Ο κουτσός Αγγελος

146003
Συγγραφέας: Πανσέληνος, Αλέξης
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:454
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2002
ISBN:9789600422696


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Αθήνα, κατοχή, ένας άγγελος πέφτει στη γη. Με ψαλιδισμένα φτερά, προσκρούει στον τοίχο του χρόνου και μεταμφιέζεται σε έναν παράξενο ντετέκτιβ, τον Άγγελο Σωτηρίου. Αποστολή του, η προστασία του πιο πολύτιμου ανθρώπου που διαθέτει η χώρα, ενός σπουδαίου μουσικού της όπερας.
Μετέωρος μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, θα συναντήσει, πλάσματα φτιαγμένα από τα υλικά του πόνου και της επιβίωσης: μια μοιραία γυναίκα που σαγηνεύει όλους τους άντρες της ιστορίας· μια εβραιοπούλα παντρεμένη μ' έναν μαυραγορίτη· έναν Γερμανό αρχιμουσικό αποφασισμένο ν' ανεβάσει τον «Χρυσό του Ρήνου» στην Λυρική· έναν αλήθωρο πρώην εκτελωνιστή· μια πόρνη της Τρούμπας· μια μαυροφορεμένη γυναίκα παραδομένη στο ερωτικό αλισβερίσι. Όλοι τους έχουν δαγκώσει το μήλο της αμαρτίας. Όλοι τους μπορούν είτε να σωθούν είτε να χαθούν. Μα τι είναι οι άγγελοι για να κρίνουν τη θεία βούληση; Μήπως για να σωθεί η ψυχή ενός τόπου πρέπει να επιζήσουν και η αρετή και ο πειρασμός;





ΚΡΙΤΙΚΗ



«Στη ζωγραφική πολλοί μαστόροι της Αναγέννησης αγαπούσαν να δανείζουν τα χαρακτηριστικά τους σε κάποιο από τα πρόσωπα του πίνακα...» απαντά ο Αλ. Πανσέληνος στην ερώτηση της Μ. Παπαγιαννίδου, κατά πόσον αυτοβιογραφείται στα μυθιστορήματά του (Αύγουστος 1997). Στο τέταρτο στη σειρά μυθιστόρημά του, που εκδόθηκε το φθινόπωρο του 2002, ακολουθώντας απαρέγκλιτα το καθορισμένο ανά εξαετία ραντεβού με το αναγνωστικό κοινό, το πρόσωπο του συγγραφέα στον μυθοπλαστικό πίνακα προβάλλει, κατά τη γνώμη μας, ευκρινέστερο παρά ποτέ. Αν και ένας έμπειρος συγγραφέας ποτέ δεν αυτοβιογραφείται, και ο Αλ. Πανσέληνος, στην ηλικία της ωριμότητας, παρουσιάζει μια ευφάνταστη μεταμφίεση των βιωμάτων του.

Επανακάμπτει στους Δρόμους της Αθήνας· στο στενό της Γεωργίου Γενναδίου, με «το αρχοντικό του Χρηστομάνου, πλάι το τριώροφο του Βαρβιτσιώτη και πιο 'κεί τον κήπο της Ζωοδόχου Πηγής», ενώ, επί της Ακαδημίας, ένα τετράγωνο πιο πάνω, βρίσκονται τα Ολύμπια. Επιστρέφει εκεί όπου διαδραματίζεται το δεύτερο μυθιστόρημά του, Βραδιές Μπαλέτου, και ζωντανεύει, για δεύτερη φορά, τη γυναίκα «με τα γόνατα που ήταν σαν κυδώνια ­ όλο λακκούβες και τρυφερά εξογκώματα». Και πάλι, μια γυναίκα που «όλοι την αγάπησαν, ενώ εκείνη κανέναν», μόνο που αυτή τη φορά την κάνει κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματός του. Αλλάζει όμως την εποχή, αντί για τα Δεκεμβριανά και τις μετέπειτα δεκαετίες, τα χρόνια της Κατακτημένης χώρας, από την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, 27.4.1941, ως την πάνδημη κηδεία του Παλαμά, 28.2.1943, ημέρα Κυριακή. Ακριβώς το χρονικό εύρος που καλύπτουν τα Φύλλα Ημερολογίου του Ασημάκη Πανσέληνου, τα οποία και επιμελείτο ο γιος του όταν έγραφε τις Βραδιές Μπαλέτου. Τελικά το πρόσφατο μυθιστόρημα του Αλ. Πανσέληνου ήταν αναμενόμενο και ως συμπλήρωμα της οικογενειακής συμβολής στην πεζογραφία της Κατοχής· το απομνημόνευμα του Ασημάκη Πανσέληνου Τότε που ζούσαμε, τα δύο μυθιστορήματα της Εφης Πλιάτσικα-Πανσελήνου και Ο κουτσός Αγγελος, που προϋποθέτει τα προηγούμενα, ανατρέποντάς τα στο πλαίσιο μιας νεωτερικής γραφής. Νομίζουμε, μοναδικό παράδειγμα ελληνικής οικογένειας που αριθμεί τρεις δόκιμους συγγραφείς.

Από μιας αρχής, ο Αλ. Πανσέληνος έχει επιδείξει ιδιαίτερη άνεση στο πάντρεμα του πραγματικού με το φανταστικό. Ηδη στο «Παραμύθιασμα», τη δεύτερη από τις συνολικά τέσσερις Ιστορίες με σκύλους, ζώα με υπερφυσικές δυνάμεις αναμειγνύονται καθοριστικά αλλά και απόλυτα πειστικά στην πλοκή. Παρομοίως, στη Μεγάλη πομπή, ο κόσμος των κόμικς πλαταίνει ανακουφιστικά την καθημερινότητα του απροσάρμοστου νεαρού ήρωα. Στο πρόσφατο μυθιστόρημα ο αφηγητής βρίσκεται προικισμένος από κάποιον κύριο Πάνο Αγάθο με τις υπερφυσικές ιδιότητες ενός αγγέλου. Αυτός ο μυστηριώδης κύριος κατά μία εκδοχή είναι «το Μεγάλο Αφεντικό» της ιστορίας ενώ από μία άλλη άποψη συνιστά βλάσφημη μεταμφίεση του Πανάγαθου, καθώς κάνει παρέα με μαυραγορίτες και πληρώνει με χρυσές λίρες Αγγλίας. Μάλιστα συνοδεύεται από έναν σκύλο, τον Αζώρ, δίκην Κέρβερου στον Αδη της κατοχικής και λιμοκτονούσης Αθήνας. Δεδομένου ότι ο αφηγητής τυγχάνει ευνουχισμένος από την ιταλική μαφία της Νέας Υόρκης, παρουσιάζεται ως το ιδανικό πρόσωπο για να στρατολογηθεί στα άφυλα, ως πιστεύεται, αγγελικά τάγματα.

Ενώ τα κόμικς αντικαθίστανται από ένα άλλο περιθωριακό είδος παρόμοιας απήχησης, το αστυνομικό μυθιστόρημα, και δη το αμερικανικό. Αν και το πρόσφατο μυθιστόρημα εμφανίζεται μορφικά απλούστερο. Δεν υπάρχουν δύο αφηγηματικά επίπεδα, όπως συμβαίνει στη Μεγάλη πομπή ή στις Βραδιές μπαλέτου με τις ενσωματωμένες ημερολογιακές εγγραφές και στη Ζαΐδα ή Η καμήλα στα χιόνια όπου παρεμβάλλονται επιστολές, αλλά εκτυλίσσεται ολόκληρο ως η ανάδρομη αφήγηση ενός ντετέκτιβ. Οπως σε ένα γνήσιο αστυνομικό ανάγνωσμα, παρακολουθούμε τις σκέψεις και τις ενέργειές του κατά τη διάρκεια της δουλειάς του, που συνίσταται στην προστασία των καλών από τους κακούς· αργό ξετύλιγμα λεπτομερειών από την ημέρα που αναλαμβάνει την υπόθεση ως το αίσιο τέλος. Κατά την περίσταση, στιχομυθίες και περιγραφές αποδίδονται σε ένα λαϊκότροπο ιδίωμα. Ωστόσο η ιδιότητα του ιδιωτικού αστυνομικού προσκρούει σε αυτήν του αγγέλου, που καταστρέφει τις σκηνές δράσης. Οι φυγαδεύσεις από τις διωκτικές αρχές είναι παιχνιδάκι για έναν ντετέκτιβ τύπου σούπερμαν, οπότε και καταλήγουν σε ρομαντικά ενσταντανέ, ερωτικώς πασπαλισμένα, στις ταράτσες και στους ουρανούς της Αθήνας.

Παρωδία λοιπόν αστυνομικού, με τον ντετέκτιβ, άλλοτε κουτσό και άλλοτε ιπτάμενο, μάλλον απαισιόδοξο και εσαεί αυτοσαρκαζόμενο ως οι αμερικανοί συνάδελφοί του, να υιοθετεί τις συγγραφικές εμμονές, γνωστές από τα προηγούμενα μυθιστορήματα του Αλ. Πανσέληνου. Τη χαρακτηριστική υπόγεια ειρωνεία του για τους αριστερούς διανοούμενους που κόπτονταν, λ.χ., για την ισότητα αλλά αποκαλούσαν δουλικό την παριανή υπηρέτρια. Αλλά και την απροκάλυπτη καταφρόνησή του για τις γυναίκες, «εγωίστριες κι ακατάδεχτες», όταν δεν είναι «άδειες και ευωδιαστές σαν επιτάφιος». Και ταυτόχρονα, γεννημένος στη Νέα Υόρκη ο ντετέκτιβ αντικρίζει σαν ένας ξένος την Αθήνα και την ελληνική νοοτροπία. Και αυτός, «μια καμήλα στα χιόνια», όπου ο συγγραφέας επαναλαμβάνει, ως προς την οπτική γωνία, το εύρημα του προηγούμενου μυθιστορήματός του.

Και αυτό, ως έναν βαθμό, μυθιστόρημα ιδεών, αφού επανέρχεται το πρόβλημα της τέχνης, όπου, και πάλι, από όλες τις τέχνες προκρίνεται η μουσική. Αξεστος ο ντετέκτιβ και ως αμερικανοθρεμμένος αδυνατεί να αντιληφθεί γιατί ο εκλεκτός του Πανάγαθου είναι ένας μουσικός χωρίς πολιτική δράση και όχι, λ.χ., οι ενταγμένοι στο ΕΑΜ καλλιτέχνες. Τα λογύδρια όμως του διάσημου γερμανού μαέστρου που καταδιώκει τον μουσικό αναπτύσσουν τον μεγάλο κίνδυνο που συνιστά η πρωτοποριακή μουσική για το γερμανικό όραμα μιας Ευρώπης, ενωμένης όχι μόνο στρατιωτικώς αλλά και μέσω της γερμανικής τέχνης με ρίζες στην κλασική ελληνική. Παρεκβάσεις που δεν βαραίνουν το μυθιστόρημα, καθώς παρεμβάλλονται σε βεγγέρες και βραδιές όπερας. Αν και ενδέχεται ο αναγνώστης να μην αντιληφθεί ότι η πεμπτουσία του μυθιστορήματος βρίσκεται στη σημασία της τέχνης για ένα καθεστώς ή να του διαφύγει η αλληγορική αναφορά στη σημερινή, και πάλι αγωνιώσα για ένωση, Ευρώπη, καθώς τα λόγια μένουν εν πολλοίς ξένα προς τις έγνοιες και τις πράξεις των ηρώων. Γι' αυτό όμως υπάρχουν οι συνεντεύξεις ενός συγγραφέα, σε όσο το δυνατόν περισσότερες εφημερίδες, μόλις σκάσει μύτη στην αγορά το βιβλίο, ώστε όλα να έχουν εγκαίρως επισημανθεί και καταλλήλως ερμηνευθεί. Ανεξάρτητα αν οι συγγραφείς αναφέρονται στις προθέσεις τους, που ελάχιστα ενδιαφέρουν.

Ο Αλ. Πανσέληνος ζωντανεύει την κατοχική Αθήνα με την πιστότητα χρονικού (μόνο που στην πρεμιέρα της Λυρικής, Σάββατο, 27.2.1943, αποκλείεται να παρευρέθη ως νέος πρωθυπουργός ο Ιωάννης Ράλλης, αφού ανέλαβε καθήκοντα στις 7.4.1943). Επιπροσθέτως, πλάθει τους μυθιστορηματικούς ήρωες στο πρότυπο υπαρκτών προσώπων: ο μουσικός δανείζεται τα βιογραφικά του Νίκου Σκαλκώτα, ο γερμανός μαέστρος του αρχιμουσικού Βίλχελμ Φούρτβένγκλερ, γιου του αρχαιολόγου Αντολφ Φούρτβένγκλερ που πέθανε στην Αθήνα, ο σκηνοθέτης Ροδόλφο του Καρόλου Κουν, ο τραγωδός Κορνήλιος του Αιμίλιου Βεάκη, η συνταγματάρχης Σίτσα της λογοκρίτριας Σίτσας Καραϊσκάκη, οι δικηγόροι Κανέλληδες του ζεύγους Πανσελήνου. Υποθέτουμε ότι μια φιλολογικότερη ανάγνωση θα πολλαπλασίαζε τα παραδείγματα, αν και μένει ζητούμενο σε τι αποσκοπεί αυτή η μερική αντιγραφή της πραγματικότητας, όταν μάλιστα ορισμένοι ήρωες γελοιοποιούν τα πρόσωπα και την ιδεολογία τους, όπως συμβαίνει, λ.χ., με τον γερμανό μαέστρο. Εκτός από την παιγνιώδη περίπτωση του εμβρύου της Κανέλλη (αρχές 1943), που ο Παλαμάς είχε προβλέψει ότι θα γίνει μεγάλος συγγραφέας, αλλά ο αφηγητής, μισόν αιώνα αργότερα, στην Πάρο, δεν γνωρίζει αν η προφητεία επαληθεύτηκε. Οπότε και εμείς δεν θα αποφανθούμε.



ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 02-02-2003






ΚΡΙΤΙΚΗ



Τέταρτο μυθιστόρημα του Αλέξη Πανσέληνου, το οποίο αντλεί στοιχεία τόσο από τη «Ζαΐδα ή η Καμήλα στα χιόνια» (1996) όσο και από τη «Μεγάλη Πομπή» (1985). Από τη «Ζαΐδα» ο συγγραφέας μεταφέρει εδώ τη ζωηρή, γεμάτη πεντακάθαρα χρώματα και προσεκτικά υπογραμμισμένες λεπτομέρειες ανάπλαση μιας ιστορικής εποχής, σε συνδυασμό με την τοποθέτηση στο κέντρο της δράσης ηρώων που είναι σημαντικοί ή πρωτοποριακοί μουσικοί. Από τη «Μεγάλη Πομπή» προέρχονται η ταραχώδης περιπέτεια, καθώς και το παιχνίδι με τη λογοτεχνία του φανταστικού, που τώρα συμπλέκονται τόσο με το νουάρ μυθιστόρημα όσο και με την κλασική ιστορία μυστηρίου και τη λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκη αστυνομική της ίντριγκα. Τρία πρόσωπα καταλαμβάνουν πρωταγωνιστική θέση στο βιβλίο: ο εξ Αμερικής ομογενής Αγγελος Σωτηρίου ή Ηφαιστος (παρανόμι δοσμένο από φίλο για τη χωλότητά του), που εγκαθίσταται στην Αθήνα των αρχών της δεκαετίας του '40, προσπαθώντας να ασκήσει το επάγγελμα του ντετέκτιβ σε μια πόλη η οποία πεθαίνει από την πείνα και τις εκτελέσεις των Γερμανών, ο ευπατρίδης Πάνος Αγάθος, που μοιράζει αφειδώς χρυσές λίρες και δεν διστάζει να εμφανιστεί με τις πιο διαφορετικές μορφές (από υποκριτής αρχαίας τραγωδίας, ιμπρεσάριος και συμβολαιογράφος μέχρι μάγος και μαυραγορίτης) και ο συνθέτης Μίλτος Μπεράτης, που έχει σπουδάσει στη Γερμανία, γράφει ατονική μουσική και προσπαθεί να γλιτώσει από τα νύχια του βαγκνερικού μαέστρου Μπόντο Φρόμπεργκερ, ο οποίος τον εχθρεύεται για τις νεωτερικές καλλιτεχνικές αναζητήσεις του.



Αγώνας για επιβίωση



Ολόκληρη η πλοκή στον «Κουτσό Αγγελο» στρέφεται γύρω από την προσπάθεια να προστατευτεί ο Μπεράτης: κι όχι μόνο να γλιτώσει από τις απειλητικές διαθέσεις του Γερμανού αρχιμουσικού, που έχει έρθει στην Αθήνα για να διευθύνει την εκτέλεση του «Χρυσού του Ρήνου» του Βάγκνερ, αλλά και να σιτιστεί σωστά ή να διευκολυνθεί στις ερωτικές του επιδόσεις, έτσι ώστε να συνεχίσει απερίσπαστος το μουσικό του έργο. Ο προστάτης του Μπεράτη δεν είναι άλλος από τον Αγάθο, που προσλαμβάνει τον Σωτηρίου και τον αμείβει πλουσιοπάροχα, προκειμένου να προσφέρει στο συνθέτη όλες τις απαραίτητες για την επιβίωσή του υπηρεσίες. Η πάση θυσία διάσωση του μουσικού δεν είναι τυχαία. Αντιθέτως, τρέφει και στηρίζει τη βασική πολιτική γραμμή του μυθιστορήματος του Πανσέληνου. Ο Μπεράτης μάχεται με την άστικτη μουσική του το βαρύ και ακίνητο παρελθόν του Φρόμπεργκερ, εκπροσωπώντας το νέο πνεύμα της τέχνης έναντι της ναζιστικής λαίλαπας (δεν ξέρω, παρεμπιπτόντως, πόση σημασία έχει να ταυτίσουμε τους δύο μυθιστορηματικούς μουσικούς με τα ιστορικά ονόματα του Νίκου Σκαλκώτα και του Βίλχελμ Φουρτβένγκλερ, κι έχω την εντύπωση πως η πολλή πραγματολογία σε μίαν αφηγηματική σύνθεση όπου η υπέρβαση συνιστά πάγιο κανόνα είναι μάλλον περιττή).

Ο Αγάθος προμηθεύει τον χωλό (από εκδικητικό μένος γκάνγκστερ στην Αμερική) ντετέκτιβ όχι μόνο με λίρες, που κάνουν ξαφνικά τη ζωή του εντελώς διαφορετική, αλλά και με πτητικές ικανότητες, που τον βοηθούν να φέρει σε πλήρη επιτυχία την αλλιώς μάλλον ακατόρθωτη αποστολή του. Κι εδώ νομίζω ότι αρχίζουν τα προβλήματα στον «Κουτσό Αγγελο». Γιατί ο παντοδύναμος Αγάθος (ένα είδος αντιστροφής του διαβολικού προτύπου του «Δόκτορα Φάουστους» του Τόμας Μαν), που εκτός από χρήματα και μαγικές ικανότητες έχει τη δυνατότητα να είναι πανταχού παρών, να διαβάζει τις σκέψεις των άλλων, να προβλέπει τις κινήσεις τους και να γνωρίζει όλους τους κινδύνους (ορατούς και αοράτους) οι οποίοι τους περιτριγυρίζουν, χρειάζεται τη συνδρομή του ντετέκτιβ για να σώσει το μονάκριβο μουσικό του; Μήπως απλώς για να λειτουργήσει το θέαμα του εναέριου ταξιδιού του πάνω από τις στέγες και τους δρόμους της Αθήνας, χωρίς, ωστόσο, την παραμικρή δραματουργική υποστήριξη; Ο χωλός ντετέκτιβ, όμως, αντιμετωπίζει και άλλες δυσκολίες. Οι αντιδράσεις του στις πιο κρίσιμες ώρες της πλοκής μοιάζουν, αν μη τι άλλο, ανεξήγητες και αψυχολόγητες: ζητάει από γυναίκες που λατρεύει (από τη Μαρίκα και την Κωνσταντίνα) να πέσουν στο κρεβάτι με τον Φρόμπεργκερ για να απαλλάξει τον Μπεράτη από την αντίστοιχη υποχρέωση, σώζει από την καταστροφή γνωριμίες της μιας φοράς (η περίπτωση της Ισμήνης Αγάθου -τι άτυχη συνωνυμία με τον Πάνο Αγάθο), οι οποίες και εγείρουν αίφνης έναντί του τιτάνιες απαιτήσεις, και προσγειώνεται απρόσμενα στην αυλή του σπιτιού του Παλαμά, σε μια παράξενη όσο και σκηνοθετικά παντελώς ανοικονόμητη συνάντηση.



Η πιθανότητα της παρωδίας



Με ποιον τρόπο μπορούμε άραγε να τα δικαιολογήσουμε όλα αυτά; Σκέφτομαι την πιθανότητα της παρωδίας. Μήπως ο Πανσέληνος επιδιώκει να παίξει με τις συμβάσεις της λογοτεχνίας του φανταστικού και του αστυνομικού ή του ιστορικού μυθιστορήματος, ανατρέποντας εκ των ένδον τη νόρμα τους; Αν, ωστόσο, ήταν όντως έτσι τα πράγματα, δεν θα όφειλε ο συγγραφέας να εκθέσει τρανταχτά το υλικό του, να δείξει καθαρά στον αναγνώστη το ξήλωμά του και να τον οδηγήσει πέραν πάσης εννοίας πειθούς; Δεν συμβαίνει, εντούτοις, στον «Κουτσό Αγγελο» κάτι τέτοιο. Το ρεαλιστικό πλαίσιο παραμένει αρραγές (παρά τις πτήσεις του Σωτηρίου και την παρουσία του Αγάθου), τα αφηγηματικά γεγονότα δεν επιζητούν να αποβάλουν το δραματικό τους χαρακτήρα και ο καλόγνωμος μάγος εννοεί απολύτως τα λεγόμενά του περί των προοπτικών της νεωτερικής μουσικής. Και ως προς αυτό το τελευταίο, πεποίθησή μου είναι πως εν προκειμένω πάσχει κάπως (έστω κι αν τούτο μοιάζει αφηγηματολογικά αδιάφορο) και ο πολιτικός-αισθητικός προσανατολισμός του βιβλίου. Η αφαιρετική και αντιορθολογική γλώσσα του μοντερνισμού απέναντι σ' έναν βυθισμένο στο αναλλοίωτο παρελθόν φασισμό; Μα, πόση αντοχή επιτρέπει σε μία ανάλογη διάζευξη η πολυσχιδής (και πολυσυζητημένη) εμπλοκή του φασισμού με σωρεία μοντερνιστικών φαινομένων;

Ο Πανσέληνος δεν καταφέρνει να αξιοποιήσει τις πολλά υποσχόμενες αφηγηματικές ιδέες του (σύνθεση και διάλογος ετερογενών μυθιστορηματικών ειδών, ειρωνική αντίθεση χωλότητας/ πτήσης, έκτυπη απεικόνιση της πολιτικής ενάργειας της τέχνης), αφήνοντας εκ παραλλήλου αδέσποτη τη φυσική του άνεση στο να στήνει ιστορίες με μεγάλη ζωντάνια και αμεσότητα. Κατορθώνει, παρ' όλα αυτά, να παραστήσει με εξαιρετική μαεστρία την κατοχική Αθήνα (βλ. και την ωραία αναφορά στην «Πολιορκία» του Αλέξανδρου Κοτζιά) και να δώσει χωρίς τον απειροελάχιστο μελοδραματισμό τις ασφυκτικές (μεταξύ ζωής και θανάτου) συνθήκες της καθημερινότητας των ανθρώπων της. Οι εικόνες του σ' αυτό το πεδίο έχουν κάτι το γνήσια σπαρακτικό, όντας παράλληλα διαποτισμένες με ένα πολύ διακριτικό και συνάμα ολόδροσο χιούμορ. Και από αυτή την άποψη δεν υπάρχει αμφιβολία πως το βιβλίο του διαβάζεται μονορούφι και απνευστί.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/02/2003

Κριτικές

Μυστήρια ιστορία που εξελίσσεται μέσα στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής. Το ρεαλιστικό και το φανταστικό στοιχείο ανακατεύονται δίχως ισορροπία σε ένα μυθιστόρημα ανισοβαρές δίχως να σου αφήνει πολλά για να το θυμάσαι. Κρίμα γιατί το οπισθόφυλλο για άλλα σε προετοίμαζε...
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!