Σκίτσα 73-74

47402
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1996
ISBN:9789600315073


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


ΚΡΙΤΙΚΗ



Κάθε είδους γραπτή μαρτυρία, πιστή ή δημιουργικώς μεταποιημένη, προσφέρει τις αναγκαίες ψηφίδες ώστε κάποτε να συνθέσουμε την εικόνα μιας περασμένης εποχής. Πιστή μαρτυρία παρέχουν και τα πάσης φύσεως δημοσιογραφικά κείμενα ενώ, στο άλλο άκρο του φάσματος, μαρτυρία εξ ανακλάσεως δίνει η πεζογραφία. Η αξία αμφοτέρων σταθμίζεται με βάση τον γράφοντα. Μάλλον κάπου στο ενδιάμεσο, στις παρυφές της πεζογραφίας, θα μπορούσαν να τοποθετηθούν τα ευθυμογραφήματα. Μάλιστα για εκείνες τις εποχές που ακόμη υπάρχουν ευθυμογραφήματα συνιστούν βαρύνουσα μαρτυρία αφού δεν ασχολούνται τόσο με τα συμβάντα αλλά έχουν ως κύριο στόχο νοοτροπίες και συμπεριφορές.

Ολόκληρο το έργο του Μποστ, πέραν της αισθητικής αξίας του, φαίνεται πολύτιμο για τον μελετητή των τελευταίων δεκαετιών. Σκίτσα, γελοιογραφίες, στίχοι, πεζά και θεατρικά κείμενα αποδίδουν, κατά τρόπο ιδιάζοντα και ταυτοχρόνως τραγελαφικό, την ελληνική κοινωνία στη φορτισμένη και μεταβατική μεταπολεμική περίοδο, ιδίως από τα τέλη της δεκαετίας του '40 και ως τη δικτατορία ­ πιθανώς και ως τις αρχές της δεκαετίας του '80.

Με τα σκίτσα του κυρίως σχολιάζει ο Μποστ. Σκίτσα κατάσπαρτα σε εφημερίδες και περιοδικά. Εκπληξη προκαλεί ο αριθμός των εντύπων με τα οποία κατά καιρούς συνεργάστηκε. Η χαρτογράφησή τους ­ ποια είναι, πότε ξεκινά και πότε τελειώνει η συνεργασία του Μποστ με το καθένα ­ υπολογίζουμε ότι θα συνιστούσε έργο άξιο διδακτορικής διατριβής. Τα κείμενα έπονται των σκίτσων. Πιθανώς και να ξεκίνησαν ως λεζάντες και στη συνέχεια να απλώθηκαν σε επιφυλλίδες, χρονογραφήματα ή και πολυσέλιδες σάτιρες. Υπάρχουν και ορισμένα που παίρνουν τη μορφή σεναρίου και, στα μετέπειτα χρόνια, απολαυστικών θεατρικών έργων. Συναντούμε και κείμενα με διπλή μορφή καθώς ο Μποστ δοκίμαζε το ίδιο θέμα σε πεζογραφική και σε θεατρική παραλλαγή.

Την πρωτοκαθεδρία των σκίτσων υπογραμμίζουν και τα περισσότερα βιβλία του Μποστ: «Σκίτσα του Μποστ» το 1959, «Το λεύκωμά μου» το 1960 ή ακόμη «Σκίτσα και κείμενα», πρώτη επιλογή Δεκέμβριος 1961, δεύτερη, μερικώς επικαλυπτόμενη με την πρώτη, Απρίλιος 1972 (δεύτερη έκδοση, Καστανιώτης, 1996). Αυτή η προτεραιότητα των σκίτσων έναντι των κειμένων αντιστρέφεται στο πρόσφατο βιβλίο, όπου τα σκίτσα, κυρίως, χειρόγραφοι τίτλοι και βινιέτες, απλώς εικονογραφούν τα κείμενα. Μάλιστα με τον τίτλο που επιλέγει ο επιμελητής, πεζά κείμενα και όχι κείμενα μιας χρονικής περιόδου ή ενός περιοδικού, φαίνεται σαν να ερωτοτροπεί με την ιδέα ότι τα κείμενα διαθέτουν πεζογραφικές αρετές και αντοχή στον χρόνο.

Συνολικά 40 κείμενα, με επίμετρο, επτά συντομότερα από τη «Σελίδα του Μποστ» στο περιοδικό της Ε. Βλάχου «Εκλογή» και ένας παιγνιώδης πρόλογος, γραμμένος το 1960 για «Το λεύκωμά μου», πρότυπο αυτοσαρκασμού. Τα 40 κείμενα ανθολογούνται, επτά από τις «Εικόνες», ένα ακόμη περιοδικό της Ε. Βλάχου, 32 από τους «Δρόμους της Ειρήνης» και ένα, «Το επάγγελμα της μητρός μου», το οποίο και προτάσσεται, πρωτοδημοσιευμένο στα «Σκίτσα και κείμενα» του 1961. Ουσιαστικά το βιβλίο συνενώνει τις δύο προηγούμενες επιλογές κειμένων (1961, 1972) προσθέτοντας 21 ευθυμογραφήματα από τους «Δρόμους της Ειρήνης» και τα χρονογραφήματα του περιοδικού «Εκλογή».

Πεζά κείμενα που αποδίδουν την ελληνική ιλαροτραγωδία στην εν μέρει κακορίζικη, σίγουρα πλήρη αντιθέσεων, δεκαετία του '60. Κείμενα που συγκεντρώνονται στην πενταετία 1960-1965, σε μια δεκαετία που έτσι κι αλλιώς καταχωρίστηκε «κουτσή» στην Ιστορία. Ο επιμελητής δεν σημειώνει ούτε το έντυπο ούτε την ημερομηνία δημοσίευσης αφού και τα δύο δηλώνονται από τον συγγραφέα, άλλοτε ρητά και άλλοτε έμμεσα, καθ' όσον διαφορετικά τα περιθώρια ανοχής των εντύπων της Ε. Βλάχου από εκείνα του περιοδικού «Δρόμοι της Ειρήνης», αρχικά εντύπου των Νέων της Ειρήνης και αργότερα της νεολαίας Λαμπράκη.

Αν όμως τα περιθώρια για τους εκδότες των περιοδικών είναι σαφώς διαγεγραμμένα, αντιθέτως ο Μποστ διατείνεται στον πρόλογό του ότι μπέρδευε τα όρια ευπρέπειας, σάτιρας και λιβέλου. Παρά τον αυτοσαρκασμό του, εκτός ευπρέπειας μάλλον δεν ξεφεύγει. Ίσως μόνο στο «Επάγγελμα της μητρός μου» που στάθηκε και η αφορμή για να διακοπεί η συνεργασία του με την Ε. Βλάχου. Και όμως ο Μποστ σε αυτό ακριβώς το κείμενο, γραμμένο στα τέλη του 1961, έχει οσμιστεί την υφέρπουσα ελευθεριότητα που στις επόμενες δεκαετίες θα τινάξει στον αέρα τα «χρηστά ήθη» της ελληνικής οικογένειας, ανεξάρτητα αν στο κείμενο η διακωμώδηση τείνει προς το γκροτέσκο.

Πάντως, με κάθε ευκαιρία, ο Μποστ ωθεί τη σάτιρα ως τον κλαυσίγελο, δεν θα λέγαμε όμως ως τον λίβελο. Πιθανώς γιατί ο λίβελος θα πρέπει να ήταν ασυμβίβαστος με το ταμπεραμέντο του. Ωστόσο το πρώτο βιβλίο που εκδίδει μόνος του, το 1945, είναι ακριβώς ένας λίβελος περί τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο οποίος μέχρι στιγμής λανθάνει της προσοχής των φιλολόγων. Με τίτλο «Ο Αγιος Φανούριος» παρωδεί το μυθιστόρημα «Αγιος Αντώνιος» του Αντώνη Βουσβούνη, που κυκλοφόρησε ένα χρόνο νωρίτερα, αφιερωμένο στον Νίκο Γκάτσο. Μάλιστα ο Μποστ χλευάζει ακόμη και τον εκδοτικό οίκο «Γλάρο» που ο Βουσβούνης διατήρησε επί τριετία αποκαλώντας τον δικό του «Φλάρο».

Το ύφος του Μποστ, τόσο στη ζωγραφική όσο και στον πεζό λόγο, είναι κοινό. Παραπέμπει στον άνθρωπο όπως τον περιγράφουν οι φίλοι του: τον ανατολίτη Ρωμιό που έχει προτίμηση στα «κραυγαλέα χρώματα» και στον «ηθελημένο πλατειασμό». Λαϊκή ζωγραφική κοντά στο πνεύμα του Θεόφιλου, κείμενα από καρδιάς, τάχατες ανορθολογικά, γνέφουν προς τον Σκαρίμπα (η σύνδεση με τον χαλκιδαίο συγγραφέα οφείλεται στον Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλο). Στον Μποστ όμως η πρόθεση είναι αγαθή και ουδόλως πικρόχολη.

Στα ευθυμογραφήματα του βιβλίου πρωταγωνιστεί ένας ταλαίπωρος Αθηναίος με τη σύζυγό του και τους δύο γιους του ενώ συχνά πυκνά γίνεται λόγος και για την πεθερά. Το μικροαστικό σκηνικό, εκεί στο ξεκίνημα της δεκαετίας του '60, στήνεται με δεξιοτεχνία. Οι ήρωες αποδίδονται με μελοδραματική έμφαση, λες και πρόκειται για δακρύβρεχτο σενάριο ελληνικής ταινίας. Καθημερινά στιγμιότυπα και απρόβλεπτα ευρήματα προσδίδουν στις ιστορίες το απαραίτητο σασπένς. Υπάρχουν όμως και μερικά κείμενα με τον Πειναλέοντα και την Ανεργίτσα, τα μοναχοπαίδια της μαμάς Ελλάδος, μοναδική επινόηση του Μποστ.

Αριστερών πεποιθήσεων ο Μποστ, αποδεικνύεται δεινός στον καυστικό πολιτικό σχολιασμό. Λαμπρή ευκαιρία η 14η Μαΐου 1962, όταν τελούνται οι γάμοι της Σοφίας με τον Χουάν Κάρλος και η Βουλή πονοκεφαλιάζει με την προικοδότηση. Σε πέντε συνέχειες στους «Δρόμους της Ειρήνης» ο Μποστ διεκτραγωδεί μια σύγχρονη επίσκεψη του «Δον Κιχώτη στην Ελλάδα» και επιδίδεται σε πάσης φύσεως προσθαφαιρέσεις. Ορθά προνόησε ο επιμελητής ενθέτοντας τα ηπιότερα κείμενα από τις «Εικόνες» στα ευθυμογραφήματα των «Δρόμων της Ειρήνης», τα οποία και τοποθετεί σε χρονολογική τάξη, ώστε το χιούμορ να γίνεται όλο και περισσότερο μακάβριο καθώς η πολιτική αποχαλινώνεται.

Ο Μποστ διαθέτει τους χυμώδεις εκφραστικούς τρόπους ενός κωμωδιογράφου. Συχνά γίνεται ένας απλοϊκός αφηγητής που τάχατες ξετυλίγει τους συλλογιστικούς μαιάνδρους του. Πρωταρχικό μέσο, ταυτόχρονα όμως και αντικείμενο της σάτιράς του, η γλώσσα. Στερεότυπες φράσεις και τύποι της καθαρεύουσας ανακατεύονται στο λαϊκό λεκτικό φτιάχνοντας το χαρακτηριστικό ιδίωμα του ημιμαθούς της εποχής. Η παραφθορά μιας λέξης ή και η ανορθόγραφη, φωνητική απόδοσή της δίνει αφορμή για συνειρμικά πηδήματα και για τον γελοιογραφικό συσχετισμό ανομοίων. Αγαπημένη στρατηγική του Μποστ, να χρησιμοποιεί στην κυριολεξία της μια έκφραση της καθομιλουμένης που νοείται μεταφορικά, φθάνοντας ως την κωμική διαστροφή της.

Το 1987, όταν γίνεται η αναδρομική έκθεση «40 χρόνια Μποστ» στην γκαλερί «Ωρα», ο Μποστ θεωρούσε ότι τα πράγματα τα τελευταία χρόνια είχαν αλλάξει. Οι ήρωές του σιγά σιγά ξεπεράστηκαν. Ο μικροαστός Ελλην δεν ήταν πια ένας Πειναλέων και η γλώσσα του είχε και αυτή μεταμορφωθεί. Μεταπολιτευτικά ο ημιμαθής, για να καλύψει την απόσταση που εξακολουθεί να τον χωρίζει από τον μορφωμένο, αντί για καθαρευουσιάνικες κορόνες, αναμασά εκφράσεις αμερικανιστί. Και ο Μποστ ομολογούσε ότι ούτε έτοιμος ένιωθε ούτε όμως και ενδιαφερόταν να συλλάβει αυτή τη μεταλλαγμένη εποχή.

Σε κάθε περίπτωση, τη μεταπολεμική περίοδο μας την παρέδωσε με ανορθόδοξη και ανορθόγραφη πιστότητα σε σκίτσα και κείμενα.



Μάρη Θεοδοσοπούλου

ΤΟ ΒΗΜΑ, 25-12-1998

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!