0
Your Καλαθι
Η φυλή των happy few
Περιγραφή
Ο συγγραφέας χαρτογραφεί την πόλη, με πυξίδα τις αισθήσεις και τις παραισθήσεις ενός συγγραφέα. Καταγράφει τις μυστικές συνομιλίες του με τον Μπομπ Ντύλαν και τον Μαρσέλ Προυστ, τον Γκυ Ντεμπόρ και τον Χένρυ Μίλλερ. Μιλάει την γλώσσα των αγαπημένων του νεκρών, αλλά διαλέγει τη ζωή, που απ' όσο γνωρίζει, ήταν είναι και θα είναι «ωραία και εύκολη»! Ασπάζεται τα ήθη των Happy Few και εξακολουθεί να ερωτεύεται, σε πείσμα των καιρών!
ΚΡΙΤΙΚΗ
Την περίοδο που άρχιζαν οι συγγραφείς μας να πειραματίζονται συστηματικά στο χώρο του εσωτερικού μονολόγου, πριν από μισό και πλέον αιώνα, ξεκινούσε στον τόπο μας ένα από τα απαιτητικότερα νεωτερικά είδη λεκτικής εφαρμογής. Για να ξεπεραστεί στην πράξη ο μεγαλύτερος κίνδυνος, δηλαδή η αναγνωστική ανία, ο δημιουργός όφειλε να ξεκαθαρίσει από την αρχή τους λογαριασμούς του με τις εγγενείς ευκολίες του είδους, όπως είναι π.χ. η εκφυλιστική ρητορεία των επιτηδευμένων εξομολογήσεων και η αντικατάσταση της παραδοσιακής πλοκής από μια ατέρμονη γλωσσοεξακτίνωση. Για να παρακάμψει στη συνέχεια τους αναπόφευκτους σκοπέλους της άστοχης ενδοσκόπησης και της τυποποίησης των θεματικών συνισταμένων, ο αφηγητής έπρεπε να παραμείνει σε διαρκή ετοιμότητα, ανανεώνοντας συχνά τα αίτια και τα αιτιατά των καταγραφών του. Είναι η αλήθεια ότι λίγοι τα κατάφεραν από τότε να ξεπεράσουν το μέσο όρο: οι δέκτες των αυτοαναφορικών καταθέσεων ομολογούν συχνά ότι το μήνυμα που εισπράττουν είναι είτε συγκεχυμένο είτε ανούσιο. Οι αφορμές των έργων προδίδουν έτσι την ανεπάρκεια των «δραστών».
Ο Γιώργος - Ικαρος Μπαμπασάκης ( 1960) φαίνεται ότι έχει λάβει σοβαρά υπόψη του τα παραπάνω. Γι' αυτό και το αυτοπροσδιοριζόμενο σπονδυλωτό αφήγημά του διακρίνεται αμέσως τόσο για την ακεραιότητα της θετικής λεκτικής έκπληξης όσο και για τη βιωματική του πιστότητα. Το άνοιγμα του Εγώ στον κόσμο, από μεθοδολογικής πλευράς, είναι αυθόρμητο, αλλά επ' ουδενί επιπόλαιο. Το εξόφθαλμα υπεραρκετό απόθεμα εμπειριών, όπου ξεχωρίζουν αβίαστα εκείνες της αμιγώς αισθητικής τάξης, τόσο από την ενδοχώρα του λεκανοπεδίου μας όσο και από την περιλάλητη Εσπερία, τροφοδοτεί συστηματικά και συναινετικά ταυτόχρονα τη διηγητική, πολύπλευρη δράση. Ασφαλώς νοησιαρχικός, αλλά και σωματικά κυριολεκτικός, πείσμων μονιστής, νυμφόληπτος, δοσμένος όμως ανεπιφύλακτα, μεταξύ άλλων, και σε φιλίες πολύ μακράς πνοής, σε βαθμό που να πείθει μάλιστα είτε τον συστηματικό είτε τον τυχαίο αναγνώστη του, ότι έχει ως διά βίου θυρεό του το διάσημο ανά τους αιώνες σύγγραμμα του Κικέρωνα Περί φιλίας, ο ποιητής, συγγραφέας και δόκιμος μεταφραστής δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να ψηλαφεί έναν ικανό και αναγκαίο Κανόνα Ζωής.
Ο λόγος δεν εκφυλίζεται σε παρωδία υφολογικών προαιρέσεων. Ο λαλίστατος, αλλά σε βάθος ενημερωμένος για τα αινίγματα του κόσμου και τις ενδεχόμενες λύσεις τους κειμενικός άγγελος, ο αυτοαναλυόμενος δηλαδή Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, αποδελτιώνει κειμενικές εμμονές, υπομνηματίζει με έκδηλη επάρκεια διάσημα καλλιτεχνικά πρότυπα, αναμοχλεύει πικρίες, προσωπικούς θριάμβους παντός είδους, δεινά, αλλά και ακούσια πλημμελήματα, χωρίς να φείδεται κόπων ριζικής αυτοκριτικής. Αρραγές μέτρο όλων εν γένει των πραγμάτων-παραστάσεων και βεβαίως του συγγραφικού ειδικότερα σύμπαντος, όπως ακριβώς θα τον ήθελε εν προκειμένω η πρωταγορική αρχή, ο αφηγητής αρνείται με περίσκεψη τα όποια εννοιολογικά προσχήματα, τα τετριμμένα άλλοθι γραφής ή και τις ψευδεπίγραφες εξομολογήσεις του συρμού, για να δοθεί απερίσπαστος στην καλώς συγκερασμένη έκθεση του κοσμοειδώλου του, που συνιστά βεβαίως ένα ικανό μέρος του κοσμοειδώλου μιας ολόκληρης γενιάς. Θεολογώντας μάλιστα θα προσπαθήσει, μεταξύ άλλων, να εννοήσει και τον σκοτεινό, απρόσιτο Θεό του καινοτόμου Λούθηρου. Η ανάλογη αποστροφή διατηρεί όλο το ειδικό βάρος μιας αυθεντικής υπαρξιακής αγωνίας. Παραθέτω ενδεικτικά την κομβική επίκληση «Θεέ μου, πόσο γαλάζιο απλώνεις σε δυο μάτια, για να μη Σε βλέπω» (βλ. σελ. 20).
Ανακεφαλαιώνοντας θα έλεγα ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο πεζόμορφος λόγος λειτουργεί κυρίως ως αρμοστής μιας παραγωγικής Ars Poetica. Ο συγγραφέας δρα αναμνηστικά. Είναι ακάματος ερανιστής λογοτεχνικών τόπων, οι οποίοι συνάδουν με το πρωταρχικό όραμα-σχέδιό του. Σταχυολογώ δείκτες πολλαπλών αναφορών σε αλλοδαπούς, που εγκλιματίζονται στον μπαμπασακικό χωρόχρονο: Jean-Luc Godard, Stefan Zweig, Andre Breton, Guy Debord, Vladimir Nabokov, Descartes, James Joyce, Blaise Cendrars, Isidore Ducasse, Chet Baker, Shakespeare, Luis Bunuel, Tom Waits, Malcolm Lowry, Nick Cave, Bob Dylan, Tristan Tzara και άλλοι πολλοί. Ως συλλέκτης, κατά συνέπεια, καταστατικών και ζωοποιών Ιδεών, η φυλή των happy few διακρίνεται για την ετοιμότητά της να ακυρώσει την ανία μας. Τα δραστικά μέλη της είναι συνεπείς απολογητές, που αναφέρονται διαρκώς και συνειδητά στα ινδάλματά τους. Το παλαιό, αλλά εξίσου εναργές αξίωμα του Ε. Α. Πόε εξακολουθεί να ισχύει και να διερμηνεύει τα συναφή καλλιτεχνικά εγχειρήματα. Ητοι: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο σφάλμα από το να υποθέτουμε ότι η πραγματική πρωτοτυπία είναι απλώς ζήτημα παρόρμησης ή έμπνευσης. Το να είσαι πρωτότυπος σημαίνει να είσαι ικανός να συνδυάζεις με προσοχή, με υπομονή και με γνώση» (βλ. το 14ο τόμο των έργων του, έκδοση Virginia, μετάφραση Στέφανου Μπεκατώρου, στον «Χρυσό Σκαραβαίο», εκδόσεις «Πατάκη», 2004).
Οι τρεις αυτές αρετές προσδιορίζουν, εν συνόλω θα έλεγα, την ποιότητα του λογοτεχνικού χαρακτήρα τού Γιώργου-Ικαρου Μπαμπασάκη.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/04/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις