Τρεις ιστορίες

Αυτό δεν είναι παραμύθι - Η κυρία Ντε λα Καρλιέρ - Συμπλήρωμα στο ταξίδι του Μπουγκενβίλ
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 17.70
10.62
Τιμή Πρωτοπορίας
+
278613
Συγγραφέας: Ντιντερό, Ντενί
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:190
Μεταφραστής:ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΕΙΡΗΝΗ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/02/2006
ISBN:9789604350995
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα

Περιγραφή


Με τον τίτλο Τρεις ιστορίες δημοσιεύονται από κοινού τρία αλληλένδετα αφηγήματα του Ντενί Ντιντερό που πρωτοδημοσιεύθηκαν στο περιοδικό "Λογοτεχνική αλληλογραφία" του Γκριμ από το 1793 ώς το 1794.

Η πρώτη ιστορία, το «Αυτό δεν είναι παραμύθι», αποτελείται από δύο μέρη που θέτουν το πρόβλημα της ηθικής στάσης στο πλαίσιο μιας ερωτικής σχέσης. Το πρώτο μέρος εισάγεται με το συμπέρασμα «υπάρχουν πολύ καλοί άνδρες και πολύ κακές γυναίκες». Στο δεύτερο μέρος η σχέση εξουσίας των δύο φύλων αντιστρέφεται καθώς διαπιστώνεται τώρα πως «υπάρχουν πολύ καλές γυναίκες και πολύ κακοί άνδρες». Η ερωτική επιθυμία αποδεικνύεται αυθαίρετη και ανυπότακτη σε οποιαδήποτε λογική, σε οποιοδήποτε αισθητικό ή ηθικό κριτήριο. Δεν εξαρτάται ούτε από την καλοσύνη ούτε από την ομορφιά.
Στη δεύτερη ιστορία, την «Κυρία ντε λα Καρλιέρ», η θεματική μετατοπίζεται από το φυσικό φαινόμενο της πρόκλησης και της αναστολής του ερωτικού πάθους στη συζήτηση περί συζυγικής πίστης και απιστίας. Η αστάθεια είναι κατά κανόνα και λογική και αναγκαία. Η έλλειψη ανοχής στη συζυγική απιστία οδηγεί σε τραγικά αποτελέσματα. O γάμος, ως πολιτειακός θεσμός που εγγυάται τη συζυγική πίστη, είναι παράλογος αφού απαγορεύει μια φυσική ιδιότητα του ανθρώπου: την αστάθεια.

Στην τρίτη ιστορία, το «Συμπλήρωμα στο Ταξίδι του Μπουγκενβίλ», ο Ντιντερό κλείνει με τη διαπίστωση πως όσο η κοινωνία θα αλλοιώνει τις φυσικές ορέξεις, θα συνεχίζουν να υπάρχουν κακές γυναίκες και απαίσιοι άνδρες όσο και δυστυχισμένες ψυχές. O Ντιντερό εκθειάζει τη φύση ως πηγή ελευθερίας και καταδικάζει τις θεσμικές και εκκλησιαστικές συμβάσεις.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Τα τρία λογοτεχνικά κείμενα του τόμου δεν είναι διηγήματα (έστω φιλοσοφικά), δεν είναι νουβέλες, δεν είναι μυθοπλασίες με την αυστηρή σημασία της λέξης. Για την ακρίβεια: δεν θέλουν να είναι τίποτε από αυτά. Αν τα εξετάσουμε από τη σκοπιά της διανοητικής πρόθεσης και λειτουργίας τους, θα λέγαμε απλώς πως είναι τρεις ηθικές ιστορίες που είναι δυνατό να διαβαστούν σαν ένα χαλαρό τρίπτυχο που πραγματεύεται μορφές και συμπτώματα των ερωτικών ηθών, τη φύση της ερωτικής επιθυμίας και τις κοινωνικές κωδικοποιήσεις της, τις αυθαιρεσίες της κοινής γνώμης ως υποκατάστατου του νόμου, τη θεσμοθέτηση της συζυγικής πίστης και την ανοχή της ερωτικής απιστίας: η αστάθεια, παρ' ότι εντελώς «νόμιμη» σύμφωνα με τη φύση της επιθυμίας, μήπως είναι επιλήψιμη σύμφωνα με τις αρχές της ηθικής που αναπτύσσεται στις «πολιτισμένες» κοινωνίες των ανθρώπων; Μπορεί, όμως, η ατιθάσευτη δύναμη της επιθυμίας να ελεγχθεί από κάποιες ηθικές αρχές και να αποτελέσει συνθήκη της κοινωνικής διαμόρφωσης μιας ηθικής της ερωτικής επιθυμίας;

Απαντήσεις δεν δίνονται φανερά, αλλά βρίσκονται στην περιοχή της συνειδητοποίησης πως η αστάθεια κατά κανόνα είναι και λογική και αναγκαία, ενώ η αποτροπή της -πέρα από το γεγονός πως πρακτικά είναι ανέφικτη- μετατρέπει τον έρωτα και την ερωτική επιθυμία σε πηγή δυστυχίας επειδή αναιρεί τη θεμελιώδη φυσική συνθήκη τους, την ελευθερία. Οσο η κοινωνία δεν θα λαμβάνει υπόψη αυτό το φυσικό δεδομένο και θα προσπαθεί να το αλλοιώνει, θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι κακές γυναίκες, οι απαίσιοι άντρες και οι δυστυχισμένες ψυχές που πρωταγωνιστούν στις τρεις ηθικές ιστορίες του Ντιντερό.



Ο διάλογος ως τρόπος αφηγηματικός



Ως προς τα θέματά τους, επομένως, οι τρεις ιστορίες είναι ηθικές. Αυτή η διαπίστωση σχετικά με τη θεματολογική τους κατάσταση, αρχικά, δίνει την εντύ-πωση πως δεν μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος του ειδολογικού προσδιορισμού των τριών λογοτεχνικών κειμένων, αλλά ενδεχομένως αυτό να μην αληθεύει. Στο υπό μορφή προλόγου άνοιγμα της πρώτης ιστορίας, που έχει το χαρακτηριστικό τίτλο «Αυτό δεν είναι παραμύθι», ο Ντιντερό δείχνει την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει η προσπάθεια του προσδιορισμού. Εκεί ο αφηγητής, απευθυνόμενος στον αναγνώστη, εξηγεί πως όταν κάποιος λέει μια ιστορία, αναπόφευκτα την απευθύνει σε κάποιον που την ακούει και κάθε τόσο παρεμβαίνει διακόπτοντας. Γι' αυτό, αποφάσισε να βάλει στην ιστορία του ένα πρόσωπο που θα παίζει το ρόλο του αναγνώστη αυτής της ιστορίας, η οποία «δεν είναι παραμύθι ή, αν θέλετε, είναι ένα κακό παραμύθι». Με αυτή τη δήλωση ο συγγραφέας προβάλλει τα δύο αλληλοεξαρτώμενα προβλήματα που σε αφηγηματολογικό επίπεδο θέτουν οι ιστορίες του: την αφηγηματική σκοπιμότητα της διαλογοποίησης της αφήγησης, και τη μυθοπλαστική κλίμακα και υπόσταση των ιστοριών του.

Οι ιστορίες του Ντιντερό είναι ένα «κακό παραμύθι», στο βαθμό που με τις ατέλειές του αφήνει να φανεί η εξωτερική πραγματικότητα, την οποία δεν υπερβαίνει μέσω της αφηγηματικής αρτιότητας. Δεν πρόκειται, ωστόσο, για ένα αποτυχημένο παραμύθι, αλλά για ένα παραμύθι που δεν θέλει να είναι καλό, που δηλαδή δεν θέλει να συγκροτήσει έναν αυτάρκη και αρραγή μυθιστορηματικό κόσμο, που δεν αφήνει να φανεί ο κόσμος των εξωτερικών, αντικειμενικών περιστάσεων, καλύπτοντας έτσι δυναμικά -αλλά και επικίνδυνα για το πρόγραμμα ενός διαφωτιστή- την παρουσία και ύπαρξή του.

Ο Ντιντερό, λοιπόν, δεν προτιμά το «καλό» παραμύθι, γιατί μια αυτονομημένη μυθοπλασία δεν θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς του. Για να συνθέσει ένα μη-παραμύθι, δηλαδή ένα «κακό» ή μάλλον όχι «καλό»παραμύθι, το γράφει σε διάλογο, δηλαδή διαλογοποιεί την αφήγηση για να περιστείλει τη μυθοπλαστική λειτουργία της, με σκοπό την ανάδειξη μιας άλλης λειτουργίας της που είναι αμεσότερα ρητορική: εκείνης της πειθούς.

Η πρόσβαση στην πειθώ εμφανίζεται ευκολότερη μέσω της αφομοίωσης της προφορικότητας, της μιμητικής και δεικτικής λειτουργίας και του παροντικού χρόνου της ιστορίας, που αποτελούν στοιχεία της δραματικής μεθόδου της αφήγησης που την ωθεί προς το λογοτεχνικό είδος του δράματος. Τα μέσα με τα οποία επιτυγχάνεται η πειθώ αντιστοιχούν σε τρόπους με τους οποίους ο φιλοσοφικός στοχασμός διεισδύει σε πλατύτερους κοινωνικούς χώρους. Οι τρόποι αυτοί θα μπορούσαν να συνοψιστούν στην υιοθέτηση των εξωτερικών χαρακτηριστικών της κοσμικής συζήτησης, που μετατρέπουν τη σοβαρή και μονότονη μονοφωνικότητα σε έναν ζωντανό και διασκεδαστικό διάλογο.

Είναι προφανές πως πίσω από αυτή την προσπάθεια υπάρχει ο μονοφωνικός στοχασμός που μεθοδεύει ή σκηνοθετεί τη σχάση του, αλλά αυτό ισχύει ακόμη και για την πιο επιτυχημένη πολυφωνική αφήγηση. Ισως πιο σημαντική για την ερμηνεία των τριών ιστοριών θα ήταν η παρατήρηση πως πίσω από την παραπάνω προσπάθεια σκιρτά η πάντοτε φιλοπαίγμων φύση του αυθεντικού στοχασμού, ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει μόνο μέσα από έναν δοκιμαστικό αναδιπλασιασμό του που δεν ισοδυναμεί με το διπλασιασμό ενός μονολόγου, αλλά με τη στοχαστική αντανάκλαση και κριτική εξέταση του υποκειμένου. Ο διάλογος, άλλωστε, δεν ταυτίζεται οπωσδήποτε με την πολυφωνία, μιας και υπάρχουν και διάλογοι που είναι μονοφωνικοί.



Διάλογος: η αφήγηση του Διαφωτισμού



Ο διάλογος εκφράζει την πολεμική φύση της σκέψης του Ντιντερό και κυριαρχεί στην περίοδο που ακολουθεί την αποφυλάκισή του από τη Βενσέν, όταν πειραματίστηκε με τεχνικές που θα του επέτρεπαν να εκφράσει ιδέες που εθεωρούντο επικίνδυνες από την πολιτική και θρησκευτική εξουσία. Ο διάλογος δεν υπήρξε γι' αυτόν όργανο μιας «διαλεκτικής» λογικής που μέσω της άρνησης επιδιώκει τη σύνθεση, αλλά τρόπος της διερώτησης και της άρνησης να δοθούν λύσεις στα προβλήματα που θέτει. Ετσι, ο διάλογος δεν γίνεται μόνο παραδείγμα της υβριδικότητας του λόγου αλλά και της σκέψης -μιας σκέψης που μετά την κρίση του 1761 δοκιμάζεται από τον πεσιμισμό. Η διαλογοποίηση της αφήγησης ενισχύει την πραγματολογική της υποστάση και την αληθειακή της διάσταση, και έτσι αυξάνει την επιχειρηματολογική σκοπιμότητα. Σε επικοινωνιακό, επίσης, επίπεδο ανάμεσα στον αφηγητή και τον ακροατή προβάλλει μια σχέση ισοτιμίας που ταιριάζει στο πρόγραμμα του Διαφωτισμού. Αντιθέτως, στο αισθητικό επίπεδο η διαλογοποίηση της αφήγησης αποτελεί αρνητική συνθήκη. Οι παραπάνω λειτουργίες αποτελούν και τα θετικά ή αρνητικά χαρακτηριστικά της πεζογραφίας του Διαφωτισμού και με τον τρόπο αυτόν ο διάλογος γίνεται μια παραδειγματική αφήγηση του κινήματος.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/07/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!