0
Your Καλαθι
Η ιστορία του χαλίφη Βατέκ
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Ο χαλίφης Βατέκ, εγγονός του Χαρούντ ελ Ρασίντ, γίνεται υπηρέτης του Διαβόλου, παρασυρμένος από την ακόρεστη περιέργειά του και τη μεγαλομανία του. Έπειτα από τη θυσία πενήντα μικρών παιδιών, θα ξεκινήσει από την πρωτεύουσά του, τη Σαμάρα, για την ερειπωμένη πόλη του Ισταχάρ, όπου περιμένει να δει τους θησαυρούς των σουλτάνων που έζησαν πριν από τον Αδάμ. Έπειτα από αμέτρητες περιπέτειες, θα μπει στα υπόγεια δώματα του Διαβόλου-Εβλίς, όπου θ' ανακαλύψει τη ματαιότητα του πλούτου και των θαυμάτων που θ' αντικρίσει. Εκεί, τον περιμένει η τιμωρία για την περιέργειά του: τα αιώνια βασανιστήρια στην κόλαση.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η τολμηρότητα της φανταστικής λογοτεχνίας έγκειται στο γεγονός ότι έθιξε ορισμένα απαγορευμένα θέματα. Η σημασία της μετάδοσης της γνώσης είναι ένα από αυτά. Θρησκευτικοπολιτική η βάση της, δηλώνεται ως τέτοια από αρχαιοτάτων χρόνων: Η γνώση πρέπει να παραμένει στα χέρια των δημοτικών αρχόντων, οι μόνοι οι οποίοι είναι ταγμένοι «άνωθεν» να τη διαχειρίζονται καταλλήλως, ώστε να διατηρούν το «πλήθος» καθηλωμένο σε συγκεκριμένο νοηματικό επίπεδο. Ο «αναρχικός επαναστάτης», που θα τολμήσει να εισέλθει στον οίκο της Απαγορευμένης Γνώσης και να δώσει τα «άγια τοις κυσί», θα τιμωρηθεί φριχτά. Η περίπτωση του αισχυλικού Προμηθέα είναι κλασική.
Ο «Βαθέκ» του Γ. Μπέκφορντ απηχεί αυτό ακριβώς το πνεύμα, έστω και υπαινικτικά, αφού στο πρόσωπό του μοιάζει να καταδικάζεται «εις το αιώνιον πυρ» η ύβρις προς τον Δημιουργό. Ο μύθος του, ωστόσο, ενδεικτικός του συντηρητικού πνεύματος της βικτοριανής Αγγλίας, ξεπερνά τις προθέσεις του συγγραφέα, καθώς οι ήρωες, μυθιστορηματικές μεταπλάσεις των προσώπων του οικογενειακού του περιβάλλοντος, προς χάρη του γοητευτικού παραμυθιού του, λειτουργούν «ελεύθερα» και μάλλον ερήμην της περιπέτειας την οποία έχουν κληθεί να φέρουν εις πέρας. Η διεκπεραίωσή της εξάλλου είναι που έχει σημασία, αφού το αποτέλεσμα της γραφής της είναι το ανά χείρας λογοτεχνικό κομψοτέχνημα, από το χρυσοποίκιλτο μανδύα του οποίου, όμως, ο άνθρωπος εμφανίζεται υπόδουλος του εαυτού του. Απ' αυτή την άποψη, ο «Βαθέκ» του Γ. Μπέκφορντ είναι μια «φανταστική» προβολή του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος μπορεί να αποφαίνεται «σεμνότυφα», προς το τέλος του έργου, ότι «η μοίρα του ανθρώπου επί της γης είναι η ταπεινοφροσύνη και η άγνοια», αλλά δεν ήταν αυτές που «χάραξαν» τον υπαρξιακό δρόμο ούτε του «καταραμένου» ήρωά του ούτε του ίδιου. Φυσικό, αφού ο πρώτος είναι, όπως ήδη προειπώθηκε, μια «εξωτική» προβολή του δημιουργού του, στο επιφανειακά ανατολίτικο παραμύθι του οποίου ο Βαθέκ είναι ο ένατος χαλίφης της γενιάς των Αββασιδών, γιος του Μοτασέμ και εγγονός του Χαρούν Ελ Ρασίντ. Εχοντας ανεβεί νέος στο θρόνο της Βαγδάτης, ζει μέσα στη χλιδή και την ακολασία. Ακόρεστος και ανικανοποίητος, συνάπτει με τον Εμπλίς, το Διάβολο της ανατολίτικης μυθολογίας, συμφωνία, προκειμένου να «γνωρίσει» και να απολαύσει τους θησαυρούς των εβδομήντα δύο σουλτάνων που κυβέρνησαν πριν από τον Αδάμ και οι οποίοι βρίσκονται στα έγκατα της γης. Η ελληνικής καταγωγής σατανική μητέρα του Κάραθις και η αγαπημένη του Νουρονιχάρ συμπράττουν στο «ανόσιο» έργο. Ο μόνος που θα διασωθεί από τη φοβερή τιμωρία είναι ο μικρός αθώος Γκουλχενρούζ, ενώ ο «βλάσφημος» χαλίφης καταδικάζεται να βασανίζεται αιωνίως στις φλόγες της Κόλασης, περιφερόμενος χωρίς ελπίδα συγχώρεσης στις «απέραντες αίθουσες» της, που «όλες, δίχως όρια, εκτείνονται ώς το άπειρο... βυθισμένες στο ζόφο... στην ίδια απεχθή μεγαλοπρέπεια». Υπάρχει ένας εφιαλτικός χορός από ρεαλιστικά και φανταστικά ανθρωπόμορφα τέρατα που περιφέρονται στην ορχήστρα του έργου, προβολές μιας υποκριτικά καθωσπρεπίστικης κοινωνίας που εθελοτυφλούσε περιχαρακωμένη μέσα στην ψευδαίσθηση ενός ανύπαρκτου ανθρωπισμού.
Το Καλό εμφανίζεται με την εντυπωσιακή μορφή του προφήμη Μωάμεθ που κατοικεί στον έβδομο ουρανό, ενώ ανάλογη εμφάνιση πραγματοποιεί και το Κακό, ως Μελαγχολικός Αρχοντας της Κόλασης. Το σκηνικό είναι βέβαια αντλημένο από τις «Χίλιες και Μία Νύχτες», το κλασικό αραβικό έπος, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στ' αγγλικά την εποχή του συγγραφέα και τον επηρεάζει βαθύτατα. Η διαπραγμάτευση του έργου, ωστόσο, ως γραφή, γίνεται με το τρομώδες γοτθικό πνεύμα. Το αποτέλεσμα είναι ένα περίτεχνο λογοτεχνικό αραβούργημα με σκηνές και εικόνες υποβλητικής ομορφιάς. Ενα «ηδονιστικό», έτσι κι αλλιώς, μουσικό κείμενο, που ελίσσεται συνεχώς, με την επικίνδυνη ευλυγισία μιας δηλητηριώδους κόμπρας, σε ονειρικά τοπία, κάτω από τα μεθυστικής μοσχοβολιάς άνθη των οποίων ελλοχεύει ο απρόσμενος εφιάλτης, είτε με την απατηλή μορφή ενός πανέμορφου ουρί είτε με το γκροτέσκο πρόσωπο ενός τζίνι.
Ολα τα πρόσωπα, με προεξάρχοντα του Βαθέκ, παρ' όλη την «παραμυθένια» μεταχείρισή τους προς χάρη του έργου, διατηρούν τη γήινη, υλική υπόστασή τους -ακόμη και τα φανταστικά. Στο βάθος του κεντρικού ήρωα, όμως, πίσω από το συμβολικό ένδυμα του χαλίφη με το οποίο είναι ενδεδυμένος, εύκολα διακρίνονται τα χαρακτηριστικά του προαναφερθέντος υπαρξιακού ανθρώπου, ο οποίος «κρούει» τις θύρες του ερμητικά περίκλειστου άδυτου της «απαγορευμένης γνώσης», θέτει «αναρχικές» ερωτήσεις και απαιτεί δικαιωματικά απαντήσεις. Στο κατακερματισμένο πρόσωπο του Βαθέκ «προφητεύεται» η έλευση ενός μακρινού μέλλοντος απαλλαγμένου από δεισιδαιμονίες.
Ο Γουίλιαμ Μπέκφορντ (1760-1844) υπήρξε γιος βουλευτή και της λαίδης Χάμιλτον. Ορφανεύει από πατέρα στα δέκα του χρόνια και βρίσκεται έτσι κληρονόμος μιας τεράστιας περιουσίας από φυτείες ζαχαροκάλαμου στην Τζαμάικα. Μορφώθηκε κατ' οίκον, έχοντας μάθει από μικρός ελληνικά, λατινικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, περσικά, αραβικά. Εμφανίζεται στα γράμματα νεότατος. Εγραψε τον «Βαθέκ» σε ηλικία είκοσι ενός ετών μέσα σε τρεις ημέρες, ενώ είχε προηγηθεί η σχέση του με τη Λουίζα Μπέκφορντ, σύζυγο του εξαδέλφου του. Το 1783, για να «επικαλυφθεί» το γεγονός, παντρεύεται τη λαίδη Μάργκαρετ Γκόρντον, έναν χρόνο μετά, όμως, έρχεται στο φως ένα νέο σκάνδαλο: η ερωτική του σχέση με το δεκατριάχρονο εξάδελφό του Γουίλιαμ. Αναγκάζεται να «αυτοεξοριστεί» στην Ευρώπη. Επιστρέφει στην Αγγλία το 1796, όπου και πεθαίνει το 1844, υπερήλιξ, από βαριά γρίπη.
Εκτός από τις «Χίλιες και μία νύχτες», ο Γ.Μ. επηρεάστηκε από την αρχαία ελληνική μυθολογία, τον Σέξπιρ, το λόρδο Μπάιρον, τον Βολτέρο, ενώ ο «Βαθέκ» του, εν συνεχεία, επηρέασε τη γενιά του και αργότερα τους ρομαντικούς, κυρίως. Ο Μαλαρμέ, ο Σουίνμπουρν, ο Χόθορν τον θαυμάζουν και αναγνωρίζουν τη γοητεία του. Ο «Βαθέκ» έχει βέβαια όλα τα εξωτικά χαρακτηριστικά ενός «μαγικού» ανατολίτικου παραμυθιού, αλλά κάθε άλλο παρά τέτοιο είναι στο βάθος του, καθώς, υπό το πρόσχημά του, συλλαμβάνει «κάτι» από το μυστήριο της ανθρώπινης δημιουργίας. Ετσι κι αλλιώς, όμως, παραμένει ένα ξεχωριστό σπάνιο κόσμημα υπνωτιστικής ωραιότητας. Οι σκηνές της Κόλασης είναι οπωσδήποτε μοναδικές, ενώ τα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος, κατάλληλα μεταμφιεσμένα, πρωταγωνιστούν σε αυτό, όπως ήδη προειπώθηκε. Η αυταρχική, υπερσυντηρητική καλβινίστρια μητέρα του είναι η «σατανική» Κάραθις, η αγαπημένη του Λουίζα, η ωραία Νουρονιχάρ και ο μικρός Γουίλιαμ, ο αγαθός Γκουλχενρούζ. Ο Γ. Μπέκφορντ, όμως, μεταπλάθει αυτά τα πρόσωπα των οικείων του σε λογοτεχνικούς ήρωες-σύμβολα, προσδίδοντάς τους μιαν άλλη «μαγική» ζωή, αθάνατη και άφθαρτη. Διότι είχε το «χάρισμα»: Να μεταμορφώνει τον αρχικό, άμορφο πηλό, όπως ο αρχαίος αλχημιστής, σε απρόσβλητο από τη φθορά του χρόνου σπανιότατο πολύτιμο λίθο. Ο «Βαθέκ» του, αυτός ο ανατολίτης Φάουστ, συνεχίζει να λάμπει στην κορυφή της φανταστικής λογοτεχνίας.
ΜΑΚΗΣ ΠΑΝΩΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/09/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις