0
Your Καλαθι
Ο οβολός και άλλα διηγήματα
Περιγραφή
Λάτρης της µικρής φόρµας και της µινιµαλιστικής έκφρασης, ο Ηλίας Χ. Παπαδηµητρακόπουλος καλλιεργεί µε επιµονή και πάθος το διήγηµα, το οποίο και θεωρεί από τα κορυφαία επιτεύγµατα του ελληνικού αφηγηµατικού λόγου. "Ο οβολός" είναι η πέµπτη συλλογή διηγηµάτων του. Προηγήθηκαν οι: "Οδοντόκρεµα µε χλωροφύλλη", "Θερµά θαλάσσια λουτρά", "Ο γενικός αρχειοθέτης", και η "Ροζαµούνδη".
ΚΡΙΤΙΚΗ
Από την «Οδοντόκρεμα με χλωροφύλλη» (1973), τα «Θερμά θαλάσσια λουτρά» (1980) και τον «Γενικό Αρχειοθέτη» (1989) μέχρι τη «Ροζαμούνδη» (1995) το «Τόποι τέσσερις» (1996) και το «Τόποι τέσσερις συν τρεις» (2001), η διηγηματογραφία του Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου δεν έχει πάψει να αναδίνει την καθημερινότητα της ελληνικής μεταπολεμικής περιφέρειας, με τις μικρές ή τις μεγάλες απώλειές της, αλλά και με τις λιγότερο ή τις περισσότερο έντονες χαρές της, στο κλίμα των καταγραφών ενός πάντα άγρυπνου παρατηρητή, που ξέρει να συμπυκνώνει το τυχαίο και το περαστικό αλλά και το προσωρινό ή το αδιάφορο σ' ένα στιγμιότυπο ικανό να αποκαλύψει το Σύμπαν. Η καινούρια συλλογή διηγημάτων του Παπαδημητρακόπουλου, που κυκλοφορεί με τίτλο «Ο οβολός», ουδόλως ανατρέπει ή έστω μετακινεί αυτήν τη γραμμή πλεύσης: ο αφηγητής παρακολουθεί σε όλες τις περιπτώσεις με μεγάλη προσοχή τον περίγυρό του, για να αποσπάσει από τα συμβάντα της υποτονικής ή έστω επίπεδης καθημερινότητας μία ή δύο κρίσιμες λεπτομέρειες, που κάνουν σε δεδομένη στιγμή κυριολεκτικά το θαύμα τους.
Η σημασία της παιδικής ηλικίας
Αν κάτι διαφοροποιεί τον «Οβολό» από τις προηγούμενες συλλογές διηγημάτων του Παπαδημητρακόπουλου, αυτό συνδέεται όχι τόσο με τους τόπους, τις καταστάσεις και τα πρόσωπα της αφήγησης όσο με τον χρόνο και με τη μέθοδο των αναφορών της. Τα κομμάτια που φιλοξενούνται στον «Οβολό» κατατάσσονται στην πραγματικότητα σε τρεις κατηγορίες: σε εκείνα τα οποία επιστρέφουν στα παιδικά χρόνια του αφηγητή, στην Ηλεία της δεκαετίας του '30, για να ανασύρουν διάφορα, ευτράπελα κατά κανόνα, επεισόδια από τη σχολική και την οικογενειακή του ζωή, σ' εκείνα στα οποία ο αφηγητής ανακινεί με κάπως αιφνιδιαστικό και ελλειπτικό τρόπο τη μνήμη του προς την ίδια κατεύθυνση, παραμένοντας, ωστόσο, σε παροντικό χρόνο, και, τέλος, σ' εκείνα τα οποία κρατιούνται σφηνωμένα στο τώρα και στα ώριμα χρόνια τού αφηγητή, τα οποία ουδόλως τον εμποδίζουν να αναπτύσσει με ταυτόσημα μέσα την ευαισθησία του.
Η παιδική ηλικία, λοιπόν, αποτελεί ούτως ή άλλως το κυρίαρχο μοτίβο της καινούργιας συλλογής τού Παπαδημητρακόπουλου και αποκαλύπτει διά μέσου μιας εξαιρετικά εκλεπτυσμένης οδού το πνεύμα της. Γιατί το λέω αυτό; Μα, επειδή καμία από τις κακοτοπιές που επιφυλάσσονται σε μια τόσο δύσκολη θεματογραφική επιλογή δεν βαραίνει τη δουλειά του Παπαδημητρακόπουλου. Η νοσταλγία, η γλυκερή υπόδειξη της αγάπης για τους συγγενείς και τους φίλους, αλλά και ο άσφαιρος συναισθηματισμός ή η άτσαλα τονισμένη ειδυλλιακή ατμόσφαιρα, που συνοδεύουν συχνά την επάνοδο στα παιδικά χρόνια και στις ανεξίτηλες παραστάσεις τους, δεν εμφανίζονται ποτέ στα κομμάτια τα οποία συναποτελούν τον «Οβολό». Οι ιδιότροποι μαθητές και οι παράξενοι δάσκαλοι, τα αγαπημένα αντικείμενα και παιχνίδια, που όσο κι αν περάσει ο καιρός δεν λένε να υποχωρήσουν από τις εμμονές μας και να μας εγκαταλείψουν, οι απόμακρες και αδιευκρίνιστες ανθρώπινες μορφές, που αποκτούν πελώριες διαστάσεις στο παιδικό μυαλό, οι αγαθοί μπαρμπάδες και τα λατρεμένα οικόσιτα, που μπορεί κάποια στιγμή να βρουν το πιο πικρό τέλος, οι γιαγιάδες με τα διάφορα σουσούμια τους, φυσικά και ψυχικά, αλλά και οι περίπλοκες σχέσεις με τους γονείς, που συνεχίζονται, ως γνωστόν, και μετά θάνατον: αυτό είναι το περιβάλλον εντός του οποίου τοποθετεί ο συγγραφέας τη φαινομενικά ακύμαντη δράση του, ακολουθώντας πάντα μιαν ομαλή και διαδοχική πορεία ως προς την κίνηση και την κλιμάκωσή της.
Το παιχνίδι της απόκρυψης
Κάτι, παρ' όλα αυτά, κρυμμένο κάτω από το στρώμα των αφηγηματικών γεγονότων, ένα απροσδιόριστο και από σκοπού αδήλωτο στοιχείο, μια διάσταση που μόνο την τελευταία ώρα αποκαλύπτεται στην πλοκή, πυροδοτεί την έκβαση του μύθου και μας βοηθάει να συνειδητοποιήσουμε αναδρομικά το αληθινό του βάρος. Κι εδώ εκείνο που κυριαρχεί δεν είναι ούτε η ανάλαφρα ειρωνική διάθεση με την οποία ο Παπαδημητρακόπουλος περιβάλλει σε ένα πρώτο επίπεδο τις ιστορίες του, ούτε ο ανύποπτος και αμέριμνος τόνος της αφήγησής του, που συνοδεύει επί μεγάλο διάστημα τον αναγνώστη κατά το ξετύλιγμά της. Μια αδιόρατη μεταβολή, μια ελάχιστη μετατόπιση της οπτικής γωνίας του αφηγητή και ξαφνικά βρισκόμαστε μέσα σε ολόκληρο το βουβό, αλλά με σάρκα και οστά, δράμα που μπορεί να συγκλονίσει απροειδοποίητα μιαν ανθρώπινη ύπαρξη. Σε ανάλογη τροχιά τοποθετούνται και τα κομμάτια που ξεφεύγουν από την περιοχή της παιδικής ηλικίας: η συνειδητοποίηση της σημασίας και του μεγέθους του θανάτου ή ο ανήμπορος και εξ αρχής σπρωγμένος στο περιθώριο κόσμος των μεταναστών βγαίνουν και εδώ στην επιφάνεια μέσω του μηχανισμού της αποστασιοποίησης από τον έντονα δραματικό (αν όχι και σπαρακτικό) τους πυρήνα.
Οσο για την καταφανή παρουσία και λειτουργία τής λόγιας γλώσσας του βιβλίου, είναι κι αυτή γνωστή από παλιά και μας υπενθυμίζει πως ο συγγραφέας δεν είναι κανένας σοβαροφανής καθαρευουσιάνος, έτοιμος να εξακοντίσει εναντίον μας την πρώτη πομφόλυγα που θα κατεβεί στο κεφάλι του, αλλά, αντιθέτως, αναλαμβάνει τον ρόλο ενός λεπταίσθητου σαρκαστή (ξέρουμε πια πώς ακριβώς δουλεύει με την ειρωνεία του), που χωρίς να ανεβάζει ποτέ τους τόνους επιτρέπει στον αναγνώστη να συμπληρώσει κατά το δοκούν τούς υπό αποκαθήλωση στόχους του. Δεν υπάρχει, νομίζω, η παραμικρή αμφιβολία πως ο Παπαδημητρακόπουλος φτάνει στην ωριμότητά του από τον καλύτερο δρόμο, αποδεικνύοντας με πόση συνέπεια και προσήλωση εφάρμοσε σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής του τους σκοπούς τους οποίους είχε εξ αρχής θέσει και αποσαφηνίσει για την πεζογραφία του. Μια γενναία ανάσα στον εκδοτικό πυρετό, που κατακλύζεται από το αναγνωστικό άγχος των μυθιστορημάτων-ποταμών. Ενα αληθινό κομψοτέχνημα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/03/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις