0
Your Καλαθι
Ιστορία της νεωτερικής και σύγχρονης φιλοσοφίας
Φυσιογνωμίες και έργα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Σε καθένα από τα κεφάλαιά του, αυτό το βιβλίο ελπίζει ότι εξασφάλισε τη δυναμική μιας διανοητικής εμπειρίας και προσάρμοσε την αφηγηματική του διάσταση με βάση την έκθεση θεμάτων ή προβλημάτων[...]. Χωρίς τεχνητό τρόπο, υπογραμμίζεται η επικαιρότητα των προβληματισμών που απασχολούν τους μεγάλους φιλοσόφους[...]Απαλλαγμένη από την ιδεοληψία της αρχειοθέτησης, αυτή η ιστορία της φιλοσοφίας εισηγείται τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στα έργα της παράδοσης[...]
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μολονότι η ιστορία αποδεικνύεται πολύ συχνά μια άκρως ελκυστική αφηγηματική φόρμα, κατά βάθος είναι μια μορφή αιτιώδους οργάνωσης. Πρόκειται για μια μεθοδική (σίγουρα όχι απαραιτήτως γραμμική), ερμηνευτική παράταξη του πραγματολογικού υλικού, που ορίζεται από το θεματικό πεδίο που επιλέγει ο συγγραφέας και από τη μέθοδο που εφαρμόζει. Ετσι και στην περίπτωση του έργου του Ζαν-Μισέλ Μπενιέ, η άκρως απολαυστική και αβίαστη εξιστόρηση εξασφαλίζεται από την απαρέγκλιτη εφαρμογή αυστηρών μεθοδολογικών κανόνων (που άλλωστε ομολογούνται ευθαρσώς στον τίτλο και στον υπότιτλο που επέλεξε ο Γάλλος φιλόσοφος και ιστορικός).
Η μέθοδος
Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Γουίλιαμ Τζέιμς, η ιστορία της φιλοσοφίας είναι μια ιστορία συγκρούσεων ανάμεσα σε ανθρώπινους χαρακτήρες. Αυτήν την προσωποκεντρική οπτική υιοθετεί και ο Μπενιέ ξεκινώντας τη δική του εργασία, και επισημαίνει στον υπότιτλο ότι θα ασχοληθεί με τις «φυσιογνωμίες» και τα «έργα» τους. Πρόκειται για μια μέθοδο που θεμελιώνεται πάνω σε δύο βασικές έννοιες: στην έννοια του «προσώπου» και στην έννοια της «καταγωγής».
Το πρόσωπο
Για τον Μπενιέ η φιλοσοφία και ο φιλόσοφος είναι αναπόσπαστα συστατικά μέρη μιας μοναδικής οντότητας, που αποτελεί έκφανση (και συμπύκνωση) της ιστορικής συγκυρίας και του κόσμου των ιδεών. Συνεπώς, η ιστορία της φιλοσοφίας συνίσταται σε μια κοινότητα διανοητών και όχι σε ένα απρόσωπο πλέγμα ζητημάτων. Οπως αναφέρει ο συγγραφέας στο προοίμιο, η αφετηρία πρέπει να είναι οι ίδιοι οι φιλόσοφοι (τους οποίους θεωρεί πρότυπα). Οταν τα πρόσωπα τοποθετηθούν στο ιστορικό και βιογραφικό τους πλαίσιο, ανακύπτει αβίαστα η αναμφίβολη επικαιρότητα των διαχρονικών φιλοσοφικών προβληματισμών: «Ο Μοντέν καλεί τον αναγνώστη να ζει σύμφωνα με τον εαυτό του, ο Μακιαβέλι αποτρέπει από την ανάμειξη της ηθικής στην πολιτική, ενώ αντίθετα ο Ρουσό το απαιτεί, ο Σπινόζα διδάσκει την αξία της επιθυμίας και ο Χιουμ την ψευδαίσθηση που συντηρεί την επιστήμη... Καμία από αυτές τις θέσεις δεν μας είναι αδιάφορη, και δεν είναι τυχαίο ότι εκείνοι που τις διατύπωσαν ή τις υπηρέτησαν στο παρελθόν μάς φαίνονται ακόμα σήμερα παραδειγματικά πρότυπα» (σελ. 11). Επομένως, η φιλοσοφία αποκτά κάθε φορά καινούριο νόημα, όχι επειδή τα θεμελιώδη ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, αλλά επειδή οι λογής απαντήσεις σε αυτά αντέχουν στο χρόνο. Και ο ρόλος του ιστορικού είναι να συνδέσει εκ νέου τον κόσμο των παραδεδομένων ιδεών με την εκάστοτε επίκαιρη ιστορική στιγμή, και να ανασυστήσει (μέσω της αφήγησης, στο πρόσωπο του αναγνώστη) μια πρωτογενή διανοητική εμπειρία: «Σε καθένα από τα κεφάλαιά του αυτό το βιβλίο ελπίζει ότι εξασφάλισε τη δυναμική μιας διανοητικής εμπειρίας και προσάρμοσε την αφηγηματική του διάσταση με βάση την έκθεση θεμάτων ή προβληματισμών: Ο Ντεκάρτ νιώθει ξεκινώντας τη ματαιότητα της καθιερωμένης γνώσης, ο Λάιμπνιτς αποφασίζει να εμπιστευθεί ολόψυχα τη λογική μάλλον παρά το συναίσθημα... κ.λπ.» (σελ.11)!. Ο Μπενιέ καταφέρνει σε μεγάλο μέρος να επιτύχει το στόχο του. Για τον δεκτικό αναγνώστη η ανάγνωση της ιστορίας του καθίσταται μια αυθεντική έκφραση του φιλοσοφείν.
Η καταγωγή
Η εργασία του Μπενιέ είναι συνεκτική και δεν θα πρέπει να κατανοηθεί απλώς ως μια μεθοδική ανθολόγηση. Οι διανοητικές κατακτήσεις του παρελθόντος δεν παρατίθενται άσχετες και ασύνδετες μεταξύ τους. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει τη διαχρονία του φιλοσοφικού στοχασμού και, μολονότι υπογραμμίζει την ιδιάζουσα ταυτότητα του ατόμου (κάτι που -όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω- σχετίζεται και με τον ορισμό της νεωτερικότητας), θεωρεί ότι η ιστορία δεν μπορεί να καθιστά το παρελθόν αδιαμφισβήτητο, ούτε να το παγιώνει σε αμετακίνητες μορφές. Ο Μπενιέ θέλει την ιστορία της φιλοσοφίας να είναι «καθαρά πραγματολογική, δηλαδή να παρουσιάζει όχι γνώμες, αλλά τρόπους σκέψης, όχι κείμενα, αλλά μεθόδους, όχι εμπνεύσεις χωρίς συνολική συνοχή, αλλά συστήματα» (σελ. 10). Ετσι, λοιπόν, γράφοντας από την αρχή μια ιστορία της φιλοσοφίας, αναλαμβάνει να ερμηνεύσει συνδετικά τους φιλοσόφους και το έργο τους και να καταγράψει μια δική του (οπωσδήποτε μεροληπτική) διαδοχή/γενεαλογία (lineage), που θα ακολουθεί μεν τη σύμβαση της χρονοσειράς, αλλά επίσης θα συνδέει και ποικίλες, διαφορετικού τύπου, συγγένειες.
Ο Μπενιέ χρησιμοποιεί και τους δύο δρόμους. Ακολουθεί εν πολλοίς τη χρονολογική κατάταξη (κάνοντας ωστόσο καίριες παρεκβάσεις που ομαδοποιούν συγγενή στοιχεία υπερβαίνοντας το εκάστοτε χρονικό πλαίσιο), ενώ περιλαμβάνει στο βιβλίο και δύο αυτοτελείς θεματικές ενότητες («Θεωρίες της γνώσης» - «Πολιτική φιλοσοφία») επιδιώκοντας: «να μη συνοψίσει τα έργα, αλλά να αναδείξει τους λόγους για τους οποίους πρέπει αυτά να διαβαστούν, να μην τα δοξάσει ως ακατανόητα θαύματα, αλλά να αποκαταστήσει την εσωτερική τους λογική και τη συνολική τους εμβέλεια» (σελ. 10).
Το θεματικό πεδίο
Η μέθοδος του Μπενιέ (και η συνακόλουθη αξιολόγηση της εμβέλειας των κειμένων) είναι αμιγώς υποκειμενική και υλοποιεί το βασικό θέμα του συγγραφέα, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η νεωτερικότητα στη φιλοσοφία: πώς ορίζεται και πώς εξελίσσεται. Ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου δεν αφήνει καμιά αμφιβολία περί αυτού: «Ιστορία της νεωτερικής και σύγχρονης φιλοσοφίας».
Ο Μπενιέ κάνει ιστορία. Μέσω αυτής πραγματώνονται οι φιλοσοφικοί στόχοι του έργου του. Γι' αυτό οφείλει -πρωτίστως- να ορίσει το εννοιολογικό πλαίσιο (conceptual framework) της εργασίας του με όρους ιστορικούς και μόνο κατόπιν να προχωρήσει σε φιλοσοφικούς ορισμούς. Συνεπώς, ξεκινά από έναν ιστορικό προσδιορισμό της νεωτερικότητας. Την ορίζει σε αντιδιαστολή με τη σκέψη των αρχαίων χρόνων: «Αυτή είναι ουσιαστικά η νεωτερικότητα: αρνείται την αυθεντία των Αρχαίων και καταφάσκει στην αυτονομία της σκέψης» (σελ. 17). Ο Μπενιέ τοποθετεί το ουσιαστικό ρήγμα στον Καρτέσιο (αναγνωρίζοντας προδρομικά στοιχεία στους Μοντένιο, Μακιαβέλι, Μπέικον και Χομπς). Ξεκινώντας από εδώ, και με οδηγό τη βασική του υπόθεση για τη νεωτερικότητα ως απόρριψη των εν γένει αυθεντιών, αναγνωρίζει ως βασικά φιλοσοφικά χαρακτηριστικά των Νέων Καιρών τη «ρήξη με την παράδοση» και τη συνακόλουθη «απομάγευση του κόσμου». Και τα δύο συντελούν σε αυτό που πιστεύει ότι είναι ο στόχος της νεωτερικής φιλοσοφίας: η επίτευξη της εξατομίκευσης. Να γιατί ο Μπενιέ πιστεύει ότι στους νεότερους χρόνους η φιλοσοφία και ο φιλόσοφος είναι αναπόσπαστα μέρη μιας μοναδικής (εξατομικευμένης) οντότητας. Από εδώ προκύπτει και η ηθική θέση του Μπενιέ. Εξατομίκευση δεν σημαίνει ατομισμός. Η θεραπεία της φιλοσοφίας ξεκινά ως μια προσωπική υπόθεση (του φιλόσοφου ή του φιλοσοφούντος αναγνώστη), για να καταλήξει να αφορά το ευρύτερο σύνολο: «Το κίνητρο (της συγγραφής του βιβλίου) είναι να παρακολουθήσει και να περιγράψει τη διαδοχή των ιδιότυπων και τελικά πάντα καρποφόρων προσπαθειών για να δοθεί νόημα στη ζωή, να δικαιωθεί η πορεία των επιστημών και να βρει η ατομική και συλλογική δράση τον προσανατολισμό της» (σελ. 13).
Το βιβλίο του Μπενιέ, που επανεκδίδεται από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» σε εξαιρετική μετάφραση του Κ. Παπαγιώργη και με την προσθήκη ελληνικής βιβλιογραφίας, είναι ένα έργο ουμανιστικής πνοής. Η ανάγνωσή του αποτελεί απολαυστική, επωφελή και δημιουργική μαθητεία.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/11/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις