Οδοιπορία στο Άγιο Όρος

Το ημερολόγιο ενός ρωμαιοκαθολικού μοναχού
155991
Συγγραφέας: Ντιλέττο, Λορέντζο
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:312
Μεταφραστής:ΥΦΑΝΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/09/2003
ISBN:9799600510903


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή

Έφτασα στο κελί του κατά τις 11.00. Ο π. Παϊσιος ολομόναχος, έξω στον κήπο, σκάλιζε ένα ξύλο. Καθίσαμε έξω. Του διηγήθηκα με συντομία την προσκυνηματική μου περιήγηση στις μονές -από τη Φιλοθέου στη Μεγίστη Λαύρα και στις σκήτες- την εβδομάδα πριν από τη Σαρακοστή. Του μίλησα και για τη Σταυρονικήτα και για τη γνωριμία μου με τον γέροντα Βασίλειο. Τέλος, του εκμυστηρεύτηκα την πεποίθησή μου πως είναι το ίδιο το χέρι του Θεού που μας δείχνει το δρόμο σ' αυτή την πορεία.
«Κοίτα», μου αποκρίθηκε, «αυτή η αυστηρή συμπεριφορά προς τους ρωμαιοκαθολικούς εδώ στο Άγιο Όρος δεν οφείλεται σε έλλειψη αγάπης. Είναι σαν να περίμενε κάποιος από ένα γιατρό να του δώσει γλυκά, για να τον θεραπεύσει. [...] Είναι ανάγκη, όμως, να επιστρέψουμε στην παράδοση των Πατέρων. Γι' αυτό σου είπα ότι οι καθολικοί πρέπει να προοδεύσουν πνευματικά, να επιστρέψουν στις πηγές, να γίνονται συνεχώς καλύτεροι καθολικοί, όπως κι εμείς πρέπει συνεχώς να γινόμαστε καλύτεροι ορθόδοξοι».


Κριτική:


Η πιο μυστήρια γωνιά του κόσμου


«... Οι καθολικοί να γίνονται συνεχώς καλύτεροι καθολικοί»


Δέχεται «επιθέσεις» από ηλικιωμένους, κυρίως, μοναχούς για να αλλάξει το δόγμα του και να βαφτιστεί ορθόδοξος


Σ΄ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ, ΚΛΑΜΑ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΤΗΚΕ ΠΟΤΕ, ΕΔΩ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΟΝΑΧΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ.
ΝΑ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙ ΓΥΝΑΙΚΑ;
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΔΙΑ ΝΟΜΟΥ!- ΚΙ ΑΣ ΕΓΙΝΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ ΘΥΕΛΛΩΔΗΣ ΕΠΕΡΩΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΣΗ
ΤΟΥ ΑΒΑΤΟΥ. ΤΟΠΟΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΑΝΤΡΕΣ, ΤΟΠΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΚΕΠΕΙ- ΤΙ ΟΞΥΜΩΡΟ!- Η ΠΑΝΑΓΙΑ. Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑ ΚΑΙΡΟΥΣ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΜΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ. ΑΛΛΟΙ ΤΟ ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ, ΑΛΛΟΙ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑΣ. ΔΕΝ ΛΕΙΠΟΥΝ ΒΕΒΑΙΑ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΣΕ ΒΙΒΛΙΑ Ή ΣΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΛΕΥΚΩΜΑΤΑ Ο,ΤΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΤΟΥΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΕ ΑΠ΄ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΤΟΝ ΤΟΣΟ ΑΓΝΩΣΤΟ, ΜΑ ΚΑΙ ΤΟΣΟ ΟΙΚΕΙΟ


Ρωμαιοκαθολικός μοναχός στο Όρος; Για όσους γνωρίζουν τι πρεσβεύουν στο σύνολό τους οι Αγιορείτες μοναχοί για τη Δύση και τον Πάπα, κάτι τέτοιο ακούγεται σαν χοντροκομμένο αστείο. Και όμως.
Για ένα ολόκληρο εξάμηνο, από τον Οκτώβριο του 1982 ώς την άνοιξη του ΄83, ο φραγκισκανός αδελφός Λαυρέντιος φιλοξενείται σε μια σειρά από μονές και σκήτες (Σιμωνόπετρα, Κουτλουμούσι, Σταυρονικήτα, ρουμάνικη σκήτη κ.ά.) Οι ημερολογιακές σημειώσεις που κρατάει είναι υπόδειγμα γλαφυρής κατάθεσης οξυδερκών παρατηρήσεων. Σημειώνει καθετί που νομίζει ότι έχει ιδιαίτερο βάρος: από το καθημερινό πρόγραμμα που διαμορφώνεται σύμφωνα με το βυζαντινό ωράριο ή τα σκληρά διακονήματα των καλόγερων ώς τις «επιθέσεις» που δέχεται από ηλικιωμένους, κυρίως, μοναχούς για να αλλάξει το δόγμα του και να βαφτιστεί ορθόδοξος. Η συνάντηση του Λορέντζο με την ορθοδοξία είναι γνήσια και τίμια. Σε καμία περίπτωση δεν αποκρύπτει τη θρησκευτική του ταυτότητα, όπως δεν αλλοιώνει το παραμικρό από ένα δόγμα με το οποίο η δική του Εκκλησία έχει έρθει σε ρήξη εξαιτίας του αλάθητου του Πάπα και του περιβόητου filioque. Κορυφαία στιγμή για τον Λορέντζο είναι οι πέντε συνευρέσεις που θα έχει με μια ξεχωριστή φυσιογνωμία του Όρους, τον γέροντα Παΐσιο. Ανάμεσα στα πολλά θεολογικά ζητήματα που θίγουν, μιλούν για τις προσωπικές τους αγωνίες, για οικολογικά και πολιτικά προβλήματα ή για τις τροφές που τους πειράζουν στην υγεία. Έρχονται μάλιστα στιγμές που οι δύο αλλόδοξοι μοναχοί ευθυμούν και βάζουν τα γέλια. Στιγμές, πάλι, όπου ο Παΐσιος ζητάει από τον κατά πολύ νεώτερο μοναχό να τον συγχωρέσει αν είπε κάτι που τον στενοχώρησε. Στο τέλος, ο Λορέντζο ακούει τον γέροντα να λέει τη μεγάλη αλήθεια: «... οι καθολικοί να γίνονται συνεχώς καλύτεροι καθολικοί, όπως κι εμείς πρέπει συνεχώς να γινόμαστε καλύτεροι ορθόδοξοι». Όχι, φεύγοντας από το Άγιον Όρος ο Λορέντζο δεν άλλαξε δόγμα. Η πίστη του όμως δυνάμωσε κατά πολύ και οπλίστηκε με ακόμη περισσότερη θέληση για να βοηθήσει τους πάσχοντες. Κάτι που καρποφόρησε λίγα χρόνια αργότερα στην Ινδία όπου, εκτός των άλλων υπηρεσιών που πρόσφερε, μετέφρασε σε τοπική διάλεκτο ένα από τα εκλεκτότερα θεολογικά κείμενα, την «Κλίμακα» του Αγίου Ιωάννη της Κλίμακος.


Κόντρα σε προλήψεις και σαθρές θεωρίες


Όλο έκπληξη, πολλές φορές ανάκατη με φανερή καχυποψία, οι Αγιορείτες μοναχοί αντικρύζουν την άνοιξη του 1998 έναν Αμερικάνο πεζοπόρο να καταφτάνει στο Όρος και να επισκέπτεται μία προς μία όλες τις μονές.
Δεν υπάρχει μοναστήρι όπου να μην τον ρωτήσουν πού αποσκοπεί αυτή η επίσκεψη. Με ειλικρίνεια ο ποιητής και πεζογράφος Κρίστοφερ Μέριλ αποκαλύπτει τους προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους, καθώς και την αφορμή: λίγους μήνες νωρίτερα είχε καλύψει δημοσιογραφικά το μακελειό του Σαράγεβο, ζώντας από κοντά το σφαγείο ενός φριχτού εμφυλίου πολέμου. Έπειτα από ένα τέτοιο βάπτισμα στην εξαθλίωση του homo homini lupus, αισθάνεται τώρα βαθιά την ανάγκη η ζωή του να πιαστεί από κάπου. Δηλαδή να δημιουργήσει μια καινούργια, στενή και προπάντων ειλικρινή σχέση με τον Θεό. Είναι πρόθυμοι οι μοναχοί να τον βοηθήσουν να ξεπεράσει τον Γολγοθά του; Μπορούν να τον πείσουν ότι η ζωή έχει κάποιο βαθύτερο νόημα, ότι αξίζει κανείς να αγωνιστεί για κάτι άλλο πέρα από την ικανοποίηση της σαρκικής και πνευματικής πείνας; Πότε ολομόναχος και πότε με τη συνδρομή φωτισμένων μοναχών, ο Μέριλ παλεύει κόντρα σε προλήψεις και σαθρές θεωρίες που είναι γερά ριζωμένες μέσα του και προέρχονται από έναν πολιτισμό της απόλυτης υλικότητας. Δεν είναι τυχαίο που τα βιώματα από το σαρακοστιανό προσκύνημα στο Περιβόλι της Παναγίας, ο Μέριλ τα καλουπάρει στο τρίπτυχο μετάνοια- εξαγνισμός- προσευχή. Με αυτόν τον τρόπο δείχνει τον ορθό δρόμο: πρώτα πρέπει κανείς να αλλάξει το παλιό «δέρμα», ύστερα να βαδίσει τη φλεγόμενη γη της ταπεινοφροσύνης και στο τέλος να αξιωθεί το πόδι του να πατήσει το πρώτο σκαλί της σκάλας για το «άνω σχώμεν τας καρδίας». Η γραφή του Μέριλ, είτε όταν αφηγείται τις περιπετειώδεις εμπειρίες του στις μονές είτε όταν περιγράφει χώρους και αγιορείτικες μορφές, καθηλώνει. Το τα λέντο του αρδεύεται από την κοφτερή ματιά του ανθρωπιστή δημοσιογράφου, αλλά και από τον βαθυστόχαστο πλούσιο ποιητικό του λόγο. Το Ταξίδι στον Άθω θα μπορούσε να συστηθεί σαν το καταλληλότερο ανάγνωσμα για εκείνο το κομμάτι του πληθυσμού που- ευτυχώς; δυστυχώς;- δεν θα αξιωθεί να έχει τη χαρά μιας οδοιπορίας στη Χερσόνησο του Άθω, τις γυναίκες.

ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ;


Οι πληροφορίες του Λακαριέρ για τον μοναστικό τρόπο ζωής, την αρχιτεκτονική και τους τελετουργικούς κανόνες είναι κάτι παραπάνω από ακριβείς και εύστοχες. Έτσι, λόγου χάρη, φτάνει στο σημείο να κάνει λόγο για το αγιορείτικο ψωμί και την αξεπέραστη γεύση του
Φθινόπωρο του 1950. Ο νεαρός ελληνιστής πατάει το πόδι του στο λιμανάκι της Δάφνης, στην πρώτη από τις τρεις επισκέψεις που θα πραγματοποιήσει στην αθωνίτικη πολιτεία. Βρίσκεται στην αρχή μιας λαμπρής καριέρας και το βασικό του μέλημα είναι να προσεγγίσει κάθε πτυχή του ελληνικού πολιτισμού, παλαιότερου και σύγχρονου. Πρώτα απ΄ όλα βέβαια θέλει να γνωρίσει τον αγιορείτικο κόσμο, για να βρει τι είναι αυτό που τον κάνει τόσο σαγηνευτικό. Μέρα με τη μέρα συνειδητοποιεί ότι πρόκειται για μια περιήγηση όχι σε κάποιον ξεχωριστό τόπο, όσο για ένα ταξίδι σε μιαν άλλη διάσταση χρόνου: σε μια αχρονική νησίδα όπου οι περισσότερες αξίες είναι εντελώς ανεστραμμένες. Οι πληροφορίες του για τον μοναστικό τρόπο ζωής, την αρχιτεκτονική και τους τελετουργικούς κανόνες είναι κάτι παραπάνω από ακριβείς και εύστοχες. Έτσι, λόγου χάρη, φτάνει στο σημείο να κάνει λόγο για το αγιορείτικο ψωμί και την αξεπέραστη γεύση του από γλυκόριζα και υγρό καστανόχωμα. Σε κάθε μοναστήρι που επισκέπτεται αφήνεται να τον κυκλώσουν οι οσμές και οι ήχοι, ενώ επιδιώκει συνεχώς να συναντηθεί με ξεχωριστούς μοναχούς, όπως είναι ο Ρώσος ερημίτης Τατιάν Κουτσερένκο. Ο Λακαριέρ έχει την τόλμη να μιλήσει και για ένα δύσκολο κεφάλαιο, την ομοφυλοφιλία των μοναχών. Με αφορμή κάποια περιστατικά στα οποία υπήρξε μάρτυρας (και παραλίγο θύμα), εξετάζει το φαινόμενο στα πλαίσια μιας κοινότητας απολύτως ανδροκρατούμενης όπου, σύμφωνα με τα λόγια ενός καλόγερου, η εν λόγω πράξη «είναι αμάρτημα της σάρκας, αλλά μπορεί ν΄ αποβεί και πηγή αγάπης». Οι αγωνίες ωστόσο και το φιλέρευνο πνεύμα του Λακαριέρ δεν τερματίζονται εδώ. Η βυζαντινή τέχνη, η σχέση της ορθοδοξίας με την αρχαία Ελλάδα και ο αναχωρητισμός είναι μερικά από τα θέματα που τον απασχολούν διαρκώς στην προσπάθειά του να δώσει απάντηση στο εναγώνιο ερώτημα «γιατί γίνεται κάποιος μοναχός;». Απάντηση θα πάρει όταν θα βρεθεί στα Καρούλια και θα συνομιλήσει με εξαϋλωμένους αναχωρητές που είναι έτοιμοι να αγγίξουν το θείον και την απόλυτη αλήθεια. Τη μέρα που δέχεται την ευλογία του ασκητή Νικώνιου καταλαβαίνει ότι έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να εγκαταλείψει το Όρος.

ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟΝ ΑΘΩ!

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που το πρώτο κεφάλαιο ενός τόσο φιλόδοξου βιβλίου αναφέρεται αποκλειστικά στο Άγιο Όρος. Η επιθυμία του Σκωτσέζου λογοτέχνη- ταξιδευτή είναι πρωτοφανής: σκοπεύει να ανασυστήσει την οδοιπορία που έκαναν 14 αιώνες νωρίτερα, συγκεκριμένα το 587, ο καλόγερος Ιωάννης Μόσχος και ο μαθητής του Σωφρόνιος. Πραγματοποιώντας μια τοξοειδή πορεία, οι δυο Βυζαντινοί ταξιδευτές είχαν καλύψει τότε όλη σχεδόν την έκταση του Ανατολικού Βυζαντίου και κατέληξαν στα βάθη της αιγυπτιακής ενδοχώρας. Σκοπός τους; Να συλλέξουν τη σοφία των πατέρων της ερήμου και των μυστών της Ανατολής προτού αυτή καταρρεύσει. Στα ίχνη τους βρίσκεται τώρα ο Νταλρίμπλ. Το βράδυ της 29ης Ιουνίου του 1994 διανυκτερεύει στη Μονή Ιβήρων. Η κατανυκτική ησυχία που επικρατεί τον βοηθάει να βάλει σε τάξη το μυαλό του και να καταγράψει τι είναι εκείνο που τον έχει συνεπάρει από το Λειμωνάριο του Μόσχου, αλλά και πώς τον παρακίνησε για το συγκεκριμένο ταξίδι ο μεγάλος βυζαντινολόγος Στίβεν Ράνσιμαν. Απ΄ όλες τις κρίσεις και περιγραφές του Νταλρίμπλ για τον αγιορείτικο τρόπο ζωής αξίζουν πρωτίστως δύο. Το πρώτο είναι η ενοχή που κουβαλάει για έναν πρόγονό του γένους θηλυκού. Πρόκειται για τη βικτωριανή μακρινή του θεία Βιρτζίνια Σόμερς, που κατάφερε το 1857 να ζήσει για δύο ολόκληρους μήνες σε μια σκηνή- ναι, ναι!- του Άθω, παρέα με τον σύζυγό της. Υπάρχει μάλιστα επιστολή της στην οποία, ανάμεσα στ΄ άλλα, μιλάει για το «πώς οι μοναχοί την οδήγησαν στους κήπους και της πρόσφεραν να δοκιμάσει φρούτα». Το δεύτερο άχθος του καθολικού επισκέπτη έχει να κάνει με τον περιηγητή Ρόμπερτ Κέρζον, έναν από τους χειρότερους κλέφτες που γνώρισε ποτέ το Όρος. Συντροφιά με κάποιον- ξανά!- συγγενή του συγγραφέα, ο Κέρζον έπεισε έναν ηγούμενο να του πουλήσει με το ζύγι χειρόγραφα ανεκτίμητης αξίας, λες και ήταν γεωργικά προϊόντα σε κάποιο οθωμανικό παζάρι, και έφυγε από το Όρος με τα μπαούλα του γεμάτα με βυζαντινά χρυσόβουλα. Ο Άθως σηματοδοτεί για το ταξίδι του Νταλρίμπλ την καταλληλότερη αφετηρία: μονάχα εκκινώντας από αυτόν εδώ τον τόπο έχει πιθανότητες να βρει τι απόμεινε από το λυκόφως του Βυζαντίου. Πράγμα που τελικά θα το καταφέρει.


Κώστας Ακρίβος, Τα Νέα, 14/8/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!