0
Your Καλαθι
Τα όρια της δικαιολογημένης ανυπακοής
Περιγραφή
Ο Neumann αρχίζει τη μελέτη του όλου θέματος με την πιο ακραία εκδήλωση ανυπακοής, εκείνη της τυραννοκτονίας. Η τυραννοκτονία είναι μια πολιτική ενέργεια που έχει ως στόχο της είτε ένα νόμιμο άρχοντα ο οποίος παραβιάζει τον νόμο είτε κάποιο σφετεριστή. Η αρχαία αυτή παράδοση πήρε πολλά προσωπεία μέσα στους αιώνες για να καταλήξει στις μέρες μας σ' ό,τι είναι γνωστό ως "τρομοκρατία". Όπως και ο ίδιος ο Neumann παρατηρεί, για να γίνει αποδεκτή μια τέτοιου είδους ενέργεια ως πολιτική προϋποτίθεται μια νοοτροπία που θέτει την κοινότητα υπεράνω των ατόμων...
ΚΡΙΤΙΚΗ
Για την κριτική θεωρία την πρώτη θέση στο επιστημολογικό πρόγραμμά της κατέχει η θεωρητική επεξεργασία της κοινωνικής και ιστορικής ύλης. Ακόμη και οι προσωπικές, ατομικές εμπειρίες του στοχαστή υφίστανται την προσφορότερη θεωρητική επεξεργασία. Με άλλα λόγια, η επιστημολογική αφετηρία της κριτικής θεωρίας εντοπίζεται στην εκάστοτε ιστορική εμπειρία και όχι σε κάποιο κατασκευασμένο εκ των προτέρων σύστημα ιδεών. Τη θεμελιώδη αυτή επιστημολογική αρχή της κριτικής θεωρίας ακολουθεί πιστά ο Fraz Neumann (1900-1954), ο οποίος για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (1937-1942) συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο για την κοινωνική έρευνα (Institut fur Sozialforschung). Ο Neumann, σε αντίθεση προς τους θεμελιωτές της κριτικής θεωρίας της Σχολής της Φρανκφούρτης, τους Max Horkheimer και Theodor W. Adorno, ξεχάστηκε νωρίς. Σ' αυτό συνετέλεσε και ο αναπάντεχα πρόωρος θάνατός του, το 1954. Σήμερα όμως, και με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από το θάνατό του (1954-2004) μπορεί η διεθνής επιστημονική και φιλοσοφική κοινότητα να στρέψει το επιστημολογικό ενδιαφέρον της στο θεωρητικό έργο του Neumann, στο βαθμό που αυτό εμπεριέχει αλήθειες από το ιστορικό παρόν μας.
Η ακαδημαϊκή κατάρτιση του Neumann μέχρι το 1934 ήταν νομική. Οι πνευματικές ικανότητές του όμως δεν μπορούσαν να περιοριστούν στον κύκλο των δογματικών νομικών επιστημών. Ταυτόχρονα, οι πνευματικές ανησυχίες του στρέφονταν γύρω από τα ιστορικά τεκταινόμενα της εποχής του, τα οποία συνοψίζονται στη μετάβαση από το φιλελευθερισμό στον εθνικοσοσιαλισμό κατά τη δεκαετία του '30. Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ όταν η επιστημολογική στροφή του από τη δογματική νομική επιστήμη προς τον κοινωνικά προσανατολισμένο νομικό στοχασμό γίνεται πραγματικότητα. Η ενεργός ανάμειξή του με τα πολιτικά πράγματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης σε συνδυασμό με την προσωπική επιστημολογική στροφή του έχει ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια εκρηκτική πνευματική προσωπικότητα, η οποία θα επιχειρήσει να δαμάσει θεωρητικά την ιστορική και κοινωνική ύλη της εποχής του.
Στον Neumann η διεθνής φιλοσοφική κοινότητα χρωστάει μία από τις εγκυρότερες ερμηνείες του φαινομένου του φασισμού, και ειδικότερα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού. Το έργο του με τον τίτλο: «Behemoth, The Structure and Practice of National Socialism» (1942) μαζί με το βιβλίο του Erich Fromm «Escape from Freedom» (1941) αποτελούν τις κορυφαίες μελέτες του φαινομένου του φασισμού. Ο Neumann δέχεται, όπως και ο Max Horkheimer, την ιστορική συνέχεια ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό. Στο βιβλίο αναλύει διεξοδικά την κρατική δομή, την κοινωνική οργάνωση και την οικονομική μορφή του φασισμού και καταλήγει σε θεωρητικά συμπεράσματα τα οποία θα μπορούσαν, χωρίς δισταγμό, να χαρακτηριστούν η συνείδηση της εποχής του. Από τη σκοπιά του ιδεατού τύπου (Max Weber) η αστική κοινωνία του φιλελευθερισμού χαρακτηρίζεται σύνθεση του μονοπωλιακού καπιταλισμού και της πλουραλιστικής μαζικής δημοκρατίας. Οσοι ισχυρίζονται ότι στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης είχε επιτευχθεί η θετική διαμεσολάβηση ανάμεσα στις πολιτικές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα, κατά τον Neumann, κάνουν λάθος. Το πολιτικό παιχνίδι και στην περίπτωση της Βαϊμάρης είναι ανοιχτό. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η μετάβαση από το φιλελευθερισμό στο ολοκληρωτικό κράτος;
Σε αντίθεση προς όσα ισχυρίζονται άλλοι μελετητές σχετικά με την κρατική δομή στο φασιστικό καθεστώς, ο Neumann υποστηρίζει ότι έχουμε να κάνουμε με μια «χαώδη» κατάσταση και όχι με μια ισχυρή γραφειοκρατική δομή. Οσον αφορά τους οικονομικούς ανταγωνισμούς και το πρόβλημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής δέχεται το ερμηνευτικό σχήμα του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Το θεμελιωδέστερο όμως πρόβλημα του φασιστικού καθεστώτος έχει να κάνει με τη λειτουργική δυναμική της ίδιας της κοινωνίας, της οποίας τα μέλη ζουν υπό το καθεστώς του φόβου και του τρόμου. Δεν έχουμε ούτε θετικές ούτε αρνητικές διαμεσολαβήσεις ατομικών συμφερόντων. Εχουμε να κάνουμε με τον απόλυτο φόβο. Ολη η κατάσταση θυμίζει έντονα το βιβλικό τέρας: Behemoth.
Ο Neumann επιχείρησε να συλλάβει το φαινόμενο του εθνικοσοσιαλισμού σε όλη του την έκταση, να εξετάσει τις κρατικές, τις οικονομικές, τις κοινωνικές και τις ψυχικές πλευρές του. Πέτυχε το ακατόρθωτο: στην ακμή του ιστορικού αυτού φαινομένου να καταθέσει τη θεωρητική ερμηνεία του. Οταν δημοσιεύεται το βιβλίο του, το 1942, ο φασισμός και ειδικότερα ο εθνικοσοσιαλισμός μοιάζει ακαταμάχητος. Ο στοχαστής Neumann αποφασίζει κάτω απ' αυτές τις συνθήκες να κάνει τη δεύτερη κατά σειρά επιστημολογική στροφή του. Εκείνο που πρωτεύει είναι η ήττα του εθνικοσοσιαλισμού με κάθε μέσο. Κατόπιν τούτων, μαζί με τους Herbert Marcuse, Otto Kirchheimer και Arcadus Gurland μετά το 1942 και μέχρι το θάνατό του (1954) εργάζεται για λογαριασμό του Office of Strategic Services του αμερικανικού State Departmenet. Η μεταμόρφωσή του είναι πλήρης: από κριτικός στοχαστής ο Neumann μεταμφιέζεται σε στρατηγικό αναλυτή, και ειδικότερα σε πολιτικό τεχνολόγο. Ιδιαίτερα μετά την ήττα του εθνικοσιαλισμού ειδικεύεται σ' αυτό που ονομάζουμε: πολιτική τεχνολογία. Το κύριο επιστημολογικό του ενδιαφέρον έχει να κάνει με την πολιτική ανοικοδόμηση της νέας δημοκρατίας. Πώς μπορούμε να ζήσουμε σ' έναν νέο δημοκρατικό κόσμο: αυτό είναι το πρώτιστο πολιτικό μέλημά του.
Από το συλλογικό τόμο που επιμελήθηκε ο φίλος και συνεργάτης του Herbert Marcuse με τον τίτλο «The Democratic and the Authoritarian State» (1957) προέρχεται το δοκίμιο «Τα όρια της δικαιολογημένης ανυπακοής». Από τον ίδιο τόμο προέρχεται και το δοκίμιο με τον τίτλο «Η έννοια της πολιτικής ελευθερίας» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ερασμος»). Πρόκειται για τα δυο μοναδικά κείμενα του Neumann τα οποία κυκλοφορούν στην ελληνική γλώσσα, χάρις στο ενδιαφέρον του Γ.Ν. Μερτίκα.
Πράγματι, ενδιαφερόμενος για μια «ρεαλιστική θεωρία της πολιτικής», ο Neumann εγκαταλείπει τους προσανατολισμούς του, οι οποίοι απορρέουν από το επιστημολογικό καθεστώς της κριτικής θεωρίας και επιδίδεται με πάθος στην εκπόνηση πολιτικών προγραμμάτων, με θεωρητικές όμως προοπτικές. Το κείμενό του για την ανυπακοή είναι ένα τέτοιο κείμενο πολιτικής τεχνολογίας. Σε γενικές γραμμές όλα τα κείμενα που απαρτίζουν το συλλογικό τόμο με θέμα το δημοκρατικό και το αυταρχικό κράτος χωρίζονται σε τρία μέρη: πρώτον, σ' ένα ιστορικό μέρος όπου αναλύεται η ιστορία του προβλήματος, δεύτερον, σ' ένα επιστημολογικό, στο οποίο παρατίθενται οι σύγχρονες απόψεις και τα επιχειρήματα επί του θέματος και, τρίτον, σ' ένα θεωρητικό, στο οποίο ο Neumann καταγράφει τη δική του θέση, στάση και άποψη.
Οσον αφορά το πρόβλημα του δικαιώματος της αντιστάσεως, ο Neumann ως πολιτικός τεχνολόγος φαίνεται πως έχει σαφή άποψη: τα όρια της δικαιολογημένης ανυπακοής συμπίπτουν με τα όρια της προστασίας του ατόμου ως ελλόγου όντος. Την ίδια περίπου επιχειρηματολογία αναπτύσσει και στο άλλο κείμενό του, για την πολιτική ελευθερία. Το άτομο είναι ελεύθερο από πολιτικής απόψεως στο βαθμό που είναι έλλογο ον στο γνωστικό και το πρακτικό επίπεδο. Για πολλούς η επιχειρηματολογία αυτή φαίνεται ν' αγγίζει την επιχειρηματολογία του Habermas σχετικά με τη βιοτεχνολογία: τα όρια της βιοτεχνολογικής έρευνας δεν μπορούν να υπερβούν τα όρια της συγκροτήσεως του ανθρώπου ως ελλόγου όντος. Και πράγματι δεν έχουν άδικο. Φαίνεται πως κατά τον εικοστό αιώνα μια ιδέα τείνει ν' αποκτήσει φυσικές διαστάσεις: η ιδέα του έλλογου όντος. Και κάτι ακόμη: από την επιχειρηματολογία αυτή περί έλλογου όντος προκύπτει η επιστημολογική δυνατότητα της εκπόνησης πολιτικών και πρακτικών προγραμμάτων για κάθε πρόβλημα της δημόσιας ζωής και του καθημερινού κοινωνικού βιόκοσμου.
Ενα τελευταίο σημείο, στο οποίο θα πρέπει κανείς να επιμείνει, έχει να κάνει με την τύχη του Neumann στην ελληνική γλώσσα και την ελληνική πνευματική κοινότητα. Γιατί ενώ έχουν μεταφραστεί σχεδόν όλα τα βιβλία των Marcuse και Fromm, από τον Neumann έχουμε μόνον δύο κείμενα; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να αναζητηθεί στη δυσκολία των κειμένων του Neumann. Αντιθέτως, ο Neumann γράφει στην αγγλική γλώσσα, η οποία είναι πιο προσιτή για τον Ελληνα αναγνώστη και επιπλέον καταπιάνεται με κοινωνικά προβλήματα τα οποία απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία κατά τις δεκαετίες του '70 και του '80, δηλαδή με προβλήματα πολιτικής νομιμότητας και οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας μας. Ας ελπίσουμε ότι ανοίγει σιγά σιγά ένας νέος επιστημολογικός δρόμος, τον οποίο εάν διανύσουμε μπορεί να φτάσουμε σ' έναν τόπο, απ' όπου θα μπορούμε επιτέλους να διαβάσουμε και να αφομοιώσουμε το έργο και τους προβληματισμούς του Franz Neumann με διαφορετικό τρόπο.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/01/2004
ΚΡΙΤΙΚΗ
Για την κριτική θεωρία την πρώτη θέση στο επιστημολογικό πρόγραμμά της κατέχει η θεωρητική επεξεργασία της κοινωνικής και ιστορικής ύλης. Ακόμη και οι προσωπικές, ατομικές εμπειρίες του στοχαστή υφίστανται την προσφορότερη θεωρητική επεξεργασία. Με άλλα λόγια, η επιστημολογική αφετηρία της κριτικής θεωρίας εντοπίζεται στην εκάστοτε ιστορική εμπειρία και όχι σε κάποιο κατασκευασμένο εκ των προτέρων σύστημα ιδεών. Τη θεμελιώδη αυτή επιστημολογική αρχή της κριτικής θεωρίας ακολουθεί πιστά ο Fraz Neumann (1900-1954), ο οποίος για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (1937-1942) συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο για την κοινωνική έρευνα (Institut fur Sozialforschung). Ο Neumann, σε αντίθεση προς τους θεμελιωτές της κριτικής θεωρίας της Σχολής της Φρανκφούρτης, τους Max Horkheimer και Theodor W. Adorno, ξεχάστηκε νωρίς. Σ' αυτό συνετέλεσε και ο αναπάντεχα πρόωρος θάνατός του, το 1954. Σήμερα όμως, και με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από το θάνατό του (1954-2004) μπορεί η διεθνής επιστημονική και φιλοσοφική κοινότητα να στρέψει το επιστημολογικό ενδιαφέρον της στο θεωρητικό έργο του Neumann, στο βαθμό που αυτό εμπεριέχει αλήθειες από το ιστορικό παρόν μας.
Η ακαδημαϊκή κατάρτιση του Neumann μέχρι το 1934 ήταν νομική. Οι πνευματικές ικανότητές του όμως δεν μπορούσαν να περιοριστούν στον κύκλο των δογματικών νομικών επιστημών. Ταυτόχρονα, οι πνευματικές ανησυχίες του στρέφονταν γύρω από τα ιστορικά τεκταινόμενα της εποχής του, τα οποία συνοψίζονται στη μετάβαση από το φιλελευθερισμό στον εθνικοσοσιαλισμό κατά τη δεκαετία του '30. Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ όταν η επιστημολογική στροφή του από τη δογματική νομική επιστήμη προς τον κοινωνικά προσανατολισμένο νομικό στοχασμό γίνεται πραγματικότητα. Η ενεργός ανάμειξή του με τα πολιτικά πράγματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης σε συνδυασμό με την προσωπική επιστημολογική στροφή του έχει ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια εκρηκτική πνευματική προσωπικότητα, η οποία θα επιχειρήσει να δαμάσει θεωρητικά την ιστορική και κοινωνική ύλη της εποχής του.
Στον Neumann η διεθνής φιλοσοφική κοινότητα χρωστάει μία από τις εγκυρότερες ερμηνείες του φαινομένου του φασισμού, και ειδικότερα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού. Το έργο του με τον τίτλο: «Behemoth, The Structure and Practice of National Socialism» (1942) μαζί με το βιβλίο του Erich Fromm «Escape from Freedom» (1941) αποτελούν τις κορυφαίες μελέτες του φαινομένου του φασισμού. Ο Neumann δέχεται, όπως και ο Max Horkheimer, την ιστορική συνέχεια ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό. Στο βιβλίο αναλύει διεξοδικά την κρατική δομή, την κοινωνική οργάνωση και την οικονομική μορφή του φασισμού και καταλήγει σε θεωρητικά συμπεράσματα τα οποία θα μπορούσαν, χωρίς δισταγμό, να χαρακτηριστούν η συνείδηση της εποχής του. Από τη σκοπιά του ιδεατού τύπου (Max Weber) η αστική κοινωνία του φιλελευθερισμού χαρακτηρίζεται σύνθεση του μονοπωλιακού καπιταλισμού και της πλουραλιστικής μαζικής δημοκρατίας. Οσοι ισχυρίζονται ότι στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης είχε επιτευχθεί η θετική διαμεσολάβηση ανάμεσα στις πολιτικές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα, κατά τον Neumann, κάνουν λάθος. Το πολιτικό παιχνίδι και στην περίπτωση της Βαϊμάρης είναι ανοιχτό. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η μετάβαση από το φιλελευθερισμό στο ολοκληρωτικό κράτος;
Σε αντίθεση προς όσα ισχυρίζονται άλλοι μελετητές σχετικά με την κρατική δομή στο φασιστικό καθεστώς, ο Neumann υποστηρίζει ότι έχουμε να κάνουμε με μια «χαώδη» κατάσταση και όχι με μια ισχυρή γραφειοκρατική δομή. Οσον αφορά τους οικονομικούς ανταγωνισμούς και το πρόβλημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής δέχεται το ερμηνευτικό σχήμα του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Το θεμελιωδέστερο όμως πρόβλημα του φασιστικού καθεστώτος έχει να κάνει με τη λειτουργική δυναμική της ίδιας της κοινωνίας, της οποίας τα μέλη ζουν υπό το καθεστώς του φόβου και του τρόμου. Δεν έχουμε ούτε θετικές ούτε αρνητικές διαμεσολαβήσεις ατομικών συμφερόντων. Εχουμε να κάνουμε με τον απόλυτο φόβο. Ολη η κατάσταση θυμίζει έντονα το βιβλικό τέρας: Behemoth.
Ο Neumann επιχείρησε να συλλάβει το φαινόμενο του εθνικοσοσιαλισμού σε όλη του την έκταση, να εξετάσει τις κρατικές, τις οικονομικές, τις κοινωνικές και τις ψυχικές πλευρές του. Πέτυχε το ακατόρθωτο: στην ακμή του ιστορικού αυτού φαινομένου να καταθέσει τη θεωρητική ερμηνεία του. Οταν δημοσιεύεται το βιβλίο του, το 1942, ο φασισμός και ειδικότερα ο εθνικοσοσιαλισμός μοιάζει ακαταμάχητος. Ο στοχαστής Neumann αποφασίζει κάτω απ' αυτές τις συνθήκες να κάνει τη δεύτερη κατά σειρά επιστημολογική στροφή του. Εκείνο που πρωτεύει είναι η ήττα του εθνικοσοσιαλισμού με κάθε μέσο. Κατόπιν τούτων, μαζί με τους Herbert Marcuse, Otto Kirchheimer και Arcadus Gurland μετά το 1942 και μέχρι το θάνατό του (1954) εργάζεται για λογαριασμό του Office of Strategic Services του αμερικανικού State Departmenet. Η μεταμόρφωσή του είναι πλήρης: από κριτικός στοχαστής ο Neumann μεταμφιέζεται σε στρατηγικό αναλυτή, και ειδικότερα σε πολιτικό τεχνολόγο. Ιδιαίτερα μετά την ήττα του εθνικοσιαλισμού ειδικεύεται σ' αυτό που ονομάζουμε: πολιτική τεχνολογία. Το κύριο επιστημολογικό του ενδιαφέρον έχει να κάνει με την πολιτική ανοικοδόμηση της νέας δημοκρατίας. Πώς μπορούμε να ζήσουμε σ' έναν νέο δημοκρατικό κόσμο: αυτό είναι το πρώτιστο πολιτικό μέλημά του.
Από το συλλογικό τόμο που επιμελήθηκε ο φίλος και συνεργάτης του Herbert Marcuse με τον τίτλο «The Democratic and the Authoritarian State» (1957) προέρχεται το δοκίμιο «Τα όρια της δικαιολογημένης ανυπακοής». Από τον ίδιο τόμο προέρχεται και το δοκίμιο με τον τίτλο «Η έννοια της πολιτικής ελευθερίας» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ερασμος»). Πρόκειται για τα δυο μοναδικά κείμενα του Neumann τα οποία κυκλοφορούν στην ελληνική γλώσσα, χάρις στο ενδιαφέρον του Γ.Ν. Μερτίκα.
Πράγματι, ενδιαφερόμενος για μια «ρεαλιστική θεωρία της πολιτικής», ο Neumann εγκαταλείπει τους προσανατολισμούς του, οι οποίοι απορρέουν από το επιστημολογικό καθεστώς της κριτικής θεωρίας και επιδίδεται με πάθος στην εκπόνηση πολιτικών προγραμμάτων, με θεωρητικές όμως προοπτικές. Το κείμενό του για την ανυπακοή είναι ένα τέτοιο κείμενο πολιτικής τεχνολογίας. Σε γενικές γραμμές όλα τα κείμενα που απαρτίζουν το συλλογικό τόμο με θέμα το δημοκρατικό και το αυταρχικό κράτος χωρίζονται σε τρία μέρη: πρώτον, σ' ένα ιστορικό μέρος όπου αναλύεται η ιστορία του προβλήματος, δεύτερον, σ' ένα επιστημολογικό, στο οποίο παρατίθενται οι σύγχρονες απόψεις και τα επιχειρήματα επί του θέματος και, τρίτον, σ' ένα θεωρητικό, στο οποίο ο Neumann καταγράφει τη δική του θέση, στάση και άποψη.
Οσον αφορά το πρόβλημα του δικαιώματος της αντιστάσεως, ο Neumann ως πολιτικός τεχνολόγος φαίνεται πως έχει σαφή άποψη: τα όρια της δικαιολογημένης ανυπακοής συμπίπτουν με τα όρια της προστασίας του ατόμου ως ελλόγου όντος. Την ίδια περίπου επιχειρηματολογία αναπτύσσει και στο άλλο κείμενό του, για την πολιτική ελευθερία. Το άτομο είναι ελεύθερο από πολιτικής απόψεως στο βαθμό που είναι έλλογο ον στο γνωστικό και το πρακτικό επίπεδο. Για πολλούς η επιχειρηματολογία αυτή φαίνεται ν' αγγίζει την επιχειρηματολογία του Habermas σχετικά με τη βιοτεχνολογία: τα όρια της βιοτεχνολογικής έρευνας δεν μπορούν να υπερβούν τα όρια της συγκροτήσεως του ανθρώπου ως ελλόγου όντος. Και πράγματι δεν έχουν άδικο. Φαίνεται πως κατά τον εικοστό αιώνα μια ιδέα τείνει ν' αποκτήσει φυσικές διαστάσεις: η ιδέα του έλλογου όντος. Και κάτι ακόμη: από την επιχειρηματολογία αυτή περί έλλογου όντος προκύπτει η επιστημολογική δυνατότητα της εκπόνησης πολιτικών και πρακτικών προγραμμάτων για κάθε πρόβλημα της δημόσιας ζωής και του καθημερινού κοινωνικού βιόκοσμου.
Ενα τελευταίο σημείο, στο οποίο θα πρέπει κανείς να επιμείνει, έχει να κάνει με την τύχη του Neumann στην ελληνική γλώσσα και την ελληνική πνευματική κοινότητα. Γιατί ενώ έχουν μεταφραστεί σχεδόν όλα τα βιβλία των Marcuse και Fromm, από τον Neumann έχουμε μόνον δύο κείμενα; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να αναζητηθεί στη δυσκολία των κειμένων του Neumann. Αντιθέτως, ο Neumann γράφει στην αγγλική γλώσσα, η οποία είναι πιο προσιτή για τον Ελληνα αναγνώστη και επιπλέον καταπιάνεται με κοινωνικά προβλήματα τα οποία απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία κατά τις δεκαετίες του '70 και του '80, δηλαδή με προβλήματα πολιτικής νομιμότητας και οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας μας. Ας ελπίσουμε ότι ανοίγει σιγά σιγά ένας νέος επιστημολογικός δρόμος, τον οποίο εάν διανύσουμε μπορεί να φτάσουμε σ' έναν τόπο, απ' όπου θα μπορούμε επιτέλους να διαβάσουμε και να αφομοιώσουμε το έργο και τους προβληματισμούς του Franz Neumann με διαφορετικό τρόπο.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/01/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις