Στο δάσος
Περιγραφή
Στο δάσος καταφεύγει ο μικρός Μίτσεν Ο’ Κέιν όταν χάνει τη μητέρα του. Στο δάσος τρέχει να κρυφτεί όταν τον κυνηγούν για να τον κλείσουν στα αναμορφωτήρια με τα ονόματα των αγίων. Στο δάσος θα επιστρέψει ως Κίντερσρεκ, μπαμπούλας, παραδομένος στις διαταραγμένες φαντασιώσεις του. Και όταν, φλογισμένος από φονικό ένστικτο, σύρει σ’ αυτό τον ερημότοπο τρία αθώα θύματα, θα σημαδέψει για πάντα μια κοινότητα, που δεν θα καταφέρει να καταλάβει πώς ένα δικό της παιδί, από τη δική της γη, έβαψε αναίτια τα χέρια του με αίμα.
Ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα, βασισμένο σε αληθινά περιστατικά που εξακολουθούν να απηχούν το σοκ των κατοίκων σ’ αυτή την περιοχή της Ιρλανδίας.
«Η επιδέξια γραφή της O’ Mπράιεν κρατάει το ενδιαφέρον μας σελίδα τη σελίδα, καθώς τα τρομαχτικά γεγονότα προχωρούν ως την αναπόφευχτη, φρικτή κατάληξη».
Library Journal
«Μια μεγαλοφυής απεικόνιση της ανθρώπινης φύσης».
Booklist
«Η Έντνα Ο’ Μπράιεν είναι μία από τις μεγαλύτερες σύγχρονες αγγλόφωνες συγγραφείς».
New York Times Book Review
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τα μυθιστορήματα της Ιρλανδέζας Εντνα Ο' Μπράιεν, σαράντα χρόνια μετά την έκδοση του πρώτου της βιβλίου «Κορίτσια από την επαρχία», εξακολουθούν, για διαφορετικούς λόγους, να προκαλούν την κοινή γνώμη στην πατρίδα της. Τα πρώτα της έργα θεωρήθηκαν τολμηρά κυρίως για τον τρόπο που χειριζόταν τη σεξουαλικότητα των ηρωίδων της, λογοκρίθηκε για τις ρεαλιστικές αισθησιακές περιγραφές και η Καθολική Εκκλησία απαγόρευσε τα βιβλία της στην Ιρλανδία.
Στα πρόσφατα έργα της συνεχίζει να προκαλεί και να εξοργίζει πολλούς από τους συμπατριώτες της καθώς, χρησιμοποιώντας ως φόντο την εξοχή της δυτικής Ιρλανδίας, αντλεί τη θεματολογία της από πραγματικές τραγωδίες που εξελίχθηκαν στα εδάφη της. Οπως στο «Αγριοι Δεκέμβρηδες», στο «Κάτω στο ποτάμι», έτσι και στο «Δάσος», όπου και περιγράφεται ένα τριπλό φονικό που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, μέσα από την αφήγησή της, προβάλλονται και εκτίθενται τα κακώς κείμενα της ιδιαίτερης αυτής χώρας, γεγονός που στρέφει πολλούς Ιρλανδούς εναντίον της, καθώς ισχυρίζονται πως δεν είναι σε θέση η ίδια να γράφει για την Ιρλανδία, τη στιγμή που εδώ και κάποιες δεκαετίες ζει στο Λονδίνο.
Η Ο' Μπράιεν «δανείστηκε» το υλικό για το «Στο Δάσος» από ένα γεγονός που είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη: Το 1994 μια νεαρή γυναίκα με τον τρίχρονο γιο της και ένας ιερέας δολοφονήθηκαν στην κομητεία Κλερ και τα πτώματα τους βρέθηκαν στο γειτονικό δάσος Κλους. Ο δολοφόνος καταγόταν από τα μέρη της, με ιστορικό ψυχικών διαταραχών και είχε μόλις βγει από τις αγγλικές φυλακές. Τον συνέλαβαν ύστερα από έξι μέρες, ενώ είχε εν τω μεταξύ απαγάγει και μια άλλη κοπέλα, και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Τον Ιούλιο του 1997 βρέθηκε νεκρός από το νοσηλευτικό προσωπικό του κεντρικού Ψυχιατρείου του Δουβλίνου.
Η Ο' Μπράιεν χρησιμοποιώντας αυτούσιο το τραγικό συμβάν, εστιάζει στην κατασκευή του πορτρέτου του δολοφόνου και προσπερνώντας τεχνηέντως την κλασική αντιπαράθεση του Κακού με το Καλό, επιδίδεται στη μυθιστορηματική ανάπλαση των γεγονότων εκείνων που κατασκεύασαν κάποιον που καταλήγει να θερίζει ανθρώπινες ζωές. Ταυτόχρονα με την απόδοση της τραγικότητας και του παραλογισμού του ήρωά της, εξιστορεί και τις αντιδράσεις αυτών που συναντά στο δρόμο του, μη παραλείποντας να δίνει φωνή όχι μόνο στον ψυχοπαθή δολοφόνο, αλλά και σε όσους, με κάποιον τρόπο, σχετίζονται μαζί του, πριν και μετά τα στυγερά εγκλήματά του. Ετσι ακούμε την ομολογία ενός δισυπόστατου ήρωα, ταυτόχρονα οικείου και απρόσιτου, η κύρια αδυναμία του οποίου είναι να ξεπεράσει τα μοτίβα της βίας που ασκήθηκε πάνω του στην παιδική ηλικία, μοτίβα που τον καθηλώνουν σε επαναληπτικές συμπεριφορές, σε περιορισμένη αντίληψη των ανθρώπινων αντιδράσεων και σε ανικανότητα αξιολόγησης των καταστάσεων. Η συγγραφέας, επίσης, εστιάζει στο αντίκτυπο των πράξεών του στην κοινότητα, τα μέλη της οποίας αδυνατούν να συλλάβουν το γεγονός πώς ένας εγκληματίας, «η προσωποποίηση του κακού», τράφηκε από τη δική τους γη. Σύμφωνα με τον ψυχίατρο που τον υπερασπίζεται στο δικαστήριο, «δεν είναι σωστό να δικάζεται μόνος του ο νεαρός, γιατί μαζί του θα έπρεπε να δικάζεται όλη η χώρα».
Στην αρχή του μυθιστορήματος μαθαίνουμε πως ο μικρός Μίτσεν, το όνομα του οποίου αργότερα θα αλλάξει σε Κίντερσρεκ, για να καταλήξει σε Ο' Κέιν -που πιθανότατα προήλθε από το ομόηχο Κάιν-, μετά το θάνατο της μητέρας του, σε ηλικία δέκα ετών, αρχίζει να επιδίδεται σε βίαιες πράξεις, κλέβει ένα όπλο και κρύβεται στο δάσος απ' αυτούς που τον κυνηγούν. Οταν συλλαμβάνεται, οδηγείται στις φυλακές ανηλίκων, όπου τρομαγμένος και ανήμπορος κακοποιείται επαναληπτικά από τ' άλλα παιδιά, τα μέλη του προσωπικού κι έναν διεφθαρμένο ιερέα. Αργότερα, όταν θα το σκάσει και θα επιστρέψει στο χωριό του, όλοι τον φοβούνται, γιατί «το βλέμμα του ήταν τόσο διαπεραστικό και σε κοίταζε σαν να ήσουν γυαλί, σαν να ήταν ικανός να μπει μέσα σου και να σε διαλύσει».
Η Ο' Μπράιεν δεν καταφεύγει στη ρεαλιστική αναπαράσταση της παιδικής ηλικίας του ήρωά της, αλλά μέσα από αποσπασματικές περιγραφές αποδίδει τον ταραγμένο του ψυχισμό, αποφεύγοντας τεχνηέντως το μελοδραματισμό, με την αποστασιοποίηση της αφήγησής της, μειώνοντας σκόπιμα τη σημασία των εξωτερικών γεγονότων, προκειμένου να προβληθεί ο λόγος του. Διακρίνουμε ένα δεύτερο, υπόγειο επίπεδο, που αποτελείται από τις «φωνές», οι οποίες του δίνουν «εντολές» να επιστρέψει στο δάσος.
Το δάσος, «ζώνη κινδύνου», είναι η προσωποποίηση του σκοτεινού ασυνείδητου, στο οποίο βρίσκουν καταφύγιο όσοι ακόμα μπορούν να «μαγεύονται», οι ταραγμένοι, οι αλαφροΐσκιωτοι αλλά και οι «ξεβρασμένοι», και που λειτουργεί και ως μεταφορά για τις αναπάντεχες συνέπειες όσων τολμούν να εισέλθουν και να προχωρήσουν στα αδιαπέραστα βάθη του.
Η Ο' Μπράιεν, παράλληλα με την απόδοση του κόσμου του ταραγμένου ήρωά της, μας συστήνει και τον κόσμο του θύματος, της Ιλι, μιας νεαρής γυναίκας που μετακόμισε κι επισκευάζει το αγροτόσπιτο στο οποίο κατέφευγε ο Ο' Κέιν μικρός, όταν τον κυνηγούσαν. Η Ιλι είναι μια ξένη, μια από τις «ξεβρασμένες» -έτσι τις ονόμαζαν εκεί τις ξένες-, προφανώς από τα συντρίμμια των ναυαγίων που ξεβράζονται στη στεριά. Πρόκειται για μια γυναίκα που φλερτάρει με άντρες στα μπαρ, έχει νεότερο εραστή και μεγαλώνει έναν γιο αγνώστου πατρός. Η νεαρή μητέρα διαθέτει μειωμένη αίσθηση κινδύνου, λανθασμένη εκτίμηση της αυτοτέλειάς της, που την καθιστούν εύκολη λεία για το δολοφόνο -μία ακόμα από τους εξόριστους της σύγχρονης εποχής, που βρίσκουν καταφύγιο στην εξοχή, για να απομακρυνθούν από την αλλοτρίωση και την υπερκατανάλωση, σε αναζήτηση μιας ουσιαστικότερης και υγιεινότερης ζωής. Ερήμην της, διεισδύει στον κόσμο του Ο' Κέιν, ο οποίος γίνεται σκιά της και προβάλλει σ' αυτήν την εικόνα της πεθαμένης μητέρας του, ενώ φαντασιώνεται πως έχουν ιδιαίτερα στενές σχέσεις. Βασανίζεται από την εμμονή του γι' αυτήν, την παρακολουθεί μέσα από το παράθυρο τις νύχτες και κάποια στιγμή την απαγάγει με το γιο της, και με την απειλή του όπλου τούς οδηγεί στην καρδιά του δάσους, όπου βιάζει τη μητέρα και μετά σκοτώνει και τους δυο.
Το μυθιστόρημα κορυφώνεται σ' αυτό το μακρύ και ανατριχιαστικό ομότιτλο κεφάλαιο, όπου η σκηνή του φόνου, αυτή η αδικαιολόγητη «θυσία», περιγράφεται ελλειπτικά και υποβλητικά.
Στο «Δάσος» η δύναμη της γραφής τής συγγραφέα διεισδύει ευφυώς μέσα στη σκέψη του σχιζοφρενούς, αποδίδοντας τις φωνές που ακούει, με ύφος που «υπακούει» στον ταραγμένο του ψυχισμό: αποδιαρθρωμένο συντακτικό, επανάληψη λέξεων και φράσεων, απόλυτη απώλεια των χρονικών ορίων ενισχύουν την αίσθηση του νοσηρού, εισάγοντάς μας στον εφιαλτικά ασφυκτικό κόσμο τού θύτη, σε αντίθεση με την ομορφιά και την υποβλητικότητα της ιρλανδέζικης εξοχής.
Η μετάφραση της Αλεξάνδρας Κονταξάκη, κατορθώνει να μεταφέρει στη γλώσσα μας το ελεγειακό αυτό έργο, χωρίς να προδώσει την καθηλωτική ατμόσφαιρα και τη λυτρωτική αφηγηματική επιδεξιότητα του πρωτότυπου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ,
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/04/2004
Κριτικές
24/11/2009, 18:55