0
Your Καλαθι
Το καράβι στο βουνό
Μυθιστόρημα
Περιγραφή
Μετά την κατάρριψη του μαχητικού του αεροσκάφους, ο κυβερνήτης του Μάλχος Ευγενιανός βρίσκεται σ' έναν άγνωστο απειλητικό κόσμο. Η διερεύνησή του θα τον οδηγήσει σε μια τεράστια ξύλινη κατασκευή που θυμίζει σκελετό πρωτόγονου καραβιού. Μπαίνοντας στο εσωτερικό του από ένα παράξενο κανάλι χρόνου, θα βρεθεί ξαφνικά στην καρδιά ενός πανάρχαιου μύθου. Θέλοντας να επιβεβαιώσει την πραγματικότητά του, έρχεται αντιμέτωπος με μια άλλη κοσμική υπαρξιακή αλήθεια, που το ασύλληπτο μέγεθός της αδυνατεί να συλλάβει. Ο ήρωας, εκπρόσωπος του σύγχρονου σκεπτικισμού, πρέπει τώρα να θέσει «τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων». Το άγγιγμα-επαφή θα πιστοποιήσει την απεραντοσύνη και το βάθος της προαναφερθείσας αλήθειας, θα γεννήσει όμως ένα άλλο μεγαλύτερο, πολύ πιό σκοτεινό και πολύ αλλόκοτο αίνιγμα.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μέσα στις τρεις τελευταίες δεκαετίες, ο Μάκης Πανώριος με τα δώδεκα βιβλία του (μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα), αλλά και με τις εννιά ανθολογίες του ιστοριών επιστημονικής φαντασίας και τρόμου, έχει αναδειχθεί σε ένα συνεπή, αφοσιωμένο συγγραφέα αλλά και μελετητή του φανταστικού. Από τις ανθολογίες του, εκείνη που αποκτά εκτός από το λογοτεχνικό και φιλολογικό ενδιαφέρον, είναι «Το Ελληνικό Φανταστικό Διήγημα», που με τέσσερις τόμους ξεκινά από τα πρώτα μεταβυζαντινά χρόνια για να φτάσει στις μέρες μας. Η πρωτογενής δημιουργική -αλλά και η δευτερογενής κριτική και ερευνητική- προσέγγιση του φανταστικού από τον Πανώριο έχει περάσει από διαφορετικές φάσεις, διαγράφοντας μια πορεία που μέσω μιας τεχνολογικής εκδοχής της επιστημονικής φαντασίας κλιμακώνεται στο τελευταίο του μυθιστόρημα, «Το καράβι στο βουνό», σε μια συνειδησιακή εκδοχή της, η οποία διεκδικεί με μεγαλύτερη αληθοφάνεια τη ρεαλιστική διάστασή της.
Ο ρεαλισμός τού «αν»
Το αφηγηματικό εγχείρημα του Πανώριου αποτελεί έναν πειραματισμό με τον αφηγηματικό ρεαλισμό. Η ιστορία του θέλει να αναδείξει το πραγματικό όχι ως ένα σύνολο αναμφισβήτητων δεδομένων ή ως ένα σύστημα πιθανών σχέσεων, αλλά ως επικράτεια του αναπάντεχου ή, ακόμη πιο προωθημένα, ως ένα πλαίσιο των δυνατοτήτων τού «αν». Το αναπάντεχο στο τελευταίο μυθιστόρημά του δεν αναιρεί το πραγματικό, αλλά το διευρύνει μέσα από την υπονόμευση της αντίληψής του ως οροθετημένου: το πραγματικό δεν είναι το ήδη γνωστό, δηλαδή το πεπερασμένο, αλλά μια δυναμική υπόσταση που εξασφαλίζεται από το γεγονός πως οι δυνατότητες του «αν» μπορούν να φτάσουν στην ακρότητα, αποσκοπώντας όχι στην αναίρεση του ήδη γνωστού, αλλά στην προσέγγιση του αγνώστου. Αυτό το άγνωστο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως χώρος ή ως κατάσταση ύπαρξης ή ως διαδικασία γένεσης, παίρνοντας κάποιες αντίστοιχες διαστάσεις, όπως εκείνη του Σύμπαντος ή εκείνη της ύπαρξης ή ακόμη και εκείνη της δημιουργίας. Με τον τρόπο αυτό, η επιστημονική φαντασία στοχεύει στην υπέρβαση των στεγανών της ρεαλιστικής λογοτεχνίας, και η αφήγηση λειτουργεί όπως το όνειρο ή ο εφιάλτης, χρησιμοποιώντας τις ρεαλιστικές προδιαγραφές σαν μια γόνιμη επίφαση του πραγματικού.
Μια τέτοια σχέση της μυθοπλασίας με το πραγματικό κάνει φανερή την πρόθεση του συγγραφέα όχι απλώς να διηγηθεί μια ιστορία, αλλά να σχηματίσει ένα μύθο. Ο κυρίαρχος χαρακτήρας αυτού του μύθου είναι φιλοσοφικός, μια και θέλει να φέρει τον άνθρωπο αντιμέτωπο με το γεγονός του κατακλυσμού ή, ακόμη ευρύτερα, με το υπαρκτό ή το πιθανό γεγονός μιας «διορθωτικής» παγκόσμιας καταστροφής. Το φιλοσοφικό χαρακτήρα του μύθου υπηρετεί η γραμμική ανάπτυξη της ιστορίας του, που αρχίζει με ένα ατύχημα (την πτώση ενός μαχητικού αεροσκάφους), συνεχίζεται με την πορεία του κυβερνήτη του, Μάλχου Ευγενιανού, μέσα σε ένα άγνωστο, απειλητικό περιβάλλον, για να φτάσει σε μια τεράστια ξύλινη κατασκευή που θυμίζει σκελετό πρωτόγονου καραβιού: ο Ευγενιανός αποφασίζει να μπει μέσα σε αυτό το καράβι, και με τον τρόπο αυτό εγκαταλείπει το δικό του κατεστραμμένο σκάφος και παρόν μπαίνοντας μέσα σε ένα μισοκατεστραμμένο ή ημιτελές αρχετυπικό σκάφος και ταυτόχρονα σε ένα ανάλογης λειτουργίας και σημασίας παρελθόν. Το πέρασμα σε ένα άλλο χωροχρονικό συνεχές ακολουθεί τα γνωστά σύμβολα, όπως το κανάλι του χρόνου ή το ταξίδι στο χρόνο, που αρχίζει με τον Wells. Ο Έλληνας συγγραφέας δεν χρησιμοποιεί μια μηχανή του χρόνου, αλλά ένα χρονικό παράδοξο που μεταφέρει τον ήρωά του σε έναν άλλο χρόνο.
Το αρχετυπικό τεράστιο σκαρί στο «Καράβι στο βουνό» λειτουργεί παράλληλα σαν ο πυρήνας ενός πανάρχαιου μύθου αλλά και σαν ένα υλικό κανάλι του χρόνου. Το πέρασμα του ήρωα του Πανώριου μέσα από αυτό το κανάλι δεν αποτελεί απλώς μια εύκολη μεταφορά -ή, αλλιώς, αφηγηματικό τέχνασμα- της μυθοπλαστικής απόδοσης της μετάβασης από μια υπαρξιακή κατάσταση σε μια άλλη, αλλά μια ειδυλλιακά αθώα ποιητική εικόνα της διαδικασίας της μύησης: η διαδρομή του αξιωματικού μέσα στο απειλητικό περιβάλλον γρήγορα παίρνει τη συγκεκριμένη μορφή μιας πορείας προς την κιβωτό, που με τη σειρά της αναδεικνύεται σε μια πορεία μύησης. Η πορεία αυτή, ενώ είναι εντελώς μοναχική, λειτουργεί σαν ένας καταλυτικός διάλογος ανάμεσα στο διερευνητή του χώρου και στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, τα οποία όσο πιο αρνητικά είναι τόσο περισσότερο τον ωθούν προς την αυτοσυνειδησία.
Ο ψυχισμός της καταστροφής
Ο Πανώριος με το μύθο του μυθιστορήματός του επιχειρεί μια πειραματική αναπαράσταση της αίσθησης που δίνει ένα εξωλογικό γεγονός. Το γεγονός στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι καθόλου εξωλογικό, αλλά εντελώς λογικό, δηλαδή λογικά αναμενόμενο: πρόκειται για την αίσθηση πως η Γη πρόκειται να «πάθει». Ένα τέτοιο, όμως, πιθανό γεγονός μιας καταστροφής μεγάλης έκτασης ή και ολικής δεν είναι δυνατό να γίνει δεκτό από την ανθρώπινη αντίληψη ως λογικό. Για το λόγο αυτό, η λογικά αναμενόμενη καταστροφή του πλανήτη αποδίδεται με το ψυχολογικό της αντίστοιχο, δηλαδή ως ένα γεγονός εξωλογικό, και με τον τρόπο αυτό ο συγγραφέας μπορεί στη συνέχεια να περιγράψει τον ανθρώπινο ψυχισμό έτσι όπως αυτός καθορίζεται από την απειλή της καταστροφής. Η λειτουργία του γεγονότος της καταστροφής ως εξωλογικού συνδυάζεται και με ένα βασικό χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας της επιστημονικής φαντασίας: ότι σε αυτήν το ανορθολογικό δεν είναι δεδομένο, όπως συμβαίνει με τη λογοτεχνία του τρόμου.
Το πέρασμα από τον ένα χρόνο στον άλλο πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις. Η πρώτη καθορίζεται από κάποιες εξωτερικές αιτίες (χτυπούν το σκάφος του αξιωματικού που περιπολεί), συνιστώντας το ρεαλιστικό μέρος της όλης διαδικασίας. Η δεύτερη φάση είναι εσωτερική και εκτυλίσσεται στο επίπεδο της συνείδησης. Αρχίζει από τη στιγμή που ο ήρωας μπαίνει στην κιβωτό, όπου αυτοανακαλύπτεται ανά πάσα στιγμή, νιώθοντας την ανάγκη να ξεπεράσει τις δυνατότητες του «αν» και να φτάσει στο γεγονός για να το αποκρυπτογραφήσει, αλλά το μόνο που τελικά κατορθώνει είναι να το αποδεχτεί ως δεδομένο και να το βιώσει. Η κάρπωση της εμπειρίας του αγνώστου τον οδηγεί στην τρίτη φάση, της εξόδου του από την κιβωτό μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους της, όταν τα νερά πέφτουν. Η έξοδος γίνεται σε ένα σημείο της Γης που έλκει την ανθρώπινη συνείδηση και συντηρεί την ξεχασμένη μνήμη της ανθρωπότητας. Είναι το σημείο όπου το άγγιγμα στο άγνωστο δεν προκαλεί τρόμο, αλλά αποκαλύπτεται ως ένα καθαρό γεγονός, ως μια σαφής μη απάντηση, ως ένα άγγιγμα που δεν εξηγεί αλλά νιώθει.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 03/08/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις