0
Your Καλαθι
Χιλιαεννιακόσια
Ένας μονόλογος
Περιγραφή
«Αφού μου τα 'μαθε ο Ντάννυ Μπούντμαν Τι Ντι Λέμον Χιλιαεννιακόσια, ο πιο μεγάλος πιανίστας που έπαιξε ποτέ πάνω στον Ωκεανό. Στα μάτια των ανθρώπων φαίνεται αυτό που θα δουν, όχι αυτό που έχουν δει. Έτσι έλεγε: αυτό που θα δουν».
Το Βιρτζίνιαν ήταν ένα ατμόπλοιο. Στα χρόνια του μεσοπολέμου ταξίδευε ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική, φορτωμένο εκατομμυριούχους, μετανάστες και ανθρώπους κάθε λογής. Λένε ότι στο Βιρτζίνιαν, κάθε βράδυ, εμφανιζόταν ένας εξαιρετικός πιανίστας, εκπληκτικής δεξιοτεχνίας, που έπαιζε μια μουσική πρωτάκουστη, θαυμαστή, η οποία ανήκε μόνο σ' αυτόν: τη μουσική του Ωκεανού, που η ηχώ του απλώνεται σ' όλα τα λιμάνια. Λένε πως η ιστορία του ήταν τρελή, πως γεννήθηκε πάνω σ' εκείνο το καράβι, από το οποίο δεν κατέβηκε ποτέ. Και λένε πως κανείς δεν ξέρει το γιατί.
Το πρώτο κείμενο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο σε μορφή ποιητικού μονόλογου. Το βιβλίο γυρίστηκε ταινία από τον Τζουζέππε Τορνατόρε.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Στην Ιταλία σε μια περίοδο όπου όλα έδειχναν ότι δεν υπήρχε πια ενδιαφέρον - από την πλευρά των συγγραφέων τουλάχιστον - στο να αφηγείται κανείς «απλώς» ιστορίες εμφανίστηκε στον ορίζοντα των γραμμάτων ο Αλεσάντρο Μπαρίκο. Από ό,τι αποδείχθηκε ωστόσο το ευρύ κοινό δεν είχε πάψει ποτέ να αρέσκεται στο να ακούει και να διαβάζει «απλώς» ιστορίες, ιδίως από το στόμα και την πένα ανθρώπων που έμοιαζαν προορισμένοι για αυτό. Ετσι ο Μπαρίκο έγινε σύντομα αγαπητός στη χώρα του, ιδιαίτερα μάλιστα στις νεότερες γενιές. Σε αυτό συνέβαλε βεβαίως και η τηλεόραση, αφού το πρόσωπο του νεαρού συγγραφέα έγινε γνωστό σε όλη την Ιταλία μέσα από τη λογοτεχνική εκπομπή «Pickwick» που παρουσίαζε. Πάντως ο ίδιος έδειχνε να προτιμά τους πιο λιτούς - και λιγότερο μαζικούς - τρόπους παρουσίασης των δικών του έργων, ενώ η επιτυχία της εκπομπής δεν στάθηκε ικανή να τον παρασύρει σε «εκπτώσεις» σε ό,τι αφορά τα πολιτικά του πιστεύω. Για την ίδια τη γραφή του Αλεσάντρο Μπαρίκο όμως δεν αποτελεί «κρίσιμο μέγεθος» η δημόσια ή η ιδιωτική εικόνα του αλλά το γεγονός ότι απολαμβάνει την αφήγηση των ιστοριών που επινοεί, δηλαδή το γράψιμό τους.
Ο αφηγηματικός ιστός του Χιλιαεννιακόσια ειδικά (που γράφτηκε το 1994) πλέκεται πάνω σε δύο «πάθη» του συγγραφέα: στη μουσική και στον ωκεανό. Εκτυλίσσεται στην περίοδο του Μεσοπολέμου, κατά την οποία το «Βιρτζίνιαν», ένα επιβατηγό πλοίο, ταξιδεύει αδιάλειπτα ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Αμερική μεταφέροντας κάθε λογής ανθρώπους από τη μια πλευρά του ωκεανού στην άλλη. Κάθε βράδυ ένας ιδιόρρυθμος - στην κυριολεξία - πιανίστας παίζει μια μουσική που αφήνει το κοινό του άναυδο από θαυμασμό. Το όνομα του πιανίστα είναι Χιλιαεννιακόσια και δεν έχει κατέβει ποτέ στη στεριά. Ενας μεγαλόσωμος ναύτης του «Βιρτζίνιαν» τον είχε βρει νεογέννητο, παρατημένο σε ένα χαρτόκουτο πάνω στο πιάνο του πλοίου, την πρώτη χρονιά του 20ού αιώνα. Το χαρτόκουτο έγραφε επάνω Τι Ντι Λέμονς, το όνομα του ναύτη ήταν Ντάννυ Μπούντμαν και έτσι το μωρό βαφτίστηκε Ντάννυ Μπούντμαν Τι Ντι Λέμον Χιλιαεννιακόσια.
Τον ρόλο του αφηγητή έχει «αναλάβει» ένας τρομπετίστας που μπάρκαρε στο «Βιρτζίνιαν» για έξι χρόνια και δέθηκε στενά με τον θαυμαστό πιανίστα. Μετά τον πόλεμο, και ενώ ο αφηγητής έχει ήδη εγκαταλείψει το πλοίο από το 1933, λαμβάνει μια επιστολή από την οποία πληροφορείται ότι το πλοίο έχει σχεδόν διαλυθεί και ως εκ τούτου έχει αποφασιστεί να το βυθίσουν. Το έχουν λοιπόν φορτώσει με εκρηκτικά και περιμένει στο Πλίμουθ από ώρα σε ώρα να κάνει το στερνό του ταξίδι. Ολο το πλήρωμα έχει φύγει, εκτός από τον Χιλιαεννιακόσια που παραμένει άφαντος. Στο σημείο αυτό το «ποιητικό σκέλος» της αφήγησης «παίρνει το πάνω χέρι» καθώς μονάχα ίσως η ποίηση μπορεί να χωρέσει την απόφαση ενός ανθρώπου να βυθιστεί στην ανυπαρξία μαζί με την πατρίδα του (το πλοίο δηλαδή), που δεν είχε εγκαταλείψει ούτε μια στιγμή στη διάρκεια της ζωής του.
Στον ιδιότυπο αυτόν μονόλογο-αφήγημα ο Αλεσάντρο Μπαρίκο θίγει πολύ περισσότερα ζητήματα από αυτά που αντιλαμβάνεται κανείς με την πρώτη ανάγνωση. Η αινιγματική και επιβλητική μορφή του Χιλιαεννιακόσια παραπέμπει στις εξωπραγματικές φιγούρες των παραμυθιών, χωρίς όμως να χάνει τον «ρεαλισμό» της. Και αυτό γιατί στον χάρτη της αφήγησης η θέση του αφηγητή είναι με το κοινό. Ο Χιλιαεννιακόσια είναι μια ολότελα παράξενη περίπτωση που δεν μπορεί να μοιραστεί μαζί τους τίποτε έξω από τις νότες και τη θάλασσα. Ο αφηγητής εμπνέεται από αυτόν αλλά δεν μπορεί - ούτε και θέλει - να τον ερμηνεύσει ή και να τον κρίνει. Η απομόνωση του πιανίστα είναι μια «φυσική» επιλογή, οριστική και απολύτως σεβαστή.
Ολόκληρο το κείμενο διαπνέεται από έναν εσωτερικό ρυθμό που θα μπορούσε να αντιστοιχεί στη «μουσική του ωκεανού» που ακούγεται τα βράδια στο «Βιρτζίνιαν». Εχει κανείς την αίσθηση ότι ο συγγραφέας κατά τη διάρκεια της γραφής αφουγκραζόταν τις αντιδράσεις των φανταστικών ακροατών-αναγνωστών του και με γνώμονα την τέρψη τους «ψαλίδιζε» το κείμενο στα μέτρα μιας εκλεκτικής επικοινωνίας. Αλλωστε το Χιλιαεννιακόσια δεν προοριζόταν αρχικά για ανάγνωση αλλά για ακρόαση. Οπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογό του, γράφτηκε με την πρόθεση να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός θεατρικού μονολόγου για έναν συγκεκριμένο ηθοποιό και έναν συγκεκριμένο σκηνοθέτη. Ωστόσο: «Τώρα που το βλέπω σε μορφή βιβλίου, μου φαίνεται μάλλον σαν ένα κείμενο που ακροβατεί ανάμεσα σε μια αληθινή σκηνοθεσία και σε ένα αφήγημα που πρέπει να διαβαστεί φωναχτά. (...) Εμένα μου φαίνεται μια όμορφη ιστορία, που άξιζε τον κόπο να τη διηγηθώ. Και μου αρέσει να σκέφτομαι πως κάποιος θα τη διαβάσει».
Το Χιλιαεννιακόσια γυρίστηκε ταινία από τον Τζιουζέππε Τορνατόρε. Ο Αλεσάντρο Μπαρίκο είναι ήδη γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από τα βιβλία του Ονειρα από γυαλί, Ωκεανός, Μετάξι και City που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 20-10-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις