αποθέωσης του ερωτισμού που εκλύεται κατά την αυτοκινητική σύγκρουση. Το αυτοκίνητο αποτέλεσε το σύμβολο μιας οικειοθελούς συντριβής, ένα μηδενιστικό τοτέμ, το μοναδικό καταναλωτικό αγαθό που ταυτίστηκε με την έσχατη ελευθερία: την ελευθερία της αποχώρησης από τη ζωή.
Τα μυθιστορήματα του Μπάλαρντ χαρακτηρίστηκαν από τη συμβατική κριτική νοσηρά και προκλητικά, αν όμως εξετάσουμε προσεκτικά το στόχο του θα διακρίνουμε πως αυτό που επιχειρεί είναι να αποσπάσει μια ακριβέστερη και σαφέστερη εικόνα τού ανθρώπινου είδους, απομυθοποιώντας τις ψευδαισθήσεις και απογυμνώνοντας τους ήρωές του από τις αυταπάτες. Οι ψυχροί και αλλόκοτοι τύποι είναι τα πορτρέτα των σύγχρονων πολιτών της δημοκρατίας της κατανάλωσης, ενδεικτικοί ενός νέου είδους μεσοαστού, μέλους του νέου προλεταριάτου.
Επανάσταση για τα παρκόμετρα
Από τις πρώτες σελίδες η δήθεν αστυνομική πλοκή του μυθιστορήματος «Ανθρωποι του Μιλένιουμ» υπονομεύεται, καθώς μας παρουσιάζεται περιληπτικά όλη η δράση. Τα γεγονότα δίνονται μέσα από μια διπλή προοπτική και οι χαρακτήρες μέσα από τη διττότητά τους. Ο αφηγητής Ντέιβιντ Μάρκαμ είναι ένας διφορούμενος χαρακτήρας, θύμα κι αυτός των αντιφάσεών του, που ταλαντεύεται ανάμεσα στη σύμβαση και την αντίδραση, ένας καλλιεργημένος ψυχολόγος με παιδικά τραύματα και ισχυρή αίσθηση ανικανοποίητου. Στον αντίποδα ο Μπάλαρντ μας συστήνει, σε μια δεύτερη φιγούρα, τον Δρα Γκουλντ, έναν αποτυχημένο παιδίατρο και υποκινητή των εξεγέρσεων της μεσαίας τάξης, έναν τύπο ανάμεσα σε τρελό επιστήμονα και προφήτη.
Η δράση εστιάζεται σ' ένα προνομιούχο προάστιο του Λονδίνου, το Τσέλσι Μαρίνα, στο οποίο ξεσπάει μια μικρή εξέγερση από τους κατοίκους, οι οποίοι αντιδρούν για τις διπλές γραμμές, τα παρκόμετρα, καίνε τα Volvo τους και αρνούνται να πληρώσουν τους φόρους. Σ' όλα αυτά μάς «ξεναγεί» ο ανήσυχος Μάρκαμ, ο οποίος ζει σε ένα πολυτελές προάστιο με τη δεύτερη σύζυγό του Σάλυ και, που μετά το θάνατο της πρώτης του συζύγου Λώρη, σε τρομοκρατικό χτύπημα στο αεροδρόμιου του Χίθροου, αναλαμβάνει με δική του πρωτοβουλία να εντοπίσει τους ενόχους και έτσι αναμειγνύεται με τους επαναστάτες. Στο προσκήνιο τότε εμφανίζεται ο Γκουλντ, παράφρων και απογοητευμένος, ο μυστικός εγκέφαλος της επανάστασης, που πιστεύει πως τα βίαια, χωρίς νόημα, γεγονότα προκαλούν και αφυπνίζουν περισσότερο την κοινή γνώμη.
Ενόσω ο Μάρκαμ διεξάγει την ιδιωτική του έρευνα, έρχεται σε επαφή με μια ομάδα εκκεντρικών οπαδών του Γκουλντ και σύντομα βρίσκεται κι αυτός να παίρνει μέρος σε διαδηλώσεις για τα δικαιώματα των ζώων, σε διαμαρτυρία έξω από το BBC, αλλά και να συμμετέχει στην ανατίναξη του κινηματογραφικού μουσείου στο Σάουθ Μπανκ και να είναι ο ίδιος υπεύθυνος για την τοποθέτηση βόμβας σε βίντεο κλαμπ. Ο Μάρκαμ παρ' ότι υποψιάζεται, αρνείται να συνδέσει τις ακίνδυνες αυτές ενέργειες διαμαρτυρίας με κάποιες μεγαλύτερες τρομοκρατικές επιθέσεις που γίνονται την ίδια χρονική περίοδο στο Λονδίνο και που έχουν ανθρώπινα θύματα, όπως την τοποθέτηση βόμβας στην Τέιτ Μόντερν και τη δολοφονική επίθεση ενάντια σε μια τηλεπαρουσιάστρια πρωινής εκπομπής.
Ο ειρωνικός τόνος δεν εκλείπει στην περιγραφή της μεσαίας τάξης, που υπήρξε κατά τον εικοστό αιώνα ο στυλοβάτης της κοινωνίας και που εμφανίζεται ως μια σειρά από θύματα, παγιδευμένα σε δυσβάσταχτες υποθήκες, δίδακτρα και δάνεια. Οι κάτοικοι του Τσέλσι Μαρίνα επιδίδονται στη διάλυση του μεσοαστικού τους κόσμου και τον πετούν σαν να «βγάζουν έξω τα σκουπίδια», αντιδρώντας στον πολιτικό έλεγχο που τους ασκείται και τους κρατάει υποταγμένους, ώστε να παραμείνουν πειθήνιοι και δουλικοί. Οι οικογενειάρχες αμφισβητούν τη ζωή τους, προσηλυτίζονται από τον Ρίτσαρντ Γκουλντ και μεταμορφώνονται σε πολέμιους του καταναλωτικού καπιταλισμού και με προθυμία απαλλάσσονται από τις άχρηστες αποσκευές τους όταν για πρώτη φορά αντικρίζουν με ειλικρίνεια τον εαυτό τους.
Το ύφος του Μπάλαρντ είναι συγκαλυμμένα ποιητικό, παρά τον δήθεν αστυνομικό τόνο που υιοθετεί στην αρχή. Στην αφήγηση υπάρχουν εξαιρετικές λυρικές στιγμές, επανερχόμενα θεματικά μοτίβα και ιδέες που εντυπώνονται στη μνήμη του αναγνώστη λόγω των συγκλονιστικών και αποκαλυπτικών μεταφορών του, οι οποίες συνήθως εμφανίζονται στα σημεία όπου εξελίσσεται η δράση.
Ευφυείς αφορισμοί και συμπεράσματα ξεφεύγουν από τα χείλη των χαρακτήρων και ενισχύουν την ειρωνική ατμόσφαιρα, όπως «πάντα λέω την αλήθεια, είναι ένας καινούργιος τρόπος για να λές ψέματα», ή «Ευτυχία; Μ' αρέσει η ιδέα αλλά δεν φαίνεται να αξίζει τον κόπο».
Το «Ανθρωποι του Μιλένιουμ» είναι ένα ουσιωδώς πολιτικό μυθιστόρημα που μεταθέτει την ευθύνη, τόσο για το μέλλον της ανθρωπότητας όσο και για την επένδυση της ζωής μας με κάποιο νόημα, στον καθένα από μας: «Οι θεοί έχουν πεθάνει κι εμείς δεν εμπιστευόμαστε τα όνειρά μας. Αναδυόμαστε από το κενό, γυρίζουμε και κοιτάζουμε για λίγο, και ύστερα ξαναγυρίζουμε στο κενό. [...]Ακούμε το σύμπαν και δεν έχει τίποτα να μας πει. Υπάρχει μόνο η σιωπή κι έτσι υποχρεωνόμαστε να μιλήσουμε εμείς».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/02/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις