0
Your Καλαθι
Νύφες με προξενιό
Βιώματα και μαρτυρίες Ελληνίδων στην Αυστραλία (1950-1975)
Περιγραφή
Το παρόν βιβλίο αποτελεί την πλέον συστηματική και μεθοδική έρευνα πάνω στο φαινόμενο του προξενιού στην πρώτη μεταναστευτική γενιά της Αυστραλίας 1950 - 1975. Η μελέτη επιχειρεί μια ερμηνεία του φαινομένου από την προοπτική της προφορικής ιστορίας, των σπουδών της φυλοτικής ταυτότητας και του πολιτισμού. Το υλικό εστιάζεται σε προσωπικές αφηγήσεις - μαρτυρίες και αναμνήσεις που δόθηκαν υπό μορφή συνέντευξης στη συγγραφέα. Τα κείμενα των προφορικών μαρτυριών συνιστούν το πρωτογενές υλικό με το οποίο αναλύεται, μέσα από την γυναικεία προοπτική, η μεταναστευτική εμπειρία, ειδικότερα του θεσμού του εξ αποστάσεως προξενιού που αποτέλεσε έναν σχεδόν απαράβατο άγραφο νόμο κατά την πρώτη περίοδο της μεταπολεμικής μεταναστευτικής εξόδου από την Ελλάδα. Το βιβλίο επιχειρεί να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και να μελετήσει εκ του σύνεγγυς την ατομικότητα των ίδιων των γυναικών και του τρόπου που ένιωσαν, αντέδρασαν και βίωσαν το γεγονός ενός γάμου με έναν άνθρωπο που δεν γνώριζαν. Ταυτόχρονα η μελέτη αναλύει την εμπειρία του μεταναστευτικού ξεριζωμού, η οποία αποτελεί το κοινωνικό και ψυχολογικό υπόβαθρο αυτών των αφηγήσεων.
Στηριζόμενοι σε αυτές τις αφηγήσεις, μπορούμε να επανερμηνεύσουμε την εμπειρία των νυφών με προξενειό ως συγκεκριμένων προσωπικοτήτων, να παρακολουθήσουμε την ατομική περιπέτεια, να διαγνώσουμε τη υπαρξιακή αμφιθυμία και να κατανοήσουμε την κοινωνική λειτουργία του θεσμού.
" Η μελέτη αυτή αποτελεί μια ρηξικέλευθη προσέγγιση σε ένα θεσμό που προσδιόρισε την πρώτη μεταναστευτική γενιά και καθόρισε την πολιτισμική συνοχή της Ελληνο-Αυστραλιανής παροικίας. Επίσης αποτελεί μια σημαντική συμβολή στις σπουδές για την Ελληνο-Αυστραλιανή εμπειρία αφορμώμενη από μια εκ των κάτω ιστοριογραφική προσέγγιση και δίνοντας φωνή στις γυναίκες, η μαρτυρία των οποίων είχε αποκλειστεί από τις επίσημες ιστορίες της μετανάστευσης."
Βρασίδας Καραλής, Καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών της Έδρας Λουράντου, Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ, Αυστραλία.
***************************************************************
Απόσπασμα από το βιβλίο:
[...]
Το ‘ταξίδι’: ‘άνοιγμα προς τα έξω’ και ευκαιρία για ενδοσκόπηση
Το όποιο ταξίδι, αλλά ιδιαίτερα ένα μακρινό ταξίδι μετανάστευσης στο άλλο άκρο της γης, κάνει ιδιαίτερα αισθητή την ενδιάμεση διαδρομή, αυτό δηλαδή που μας χωρίζει από τον τόπο και χρόνο αναχώρησης και μας ενώνει με τον τόπο και χρόνο άφιξης – το εκεί από το εδώ, το τότε από το τώρα.
Για τις περισσότερες ‘νύφες’ με τις οποίες συνομιλήσαμε, η στιγμή του αποχωρισμού και ιδιαίτερα η στιγμή που επιβιβάστηκαν στα πλοία ήταν και η περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη και ιδιαίτερα δραματική. Πολλές δάκρυσαν αναπλάθοντας εκείνη τη σκηνή και ομολόγησαν ότι ήταν ίσως η πρώτη φορά που συνειδητοποίησαν το μέγεθος της απόφασης που είχαν λάβει. Το πλοίο και το ταξίδι τους πάνω σ’αυτό λειτούργησαν ως ο πιο κρίσιμος χώρος και χρόνος για περισυλλογή και επανεκτίμηση.
Μία από τις πιο δραματικές σκηνές αποχωρισμού μας δίνεται από την παρακάτω αφήγηση. Όπως γίνεται φανερό από το παρακάτω απόσπασμα, σε αυτές τις περιπτώσεις, ο χρόνος σταματάει, οι στιγμές παγώνουν, τα γεγονότα αποκρυσταλλώνονται στη μνήμη :
«Από εκεί έφυγα το Μάη [του ‘57], ανήμερα του Αγίου Κωνσταντίνου. Αλλά μέχρι σήμερα, έχουν περάσει 50 χρόνια και δεν έχω ξεχάσει τη μάνα μου πώς είχε πέσει κάτω και χτυπιότανε. ‘Μη φεύγεις παιδί μου, μη φεύγεις παιδί μου’. Ήρθε ένας αστυνομικός και της λέει, ‘΄Αφησε την κοπέλα, χριστιανή μου, θα φύγει το καράβι.’ Ο μικρότερος αδερφός μου να της λέει, ‘Άστηνε μαμά, άστηνε μαμά’, κι αυτή να χτυπιέται. Εεε…. ‘Μη φεύγεις, μη φεύγεις, μη φεύγεις’.»
Μία ακόμη ‘νύφη’ που όπως μας είπε, μέχρι και τη στιγμή που βγήκε στο κατάστρωμα του πλοίου για να χαιρετήσει τους δικούς της, αυτή δεν είχε κλάψει, αλλά ‘ένιωθε ανάλαφρη’ – γιατί είχε αργήσει η πρόσκληση και ανησυχούσε-, εκεί στο κατάστρωμα, και εκείνη τη στιγμή, επήλθε το μεγάλο ξύπνημα:
«….με φωνάζανε από κάτω, ‘Βασιλεία εδώ είμαστε’, και με χαιρετούσαν με τα μαντίλια. Εκεί έκλαψα πολύ. Εκεί ένιωσα όχι ότι είμαι πάνω σε καράβι αλλά ότι είμαι μόνη μου πάνω σε μια σανίδα, στη μέση του ωκεανού. Εκεί θυμήθηκα τη μάνα μου, τον πατέρα μου που τους άφησα, θυμήθηκα πως ξέκοψα, και άρχισα να σκέφτομαι τι μεγάλο βήμα ήταν αυτό που έκανα; Το σκέφτηκα καλά; Πώς φεύγω τόσο επιπόλαια να πάω σε μια ξένη χώρα, να ζήσω μ’ έναν ξένο άνθρωπο;»
Όσον αφορά το μέγεθος της απόφασης και τον τρόπο που ο έγκλειστος χώρος του καραβιού τους βοήθησε να το συνειδητοποιήσουν, μας το δίνει η παρακάτω αφήγηση: «Μέσα στο καράβι ήταν πολύ δύσκολα. Έχασα 5-6 κιλά από τη στεναχώρια μου. Εκεί συνειδητοποίησα όλα τα προβλήματα. Σκεφτόμουν, ‘άραγε θα βρω αυτόν τον άνθρωπο που μου είπαν; Θα τα βρω εγώ με αυτόν τον άνθρωπο; Γιατί να πάρω τέτοια απόφαση;’ Στην αρχή, με τον αρραβώνα και τις φασαρίες, δεν τα σκέφτηκα όλα αυτά.»
Για μία από τις ‘νύφες’ η οποία είχε υποκύψει στην πίεση των γονιών της και ιδιαίτερα της μητέρας της και είχε δεχτεί το προξενιό, ενώ αγαπούσε κάποιον άλλο, οι στιγμές του ταξιδιού ενέτειναν το δράμα της: «Εγώ αισθανόμουν χάλια. Πληγώθηκα πολύ και έλεγα, κι ακόμη το λέω, ‘να βούλιαζε το καράβι και να πνιγόμουν μόνο εγώ’. Πληγώθηκα πολύ …πολύ.»
[...]
Στηριζόμενοι σε αυτές τις αφηγήσεις, μπορούμε να επανερμηνεύσουμε την εμπειρία των νυφών με προξενειό ως συγκεκριμένων προσωπικοτήτων, να παρακολουθήσουμε την ατομική περιπέτεια, να διαγνώσουμε τη υπαρξιακή αμφιθυμία και να κατανοήσουμε την κοινωνική λειτουργία του θεσμού.
" Η μελέτη αυτή αποτελεί μια ρηξικέλευθη προσέγγιση σε ένα θεσμό που προσδιόρισε την πρώτη μεταναστευτική γενιά και καθόρισε την πολιτισμική συνοχή της Ελληνο-Αυστραλιανής παροικίας. Επίσης αποτελεί μια σημαντική συμβολή στις σπουδές για την Ελληνο-Αυστραλιανή εμπειρία αφορμώμενη από μια εκ των κάτω ιστοριογραφική προσέγγιση και δίνοντας φωνή στις γυναίκες, η μαρτυρία των οποίων είχε αποκλειστεί από τις επίσημες ιστορίες της μετανάστευσης."
Βρασίδας Καραλής, Καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών της Έδρας Λουράντου, Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ, Αυστραλία.
***************************************************************
Απόσπασμα από το βιβλίο:
[...]
Το ‘ταξίδι’: ‘άνοιγμα προς τα έξω’ και ευκαιρία για ενδοσκόπηση
Το όποιο ταξίδι, αλλά ιδιαίτερα ένα μακρινό ταξίδι μετανάστευσης στο άλλο άκρο της γης, κάνει ιδιαίτερα αισθητή την ενδιάμεση διαδρομή, αυτό δηλαδή που μας χωρίζει από τον τόπο και χρόνο αναχώρησης και μας ενώνει με τον τόπο και χρόνο άφιξης – το εκεί από το εδώ, το τότε από το τώρα.
Για τις περισσότερες ‘νύφες’ με τις οποίες συνομιλήσαμε, η στιγμή του αποχωρισμού και ιδιαίτερα η στιγμή που επιβιβάστηκαν στα πλοία ήταν και η περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη και ιδιαίτερα δραματική. Πολλές δάκρυσαν αναπλάθοντας εκείνη τη σκηνή και ομολόγησαν ότι ήταν ίσως η πρώτη φορά που συνειδητοποίησαν το μέγεθος της απόφασης που είχαν λάβει. Το πλοίο και το ταξίδι τους πάνω σ’αυτό λειτούργησαν ως ο πιο κρίσιμος χώρος και χρόνος για περισυλλογή και επανεκτίμηση.
Μία από τις πιο δραματικές σκηνές αποχωρισμού μας δίνεται από την παρακάτω αφήγηση. Όπως γίνεται φανερό από το παρακάτω απόσπασμα, σε αυτές τις περιπτώσεις, ο χρόνος σταματάει, οι στιγμές παγώνουν, τα γεγονότα αποκρυσταλλώνονται στη μνήμη :
«Από εκεί έφυγα το Μάη [του ‘57], ανήμερα του Αγίου Κωνσταντίνου. Αλλά μέχρι σήμερα, έχουν περάσει 50 χρόνια και δεν έχω ξεχάσει τη μάνα μου πώς είχε πέσει κάτω και χτυπιότανε. ‘Μη φεύγεις παιδί μου, μη φεύγεις παιδί μου’. Ήρθε ένας αστυνομικός και της λέει, ‘΄Αφησε την κοπέλα, χριστιανή μου, θα φύγει το καράβι.’ Ο μικρότερος αδερφός μου να της λέει, ‘Άστηνε μαμά, άστηνε μαμά’, κι αυτή να χτυπιέται. Εεε…. ‘Μη φεύγεις, μη φεύγεις, μη φεύγεις’.»
Μία ακόμη ‘νύφη’ που όπως μας είπε, μέχρι και τη στιγμή που βγήκε στο κατάστρωμα του πλοίου για να χαιρετήσει τους δικούς της, αυτή δεν είχε κλάψει, αλλά ‘ένιωθε ανάλαφρη’ – γιατί είχε αργήσει η πρόσκληση και ανησυχούσε-, εκεί στο κατάστρωμα, και εκείνη τη στιγμή, επήλθε το μεγάλο ξύπνημα:
«….με φωνάζανε από κάτω, ‘Βασιλεία εδώ είμαστε’, και με χαιρετούσαν με τα μαντίλια. Εκεί έκλαψα πολύ. Εκεί ένιωσα όχι ότι είμαι πάνω σε καράβι αλλά ότι είμαι μόνη μου πάνω σε μια σανίδα, στη μέση του ωκεανού. Εκεί θυμήθηκα τη μάνα μου, τον πατέρα μου που τους άφησα, θυμήθηκα πως ξέκοψα, και άρχισα να σκέφτομαι τι μεγάλο βήμα ήταν αυτό που έκανα; Το σκέφτηκα καλά; Πώς φεύγω τόσο επιπόλαια να πάω σε μια ξένη χώρα, να ζήσω μ’ έναν ξένο άνθρωπο;»
Όσον αφορά το μέγεθος της απόφασης και τον τρόπο που ο έγκλειστος χώρος του καραβιού τους βοήθησε να το συνειδητοποιήσουν, μας το δίνει η παρακάτω αφήγηση: «Μέσα στο καράβι ήταν πολύ δύσκολα. Έχασα 5-6 κιλά από τη στεναχώρια μου. Εκεί συνειδητοποίησα όλα τα προβλήματα. Σκεφτόμουν, ‘άραγε θα βρω αυτόν τον άνθρωπο που μου είπαν; Θα τα βρω εγώ με αυτόν τον άνθρωπο; Γιατί να πάρω τέτοια απόφαση;’ Στην αρχή, με τον αρραβώνα και τις φασαρίες, δεν τα σκέφτηκα όλα αυτά.»
Για μία από τις ‘νύφες’ η οποία είχε υποκύψει στην πίεση των γονιών της και ιδιαίτερα της μητέρας της και είχε δεχτεί το προξενιό, ενώ αγαπούσε κάποιον άλλο, οι στιγμές του ταξιδιού ενέτειναν το δράμα της: «Εγώ αισθανόμουν χάλια. Πληγώθηκα πολύ και έλεγα, κι ακόμη το λέω, ‘να βούλιαζε το καράβι και να πνιγόμουν μόνο εγώ’. Πληγώθηκα πολύ …πολύ.»
[...]
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις