0
Your Καλαθι
Τρεις μεταπολεμικοί πεζογράφοι ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Χριστόφορος Μηλιώνης, Νίκος Μπακόλας, Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος
Έκπτωση
65%
65%
Περιγραφή
Στο βιβλίο αυτό εξετάζεται το έργο των τριών σύγχρονων αξιόλογων πεζογράφων χωριστά του καθενός και συσχετικά. Η ιδιαίτερη εκτίμηση του συγγραφέα γι' αυτούς, αλλά και οι κοινές περίπου εμπειρίες και αξίες που τον συνδέουν μαζί τους τον οδήγησαν στην απόφαση να συγκροτήσει αυτή τη μικρή "φιλολογική παρέα". Από τον παραλληλισμό τους αναδύεται, παρά τις διαφορετικές αισθητικές αφετηρίες, μια βαθύτερη συγγένεια που επηρεάζει το έργο τους.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Στο βιβλίο του «Τρεις μεταπολεμικοί πεζογράφοι» ο Γιώργος Παγανός εξετάζει το έργο των Χριστόφορου Μηλιώνη, Νίκου Μπακόλα και Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου. Ο Γ. Π., έγκυρος φιλόλογος, σύμβουλος φιλολόγων επί πολλά έτη και από τους βασικούς συντελεστές της ανανέωσης και ουσιαστικής βελτίωσης των «Κειμένων νεοελληνικής λογοτεχνίας» της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, έχει καταθέσει τον ευκρινή κριτικό του λόγο τόσο σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά όσο και σε τρία βιβλία θεωρίας και κριτικής, στον πεζογραφικό ιδιαίτερα τομέα. Εχει ακόμη ασχοληθεί και με το γλωσσικό ζήτημα και τις κοινωνικές εκφάνσεις και διαπλοκές του στο βιβλίο του «Ο εκπαιδευτικός δημοτικισμός και ο Κωστής Παλαμάς».
Ως κυρίαρχο στοιχείο προσέγγισης του έργου των τριών πεζογράφων λειτουργεί για τον Γ. Π. «ο κοινός εμπειρικός τόπος» των συγγραφέων, οι οποίοι είναι σχεδόν ομήλικοι μεταξύ τους και μαζί του. Αναδεικνύουν, ως εκ τούτου, οι συγγραφείς, κατά τη γνώμη του, παραπλήσια βιώματα και συγγενή πρόσληψη των πραγμάτων.
Ο Γιώργος Παγανός καταθέτει την προσωπική οπτική του σε σχέση με τη λογοτεχνία και τη μνήμη, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τους τρεις συγγραφείς με βάση την αντίληψή τους για την πραγματικότητα. Υπερασπίζεται ακόμη τη συγχρονική ανάγνωση, ανάγνωση την οποία συνδυάζει με τα κοινά εμπειρικά δεδομένα. Κατ' αυτό τον τρόπο παίρνει άμεση θέση σε βασικά προβλήματα της λογοτεχνικής θεωρίας, προτείνοντας τον συνδυασμό των εξωτερικών-βιωματικών στοιχείων και της αξίας του κειμένου καθεαυτό στην κριτική θεώρηση των λογοτεχνικών έργων. Εκμεταλλεύεται δηλαδή τις λεγόμενες «εξωγενείς πληροφορίες», στην όποια ανάλυση και γνώμη του. Ο ασκημένος φιλόλογος παρευρίσκεται ως εμφανής αρωγός συνεργώντας παραπληρωματικά στην προσέγγιση του κριτικού. Προσεκτικός και διακριτικός, προσπαθεί να πληροφορήσει, να πείσει και να αποδείξει, να αναδείξει. Εξάλλου, και για να θυμηθούμε τον Σ. Ντ. Χιρς, αμερικανό θεωρητικό, ο ερμηνευτής δεν είναι γονέας αλλά μάλλον η μαμή που είναι αφιερωμένη στην αποκάλυψη του συγγραφικού νοήματος.
Το βιβλίο συγκροτείται από ένα πρώτο μέρος και από ένα παράρτημα. Το εισαγωγικό συγκριτικό κεφάλαιο αποτελεί στην ουσία ένα δοκίμιο το οποίο λειτουργεί ως αιτιολόγηση, κατά κάποιον τρόπο, της εμπλοκής του στο εγχείρημα, όπου κατατίθενται εμπεριστατωμένα οι θέσεις και κρίσεις του για τους συνεξεταζόμενους συγγραφείς και η ευρύτερη αντίληψή του για τη λογοτεχνία. Στα επόμενα τρία κεφάλαια περιλαμβάνονται χωριστές παρουσιάσεις του έργου των συγγραφέων. Προηγείται σε κάθε περίπτωση εργογραφία και έπεται πλήρης βιβλιογραφία. Στο δεύτερο μέρος περιέχονται δημοσιευμένες κριτικές των βιβλίων των συγγραφέων. Στο τέλος του βιβλίου φιλοξενούνται αυτοβιογραφικά σημειώματά τους.
Ο Γιώργος Παγανός ανιχνεύει τα «άμεσα χαρακτηριστικά» των συγγραφέων συναρτώντας τα με το ευρύτερο κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι και την κοινή βιωματική πραγματικότητα των δημιουργών. Η λογική επομένως ενός κριτικού ρεαλισμού θέαση που αποδίδει ο ίδιος στους τρεις πεζογράφους φαίνεται ότι διέπει τον τρόπο διαπραγμάτευσης του έργου τους. Αρκεί στο σημείο αυτό να θυμηθούμε την άποψη του Ρόμαν Γιάκομπσον: «Τα έργα τέχνης μπορούν να κληθούν ρεαλιστικά είτε όταν ο συγγραφέας έχει την ανάλογη πρόθεση είτε όταν ο παραλήπτης τα ερμηνεύει ως πιστά προς τη ζωή».
Ο Γ. Π. θεωρεί ότι υπό το πρίσμα της μνήμης ατενίζουν οι τρεις συγγραφείς το παρόν και έτσι το ερμηνεύουν. Παρατήρηση η οποία δεν είναι άστοχη, παρ' όλο που η έννοια της μνήμης επιδέχεται πολλαπλές θεωρήσεις. Στο μεν έργο του Μηλιώνη, επί παραδείγματι, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία και ερμηνεία του παρόντος, στον Παπαδημητρακόπουλο όμως συνιστά την ειρωνική αποδοχή του καθημερινού, ενώ στον Ν. Μπακόλα η μνήμη αποστασιοποιείται, νομίζω, και διαχωρίζεται από το σήμερα, είναι έννοια παράλληλη προς το παρόν, καθισταμένη βιοθεωρία και τρόπος ζωής. Είναι οιονεί παρελθόν και ως παρελθόν ατενίζεται.
Κομψή και αιχμηρή η γραφή του Η. Παπαδημητρακόπουλου, στέρεα και στοχαστικά τα διηγήματα του Χ. Μηλιώνη, αρδεύουν από την ακινησία των πραγμάτων και την οριστική απώλεια, δυναμικός ο κόσμος του Ν. Μπακόλα, αφού οι πρωταγωνιστές «ανασταίνονται», επανακάμπτουν ως απρόβλεπτοι εισβολείς ενός άλλου χρόνου και εμπλέκονται άμεσα στο παρόν, διευθετώντας ακόμη τις μεγάλες εσαεί εκκρεμότητες.
Στο σημείο αυτό μπορεί ίσως και να εντοπιστεί η όποια διαφορά και ανομοιότητα των τριών πεζογράφων. Η μεταφυσική, ονειρική δηλαδή, αναπαράσταση του κόσμου του κατ' εξοχήν μυθιστορηματογράφου Μπακόλα και οι μικρές «φέτες ζωής» που καταθέτουν, ως επί το πλείστον, οι δύο διηγηματογράφοι Μηλιώνης και Παπαδημητρακόπουλος.
Η αυτοαναφορικότητα αποτελεί εξάλλου, κατά τον Γ. Π., δεσπόζουσα μυθοποιητική συνισταμένη των τριών συγγραφέων. Εννοια την οποία αποποιούνται οι νεότεροι πεζογράφοι, δημιουργώντας την εύλογη απορία της ατομικής υποστασιοποίησής τους ως συγγραφέων. Η μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα της ατομικής θέασης, αυτή που συγκροτεί το προσωπικό ύφος, και η συνεπακόλουθη αυτοαναφορικότητα, θεωρούνται ανασχετικοί παράγοντες μιας σύγχρονης γραφής, όπου ο συγγραφέας οφείλει να απουσιάζει και να εξαφανίζεται. Η μνήμη επομένως δεν υφίσταται πια ως βαθύτερη συνείδηση των πραγμάτων ή, πολύ περισσότερο, ως συλλογική μνήμη, παρά μόνον ίσως ως αναπαραστατική διαδικασία εκτύλιξης άμεσων περιγραφικών καταστάσεων.
Οι κριτικές προσεγγίσεις του δεύτερου μέρους του βιβλίου του Γιώργου Παγανού χαρακτηρίζονται από την ενδελεχή και ευαίσθητη παρατήρηση. Ο κριτικός λόγος του είναι διεξοδικός, οι δε αφηγηματικές τεχνικές και τρόποι των συγγραφέων αναδεικνύονται ως βασικό μέλημά του.
Η συμπόρευση, παρ' όλα αυτά, του Γ. Π. με κάθε συγγραφέα ξεχωριστά δεν είναι η ίδια. Με άλλον φαίνεται άμεση και κοντινή, εκ του σύνεγγυς θα έλεγα, με άλλον περισσότερο διακριτική και ψύχραιμη ή ακόμη σφαιρικότερη και αδρότερη. Στάση που νομιμοποιείται πιστεύω και από την ανομοιότητα των συνεξεταζόμενων πεζογράφων και από τις θέσεις του Γ. Π., όπως διαγράφονται στο προλογικό ιδιαίτερα μέρος του βιβλίου.
Ο Γ. Π. διατηρεί σε κάθε περίπτωση απαρέγκλιτα την αναγκαία αποστασιοποίηση του επιστήμονα προσδίδοντας κύρος και αντικειμενικότητα στο βιβλίο.
Ανδρέας Μήτσου
ΤΟ ΒΗΜΑ, 09-05-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις