0
Your Καλαθι
"Η παρηγορία των επιστολών σου..." ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Ευανθία Καϊρη - Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου: Αλληλογραφώντας, όπως θα ήθελαν
Έκπτωση
13%
13%
Περιγραφή
H Eυανθία Kαΐρη και η Eλισάβετ Mουτζάν-Mαρτινέγκου γεννήθηκαν στην αυγή του 19ου αιώνα, η μία στην Ανδρο, η δεύτερη στη Zάκυνθο. Yπήρξαν δυο σπουδαίες γυναίκες. H μεγαλύτερη ατυχία τους ήταν ότι γεννήθηκαν σε λάθος χρόνο και λάθος τόπο. H μεγαλύτερη ευτυχία τους θα μπορούσε να είναι η γνωριμία και η συνακόλουθη θερμή τους φιλία.
Tην ευτυχία αυτή, που δεν αξιώθηκαν, θέλησε να τους προσφέρει τούτο το βιβλίο, με τη μορφή μιας μεταξύ τους αλληλογραφίας, έστω και υποθετικής. Aπό τις φανταστικές σελίδες της περνούν πρόσωπα υπαρκτά και ζωντανεύουν πραγματικά περιστατικά, αποκαλύπτοντας αναπάντεχες, λησμονημένες ή και άγνωστες πτυχές της ελληνικής ιστορίας, κοινωνίας και πολιτικής –καθώς και της μικροϊστορίας των τριών νησιών, Ανδρου, Zακύνθου και Σύρου, όπου εκτυλίσσεται η αλληλογραφία–, στους ταραγμένους χρόνους πριν, κατά και μετά την Eπανάσταση του 1821.
Πάνω απ’ όλα, μέσα από αυτές τις επιστολές περνούν οι ίδιες, η Eυανθία Kαΐρη και η Eλισάβετ Mουτζάν-Mαρτινέγκου: όσα διαμείβονται μεταξύ τους, φανταστικά ως γραπτή διατύπωση, είναι αληθινά ως περιεχόμενο, καθώς για την πορεία του βίου και της ψυχής τους φρόντισαν οι ίδιες να μας πληροφορήσουν, μέσα από τα γενναιόδωρα γραπτά τους κατάλοιπα.
(Από τον εκδότη)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η Αννίτα Παναρέτου μάς συστήθηκε πριν από 13 χρόνια με την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πεντάτομη «Ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία» της (εκδ. «Επικαιρότητα»), καρπός πολύχρονης έρευνας και φανερής αγάπης. Αλλες ενασχολήσεις της είχαν να κάνουν με κείμενα για τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο και τον Παντελή Πρεβελάκη, πάντα σε επίπεδο μελέτης και έρευνας. Η μοναδική λογοτεχνική της ενασχόληση ήταν ένα παιδικό αφήγημα («Μια ιστορία καλοκαιρινή», «Καστανιώτης», 1992), έως ότου κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Η παρηγορία των επιστολών σου....» και υπότιτλο «Ευανθία Καΐρη - Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου: αλληλογραφώντας όπως θα ήθελαν». Τόσο ο τίτλος όσο και ο υπότιτλος μας δίνουν την ταυτότητα και της μορφής του μυθιστορήματος και του περιεχομένου του. Πραγματικά στο πρώτο της μυθιστόρημα η Αννίτα Παναρέτου βρίσκεται σε έναν οικείο χώρο, αυτόν της έρευνας και της συγκέντρωσης του υλικού της. Προστρέχει δε στο επιστολικό μυθιστόρημα, είδος με πολύ παλιές περγαμηνές και ακμή τον 19ο αιώνα. Στον οποίο η συγγραφέας κάνει μια γερή βουτιά, ανασύροντας από αυτόν δύο ελάχιστα έως και καθόλου προβεβλημένες λόγιες γυναίκες των αρχών του 19ου αιώνα: την, όπως έχει χαρακτηριστεί, πρώτη Ελληνίδα πεζογράφο, Ζακύνθια, Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου και την, σύμφωνα με τον Κ.Θ Δημαρά, πρώτη πραγματική λογία των νεογέννητων ελληνικών γραμμάτων, Ευανθία Καΐρη, κατά δεκαπέντε χρόνια νεότερη αδελφή του Ανδριώτη φιλοσόφου -και όχι μόνον- Θεόφιλου Καΐρη. Οι ζωές και των δύο αυτών γυναικών, και ιδιαίτερα της πρώτης, μοιάζουν όντως μυθιστορηματικές. Οχι γιατί παρουσιάζουν μια εντυπωσιακή πλοκή, αλλά γιατί είναι ταυτόσημες με την τραγικότητα της γυναικείας ύπαρξης εκείνων των χρόνων. Η Καΐρη θα γεννηθεί το 1799, η Μαρτινέγκου το φθινόπωρο του 1801 και θα ζήσει μόλις 31 χρόνια. Το ζήσει όμως είναι τρόπος τού λέγειν αφού τα περίπου τριάντα χρόνια της θα τα περάσει έγκλειστη στο αρχοντικό της στη Ζάκυνθο, διότι, σύμφωνα με το βαρβαρικόν, όπως το ονομάζει η ίδια στην «Αυτοβιογραφία» της, έθιμο της αριστοκρατικής τάξης της Ζακύνθου, τα κορίτσια έως να παντρευτούν, όχι μόνον απαγορευόταν να βγουν από το σπίτι τους, αλλά κι έβλεπαν τον έξω κόσμο πίσω από καφασωτά παράθυρα, τα λεγόμενα στην τοπική διάλεκτο «τζελουτζίαις». Πίσω από αυτές τις τζελουτζίαις παρέμεινε έγκλειστη η Ελισάβετ Μουτζάν, έως ότου παντρεύτηκε τον Νικόλαο Μαρτινέγκο, για να ζήσει στο καινούριο της σπιτικό μόλις ενάμιση χρόνο. Θα πεθάνει 16 μέρες μετά τη γέννηση του γιου της Ελισαβέτιου στα 31 της χρόνια. Ωστόσο -κι εδώ ακριβώς έγκειται το στοιχείο της τραγικότητάς της-, το αναγκασμένο στην απόλυτη οικογενειακή σκλαβιά σώμα της βρισκόταν σε αβυσσαλέα αντίθεση με το ανεξάρτητο, ανήσυχο και γεμάτο έρωτα για τη γνώση πνεύμα της. Κλεισμένη στο χρυσό κλουβί της η Ελισάβετ διαβάζει ακατάπαυστα και γράφει το ίδιο. Τα ελληνικά γράμματα τα μαθαίνει από τρεις ιεροδιδασκάλους, ο ένας είναι ο Θεοδόσης Δημάδης, οπαδός του Διαφωτισμού, φίλος του Καΐρη. Τα ιταλικά και τα γαλλικά θα τα μάθει μόνη της. Αφήνει πίσω της ένα πλούσιο έργο, από το οποίο έχει διασωθεί μόνον η «Αυτοβιογραφία» της, λογοκριμένη κι αυτή από τον γιο της, έναν μέτριο ποιητή, κάποιες επιστολές της και ελάχιστα σπαράγματα μεταφράσεων αρχαιοελληνικών κειμένων. Η Καΐρη φαινομενικά είναι πιο τυχερή. Ζει ελεύθερα μεν, αλλά πάντα στη σκιά του μεγάλου της αδελφού, για τον οποίο τρέφει έναν μυστικό πλατωνικό έρωτα. Η λογιοσύνη της μένει κι αυτή στη σκιά του Θεόφιλου. Παρακολουθεί τα μεγάλα επαναστατικά γεγονότα της πατρίδας της και βέβαια τη μοίρα του αδελφού της. Δεν θα παντρευτεί ποτέ. Ο,τι έχει γράψει έχει διασωθεί καθώς και οι επιστολές της στην οκτάτομη έκδοση της «Αλληλογραφίας του Θεόφιλου Καΐρη» από τον Δημήτριο Ι. Πολέμη.
Το επιστολικό μυθιστόρημα που επέλεξε να ακολουθήσει η Αννίτα Παναρέτου για να πλάσει τις μυθιστορηματικές περσόνες των δύο γυναικών ξεκινά με την πρώτη επιστολή, την οποία υποτίθεται ότι στέλνει η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου στην Ευανθία Καΐρη στις 9 Δεκεμβρίου 1820, και κλείνει στις 23 Δεκεμβρίου 1862 με την ανεπίδοτη επιστολή της Καΐρη προς την πεθαμένη φίλη της, όπου εξιστορεί όλα όσα έγιναν από τον θάνατό της και μετά. Στις επιστολές παρακολουθούμε τις παράλληλες χρονικά ζωές των δύο γυναικών. Η Μουτζάν παραθέτει από τη μια τα εν οίκω βάσανά της και από την άλλη, τις απεγνωσμένες προσπάθειες διαφυγής της μέσω της σπουδής και της γραφής. Μία και μοναδική πραγματική προσπάθεια κρυφής φυγής από το αρχοντικό-φυλακή καταλήγει σε φιάσκο. Επιστολή την επιστολή γινόμαστε μάρτυρες μιας άγριας και βάναυσης συνθήκης επιβίωσης των αριστοκρατισσών γυναικών της Ζακύνθου, την οποία και όταν ακόμα δεν την αποδέχεσαι, όπως η Ελισάβετ, αδυνατείς να την αποτινάξεις έμπρακτα, αφού σύμπασες οι γενικότερες συνθήκες είναι εναντίον σου. Αντίθετα από τη ζωή δωματίου της Μαρτινέγκου, αυτή της Καΐρη είναι πλημμυρισμένη από τους ήχους της επαναστατικής και πρώτης μετα-επαναστατικής περιόδου. Κατά κάποιον τρόπο η δεύτερη αποτελεί ένα είδος ρεπόρτερ για την πρώτη, αφού την ενημερώνει λεπτομερώς για τα επαναστατικά δρώμενα, καλά και κακά, για τα οποία κι εκείνη ενημερώνεται από τον αδελφό της ή από έντυπα της εποχής. Επιστολή την επιστολή παρακολουθούμε και το δέσιμο των δύο γυναικών με τα πολλά κοινά ενδιαφέροντα και τις έρημες προσωπικές ζωές. Οι επιστολές των δύο ηρωίδων διανθίζονται με ποιήματα δικά τους και άλλων, με θεατρικούς διαλόγους από τα έργα τους, με παραθέσεις αποσπασμάτων από εφημερίδες ή από αναφορές σε ήθη και έθιμα των τόπων τους.
Το όλο εγχείρημα παρουσιάζει σαφώς ενδιαφέρον, από την άποψη ότι η Παναρέτου δίνει το βήμα σε δύο πρωτοπόρες και παραγνωρισμένες λόγω του φύλου τους λόγιες γυναίκες. Ολοφάνερη επίσης είναι η εκτενής φιλολογική έρευνα της συγγραφέως. Ωστόσο μία συγκριτική μελέτη της «Αυτοβιογραφίας» -έστω και λογοκριμένης- της Ελισάβετ με τις υποτιθέμενες επιστολές της δείχνει ότι η μυθιστορηματική της περσόνα αδυνατεί να αναδείξει το βαθύ στοιχείο της τραγικότητας, τις έντονες ψυχολογικές συγκρούσεις, την οργή που κατακλύζει την ψυχή της αυτοβιογραφούμενης. Δεν μπορώ να εντοπίσω τι ακριβώς φταίει. Πιθανόν η τόσο επιτηδευμένα λόγια γλώσσα της εποχής που μιμείται η συγγραφέας. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η Παναρέτου δεν μπόρεσε να υπεισέλθει στα ενδότερα της ψυχής της ηρωίδας της και να εξορύξει το σίγουρα εκρηκτικό μείγμα που θα της είχε δημιουργήσει η σκλαβιά της. Αντιθέτως, έμεινε σε μια επιφάνεια περισσότερο φιλολογικού και ιστορικού τύπου. Ακόμη πιο άχρωμη και ψυχρή εμφανίζεται η περσόνα της Καΐρη και όταν φαίνεται να συμπάσχει ή να νουθετεί την αλληλογράφο της. Καλή γενικότερα προσπάθεια, με αμφιλεγόμενα όμως αποτελέσματα.
ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/07/2008
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις