Ο βιασμός

266666
Συγγραφέας: Όουτς, Τζόυς Κάρολ
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:192
Μεταφραστής:ΜΠΑΡΤΖΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΡΡΙΚΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2005
ISBN:9789603758167


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Η Τίνα Μαγκουάιρ δεν θα 'πρεπε να είχε προσπαθήσει να κόψει δρόμο για το σπίτι της εκείνη τη νύχτα. Όχι περασμένα μεσάνυχτα, όχι όπως ήταν ντυμένη. Όχι μαζί με τη δωδεκάχρονη κόρη της, την Μπέθι. Όχι με τόσους νεαρούς που δεν μπορούσαν να ελέγξουν τις ορμόνες τους.

Θύμα ομαδικού βιασμού, εγκαταλελειμμένη ημιθανής στο λεμβοστάσιο του πάρκου, η άλλοτε εύθυμη και αισθησιακή Τίνα Μαγκουάιρ δεν μπορεί παρά να λυπάται που επέζησε. Έχει χάσει για πάντα την ηρεμία της, ενώ το παιδί της μεγαλώνει μέσα στο φόβο, αφού οι βιαστές της, χάρη στον καπάτσο δικηγόρο τους, κυκλοφορούν ελεύθεροι.

Μ' έναν αδυσώπητο ρυθμό, που διακόπτεται από μοναχικές κραυγές και ψιθύρους τρόμου, η βραβευμένη συγγραφέας μας προσφέρει ένα σφιχτογραμμένο μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί, την ιστορία της Τίνα και της Μπέθι και του μυστηριώδους υπερασπιστή τους - ενός άντρα που γνωρίζει τη σημασία της δικαιοσύνης...

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Το κακοποιημένο γυναικείο σώμα παρουσιάζεται σε όλο σχεδόν το έργο της πολυγραφότατης Αμερικανίδας Οουτς, είτε ως πεδίο προβολής σχέσεων εξουσίας είτε ως αρένα πάνω στην οποία συμβολικά δοκιμάζονται και εκτονώνονται ματαιωμένες σε άλλα πεδία αντρικές ικανότητες. Συχνά το αντρικό σώμα, με τη «φυσική υπεροχή» του, λειτουργεί και ως μέσο επιβολής απέναντι στο «ανίσχυρο» γυναικείο σώμα, εκλύοντας πάνω του όλο το συσσωρευμένο, από άλλου τύπου ακυρώσεις, μίσος. Στην Οουτς αυτού του είδους οι βίαιες επελάσεις συνήθως αντιστρέφονται, καθώς πάντα, σχεδόν, στο τέλος επέρχεται η δικαίωση και οι επιτιθέμενοι είναι αναγκασμένοι να υποστούν την τιμωρία, η οποία αποδίδεται από κάποιον τυχαίο, αυτόκλητο τιμωρό που λειτουργεί ως εντεταλμένος της μοίρας, επιβάλλοντας την τιμωρία που η πολιτεία είτε αδυνατεί είτε αδιαφορεί να επιβάλει.

Το θύμα εκδικείται μέσω κάποιου τρίτου, όπως στον «Αγγελο της Οργής» («The Barrens», 2001) όπου κάποιος παρατηρητής αναλαμβάνει να ανακαλύψει το δολοφόνο ενός αριθμού κοριτσιών τη στιγμή που ο κοινωνικός μηχανισμός και οι αρχές αποδεικνύονται ανίκανες να συλλάβουν το δράστη, ή όπως στην «Οικογένεια Μαλβέινι», 2000, όπου ο μικρός αδελφός, χρόνια αργότερα, αποκαθιστά την τιμή του θύματος. Στο «Βιασμό», παρ' ότι οι δράστες είναι γνωστά πρόσωπα της μικρής αμερικανικής κοινότητας, όλοι εμφανίζονται απρόθυμοι να επιβάλουν τη δέουσα τιμωρία, έτοιμοι να τους αθωώσουν, καθώς, όπως αποδεικνύεται, ενδόμυχα θεωρούν πως η γυναικεία λάμψη οφείλει να τιμωρηθεί, εν μέρει υπεύθυνη για τον «εκτροχιασμό» που προκάλεσε.

Η Οουτς, πριν από κάποια χρόνια, σε άρθρο της στο «Newsweek» είχε παραλληλίσει το βιασμό με τη συμπεριφορά των πυγμάχων στην παλαίστρα: «Μια χειρονομία βίαιης κατατρόπωσης της θηλυκότητας, μέσα από την επίδειξη της αντρικής υπεροχής, με στόχο τη σωματική ικανοποίηση του χυδαιότερου είδους. Η πλέον ακραία αντρική χειρονομία εκδηλώνεται όταν ο αντίπαλος εξουδετερώνεται και ο νικητής στέκεται πάνω από το πεσμένο σώμα σηκώνοντας τα γάντια του σε ένδειξη θριάμβου».

Οταν πάλι πρόκειται για ομαδικό βιασμό υπάρχει και η αίσθηση της ομαδικής συμμετοχής στην τιμωρία εκείνης που τους απαξιώνει και τολμάει να προκαλεί με τους τρόπους, το ντύσιμο ή ακόμα και με την ύπαρξή της τη μετριότητά τους και την ανικανότητα άντλησης αποδοχής με άλλους τρόπους.

Στο έργο τής Οουτς ο βιασμός παίρνει πολλές μορφές, υπάρχει η πράξη της κακοποίησης, αλλά και η μιντιακή εισβολή, υπάρχει ο βιασμός του βλέμματος και η ηδονοθηρία που αντλείται από τη θέαση του θύματος, υπάρχει όμως και ο εσωτερικός βιασμός, καθώς το θύμα δεν χάνει μόνο κάθε αξιοπρέπεια γινόμενη θέαμα, αλλά και τον εαυτό του και μετατρέπεται σε παθητικό δέκτη: τα αντανακλαστικά της νεκρώνονται με τον τρόπο που είναι νεκρωμένα τα αντανακλαστικά μιας ολόκληρης κοινότητας. Το πλήθος επιτίθεται με το βλέμμα στο ήδη κακοποιημένο σώμα στις αίθουσες των δικαστηρίων, στο δρόμο ή όπου αυτό εκτίθεται, ο οίκτος εναλλάσσεται με την οργή, το βιασμένο σώμα αδρανοποιείται και αποσύρεται εθελοντικά, και γίνεται ένα σώμα αφοπλισμένο από κάθε βούληση, ένα άχρηστο, σημαδεμένο σώμα.

Το βιασμένο σώμα εμπνέει φόβο και αποτροπιασμό, όλοι απομακρύνονται και το εγκαταλείπουν, ακόμα και η κάτοχός του που θέλει να σβήσει κάθε μνήμη, κάθε εικόνα από τη ζωή της πριν από το γεγονός.



«Πήγαινε γυρεύοντας»



Στο ολιγοσέλιδο, αλλά πυκνό μυθιστόρημα, η δωδεκάχρονη Μπέθι γίνεται μάρτυρας του ομαδικού βιασμού της αισθησιακής και «προκλητικής με τους άντρες» μητέρας της, της χήρας Τίνα Μαγκουάιρ, στο δρόμο της επιστροφής για το σπίτι ύστερα από ένα πάρτι το βράδυ της 4ης Ιουλίου. Η απερίσκεπτη μητέρα της για να επιστρέψουν γρηγορότερα στο σπίτι είχε την ιδέα να διασχίσουν το πάρκο, όταν όρμησε πάνω τους μια παρέα αντρών σαν «ένα κοπάδι άγριων σκυλιών». Η κόρη δεν κατόρθωσε να το σκάσει, παρά τις παραινέσεις της μητέρας της, και έγινε μάρτυρας της ομαδικής αυτής βαρβαρότητας. Η Τίνα εγκαταλείφθηκε από τους δράστες ημιθανής, φιμωμένη και κακοποιημένη και βρέθηκε από έναν αστυνομικό, πρώην στρατιώτη στον πόλεμο του Περσικού Κόλπου, ο οποίος γνώριζε το θύμα εξ αποστάσεως και ο οποίος αργότερα θα αναλάβει να αποδώσει δικαιοσύνη, χρίζοντας τον εαυτό του τιμωρό.

Η Τίνα θα χρειαστεί αρκετό καιρό για ν' αναρρώσει. Η μνήμη της αρνείται να επανέρθει ολόκληρη μετά την τραυματική εμπειρία, που, όπως φαίνεται, θα τη σφραγίσει για πάντα. Υπάρχει πάντα το «πριν» και το «μετά» το βιασμό, σαν να χωρίστηκε η ζωή τους στα δύο: «Το μετά θα ήταν χρόνια και χρόνια. Ακόμα ζεις αυτά τα χρόνια. Το μετά θα ήταν το υπόλοιπο της ζωής τής μητέρας σου». Ο βιασμός είναι ένα από εκείνα τα γεγονότα που αλλοιώνουν την προσωπικότητα και τη μεταβάλλουν αμετάκλητα: η ταυτότητα των δύο γυναικών αφανίστηκε και έγιναν η «γυναίκα του ομαδικού βιασμού και η κόρη της που τον παρακολούθησε».

Στο πρώτο κεφάλαιο, με τον τίτλο «Πήγαινε γυρεύοντας», μας δίνεται συνοπτικά και διεισδυτικά η γενικότερη άποψη, αλλά και η επικρατούσα θέση μεγάλου μέρους της κοινότητας: το γεγονός και μόνο πως το θύμα ήταν μια γυναίκα μόνη, όμορφη, με περιστασιακές σχέσεις, δικαιολογούσε εν μέρει τους βιαστές. Η «ευκολία», η γενικότερη προθυμία, αλλά και η γοητεία που ασκούσε στον αντρικό πληθυσμό την καθιστούσαν και υπεύθυνη για την ομαδική επίθεση που της έγινε. Η δε κόρη της, που θεωρείται θύμα της αδιαφορίας τής μητέρας της, θα εξεταστεί και θα ανακριθεί εξαντλητικά, καθώς είναι η μοναδική μάρτυρας. Θα επαναλάβει ξανά και ξανά τις φρικιαστικές λεπτομέρειες και θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει η ίδια τους βιαστές της μητέρας της.



Ανθρώπινες αγέλες



Η αφήγηση δίδεται σε δεύτερο πρόσωπο. Μια φωνή εξιστορεί τα γεγονότα, που είναι ιδιαίτερα επώδυνα για να ειπωθούν σε πρώτο πρόσωπο, παίρνοντας έτσι την απαραίτητη απόσταση από αυτά. Το πιθανότερο είναι η φωνή αυτή ν' ανήκει στην κόρη που αργότερα τα διηγείται και τα ερμηνεύει στον εαυτό της: το δεύτερο πρόσωπο είναι αναγκαίο για τη μετατόπιση από το δυσβάσταχτο πόνο και τον πληγωμένο εαυτό.

Η ιστορία δίδεται σε μικρά σύντομα κεφάλαια, γραμμένα σε ρυθμό πυρετικό. Το θέμα επανέρχεται κυκλικά με επαναλαμβανόμενες φράσεις στην κεντρική αποτρόπαιη εικόνα που τσάκισε τη ζωή των δύο γυναικών.

Ο υπότιτλος της αγγλικής έκδοσης είναι «a love story», το οποίο ακούγεται μεν ειρωνικό, αλλά σίγουρα το μυθιστόρημα μπορεί να διαβαστεί και ως μια ιστορία αγάπης: της αγάπης της κόρης για τη μητέρα, που έγινε ασπίδα προστασίας από τους βιασμούς που ακολούθησαν τη μοιραία νύχτα, έγινε η μνήμη της όταν η μνήμη τής μητέρας υποχώρησε, αλλά και ήταν έτοιμη ακόμα και «να αγαπήσει για λογαριασμό της μητέρας της, γιατί εκείνη πλέον δεν μπορούσε».

Το μυθιστόρημα ανοίγει και κλείνει το ίδιο απότομα, βιάζοντας με τις συνεχείς παρεμβολές και επιστροφές στη μοιραία νύχτα τον τρόπο που έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε τα μυθιστορήματα. Η ιστορία παρουσιάζεται σαν μια παρένθεση ανάμεσα στις δύο φάσεις μιας ζωής, μια ρωγμή στο σώμα του θύματος, αλλά και στο κοινωνικό σώμα, που σημαδεύεται κι αυτό βαθιά από το χάσμα που ανοίχτηκε. Οσοι βιάστηκαν, αλλά και αυτοί που βίασαν, όλοι όσοι έτυχε να έρθουν σε επαφή με το συμβάν επηρεάζονται, καθώς δεν πρόκειται για ένα συμπτωματικό γεγονός, αλλά για μια γενικευμένη επίθεση κατά της θηλυκότητας. Η βαρβαρότητα και η αδιαφορία είναι ο τρόπος που έχει μάθει να αντιμετωπίζει τέτοια γεγονότα η βάρβαρη και αδιάφορη αμερικανική κοινότητα, μια κοινότητα που τρέφεται με την πορνογραφία, το μποξ και τα στοιχήματα, δημιουργώντας αγέλες αγρίων που ενίοτε δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους σε όποια ανυπεράσπιστη λεία τύχει και βρεθεί στο δρόμο τους τη νύχτα.



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 24/06/2005

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!