Η κοιλιά των φιλοσόφων
40%
Περιγραφή
Όταν οι φιλόσοφοι στοχάζονται, πολύ συχνά λησμονούν να σκεφτούν το σώμα τους και κυρίως όλα όσα συσσωρεύουν σε αυτό μέσω της τροφής. Όμως ανάμεσα στο μυαλό και το στομάχι υπάρχει ένα πολύπλοκο πλέγμα σχέσεων και παραδοχών που η σκέψη δεν θα έπρεπε να παραβλέπει. Θα μπορούσε ο Διογένης να είναι πολέμιος του πολιτισμού και των συνηθειών του αν δεν δοκίμαζε ωμό χταπόδι; Ο Ρουσό του Κοινωνικού συμβολαίου θα επιχειρούσε την απολογία της λιτότητας αν τα συνηθισμένα του γεύματα δεν αποτελούνταν αποκλειστικά από γαλακτοκομικά;[...]
Πάνω από όλα, ένα βιβλίο που προσπαθεί να συλλάβει τη στιγμή και την τροφή, μέσω της οποίας το σώμα συναντά το πνεύμα και του υπαγορεύει τους νόμους του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Ο Μισέλ Ονφρέ παρακολουθεί τους φιλοσόφους να κάθονται στο τραπέζι
Ο Καντ τα έτσουζε κανονικά...
Ο Ζαν Πολ Σαρτρ με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ. Ο Γάλλος φιλόσοφος ήταν ιδιότροπος στο τραπέζι
Ο ΜΙΣΕΛ ΟΝΦΡΕ ΚΑΤΑΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΜΕ ΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ, ΣΥΧΝΑ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΝ ΠΟΛΛΟΙΣ, ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ, ΤΙΣ ΙΔΙΟΤΡΟΠΙΕΣ ΤΟΥΣ, ΤΑ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΑ ΤΟΥΣ ΧΟΥΓΙΑ, ΤΙΣ ΕΜΜΟΝΕΣ, ΤΙΣ ΦΟΒΙΕΣ, ΤΙΣ ΜΑΝΙΕΣ ΤΟΥΣ- ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΩ ΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΟΥΣ.
Υπάρχει άραγε κάποια φιλοσοφία της διατροφής; Και πώς ακριβώς αυτή συνδέεται με ευρύτερους προβληματισμούςτο πώς ζούμε, τον ευδαιμονισμό, το ευ ζην; Στο βιβλίο του Η κοιλιά των φιλοσόφων, ο πολυγραφότατος, παρά το νεαρόν της ηλικίας του, Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ, γνωστός κυρίως για το βιβλίο του Πραγματεία περί αθεολογίας , προσεγγίζει τα ζητήματα αυτά. Προσκαλεί νοερά (και επιλεκτικά) διάφορους φιλοσόφους να δειπνήσουν μαζί και αφιερώνει στον καθένα από ένα κεφάλαιο, όπου διερευνά τη σχέση τους με το φαγητό- και κατ΄ επέκταση με την ύλη, την ίδια τη ζωή.
Το βιβλίο αρχίζει με ένα έξοχο αυτοβιογραφικό δοκίμιο: στα παιδικά χρόνια του Ονφρέ δεσπόζει το ορφανοτροφείο (όπου έμαθε πως δεν υπάρχει ουδέτερη διατροφή), αλλά και τα άγρια φρούτα της εξοχήςγεύση ελευθερίας. Στη συνέχεια, ανακαλύπτει τα σάντουιτς αλλά και ότι η εφηβεία απαιτεί ποσότητα, παραβλέποντας την ποιότητα. Ως φοιτητής, θα μυηθεί στο κονιάκ και τη μέθη και, εν κατακλείδι, ως όλο και πιο ευκατάστατος «οργανικός διανοούμενος», χάρη και στα ταξίδια του, θα μάθει να απολαμβάνει το καλό φαγητό. Τέλος, έχοντας θητεύσει ως ασθενής στο νοσοκομείο, θα πάρει μια γεύση τού τι εστί αυστηρή δίαιτα: μεγάλο σχολείο οι κλινικές, αλλά και εφαλτήριο για πιο βαθύ και φιλοσοφημένο ηδονισμό.
Διαιτηθική
Λανσάροντας τον ευρηματικό όρο «Διαιτηθική» και με άξονα τη διατροφή τους, ο Ονφρέ μας ξεναγεί λοιπόν στη ζωή και το έργο διαφόρων φιλοσόφων. Αρχίζει από τον «δικό μας» Διογένη τον κυνικό, την έμπρακτη επιστροφή του στον πρωτογονισμό (ωμοφαγία) και στην αισθητική της πρόκλησης, της άρνησης του κόσμου του προσποιητού.
Πηδώντας κάμποσους αιώνες θα βρεθούμε, αμέσως μετά, σε μια άλλη παραλλαγή στο θέμα «επιστροφή στη φύση»:
στη σπαρτιάτικη θεωρία και διατροφική πρακτική του Ρουσσώ.
Ο Γάλλος Διαφωτιστής, ρέποντας στιγμές στιγμές στον σκοταδισμό, απορρίπτει το περισσό, το πολυτελές, την γαστρονομία, πρεσβεύοντας ένα είδος (υστερικής;) ρομαντικής πρωτο-οικολογικής φιλοσοφίας.
Επόμενος σταθμός ο Καντ, γερό πιρούνι και ποτήρι, με ευδαιμονιστικές τάσεις. Δεν έτρωγε ποτέ μόνος: ως Αμφιτρύων, συζητούσε με τους ομοτράπεζούς του την επίδραση της ύλης, του σώματος, της διατροφής, πάνω στον ίδιο τον (καθαρό;) λόγο. Ακολουθεί ο Φουριέ, ουτοπιστής αναρχικός φιλόσοφος, που οραματιζόταν μια μελλοντική κοινωνία της υπερεπάρκειας, σεξουαλικά απελευθερωμένη, όπου η Λαιμαργία να αποτελεί κεντρικό άξονα οργάνωσης του δημόσιου βίου και ειδικότερα της εκπαίδευσης. Αμέσως μετά, έχουμε τον Νίτσε: σύμφωνα με τον συγγραφέα, κατέδειξε περισσότερο από κάθε άλλον τον καθοριστικό ρόλο του σώματος στη σκέψη. Αντλώντας από τη ρήση «ο άνθρωπος είναι ό,τι τρώει» (Φόιερμπαχ), ο Νίτσε κηρύσσει τον πόλεμο στην υπερφόρτωση του τραπεζιού, στη χυδαιότητα αυτού που αργότερα θα ονομαστεί κοινωνία της αφθο νίας και του καταναλωτισμού.
Το μήνυμα
Ακολουθεί ένας κατ΄ εξοχήν εκπρόσωπος του ιταλικού φουτουρισμού, ο Μαρινέτι: πολέμιος των ζυμαρικών (όπως άλλωστε και ο φασισμός), οραματίζεται ευφάνταστες «μπουκιές» που να συμπυκνώνουν κάποιο μήνυμα, επινοεί απίθανες συνταγές με ποιητικές ονομασίες και απρόσμενα γευστικά ζευγαρώματα. Η λατρεία του εξωφρενικού, ως στοιχείο μιας αχαλίνωτης νεωτερικότητας. Ο κύκλος κλείνει με τον Σαρτρ: ο συγγραφέας μας τον παρουσιάζει όχι και τόσο σπινθηροβόλο, αλλά μάλλον βουτηγμένο στην ατημελησία, τη βρώμα, την εγκατάλειψη, το αλκοόλ, τη νικοτίνη. Στον επίλογο, εμφανίζεται και ο Σαντ, ερωτομανής (η τροφή υπηρετεί το σεξ) που ιεροποιεί τα κόπρανα στη θεωρητική γαστρονομία του (διαλεκτική κατάποσης- αφόδευσης).
Ο ΣΑΡΤ ΣΙΧΑΙΝΟΤΑΝ ΤΙΣ ΝΤΟΜΑΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΦΡΟΥΤΑ
Το αποτέλεσμα του εγχειρήματος του Ονφρέ είναι ενδιαφέρον, γαργαλιστικό, αλλά και κάπως άνισο: ενίοτε το κείμενο διολισθαίνει σε μια σχεδόν κουτσομπολίστικη και ανεκδοτολογική συζήτηση για την καθημερινότητα ορισμένων φιλοσόφων. Ο Καντ τα έτσουζε κανονικά και μάλιστα όχι με μπίρα αλλά με κρασί, ο Νίτσε δεν έβαζε ποτέ ψάρι στο στόμα του, αλλά του έδινε να καταλάβει σε αλλαντικά και κορνμπίφ, ο Σαρτρ απεχθανόταν μεταξύ άλλων πολλών την ντομάτα όπως και κάθε φρούτο σε μη επεξεργασμένη μορφή. Διαφωτιστικά και διασκεδαστικά όλα αυτά, αλλά δεν δένουν πάντα επιτυχώς με το φιλοσοφικό έργο του κάθε στοχαστή. Επιπρόσθετα, καραδοκεί ο κίνδυνος κάποιου αναγωγισμού που οδηγεί σε απλουστεύσεις- υπερβολές: λ.χ. «Η σχέση του Νίτσε με τα τρόφιμα εξηγεί ολόκληρη τη σχέση του φιλοσόφου και του ανθρώπου με τον κόσμο». Αντιθέτως, βρήκα πολύ άρτια, ενδιαφέροντα και περισσότερο ισορροπημένα ορισμένα κεφάλαια που καταγίνονται με λιγότερο γνωστούς φιλοσόφους. Πράγματι, τα κομμάτια για τον Φουριέ και ακόμα περισσότερο για τον Μαρινέτι είναι εξαιρετικά: ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του αναγνώστη να βρεθεί ταυτόχρονα στην κοιλιά και στο κεφάλι των στοχαστών- και της εποχής τους.
Ας σημειωθεί, τέλος, ότι η μετάφραση είναι πολύ ικανοποιητική, οι δε σημειώσεις χρήσιμες.
Βασίλης Πεσμαζόγλου, Βιβλιοδρόμιο, 25/4/2008
Κριτικές
06/09/2020, 12:29