0
Your Καλαθι
Τέσσερις ελληνικοί φόνοι
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Το πρώτο βιβλίο του Αλέξη Πανσέληνου ήταν μια συλλογή από τέσσερα διηγήματα, οι Ιστορίες με σκύλους. Ύστερα από τέσσερα μεγάλα μυθιστορήματα που έχουν μεσολαβήσει ώς σήμερα, ο συγγραφέας επανέρχεται με άλλη μια συλλογή διηγημάτων, τους Τέσσερις ελληνικούς φόνους. Τέσσερις παράξενες, σκληρές ιστορίες, που διατρέχουν το πολιτικό υπέδαφος της νεότερης Ελλάδας ανάμεσα στα φαντάσματα του παρελθόντος και τις επιβιώσεις τους. Ο συγγραφέας προσεγγίζει χωρίς φόρτιση τους δράστες των φόνων και επιχειρεί να κοιτάξει την ανθρώπινη πλευρά κάποιων χαρακτήρων που συνήθως αρκούμαστε να χαρακτηρίσουμε με στερεότυπα. Οι περισσότεροι φόνοι άλλωστε έχουν ήδη συμβεί όταν ο αναγνώστης ανοίγει την κάθε ιστορία. Μόνο ένας φόνος διαπράττεται επί σκηνής. Αλλά αυτό δεν αναιρεί καθόλου το ρίγος που ενδέχεται να του προκαλέσουν.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το ζήτημα της τρομοκρατίας έχει οπωσδήποτε απασχολήσει την ελληνική πεζογραφία της τελευταίας δεκαπενταετίας (σκέφτομαι, πολύ πρόχειρα, τον Νίκο Κάσδαγλη, τον Δημήτρη Νόλλα ή τη Νένη Ευθυμιάδη), χωρίς, παρ' όλα αυτά, να έχει κατορθώσει ποτέ ώς τώρα να αναδειχθεί σε κεντρικό μοτίβο των προβληματισμών της. Είναι, φαντάζομαι, νωρίς για να εξηγήσουμε το φαινόμενο αυτής της υστέρησης, που δεν αποκλείεται να αποδειχθεί προσεχώς μια απλώς απατηλή διαπίστωση. Ιδού, αίφνης, που η καινούρια συλλογή διηγημάτων του Αλέξη Πανσέληνου «Τέσσερις ελληνικοί φόνοι» έρχεται να καταπιαστεί με την τρομοκρατία και να δείξει με το πολύ ερεθιστικό της αποτέλεσμα πως όλες οι πιθανότητες σ' ένα τέτοιο πεδίο παραμένουν ανοιχτές.
Αναγνωστική μαγεία
Ο Πανσέληνος έκανε την εμφάνισή του στα γράμματα με μιαν άλλη συλλογή διηγημάτων, τις πολυσυζητημένες στον καιρό τους «Ιστορίες με σκύλους», που κυκλοφόρησαν το 1982. Εκτοτε ακολούθησαν τέσσερα μυθιστορήματα, ένας τόμος με δοκίμια και τέσσερις μεταφράσεις, που εκ των πραγμάτων οδήγησαν το συγγραφέα στην ηλικιακή ωριμότητα. Και στην ηλικιακή ωριμότητά του ο Πανσέληνος μάς δίνει, επιστρέφοντας για πρώτη φορά ύστερα από είκοσι και πλέον χρόνια στο διήγημα, κι ένα πολύ ώριμο βιβλίο -τόσο από την άποψη της τεχνικής με την οποία είναι συναρθρωμένες οι ιστορίες του όσο και από την άποψη της μαγείας που ασκούν στον αναγνώστη με το ξετύλιγμα της δράσης τους. Η πρώτη ιστορία («Το θαμμένο παιδί») είναι άσχετη με την τρομοκρατία και παίζει υποβλητικά με ένα στοιχείο το οποίο έχει συνοδεύσει σταθερά τον Πανσέληνο στο σύνολο της πεζογραφικής του διαδρομής. Μιλώ για το στοιχείο του φανταστικού, που εδώ το βλέπουμε να κάνει θαύματα σε μια σκοτεινή και επίβουλη Θεσσαλονίκη του 1948, όπου και ένα ιδιαίτερα παράξενο και δυσεξήγητο φονικό, μέσα από το οποίο ο αφηγητής βρίσκει την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει το βαρύ κλίμα του Εμφυλίου για να μπλέξει τον ταγματασφαλίτικο περίγυρο της εποχής με ένα κωμικά αποτυχημένο πλιάτσικο, που προσδίδει στην αφήγηση μιαν ιδιαίτερα λεπτή (και σαφώς πολιτική) ειρωνεία.
Τα τρία επόμενα διηγήματα της συλλογής μάς μεταφέρουν στο παρόν, το οποίο αρχίζουν από κάποια στιγμή και μετά να συνδέουν όλο και πιο στενά με το παρελθόν, που καλείται να φωτίσει όσο το δυνατόν καθαρότερα τις τωρινές ενέργειες και πράξεις των πρωταγωνιστών. Στην «Αλαζονεία», ένα ακυρωμένο σε όλα τα επίπεδα ανθρωπάκι, που θέλει σώνει και καλά να γράψει ποιήματα, μυείται σε μια τρομοκρατική οργάνωση με ύπατο σκοπό να αποκτήσει το υλικό το οποίο θα του προσφέρει τη μεγάλη καλλιτεχνική στιγμή. Στο «Μαύρα μεσάνυχτα» ο άνθρωπος που μυεί το φιλόδοξο ποιητή της προηγούμενης ιστορίας στα μυστικά της τιμωρίας των ισχυρών τού κόσμου ετοιμάζεται να φύγει κρυφά στο εξωτερικό, μια και νιώθει τον κλοιό να σφίγγει απειλητικά γύρω του. Ο ήρωας ανατρέχει εδώ πικρά στα πεπραγμένα της ζωής του, σ' έναν απολογισμό ο οποίος τον βυθίζει σε μια τεράστια μοναξιά. Τον ίδιο άνθρωπο, που φέρει το όνομα Μεγακλής, θα συναντήσουμε και στην τελευταία ιστορία του Πανσέληνου («Οι ανακαλύψεις του Σαβέριου»), όπου εκείνο το οποίο πρωτίστως ανεβαίνει στην επιφάνεια δεν είναι η εμπλοκή του στην Αριστερά, αλλά ο προβληματικός προσωπικός του δεσμός με έναν μαρτυρικό αγωνιστή της.
Ελλειπτικά σκιαγραφήματα
Αγγίζοντας το ζήτημα της τρομοκρατίας, ο Πανσέληνος δεν επιδιώκει, βέβαια, ούτε να καταγγείλει κανέναν ούτε να επιμερίσει (πώς θα γινόταν αυτό, άλλωστε;) πολιτικές και ιδεολογικές ευθύνες προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Εκείνο το οποίο κατά βάση προσπαθεί (και πετυχαίνει) να φέρει εις πέρας είναι άλλο: ένα εσκεμμένα ελλειπτικό σκιαγράφημα της ψυχολογίας μιας σειράς προσώπων που θα μπορούσαν για κάποιους λόγους και σε δεδομένη συγκυρία να πάρουν την οδό προς την ένοπλη δραστηριότητα. Και κάθε άλλο παρά μονόπαντη και στερεότυπη εμφανίζεται αυτή η ψυχολογία, η οποία αντιθέτως, διαθέτει σημαντικό εύρος, αναφέρεται σε μια μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων τύπων και κοινωνικών ομάδων και, το σπουδαιότερο, διαγράφεται άκρως πειστική ως προς τη μέθοδο βάσει της οποίας σκιτσάρονται οι αφηγηματικοί χαρακτήρες. Η σοβαρότερη κατάκτηση του Πανσέληνου στο χειρισμό των ηρώων του είναι ότι κρατάει την τρομοκρατία στο φόντο της ύπαρξής τους -κάτι σαν παρασκήνιο μιας ζωής που, κατά τα άλλα, τρέχει με προσήλωση πίσω από την καθημερινότητά της. Και μια ανάλογη παρακράτηση συμβάλλει, εννοείται, τα μάλα στην εκλέπτυνση της δραματουργίας και στην πρόκληση τού κατά τεκμήριο ισχυρού της αποτελέσματος.
Η άλλη κατάκτηση του Πανσέληνου στους «Τέσσερις ελληνικούς φόνους» είναι η μετάβαση του Μεγακλή από το ένα διήγημα στο άλλο: προσεκτικά και χωρίς την παραμικρή αστοχία, μέσα σε δυο - τρεις, ίσως, μόνο αράδες, αλλά, οπωσδήποτε, με πολύ στέρεες και αποφασιστικές κινήσεις. Και μπορούμε σ' αυτή την τροχιά να δούμε τον Μεγακλή σε διάφορες φάσεις και στάδια του ατομικού του φάσματος, συσχετίζοντας (αν θέλουμε υλικό για να τον καταλάβουμε καλύτερα) κομμάτια και αποσπάσματα και από τα τρία διηγήματα, χωρίς εκ παραλλήλου να χρειάζεται το οιοδήποτε δεκανίκι προκειμένου να διαβάσουμε και να εννοήσουμε την κάθε ιστορία ξεχωριστά. Επιστρέφοντας στο διήγημα, ο Πανσέληνος αποδεικνύει ότι οι δυνάμεις του δεν τον έχουν εγκαταλείψει κατ' ελάχιστο. Κι ας μην παραλείψω να πω ακόμη ότι η δεξιοτεχνικά προετοιμασμένη σκηνοθεσία του βρίσκει ωραία υποστήριξη στην πυκνότητα και τη λιτότητα της γραφής του.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/11/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις