0
Your Καλαθι
Το έγκλημα του Ψυχικού
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Στην περιοχή του Ψυχικού ανακαλύπτεται το πτώμα νεαρής γυναίκας, δολοφονημένης με άγριο τρόπο. Η αστυνομία εξαπολύει ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του δράστη, αλλά οι έρευνες δεν φέρνουν χειροπιαστά αποτελέσματα. Εντούτοις, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για το έγκλημα παραμένει αμείωτο, τροφοδοτούμενο κυρίως από το νοσηρό παραλήρημα του Τύπου. Στο κλίμα αυτό, ο φοιτητής της ιατρικής Νίκος Μολοχάνθης συλλαμβάνει ένα αμετροεπές και ακραίο σχέδιο: επιδικώκοντας να ελκύσει το γενικό ενδιαφέρον, "σκηνοθετεί" μεθοδικά την αυτοενοχοποίησή του ως δράστης του "στυγερού εγκλήματος", βέβαιος πως, όταν χρειαστεί, θα τον σώσει το ακλόνητο άλλοθί του. Εντελώς απροσδόκητα, όμως, αυτό καταρρέει και τότε ο Μολοχάνθης βουλιάζει ξαφνικά στην κόλαση. Μια κόλαση που ο ίδιος είχε προετοιμάσει για τον εαυτό του...
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η συζήτηση έχει γίνει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Πού ακριβώς βρίσκονται οι απαρχές της αστυνομικής λογοτεχνίας εν Ελλάδι; Στο έργο του Γιάννη Μαρή, ο οποίος αναμφίβολα καθιερώνει ως καθαρόαιμη φόρμα το αστυνομικό μυθιστόρημα στα μέσα της δεκαετίας του '50; Στα περιοδικά «Μάσκα» και «Μυστήριο», που με την πρωτοβουλία του Απόστολου Μαγγανάρη και του Νίκου Θεοφανίδη μεταφέρουν στα καθ' ημάς το κλίμα του pulp fiction των Ντάσιελ Χάμετ και Ρέιμοντ Τσάντλερ κατά τα χρόνια του '30; Στα βιβλία της Ελένης Βλάχου «Το μυστικό της ζωής του Πέτρου Βερίνη» (1938) ή του Ιωάννου Κονδυλάκη «Οι Αθλιοι των Αθηνών» (1895), που αγγίζουν με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο (το πρώτο άμεσα, το δεύτερο διά της πλαγίου) το είδος; 'Η, τέλος, στον πολυσυζητημένο «Συμβολαιογράφο» (1882) του Αλέξανδρου Ραγκαβή, που ενσωματώνει στην κοινωνική τοιχογραφία της Κεφαλονιάς του 19ου αιώνα κι ένα ιδιαίτερα ισχυρό στοιχείο αστυνομικής πλοκής; Οπου κι αν θέλουμε να τοποθετήσουμε την αφετηρία, η συζήτηση πρέπει να ξαναγίνει μετά την ανά χείρας έκδοση, στην οποία παρουσιάζεται το μυθιστόρημα του Παύλου Νιρβάνα «Το έγκλημα του Ψυχικού», που δημοσιεύτηκε το 1928, με προφανή στόχο τον αυστηρό κριτικό έλεγχο ποικίλων όψεων και εκδοχών της ελληνικής κοινωνίας των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα.
Μια κλασική ιστορία μυστηρίου
Οπως προσφυώς παρατηρεί στον πυκνό και πολύ κατατοπιστικό του πρόλογο ο Γιάννης Ράγκος (υπεύθυνος της αστυνομικής σειράς «Verba Obscura») της «Ινδίκτου», ο Νιρβάνας ξεκινάει και καταλήγει το βιβλίο του δίχως να έχει την πρόθεση να γράψει αστυνομικό μυθιστόρημα, σε αντίθεση με τον Μαρή, ο οποίος προσέρχεται στο είδος με πλήρη συνείδηση. Και χωρίς την αντίστοιχη συγγραφική πρόθεση, όμως, το «Εγκλημα του Ψυχικού» τηρεί ευλαβικά τους περισσότερους όρους του κλασικού αστυνομικού μυθιστορήματος - μυστηρίου: ο μύθος του αρθρώνεται γύρω από έναν ανεξιχνίαστο φόνο κι ένας αθώος μπαίνει στη φυλακή ως δράστης, ενώ στο τέλος αποκαλύπτεται ο πραγματικός υπαίτιος του εγκλήματος και η τάξη αποκαθίσταται καθ' ολοκληρίαν. Κι αν απουσιάζουν δύο πολύ τυπικές παράμετροι της αστυνομικής αφήγησης, το πρόσωπο του ντετέκτιβ και οι συνεχείς λογικές συνεπαγωγές του μέχρι να φτάσει στην αποκάλυψη του ενόχου (τα πάντα στο βιβλίο οφείλονται σε συγκυρίες και περιστάσεις), όπως εύστοχα και πάλι σημειώνει ο Ράγκος, η αστυνομική ατμόσφαιρα παραμένει αναλλοίωτη μέχρι και τον τερματισμό της δράσης -μαζί με όλα τα ερεθιστικά ερωτήματα που μας δημιουργεί κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής της. Από αυτή την άποψη, δεν είναι, ίσως, διόλου τυχαίο το γεγονός (μολονότι αποτελεί σε κάθε περίπτωση εξωτερικό τεκμήριο) πως το «Εγκλημα του Ψυχικού» μεταφέρθηκε ως αστυνομική ιστορία το 1981 στην κρατική τηλεόραση, σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη και σενάριο Βασίλη Μανουσάκη, με τον Γιώργο Κωνσταντίνου στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Κάτι το οποίο ανήκει χωρίς την παραμικρή αμφιβολία στις προθέσεις του Νιρβάνα είναι, όπως το λέγαμε και προεισαγωγικά, ο ειρωνικός σχολιασμός της αθηναϊκής κοινωνίας του '10 και του '20, μιας κοινωνίας η οποία έχει προσχωρήσει, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο για τα σημερινά μας μάτια, με το σύνολο των δυνάμεών της στην κοινωνία του θεάματος. Ο Νίκος Μολοχάνθης (τι όνομα), ο κεντρικός ήρωας του έργου, ένας εικοσάχρονος φοιτητής της Ιατρικής, παίρνει επάνω του έναν φόνο του οποίου δεν έχει εντοπιστεί ο υπεύθυνος, προκειμένου να μεταστοιχειωθεί σε πρωτοσέλιδο και να εξασφαλίσει την ολιγοήμερη φήμη μιας παταγώδους δημοσιότητας. Ο Μολοχάνθης μπαίνει στη φυλακή και από αυτό το σημείο και πέρα αρχίζει μια σειρά από σπαρταριστά επεισόδια, τα οποία πλάθουν έναν εξαιρετικά κούφιο και ματαιόδοξο (στα όρια του γελοίου) κόσμο: νεαρές κυρίες σπεύδουν στη φυλακή για να δοξάσουν το ίνδαλμά τους, γυναίκες της αριστοκρατίας και του χρήματος αναλαμβάνουν να το κανακέψουν και να το προφυλάξουν (για να το ξεφορτωθούν λίγο αργότερα σαν στυμμένη λεμονόκουπα), αφοσιωμένοι φίλοι εκμεταλλεύονται το ψώνιο του για να εξαφανιστούν εν ριπή οφθαλμού με την περιουσία του παραμάσχαλα, ενώ τα μέλη των κοσμικών σαλονιών πλέκουν τις πλέον έξαλλες φαντασμαγορίες για όσα τρομακτικά κρύβονται πίσω από το φόνο, τον οποίο έχει σπεύσει να δηλώσει πως διέπραξε.
Η γραφή του Νιρβάνα είναι αμείλικτη και βάζει στο στόχαστρό της ανθρώπους όλων των ηλικιών και τάξεων, στιγματίζοντας με τα χειρότερα και τα πιο απογοητετυτικά χρώματα τη συλλογική τους συμπεριφορά. Παγιδεύοντας τους πρωταγωνιστές του σε ένα θέατρο ασύστατων αξιών, όπου το μόνο το οποίο κυριαρχεί είναι το σαχλό λούστρο ενός διάτρητου κοινωνικού συστήματος, χωρίς κανένα βαθύτερο επίπεδο αναφοράς, ο συγγραφέας αποδεικνύεται δεινός κριτής της εποχής και του τόπου του -ένας κριτής, ωστόσο, από το βλέμμα του οποίου ουδόλως λείπουν η κατανόηση και η ανθρωπιά, αν τουλάχιστον πάρουμε ως βάση τον Νίκο Μολοχάνθη, το αθώο θύμα των αδυσώπητων μηχανισμών του θεάματος, που μπορούν να μετατρέψουν τον οποιονδήποτε (ας είναι και για ψύλλου πήδημα) σε βορά της αχρείας, αλλά πανίσχυρης λειτουργίας τους.
Αν συνυπολογίσουμε τον πλούτο των λεπτομερειών, αλλά και τη σπάνια ζωντάνια με την οποία εικονογραφεί ο Νιρβάνας στο «Εγκλημα του Ψυχικού» τους τροφίμους των φυλακών (τη γλώσσα, τις αντιδράσεις ή την κοινωνική τους ταυτότητα), τότε το βιβλίο του είναι σίγουρα ένα βιβλίο που δεν έχει χάσει τίποτε από την αρχική του δύναμη και παραστικότητα -ένα βιβλίο το οποίο εντάσσεται με πάσα άνεση στη συζήτηση για τις απαρχές της αστυνομικής λογοτεχνίας στη χώρα μας, καθώς κι ένα έργο το οποίο θα πρέπει εφεξής να σκεφτόμαστε ως μία από τις πιο απαραίτητες αφετηρίες της, ως έναν από τους πλέον σοβαρούς και αξιόπιστους προεξαγγέλους της.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 13/10/2006
Κριτικές
29/07/2010, 19:10