0
Your Καλαθι
Ο αδελφός της Αριάδνης
Ένα μυθιστόρημα για το τέλος της μινωικής Κρήτης
Περιγραφή
Ο μύθος της Αριάδνης, πριγκίπισσας της Κρήτης, κόρης του βασιλιά Μίνωα, και του Θησέα είναι γνωστός. Η Αριάδνη ελευθερώνει τον αιχμάλωτο Θησέα αλλά εκείνος την εγκαταλείπει. Μήπως όμως αυτή η τόσο δυνατή πριγκιποπούλα έχει σοβαρούς λόγους για τις ενέργειές της, και τι είναι εκείνο που πιθανώς κρύβεται κάτω από την επίφαση των γεγονότων; Εδώ έχουμε μια συναρπαστική ιστορία που μας αποκαλύπτει, ίσως, την κρητική άποψη του μύθου, που δεν διατυπώθηκε ποτέ ως τώρα, και που μπορεί να δώσει μια νέα διάσταση στην Ιστορία. Το βιβλίο αυτό, στις περίπου 700 σελίδες του, συνδυάζει την πιο πρόσφατη αρχαιολογία με ζωντανή ποίηση και λεπτομερειακή γνώση του κόσμου του Αιγαίου περιγράφοντας τον μυθικό κόσμο του βασιλείου της Αρχαίας Κρήτης, κατά τις τελευταίες ημέρες της ιστορίας του.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πυκνή ομίχλη καλύπτει τον αφανισμό της μινωικής Κρήτης της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., παρά τη λάμψη των τοιχογραφιών της Κνωσού. Ο μινωικός πολιτισμός σκεπάστηκε ως γνωστόν από τη λάβα του ηφαιστείου της Θήρας αλλά πολύ πιο δραστικά από την εξάπλωση του μυκηναϊκού πολιτισμού, ο οποίος τελικά επικράτησε και διαιωνίστηκε μέσα από τα ομηρικά έπη. Αυτή την πυκνή ομίχλη αποφάσισε να διαλύσει ο αμερικανός ιστορικός και συγγραφέας Τζον Ντέμπσεϊ, ο οποίος θεωρεί ότι τα τελευταία 40 χρόνια έχει δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο αρχαιολογικής, θρησκειολογικής και πολιτισμικής ανάλυσης, που μας επιτρέπει να αποκαταστήσουμε ορισμένες ιστορικές αδικίες. Η μινωική Κρήτη, που είχε ως κύρια θεότητα του νησιού μια μεγάλη Θεά της Φύσης, παραλληλίζεται σε κοσμοπολιτισμό και διεθνή ακτινοβολία με τον σημερινό δυτικό πολιτισμό και παρουσιάζεται κατασυκοφαντημένη από τους Μυκηναίους που υπεξαίρεσαν τα επιτεύγματά της προτού την αφανίσουν από τον χάρτη της εποχής. Με τον μυκηναϊκό πολιτισμό, που ήταν πατριαρχικός, αρχίζει η κυριαρχούμενη από τον άνδρα Ιστορία. Απόδειξη της παραχάραξης η ίδια η ονοματοθεσία: ονομάστηκε μινωικός ένας πολιτισμός, όπου ο Μίνως ήταν, κατά τον Ντέμπσεϊ, απλώς ο βασιλικός σύζυγος. Βασίλισσα ήταν η Πασιφάη. Και η Αριάδνη, μακράν της εικόνας της αφελούς νέας που ερωτεύτηκε τον Αχαιό Θησέα και εγκαταλείφθηκε απ' αυτόν, υπήρξε άλλη μια έξοχη και δυναμική γυναίκα του βασιλικού οίκου της Κρήτης, που ενεργούσε σύμφωνα με τη διπλωματία του παλατιού.
Ο Ντέμπσεϊ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Brown και μελετητής της κρητικής ιστορίας, επιλέγει να ξεδιπλώσει αυτή την προκλητική επεξήγηση του κλασικού μύθου όχι σε ένα βιβλίο ιστορικό ή θρησκειολογικό, αλλά σε ένα μυθιστόρημα γεμάτο δράση, συνωμοσίες, προδοσίες και ανατροπές. Επιλέγει ως αφηγητή της ιστορίας του τον Δευκαλίωνα, αδελφό της Αριάδνης, σύμφωνα με μία από τις εκδοχές της ελληνικής μυθολογίας. Μέσα από τα μάτια του νεαρού Δευκαλίωνα, δευτερεύοντος προσώπου στη δράση, παρακολουθούμε με λεπτομέρεια μικροσκοπίου όσα συμβαίνουν από μέρα σε μέρα στη μινωική Κρήτη, τον καιρό όπου στάλθηκε εκεί ο Θησέας στο πλαίσιο μιας αποστολής διφορούμενου χαρακτήρα. Ηδη οι Αχαιοί έχουν αρχίσει να διεισδύουν στον κρητικό πολιτισμό και να αντιγράφουν τα πολιτισμικά επιτεύγματα ένα προς ένα, για να τα παρουσιάσουν αργότερα ως δικά τους. «Οι περισσότεροι», λέει για τους Αχαιούς ο Δευκαλίωνας, «θεωρούσαν τον Μινώταυρο βλάκα με περικεφαλαία για την υποτιθέμενη υποταγή του στη βασίλισσά μας, πράγμα που έδειχνε ολοκάθαρα πόσο λίγο μας κατανοούσαν». Μινώταυρος στο μυθιστόρημα του Ντέμπσεϊ είναι ο εκάστοτε βασιλιάς της Κρήτης, εν προκειμένω ο Μίνωας, και Λαβύρινθος είναι το παλάτι της βασιλικής οικογένειας.
Η σκηνογραφία του έργου είναι σύμφωνη με τα δεδομένα της έρευνας, τις παραστάσεις των τοιχογραφιών και τη γεωλογία του νησιού, στο οποίο ο Ντέμπσεϊ άλλωστε έζησε δύο χρόνια, αλλά η μυθοπλαστική ελευθερία του καταλήγει σε μια σύγχρονη δυτικοποιημένη μινωική Κρήτη. Δεν διαφωνεί δηλαδή ο Ντέμπσεϊ με το «Λεξικό των θρησκειών» των Eliade/Couliano (εκδόσεις Χατζηνικολή), όπου μαθαίνουμε ότι «η θεά φορά μια φούστα σε σχήμα καμπάνας και έχει τα στήθη γυμνά και τους βραχίονες σηκωμένους», αλλά στη μυθιστορηματική απόδοση, με σημερινή σημειολογία και σύγχρονη δυτική ματιά, σχεδόν παρακολουθούμε τη βασίλισσα Πασιφάη να εμφανίζεται στον λαό της τόπλες. Το μυθιστόρημα ξεκινάει με μια σκηνή πλήθους. Ο Δευκαλίωνας, καλά τοποθετημένος μέσα στην κοσμοσυρροή, αφηγείται όσα συμβαίνουν στην παραλία του Αμνισού: «Παρακολουθούσα την Πασιφάη, βασίλισσα και μητέρα μου, περιμένοντας το νόημα που θα μου έκανε να βγω μπροστά στο πλήθος. Φορούσε το ανοιχτό στο στήθος κοντό γιλέκο της και τη ριγωτή χυτή φούστα από σαφράνι που έλαμπε στην αυγή, και στάθηκε έτσι στο κέντρο του μισοφέγγαρου που σχηματίζαμε και σήκωσε τα χέρια της αργά προς τη θάλασσα και το νησί τής Δίας, τρία μίλια απέναντι από το λιμάνι. Κάπου ανάμεσα στις υψωμένες παλάμες της και στις πλαγιές του νησιού στο βάθος, που φάνταζε μες στη θάλασσα σαν τον γοφό ορθοκάπουλης γυναίκας που κοιμάται στο πλευρό της, οι ιέρειες της Αριάδνης οδηγούσαν τη λέμβο της προς την ακτή μας». Πρόκειται για ένα ακόμη τελετουργικό που δίνει στον συγγραφέα την ευκαιρία να μας εξοικειώσει με τις λεπτομέρειες της κρητικής καθημερινότητας, στο πλαίσιο της οποίας θα παιχτεί εντός ολίγου ένα παιχνίδι ισχύος ανάμεσα στους εκλεπτυσμένους Κρήτες, με τις μακριές μαύρες μπούκλες, και τους τραχείς, ανοιχτομάλληδες, γενειοφόρους Αχαιούς. Ο γνωστός μύθος του Αιγέα λαμβάνει μια πειστική νέα ερμηνεία.
Η διάθεση του αμερικανού ιστορικού και μυθιστοριογράφου να διευρύνει την ιστορική σκόπευση δεν είναι άνευ προηγουμένου. Θα μπορούσε να τοποθετηθεί μέσα σε ένα κλίμα έντονων διεργασιών που κλονίζουν κάθε τόσο την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται ότι μαίνεται ένας πόλεμος γοήτρου μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών που διεκδικούν ένα είδος προϊστορικής πολιτισμικής κυριαρχίας. Η πολιτική ορθότητα έφερε στην ακαδημαϊκή σκηνή την πολυπολιτισμικότητα, της οποίας πρώτος στόχος ήταν η κατακρήμνιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από το βάθρο και η ισότιμη πλέον εξέταση όλων των πολιτισμών από τους προκολομβιανούς ως τους σημερινούς αφρικανικούς. Ο αφροκεντρισμός, στη συνέχεια, βρήκε την καλύτερη έκφρασή του στο βιβλίο Μαύρη Αθηνά. Οι αφροασιατικές ρίζες του κλασικού πολιτισμού του Μάρτιν Μπέρναλ (1986), που έγινε ένα είδος ευαγγελίου για τις μαύρες κοινότητες της Αμερικής, οι οποίες ως τότε δεν έδιναν δεκάρα για τις όποιες επιρροές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ο Μπέρναλ μάλιστα πρότεινε μια εκ θεμελίων ανακατασκευή της Ιστορίας με βάση τεκμήρια που αποδείκνυαν ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός αφομοίωσε στοιχεία του πολιτισμού των αρχαίων Αιγυπτίων και των Φοινίκων λαών μη ινδοευρωπαϊκών. Ο λευκός δυτικός κόσμος αντέδρασε στην πρόκληση με τον συλλογικό τόμο που επιμελήθηκε η Μαίρη Λέφκοβιτς Black Athena Revisited (1996), όπου 20 επιφανείς ακαδημαϊκοί από όλο τον κόσμο κατέδειξαν τις αδυναμίες της κατασκευής του Μπερνάλ, και ακολούθησε η χαριστική βολή της Λέφκοβιτς στο βιβλίο Not Out of Africa: How Afrocentrism Became an Excuse to Teach Myth As History (1997). (Στα ελληνικά κυκλοφορεί το Μαύρη Αθηνά της Μαίρης Λέφκοβιτς, εκδόσεις Κάκτος, 1997.)
Οι τολμηρές ανακατασκευές της Ιστορίας μπορεί να μην αντέχουν στην αμείλικτη επιστημονική κριτική, αλλά ενσπείρουν το δαιμόνιο της αμφιβολίας. Μήπως πράγματι αποσιωπήθηκε ο αληθινός ρόλος λαών όπως οι Φοίνικες ή, τώρα, οι Κρήτες; Και παρά το γεγονός ότι ούτε οι Φοίνικες, ούτε οι Αιγύπτιοι, ούτε οι Κρήτες ήταν ποτέ μαύροι ή θεωρούσαν ποτέ τους εαυτούς τους Αφρικανούς, ετέθη ένα ερώτημα και εδώ από τον καθηγητή Ιστορίας κ. Αντώνη Λιάκο (στο «Βήμα της Κυριακής» της 16/2/1997): «Γιατί σκανδαλίζει τόσο το όνομα Μαύρη Αθηνά και όχι η ονομασία Μαύρη Αφροδίτη που αποδίδεται συχνά στις μαύρες καλλονές; Πράγματι σκανδαλίζει η Μαύρη Αθηνά γιατί η σοφία θεωρείται ακόμη λευκό προνόμιο. Η Μαύρη Αφροδίτη όμως μπορεί να είναι αντικείμενο της ανδρικής επιθυμίας χωρίς να υπονομεύει το λευκό γόητρό της». Μήπως πράγματι η Ιστορία είναι λευκή και ανδροκρατούμενη, όπως λέει και ο Ντέμπσεϊ; Μπορεί οι ενστάσεις των αιρετικών συγγραφέων να καταρρίπτονται με πυρ ομαδόν, αλλά η αλήθεια είναι μία: την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Φαίνεται ότι αυτή η κοινή παραδοχή έχει γίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα είδος πολιτισμικής εμμονής.
ΜΑΙΡΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 14-08-1999
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πυκνή ομίχλη καλύπτει τον αφανισμό της μινωικής Κρήτης της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., παρά τη λάμψη των τοιχογραφιών της Κνωσού. Ο μινωικός πολιτισμός σκεπάστηκε ως γνωστόν από τη λάβα του ηφαιστείου της Θήρας αλλά πολύ πιο δραστικά από την εξάπλωση του μυκηναϊκού πολιτισμού, ο οποίος τελικά επικράτησε και διαιωνίστηκε μέσα από τα ομηρικά έπη. Αυτή την πυκνή ομίχλη αποφάσισε να διαλύσει ο αμερικανός ιστορικός και συγγραφέας Τζον Ντέμπσεϊ, ο οποίος θεωρεί ότι τα τελευταία 40 χρόνια έχει δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο αρχαιολογικής, θρησκειολογικής και πολιτισμικής ανάλυσης, που μας επιτρέπει να αποκαταστήσουμε ορισμένες ιστορικές αδικίες. Η μινωική Κρήτη, που είχε ως κύρια θεότητα του νησιού μια μεγάλη Θεά της Φύσης, παραλληλίζεται σε κοσμοπολιτισμό και διεθνή ακτινοβολία με τον σημερινό δυτικό πολιτισμό και παρουσιάζεται κατασυκοφαντημένη από τους Μυκηναίους που υπεξαίρεσαν τα επιτεύγματά της προτού την αφανίσουν από τον χάρτη της εποχής. Με τον μυκηναϊκό πολιτισμό, που ήταν πατριαρχικός, αρχίζει η κυριαρχούμενη από τον άνδρα Ιστορία. Απόδειξη της παραχάραξης η ίδια η ονοματοθεσία: ονομάστηκε μινωικός ένας πολιτισμός, όπου ο Μίνως ήταν, κατά τον Ντέμπσεϊ, απλώς ο βασιλικός σύζυγος. Βασίλισσα ήταν η Πασιφάη. Και η Αριάδνη, μακράν της εικόνας της αφελούς νέας που ερωτεύτηκε τον Αχαιό Θησέα και εγκαταλείφθηκε απ' αυτόν, υπήρξε άλλη μια έξοχη και δυναμική γυναίκα του βασιλικού οίκου της Κρήτης, που ενεργούσε σύμφωνα με τη διπλωματία του παλατιού.
Ο Ντέμπσεϊ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Brown και μελετητής της κρητικής ιστορίας, επιλέγει να ξεδιπλώσει αυτή την προκλητική επεξήγηση του κλασικού μύθου όχι σε ένα βιβλίο ιστορικό ή θρησκειολογικό, αλλά σε ένα μυθιστόρημα γεμάτο δράση, συνωμοσίες, προδοσίες και ανατροπές. Επιλέγει ως αφηγητή της ιστορίας του τον Δευκαλίωνα, αδελφό της Αριάδνης, σύμφωνα με μία από τις εκδοχές της ελληνικής μυθολογίας. Μέσα από τα μάτια του νεαρού Δευκαλίωνα, δευτερεύοντος προσώπου στη δράση, παρακολουθούμε με λεπτομέρεια μικροσκοπίου όσα συμβαίνουν από μέρα σε μέρα στη μινωική Κρήτη, τον καιρό όπου στάλθηκε εκεί ο Θησέας στο πλαίσιο μιας αποστολής διφορούμενου χαρακτήρα. Ηδη οι Αχαιοί έχουν αρχίσει να διεισδύουν στον κρητικό πολιτισμό και να αντιγράφουν τα πολιτισμικά επιτεύγματα ένα προς ένα, για να τα παρουσιάσουν αργότερα ως δικά τους. «Οι περισσότεροι», λέει για τους Αχαιούς ο Δευκαλίωνας, «θεωρούσαν τον Μινώταυρο βλάκα με περικεφαλαία για την υποτιθέμενη υποταγή του στη βασίλισσά μας, πράγμα που έδειχνε ολοκάθαρα πόσο λίγο μας κατανοούσαν». Μινώταυρος στο μυθιστόρημα του Ντέμπσεϊ είναι ο εκάστοτε βασιλιάς της Κρήτης, εν προκειμένω ο Μίνωας, και Λαβύρινθος είναι το παλάτι της βασιλικής οικογένειας.
Η σκηνογραφία του έργου είναι σύμφωνη με τα δεδομένα της έρευνας, τις παραστάσεις των τοιχογραφιών και τη γεωλογία του νησιού, στο οποίο ο Ντέμπσεϊ άλλωστε έζησε δύο χρόνια, αλλά η μυθοπλαστική ελευθερία του καταλήγει σε μια σύγχρονη δυτικοποιημένη μινωική Κρήτη. Δεν διαφωνεί δηλαδή ο Ντέμπσεϊ με το «Λεξικό των θρησκειών» των Eliade/Couliano (εκδόσεις Χατζηνικολή), όπου μαθαίνουμε ότι «η θεά φορά μια φούστα σε σχήμα καμπάνας και έχει τα στήθη γυμνά και τους βραχίονες σηκωμένους», αλλά στη μυθιστορηματική απόδοση, με σημερινή σημειολογία και σύγχρονη δυτική ματιά, σχεδόν παρακολουθούμε τη βασίλισσα Πασιφάη να εμφανίζεται στον λαό της τόπλες. Το μυθιστόρημα ξεκινάει με μια σκηνή πλήθους. Ο Δευκαλίωνας, καλά τοποθετημένος μέσα στην κοσμοσυρροή, αφηγείται όσα συμβαίνουν στην παραλία του Αμνισού: «Παρακολουθούσα την Πασιφάη, βασίλισσα και μητέρα μου, περιμένοντας το νόημα που θα μου έκανε να βγω μπροστά στο πλήθος. Φορούσε το ανοιχτό στο στήθος κοντό γιλέκο της και τη ριγωτή χυτή φούστα από σαφράνι που έλαμπε στην αυγή, και στάθηκε έτσι στο κέντρο του μισοφέγγαρου που σχηματίζαμε και σήκωσε τα χέρια της αργά προς τη θάλασσα και το νησί τής Δίας, τρία μίλια απέναντι από το λιμάνι. Κάπου ανάμεσα στις υψωμένες παλάμες της και στις πλαγιές του νησιού στο βάθος, που φάνταζε μες στη θάλασσα σαν τον γοφό ορθοκάπουλης γυναίκας που κοιμάται στο πλευρό της, οι ιέρειες της Αριάδνης οδηγούσαν τη λέμβο της προς την ακτή μας». Πρόκειται για ένα ακόμη τελετουργικό που δίνει στον συγγραφέα την ευκαιρία να μας εξοικειώσει με τις λεπτομέρειες της κρητικής καθημερινότητας, στο πλαίσιο της οποίας θα παιχτεί εντός ολίγου ένα παιχνίδι ισχύος ανάμεσα στους εκλεπτυσμένους Κρήτες, με τις μακριές μαύρες μπούκλες, και τους τραχείς, ανοιχτομάλληδες, γενειοφόρους Αχαιούς. Ο γνωστός μύθος του Αιγέα λαμβάνει μια πειστική νέα ερμηνεία.
Η διάθεση του αμερικανού ιστορικού και μυθιστοριογράφου να διευρύνει την ιστορική σκόπευση δεν είναι άνευ προηγουμένου. Θα μπορούσε να τοποθετηθεί μέσα σε ένα κλίμα έντονων διεργασιών που κλονίζουν κάθε τόσο την ακαδημαϊκή κοινότητα. Ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται ότι μαίνεται ένας πόλεμος γοήτρου μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών που διεκδικούν ένα είδος προϊστορικής πολιτισμικής κυριαρχίας. Η πολιτική ορθότητα έφερε στην ακαδημαϊκή σκηνή την πολυπολιτισμικότητα, της οποίας πρώτος στόχος ήταν η κατακρήμνιση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από το βάθρο και η ισότιμη πλέον εξέταση όλων των πολιτισμών από τους προκολομβιανούς ως τους σημερινούς αφρικανικούς. Ο αφροκεντρισμός, στη συνέχεια, βρήκε την καλύτερη έκφρασή του στο βιβλίο Μαύρη Αθηνά. Οι αφροασιατικές ρίζες του κλασικού πολιτισμού του Μάρτιν Μπέρναλ (1986), που έγινε ένα είδος ευαγγελίου για τις μαύρες κοινότητες της Αμερικής, οι οποίες ως τότε δεν έδιναν δεκάρα για τις όποιες επιρροές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ο Μπέρναλ μάλιστα πρότεινε μια εκ θεμελίων ανακατασκευή της Ιστορίας με βάση τεκμήρια που αποδείκνυαν ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός αφομοίωσε στοιχεία του πολιτισμού των αρχαίων Αιγυπτίων και των Φοινίκων λαών μη ινδοευρωπαϊκών. Ο λευκός δυτικός κόσμος αντέδρασε στην πρόκληση με τον συλλογικό τόμο που επιμελήθηκε η Μαίρη Λέφκοβιτς Black Athena Revisited (1996), όπου 20 επιφανείς ακαδημαϊκοί από όλο τον κόσμο κατέδειξαν τις αδυναμίες της κατασκευής του Μπερνάλ, και ακολούθησε η χαριστική βολή της Λέφκοβιτς στο βιβλίο Not Out of Africa: How Afrocentrism Became an Excuse to Teach Myth As History (1997). (Στα ελληνικά κυκλοφορεί το Μαύρη Αθηνά της Μαίρης Λέφκοβιτς, εκδόσεις Κάκτος, 1997.)
Οι τολμηρές ανακατασκευές της Ιστορίας μπορεί να μην αντέχουν στην αμείλικτη επιστημονική κριτική, αλλά ενσπείρουν το δαιμόνιο της αμφιβολίας. Μήπως πράγματι αποσιωπήθηκε ο αληθινός ρόλος λαών όπως οι Φοίνικες ή, τώρα, οι Κρήτες; Και παρά το γεγονός ότι ούτε οι Φοίνικες, ούτε οι Αιγύπτιοι, ούτε οι Κρήτες ήταν ποτέ μαύροι ή θεωρούσαν ποτέ τους εαυτούς τους Αφρικανούς, ετέθη ένα ερώτημα και εδώ από τον καθηγητή Ιστορίας κ. Αντώνη Λιάκο (στο «Βήμα της Κυριακής» της 16/2/1997): «Γιατί σκανδαλίζει τόσο το όνομα Μαύρη Αθηνά και όχι η ονομασία Μαύρη Αφροδίτη που αποδίδεται συχνά στις μαύρες καλλονές; Πράγματι σκανδαλίζει η Μαύρη Αθηνά γιατί η σοφία θεωρείται ακόμη λευκό προνόμιο. Η Μαύρη Αφροδίτη όμως μπορεί να είναι αντικείμενο της ανδρικής επιθυμίας χωρίς να υπονομεύει το λευκό γόητρό της». Μήπως πράγματι η Ιστορία είναι λευκή και ανδροκρατούμενη, όπως λέει και ο Ντέμπσεϊ; Μπορεί οι ενστάσεις των αιρετικών συγγραφέων να καταρρίπτονται με πυρ ομαδόν, αλλά η αλήθεια είναι μία: την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Φαίνεται ότι αυτή η κοινή παραδοχή έχει γίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα είδος πολιτισμικής εμμονής.
ΜΑΙΡΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 14-08-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις