0
Your Καλαθι
Η αρχή της ιστορίας
Δοκίμια για τη λογοτεχνία
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Πολλοί μεγάλοι συγγραφείς γράφουν και ξαναγράφουν την πρώτη πρόταση ενός βιβλίου εκατοντάδες φορές -και μερικές φορές δεν πάνε παρακάτω. Αλλοι διαλέγουν, ίσως από απελπισία, την πρώτη φράση που θα τους έρθει στο μυαλό. «Η αρχή κάθε ιστορίας», λέει ο Άμος Οζ, «είναι στην πραγματικότητα ένα κόκκαλο, κάτι με το οποίο κερδίζεις την εύνοια του σκύλου μιας κυρίας, γεγονός που μπορεί να σε φέρει πιο κοντά στην ίδια την κυρία». Αναλύοντας τις αρχές έργων διασήμων συγγραφέων όπως ό Γκόγκολ, ο Τσέχωφ, ο Κάφκα, ο Γκαρσία Μάρκες, ο Οζ εξερευνά με πάθος και χιούμορ το γιατί η αρχή είναι τόσο σημαντική όσο το τέλος. Φωτίζει τις εναρκτήριες παραγράφους των έργων τους, στις οποίες πιθανώς να δίνονται υποσχέσεις που μπορεί να μην εκπληρωθούν ποτέ, ή που δεν προμηνύουν καθόλου όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Το βιβλίο αυτό μοιάζει με ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι που εμπλέκει τόσο τον συγγραφέα όσο και τον αναγνώστη στον μαγικό και μυστηριώδη κόσμο της λογοτεχνίας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ποιο είναι το σημείο από το οποίο πρέπει να αρχίσει μια ιστορία; Τι επιβάλλει τη σχετική επιλογή του συγγραφέα; Τι συνέβη πριν από αυτή την αρχή και γιατί να μην αρχίσει η ιστορία από εκείνο το πριν; Ποια είναι η λειτουργικότητα του ανοίγματος ως προς την όλη ιστορία ή και το κλείσιμό της; Με ποιον τρόπο οφείλει το άνοιγμα να εισαγάγει τον αναγνώστη στον μυθιστορηματικό κόσμο; Δίνοντας θετικές πληροφορίες, ή επιχειρώντας μια αρνητική πληροφόρηση; Με έναν προσωπικό τρόπο, που συνδυάζει ευχάριστα την υποκειμενικότητα του μυθιστοριογράφου με την αντικειμενικότητα του κριτικού, ο Ισραηλινός μυθιστοριογράφος Άμος Οζ προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα με το βιβλίο του «Η αρχή της ιστορίας», που βασίζεται σε μαθήματα και διαλέξεις που έδωσε στο Ισραήλ και στις ΗΠΑ.
Πρώτα ξεχωρίζει δύο είδη γραφής: εκείνη που βασίζεται στο μόχθο και τον καταναγκασμό της συγκέντρωσης και επεξεργασίας δεδομένων και σε αυτή που είναι εντελώς ελεύθερη (επειδή μπορεί να ξεκινήσει από οποιοδήποτε σημείο), αλλά και αγχώδης (επειδή σου ζητά να φτιάξεις κάτι από το απόλυτο τίποτα). Η ελευθερία που προσφέρει αυτό το προκλητικό κενό είναι πολύ πιθανό να φτάσει στο σημείο να γίνει απελπισία, επειδή μπορεί μεν να κινητοποιήσει μια δημιουργική διαδικασία που θα ξεκινήσει από οποιοδήποτε σημείο του τόπου και του χρόνου, αλλά μπορεί επίσης να ακινητοποιηθεί επ' αόριστον μπροστά στη λευκή σελίδα. Μια λευκή σελίδα είναι σαν ένας ασβεστωμένος τοίχος χωρίς πόρτα και παράθυρο και το ξεκίνημα μιας ιστορίας είναι σαν να προσπαθείς να πιάσεις κουβέντα σε κάποιο εστιατόριο με έναν εντελώς άγνωστο: η εξασφάλιση της πρώτης επαφής στηρίζεται στην προσαρμοστικότητα του αφηγητή και αυτή η προσαρμοστικότητα είναι μεγαλύτερη, όσο μεγαλύτερη είναι η επιθυμία να μιλήσεις.
Εχουν αναπτυχθεί διάφορες στρατηγικές για να ξεπεραστεί αυτή η δυσκολία: κάποιοι δεν αρχίζουν από την πρώτη λέξη, αλλά με κάποια εύκολη σκηνή από τη μέση της ιστορίας. Άλλοι επιμένουν, γράφοντας και ξαναγράφοντας πολλές φορές την πρώτη πρόταση. Άλλοι, για να ξεφύγουν από αυτή την εμπλοκή με το άνοιγμα, αποφασίζουν να ξεκινήσουν όπως τους έρθει. Οι δυσκολίες, ωστόσο, της εκκίνησης αυξάνουν από το γεγονός πως, εκτός από την πρώτη ώθηση, το άνοιγμα πρέπει να υπηρετήσει και κάποιες βασικότερες ανάγκες της αφήγησης.
Πληροφορίες που δηλώνονται και υποδηλώνονται
Στις πρώτες σελίδες ενός μυθιστορήματος κρίνεται σε μεγάλο βαθμό η κατάκτηση ή η απώλεια του αναγνώστη. Εάν στις σελίδες αυτές το μυθιστόρημα είναι απλοϊκό και ανιαρό ή είναι περίπλοκο και δεν δίνει στον αναγνώστη τις πληροφορίες εκείνες που είναι απαραίτητες για την εισαγωγή του στον μυθιστορηματικό κόσμο που αυτό συγκροτεί, τότε ο αναγνώστης είναι πολύ πιθανό να μη συνεχίσει το διάβασμα. Το πρώτο, λοιπόν, που γνωρίζει καλά ο μυθιστοριογράφος πως πρέπει να πετύχει με τις πρώτες σελίδες, είναι η πρόκληση του αναγνωστικού ενδιαφέροντος. Από τη στιγμή που το έχει κατορθώσει, μπορεί να αισθανθεί περισσότερη άνεση και να επιτρέψει στον εαυτό του μεγαλύτερες αφηγηματικές ελευθερίες.
Το πρόβλημα του ανοίγματος εντοπίζεται στην ανάγκη να πειστεί ο αναγνώστης πως βρίσκεται στην αρχή μιας ενδιαφέρουσας ιστορίας και να πάρει τις απαραίτητες πληροφορίες για χαρακτήρες και καταστάσεις. Για να γίνει αυτό δυνατό, ο συγγραφέας πρέπει να διατηρήσει μια ισορροπία ανάμεσα στην παροχή πληροφοριών και στη δημιουργία πηγών αβεβαιότητας, αποφεύγοντας την παροχή πολλών πληροφοριών που θα μείωναν το ενδιαφέρον ή την παρουσίαση πολλών χαρακτήρων που θα περιέπλεκαν τον αναγνώστη. Η ισορροπία αυτή διατηρείται χάρη στην παράλληλη λειτουργία δύο διαύλων πληροφόρησης: ενός θετικού και ενός αρνητικού. Από τη στιγμή που πρωταρχική λειτουργία της αρχής είναι εκείνη της έκθεσης (δηλαδή της παροχής πληροφοριών απαραίτητων για την κατανόηση της ιστορίας), αυτή η έκθεση πρέπει να παίρνει τη μορφή προϊδεασμού (δίνοντας πληροφορίες διαφωτιστικές), αφήνοντας όμως την ιστορία ανοιχτή, μέσα από την παρουσίαση ενός λανθάνοντος ή ενός εμφανούς στοιχείου αβεβαιότητας. Αυτή τη διπλή λειτουργία μπορούμε να την ονομάσουμε θετική και αρνητική πληροφόρηση ή δήλωση και υποδήλωση. Σε ένα επιτυχημένο άνοιγμα δεν υπάρχουν διαφορετικές πληροφορίες που λειτουργούν είτε με τον θετικό ή είτε με τον αρνητικό τρόπο, αλλά η διπλή λειτουργία πραγματοποιείται μέσα από τις ίδιες πληροφορίες, οι οποίες παράλληλα δηλώνουν σαφώς κάτι, ενώ παράλληλα υποδηλώνουν και κάτι άλλο.
Για τον Οζ κάθε αρχή ιστορίας είναι ένα είδος συμβολαίου ανάμεσα στο συγγραφέα και τον αναγνώστη: η εναρκτήρια παράγραφος ή το κεφάλαιο λειτουργεί σαν μια μυστική συμφωνία τους, που γίνεται πίσω από την πλάτη του πρωταγωνιστή. Υπάρχουν, όμως, και παραπλανητικά συμβόλαια, όπου ο συγγραφέας δίνει την εντύπωση πως αποκαλύπτει κάποια μυστικά, κάνοντας τον αναγνώστη να πιστέψει πως συμμετέχει στη συνωμοσία, ενώ στην πραγματικότητα γίνεται θύμα μιας λεπτότερης συνωμοσίας: το εμφανές συμβόλαιο δεν είναι παρά τμήμα ενός ευρύτερου, διακριτικότερου και δολιότερου συμβολαίου. Σε αυτή την κατηγορία κατατάσσει την αρχή της Δίκης του Κάφκα, του Εκλεκτού του Τόμας Μαν και του Michael Kohlhaas του Κλάιστ.
Ανάλογα είναι και τα συμβόλαια-παγίδες, που εμφανίζονται σαν ζουμερό κουτσομπολιό ή αποκαλυπτική εξομολόγηση, αλλά στη συνέχεια αποδεικνύεται πως πρόκειται για την αρχή μιας ιστορίας πολύ πιο περιεκτικής ή σύνθετης -όπως συμβαίνει με την αρχή του Μόμπι Ντικ. Άλλο είδος συμβολαίου είναι το φιλοσοφικό, που κάνει μια γενική τοποθέτηση, όπως το άνοιγμα της Άννας Καρένινα του Τολστόι: «Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους· κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι δυστυχισμένη με το δικό της τρόπο». Τα αυστηρά συμβόλαια λειτουργούν σχεδόν απαγορευτικά, όπως η αρχή στο Η βουή και το πάθος του Φόκνερ.
Δέκα εναρκτήρια συμβόλαια
Στην Αρχή της ιστορίας αναλύεται το άνοιγμα δέκα μυθιστορημάτων ή διηγημάτων των Γκόγκολ, Κάφκα, Τσέχοφ, Γκαρσία Μάρκες, Έλσα Μοράντε, Τέοντορ Φοντάνε, Σ. Γ. Άγκνον, Ρέιμοντ Κάρβερ, Σ. Γιτζχάρ, Γιάκοβ Σαμπτάι. Με αυτά δίνει παραδείγματα εναρκτήριων παραγράφων ή σελίδων που μοιάζουν με «κρυφτό» ή με το «Κάνε ό,τι κάνω» ή με παρτίδα σκακιού ή με πόκερ ή με σταυρόλεξο ή με φάρσα ή με μια πρόσκληση σ' έναν λαβύρινθο ή σε χορό ή με εμπαικτικό φλερτ που υπόσχεται, αλλά δεν δίνει ή δίνει λάθος πράγματα ή δίνει αυτό που δεν υποσχέθηκε ποτέ. Τελικά, όπως σε κάθε συμβόλαιο, αν δεν προσέξεις τα ψιλά γράμματα, μπορεί να πιαστείς κορόιδο, αλλά κάποτε είναι δυνατό να πάθεις το ίδιο ακριβώς επειδή έχεις κολλήσει στα ψιλά γράμματα και αντί για το δάσος βλέπεις το δέντρο.
Η εξέταση των δέκα εναρκτήριων συμβολαίων από τον Οζ φιλοδοξεί να χρησιμεύσει ως εισαγωγή σε ένα μάθημα αργής ανάγνωσης, μια και οι απολαύσεις της ανάγνωσης, όπως και οι άλλες απολαύσεις, πρέπει να καταναλώνονται σε μικρές ποσότητες. Σκοπός του, λοιπόν, δεν είναι η σχολαστική ανάλυση που ευνουχίζει την απόλαυση, αλλά η εξιχνίαση του τρόπου με τον οποίο διαφορετικοί συγγραφείς μάς μυούν στη μαγεία της επαφής με το ασύλληπτο και πιο συγκεκριμένα, του τρόπου με τον οποίο κάνουν το ασύλληπτο αντιληπτό όχι μέσω της νόησης, αλλά απευθείας μέσα από τις αισθήσεις, τις επιθυμίες, τους φόβους, τη φαντασία και τα πάθη μας. Η μαγεία αυτή δεν έχει καμία σχέση με την αντανάκλαση κάποιας γνωστής πραγματικότητας, που αναγνωρίζεται εύκολα μέσα από την αναπαράστασή της: αν το μόνο που θέλετε, αναρωτιέται ο Οζ, είναι να κοιταχτείτε σε έναν καθρέφτη, τότε γιατί διαβάζετε βιβλία;
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/01/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις